(1Α).- Τηρουμένων των διατάξεων του Συντάγματος παν ζήτημα των ανηκόντων εις την ελληνικήν ορθόδοξον Εκκλησίαν ή εις θρησκευτικήν ομάδα, δι’ ήν ισχύουσιν αι διατάξεις της τρίτης παραγράφου του άρθρου 2, σχέσιν έχον προς τον αρραβώνα, τον γάμον, το κύρος του γάμου, διέπεται από της ημερομηνίας της ενάρξεως της ισχύος του Συντάγματος υπό του εκκλησιαστικού νόμου της ελληνικής ορθοδόξου Εκκλησίας ή υπό του εκκλησιαστικού νόμου εκάστης θρησκευτικής ομάδος, αναλόγως της περιπτώσεως. Νόμος θέλει προβλέψει για τις λοιπές εν γένει οικογενειακές σχέσεις, περιλαμβανομένου του διαζυγίου.
Νόμος θέλει προβλέψει περί της ενώπιον Επισκόπου αποπείρας συνδιαλλαγής ή της πνευματικής λύσης του γάμου.
1Β. Παν ζήτημα των ανηκόντων στην ελληνική ορθόδοξη Εκκλησία και των ανηκόντων σε θρησκευτική ομάδα για την οποία ισχύουν οι διατάξεις της παραγράφου (3) του Άρθρου 2, το οποίο σχετίζεται με τον γάμο, το κύρος του γάμου, το διαζύγιο, τον χωρισμό από κοίτης και τραπέζης, τη συνοίκηση των συζύγων ή τις οικογενειακές σχέσεις διαγιγνώσκεται από οικογενειακά δικαστήρια, ως νόμος θέλει ορίσει.
(2). [Διαγράφηκε].
(3). [Διαγράφηκε].
(4).- Νόμος θέλει προβλέψει για την έφεση κατά των αποφάσεων των οικογενειακών δικαστηρίων.
(5).- Ανεξαρτήτων των διατάξεων της πρώτης παραγράφου του παρόντος άρθρου εις τους ανήκοντας εις την Ελληνικήν Κοινότητα ή στην ελληνικήν ορθόδοξον Εκκλησίαν ή σε θρησκευτική ομάδα για την οποία ισχύουν οι διατάξεις της παραγράφου (3) του Άρθρου 2 προσφέρεται η ελεύθερη επιλογή πολιτικού γάμου.
(6).-Ουδέν εκ των εν τη πρώτη παραγράφω του παρόντος άρθρου διαλαμβανομένων δύναται να παρεμποδίσει την εφαρμογήν των διατάξεων της πέμπτης παραγράφου του άρθρου 90 προκειμένης εκτελέσεως οιασδήποτε αποφάσεως ή διαταγής παντός εκκλησιαστικού δικαστηρίου.