158.-(1) Το Υπουργικό Συμβούλιο μπορεί να διορίσει ένα ή περισσότερους επιθεωρητές να ερευνήσουν τις υποθέσεις εταιρείας και υποβάλουν αναφορά για αυτές με τον τρόπο που το Υπουργικό Συμβούλιο ήθελε καθορίσει-
(α) σε περίπτωση εταιρείας που έχει μετοχικό κεφάλαιο, μετά από αίτηση είτε τουλάχιστο διακοσίων μελών είτε μελών που κατέχουν τουλάχιστο το ένα δέκατο των εκδομένων μετοχών
(β) σε περίπτωση εταιρείας που δεν έχει μετοχικό κεφάλαιο, μετά από αίτηση τουλάχιστο του ενός πέμπτου του αριθμού των προσώπων των εγγεγραμμένων στο μητρώο μελών της εταιρείας.
(2) Η αίτηση πρέπει να υποστηρίζεται από τέτοια αποδεικτικά στοιχεία που το Υπουργικό Συμβούλιο δυνατό να απαιτήσει για να δείξει ότι οι αιτητές έχουν βάσιμο λόγο να απαιτούν την έρευνα, και το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται, πριν από το διορισμό επιθεωρητή, να απαιτήσει την παροχή ασφάλειας από τους αιτητές για τέτοιο ποσό που το Υπουργικό Συμβούλιο ήθελε καθορίσει, για την πληρωμή των εξόδων της έρευνας.
159. Χωρίς βλάβη των εξουσιών του με βάση το άρθρο 158, το Υπουργικό Συμβούλιο-
(α) διορίζει ένα ή περισσότερους ικανούς επιθεωρητές να ερευνήσουν τις υποθέσεις εταιρείας και υποβάλουν έκθεση πάνω σε αυτές με τρόπο που το Υπουργικό Συμβούλιο ήθελε διατάξει, αν-
(i) η εταιρεία με ειδική απόφαση ή
(ii) το Δικαστήριο με διάταγμα, δηλώνει ότι οι υποθέσεις της πρέπει να ερευνηθούν από επιθεωρητή διορισμένο από το Υπουργικό Συμβούλιο και
(β) δύναται να ενεργήσει με τον τρόπο αυτό αν φανεί στο Υπουργικό Συμβούλιο ότι υφίστανται περιστάσεις που υποδεικνύουν-
(i) ότι οι εργασίες της διεξάγονται με πρόθεση καταδολίευσης των πιστωτών της ή των πιστωτών οποιουδήποτε άλλου προσώπου ή διαφορετικά με δόλιο ή παράνομο σκοπό ή με τρόπο που να καταπιέζει οποιοδήποτε μέρος των μελών της ή ότι αυτή συστάθηκε με δόλιο ή παράνομο σκοπό
(ii) ότι τα πρόσωπα που ασχολούνται με τη σύσταση της ή τη διαχείριση των υποθέσεων της είναι σχετικά με αυτές ένοχα απάτης, πλημμελούς εκτέλεσης ή άλλης κακής διαγωγής προς αυτή ή τα μέλη της ή
(iii) ότι δεν δόθηκαν όλες οι πληροφορίες στα μέλη της, σχετικά με τις υποθέσεις της που εύλογα ανέμεναν.
160. Αν επιθεωρητής που διορίστηκε σύμφωνα με το εδάφιο 158 ή 159 για να ερευνήσει τις υποθέσεις εταιρείας το κρίνει αναγκαίο για τους σκοπούς της έρευνας του να ερευνήσει και τις υποθέσεις άλλου νομικού προσώπου που είναι ή σε οποιοδήποτε σχετικό χρόνο ήταν θυγατρικό της εταιρείας ή μητρική εταιρεία ή θυγατρικής της μητρικής της ή μητρικής της θυγατρικής της, αυτός έχει εξουσία να ενεργήσει με τον τρόπο αυτό, και υποβάλλει έκθεση για τις υποθέσεις του άλλου νομικού προσώπου στην έκταση που κρίνει ότι τα αποτελέσματα της έρευνας του αυτής σχετίζονται με την έρευνα των υποθέσεων της εταιρείας που αναφέρθηκε αρχικά.
161.-(1) Αποτελεί καθήκον όλων των αξιωματούχων και αντιπροσώπων της εταιρείας και όλων των αξιωματούχων και αντιπροσώπων άλλων νομικών προσώπων των οποίων οι υποθέσεις ερευνούνται δυνάμει του άρθρου 160, να παρουσιάσουν στους επιθεωρητές όλα τα βιβλία και έγγραφα της εταιρείας ή τα σχετικά με την εταιρεία, ανάλογα με την περίπτωση, ή του άλλου νομικού προσώπου που βρίσκονται στη φύλαξη ή εξουσία τους, και διαφορετικά να παρέχουν στους επιθεωρητές κάθε βοήθεια σχετικά με την έρευνα, την οποία εύλογα μπορούν να παρέχουν.
(2) Επιθεωρητής δύναται να εξετάζει ενόρκως τους αξιωματούχους και αντιπροσώπους της εταιρείας ή άλλου νομικού προσώπου σχετικά με τις εργασίες του και δύναται κατά ακολουθία να επάγει όρκο.
(3) Αν αξιωματούχος ή αντιπρόσωπος εταιρείας ή άλλου νομικού προσώπου αρνηθεί να παρουσιάσει στους επιθεωρητές οποιοδήποτε βιβλίο ή έγγραφο που οφείλει με βάση το άρθρο αυτό να παρουσιάσει με τον τρόπο αυτό, ή αρνείται να απαντήσει σε οποιαδήποτε ερώτηση που τίθεται σε αυτόν από τους επιθεωρητές αναφορικά με τις υποθέσεις της εταιρείας ή άλλου νομικού προσώπου, ανάλογα με την περίπτωση, οι επιθεωρητές δύνανται να βεβαιώσουν γραπτώς στο Δικαστήριο την άρνηση και τότε το Δικαστήριο δύναται να εξετάσει την υπόθεση, και μετά την ακρόαση οποιωνδήποτε μαρτύρων που πιθανόν να παρουσιαστούν εναντίον ή εκ μέρους αυτού που φέρεται υπαίτιος και μετά την ακρόαση οποιασδήποτε δήλωσης που πιθανόν να υποβληθεί για υπεράσπιση, να επιβάλει ποινή στον υπαίτιο με τον ίδιο τρόπο ως να ήταν ένοχος περιφρόνησης του Δικαστηρίου.
(4) Αν επιθεωρητής για τους σκοπούς της έρευνας του κρίνει αναγκαίο ότι πρόσωπο που αυτός δεν έχει εξουσία να εξετάσει ενόρκως πρέπει να εξεταστεί με τον τρόπο αυτό, αυτός δύναται να υποβάλει αίτηση στο Δικαστήριο και το Δικαστήριο δύναται αν το κρίνει ορθό, να διατάξει εκείνο το πρόσωπο να παραστεί και εξεταστεί ενόρκως ενώπιον του πάνω σε οποιοδήποτε θέμα που σχετίζεται με την έρευνα και κατά την εξέταση αυτή-
(α) ο επιθεωρητής δύναται να λάβει μέρος σε αυτή προσωπικά ή με δικηγόρο
(β) το Δικαστήριο δύναται να υποβάλει στο εξεταζόμενο πρόσωπο τέτοιες ερωτήσεις που τούτο ήθελε κρίνει ορθό
(γ) το εξεταζόμενο πρόσωπο απαντά όλες τις ερωτήσεις που το Δικαστήριο δυνατό να θέσει ή να επιτρέψει να τεθούν σε αυτό, αλλά δύναται να διορίσει με δικά του έξοδα δικηγόρο, ο οποίος θα είναι ελεύθερος να του υποβάλει τέτοιες ερωτήσεις όπως το Δικαστήριο θεωρήσει δίκαιο για το σκοπό να το καταστήσει ικανό να εξηγήσει ή τροποποιήσει οποιεσδήποτε απαντήσεις που δόθηκαν από αυτό, και πρακτικά της εξέτασης θα τηρούνται γραπτώς, και θα διαβάζονται σε ή από, και υπογράφονται από, το εξεταζόμενο πρόσωπο, και δυνατό μετά να χρησιμοποιηθούν σε μαρτυρία εναντίον του:
Νοείται ότι, ανεξάρτητα από τις διατάξεις της παραγράφου (γ) του εδαφίου αυτού, το Δικαστήριο δύναται να επιδικάσει στο πρόσωπο που εξετάστηκε τέτοια έξοδα που δυνατό να κρίνει σωστό, και οποιαδήποτε τέτοια επιδικασθέντα έξοδα καταβάλλονται ως μέρος των εξόδων έρευνας.
(5) Στο άρθρο αυτό, αναφορά σε αξιωματούχους ή αντιπροσώπους περιλαμβάνει προηγούμενους, ως και υφιστάμενους αξιωματούχους ή αντιπροσώπους, ανάλογα με την περίπτωση, και για τους σκοπούς του άρθρου αυτού, η έκφραση “αντιπρόσωπος” σχετικά με εταιρεία ή άλλο νομικό πρόσωπο, περιλαμβάνει τους τραπεζίτες και δικηγόρους της εταιρείας ή άλλου νομικού προσώπου και οποιαδήποτε πρόσωπα που απασχολούνται από την εταιρεία ή άλλου νομικού προσώπου ως ελεγκτές, είτε τα πρόσωπα εκείνα είναι αξιωματούχοι της εταιρείας ή άλλου νομικού προσώπου είτε όχι.
162.-(1) Οι επιθεωρητές δύνανται, και αν διαταχθούν με τον τρόπο αυτό, από το Υπουργικό Συμβούλιο, πρέπει, να υποβάλλουν ενδιάμεσες εκθέσεις στο Υπουργικό Συμβούλιο, και κατά το τέλος της έρευνας, υποβάλλουν τελική έκθεση στο Υπουργικό Συμβούλιο.
Κάθε τέτοια έκθεση είναι έγγραφη ή έντυπη, όπως ήθελε διατάξει το Υπουργικό Συμβούλιο.
(2) Το Υπουργικό Συμβούλιο -
(α) αποστέλλει αντίγραφο οποιασδήποτε έκθεσης που υποβάλλεται από τους επιθεωρητές στο εγγεγραμμένο γραφείο της εταιρείας
(β) αν το Υπουργικό Συμβούλιο το κρίνει σωστό, παρέχει αντίγραφο της μετά από αίτηση και με την πληρωμή του καθορισμένου τέλους σε οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο που είναι μέλος της εταιρείας ή άλλο νομικό πρόσωπο που αναφέρεται στην έκθεση δυνάμει του άρθρου 160 ή του οποίου τα σύμφέροντα ως πιστωτή της εταιρείας ή οποιουδήποτε άλλου νομικού προσώπου όπως προαναφέρθηκε, φαίνονται στο Υπουργικό Συμβούλιο ότι επηρεάζονται
(γ) όταν οι επιθεωρητές διορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 158, παρέχουν, μετά από αίτηση των αιτητών για την έρευνα, αντίγραφο σε αυτούς και
(δ) όταν οι επιθεωρητές διορίζονται με βάση το άρθρο 159 κατά ακολουθία με διάταγμα του Δικαστηρίου, παρέχουν αντίγραφο στο Δικαστήριο, και επίσης πρέπει να μεριμνήσουν για να εκτυπωθεί και δημοσιευτεί η έκθεση.
163.-(1) Αν από οποιαδήποτε έκθεση που καταρτίστηκε σύμφωνα με το εδάφιο 162, ήθελε φανεί στο Υπουργικό Συμβούλιο ότι πρόσωπο είναι ένοχο αδικήματος για το οποίο είναι ποινικά υπεύθυνο σε σχέση με την εταιρεία ή άλλο νομικό πρόσωπο οι υποθέσεις του οποίου έχουν ερευνηθεί δυνάμει του εδαφίου 160, το Υπουργικό Συμβούλιο παραπέμπει το θέμα στο Γενικό Εισαγγελέα.
(2) Αν, όταν οποιοδήποτε θέμα αποστέλλεται στο Γενικό Εισαγγελέα δυνάμει του άρθρου αυτού, αυτός θεωρήσει ότι η υπόθεση είναι από αυτές που πρέπει να ασκηθεί ποινική δίωξη, αυτός εγείρει διαδικασία κατά ακολουθία, και αποτελεί καθήκον όλων των αξιωματούχων και αντιπροσώπων της εταιρείας ή άλλου νομικού προσώπου όπως προαναφέρθηκε, ανάλογα με την περίπτωση, άλλου ή του κατηγορουμένου στη διαδικασία, να δώσουν σε αυτόν κάθε βοήθεια σχετικά με την ποινική δίωξη, που εύλογα δύνανται να δώσουν.
Το εδάφιο (5) του άρθρου 161 εφαρμόζεται για τους σκοπούς του εδαφίου αυτού όπως αυτό εφαρμόζεται για τους σκοπούς του άρθρου εκείνου.
(3) Αν, στην περίπτωση νομικού προσώπου που υπόκειται σε εκκαθάριση με βάση το Νόμο αυτό, φανεί στο Υπουργικό Συμβούλιο από οποιαδήποτε τέτοια έκθεση όπως προαναφέρθηκε ότι είναι σκόπιμο να πράξει με τον τρόπο αυτό εξαιτίας τέτοιων καταστάσεων όπως αναφέρονται στην υποπαράγραφο (ι) ή (ιι) της παραγράφου (β) του άρθρου 159, το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται, εκτός αν το νομικό πρόσωπο βρίσκεται υπό εκκαθάριση από το Δικαστήριο, να μεριμνήσει να υποβληθεί αίτηση για την εκκαθάριση της με τον τρόπο αυτό αν το Δικαστήριο το θεωρήσει ορθό και δίκαιο ότι πρέπει να εκκαθαριστεί ή αίτηση για διάταγμα με βάση το άρθρο 202 ή και τα δύο.
(4) Αν από οποιαδήποτε τέτοια έκθεση όπως προαναφέρθηκε φανεί στο Υπουργικό Συμβούλιο ότι πρέπει για το δημόσιο συμφέρον να ελαμβάνετο διαδικασία από οποιοδήποτε νομικό πρόσωπο που αναφέρεται στην έκθεση, για την ανάκτηση αποζημιώσεων σχετικά με δόλο, πλημμελή εκτέλεση ή άλλη κακή διαγωγή αναφορικά με την ίδρυση ή σύσταση εκείνου του νομικού προσώπου ή τη διαχείριση των υποθέσεων του, ή για την ανάκτηση οποιασδήποτε ιδιοκτησίας του νομικού προσώπου που κακώς διατέθηκε ή κατακρατείται άδικα, δύναται να μεριμνήσει να εγερθεί διαδικασία στο όνομα του νομικού προσώπου.
(5) Το Υπουργικό Συμβούλιο αποζημιώνει το νομικό πρόσωπο για όλα τα έξοδα ή δαπάνες που υπέστηκε κατά ή σε σχέση με οποιαδήποτε διαδικασία που λήφθηκε σύμφωνα με το εδάφιο (4).
164.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2), οι δαπάνες και τα συνεπακόλουθα για έρευνα επιθεωρητή που διορίστηκε από το Υπουργικό Συμβούλιο με βάση τις προηγούμενες διατάξεις του Νόμου αυτού πληρώνονται από τα πρόσωπα που αιτήθηκαν το διορισμό επιθεωρητή.
(2) Για τους σκοπούς του άρθρου αυτού οποιαδήποτε έξοδα ή δαπάνες που έγιναν από την Κυβέρνηση για ή αναφορικά με διαδικασία που εγέρθηκε δυνάμει του εδαφίου (4) του άρθρου 163 (περιλαμβανομένων δαπανών που έγιναν δυνάμει του εδαφίου (5) αυτού) θεωρούνται ως έξοδα της έρευνας που αποτέλεσαν βάση για τη διαδικασία και ανεξάρτητα από τις διατάξεις του εδαφίου (1), επιβαρύνουν τη Δημοκρατία.
165. Αντίγραφο οποιασδήποτε έκθεσης οποιωνδήποτε επιθεωρητών που διορίστηκαν με βάση τις προηγούμενες διατάξεις του Νόμου αυτού, επικυρωμένο με τη σφραγίδα της εταιρείας της οποίας οι υποθέσεις ερευνήθηκαν, είναι αποδεκτό σε οποιαδήποτε νομική διαδικασία ως μαρτυρία της γνώμης των επιθεωρητών σχετικά με οποιοδήποτε θέμα που αναφέρεται στην έκθεση.
166.-(1) Όταν φανεί στο Υπουργικό Συμβούλιο ότι υπάρχει εύλογη αιτία να ενεργήσει με τον τρόπο αυτό, αυτό δύναται να διορίσει ένα ή περισσότερους ικανούς επιθεωρητές να ερευνήσουν και υποβάλουν έκθεση ως προς τα μέλη οποιασδήποτε εταιρείας και διαφορετικά σχετικά με την εταιρεία, για το σκοπό του καθορισμού των πραγματικών προσώπων που είχαν ή έχουν οικονομικό συμφέρον στην επιτυχία ή αποτυχία, πραγματική ή φαινομενική, της εταιρείας ή δύνανται να ελέγχουν ή επηρεάζουν ουσιαστικά την πολιτική της εταιρείας.
(2) Ο διορισμός επιθεωρητή βάσει του άρθρου αυτού δύναται να ορίζει το σκοπό της έρευνας του, είτε σχετικά με τα θέματα ή την περίοδο που θα διαρκέσει ή διαφορετικά, και ειδικά δύναται να περιορίζει την έρευνα σε θέματα συνδεδεμένα με ορισμένες μετοχές ή χρεωστικά ομόλογα.
(3) Όταν γίνεται αίτηση στο Υπουργικό Συμβούλιο με βάση το άρθρο αυτό σχετικά με ορισμένες μετοχές ή χρεωστικά ομόλογα εταιρείας από μέλη της εταιρείας, και ο αριθμός των αιτητών ή το ποσό των μετοχών που κατέχονται από αυτούς δεν είναι λιγότερο από εκείνο που απαιτείται για αίτηση από το άρθρο 158, για το διορισμό επιθεωρητή, το Υπουργικό Συμβούλιο διορίζει επιθεωρητή για να διεξάγει την έρευνα εκτός αν ικανοποιηθεί ότι η αίτηση είναι ενοχλητική και ο διορισμός του επιθεωρητή δεν αποκλείει από το πλαίσιο της έρευνας του οποιοδήποτε θέμα που απαιτείται από την αίτηση να περιληφθεί στην έρευνα, εκτός, αν κατά την έκταση που το Υπουργικό Συμβούλιο ικανοποιηθεί ότι δεν είναι εύλογη η διερεύνηση του θέματος εκείνου.
(4) Τηρουμένων των όρων διορισμού επιθεωρητή οι εξουσίες του περιλαμβάνουν την έρευνα για την ύπαρξη περιστάσεων οι οποίες υποδηλώνουν την ύπαρξη διευθέτησης ή συνεννόησης που, αν και δεν είναι νομικά δεσμευτική, τηρείται ή είναι ενδεχόμενο να τηρείται στην πρακτική και είναι σχετική με τους σκοπούς της έρευνας του.
(5) Για τους σκοπούς οποιασδήποτε έρευνας σύμφωνα με το άρθρο αυτό, τα άρθρα 160 μέχρι 162 τυγχάνουν εφαρμογής με τις αναγκαίες τροποποιήσεις των αναφορών στις υποθέσεις της εταιρείας ή σε εκείνες οποιουδήποτε άλλου νομικού προσώπου, αλλά με τέτοιο τρόπο ώστε-
(α) τα αναφερόμενα άρθρα να τυγχάνουν εφαρμογής σε σχέση με όλα τα πρόσωπα που έχουν ή είχαν ή που ο επιθεωρητής έχει εύλογη αιτία να πιστεύει ότι έχουν οικονομικό συμφέρον από την επιτυχία ή αποτυχία ή τη φαινομενική επιτυχία ή αποτυχία της εταιρείας ή οποιουδήποτε άλλου νομικού προσώπου του οποίου τα μέλη, υπόκεινται σε έρευνα μαζί με εκείνη της εταιρείας, ή δύνανται να ελέγχουν ή επηρεάζουν ουσιαστικά την πολιτική της, περιλαμβανομένων και προσώπων που ενδιαφέρονται μόνο για λογαριασμό άλλων, όπως αυτά τυγχάνουν εφαρμογής σε σχέση με αξιωματούχους και αντιπροσώπους της εταιρείας ή του άλλου νομικού προσώπου, ανάλογα με την περίπτωση και
(β) το Υπουργικό Συμβούλιο δεν είναι υπόχρεο να εφοδιάζει την εταιρεία ή άλλο πρόσωπο με αντίγραφο οποιασδήποτε έκθεσης επιθεωρητή που διορίστηκε με βάση το άρθρο αυτό ή με πλήρες αντίγραφο της αν έχει τη γνώμη ότι υπάρχει εύλογη αιτία για τη μη κοινοποίηση του περιεχομένου της έκθεσης ή τμημάτων της αλλά μεριμνά όπως αντίγραφο τέτοιας έκθεσης ή τμημάτων της έκθεσης ανάλογα με την περίπτωση, αναφορικά με τα οποία δεν έχει τέτοια γνώμη, φυλάγονται από τον έφορο.
(6) Οι δαπάνες οποιασδήποτε έρευνας σύμφωνα με το άρθρο αυτό πληρώνονται από το Υπουργικό Συμβούλιο από τις δημόσιες προσόδους.
167.-(1) Όταν φαίνεται στο Υπουργικό Συμβούλιο ότι υπάρχει εύλογη αιτία για έρευνα για την ιδιοκτησία μετοχών ή χρεωστικών ομολόγων εταιρείας και ότι δεν παρίσταται ανάγκη να διοριστεί επιθεωρητής για το σκοπό αυτό, το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να απαιτήσει από κάθε πρόσωπο που έχει εύλογη αιτία να πιστεύει -
(α) ότι έχει ή είχε συμφέρον σε εκείνες τις μετοχές ή χρεωστικά ομόλογα ή
(β) ότι σχετικά με εκείνες τις μετοχές και τα χρεωστικά ομόλογα, ενεργεί ή ενέργησε ως ο δικηγόρος ή αντιπρόσωπος προσώπου που έχει συμφέρον σε αυτά,
να παράσχει σε αυτό οποιαδήποτε πληροφορία έχει ή εύλογα δύναται να αναμένεται να λάβει για το υφιστάμενο ή παρελθόν συμφέρον σε εκείνες τις μετοχές ή χρεωστικά ομόλογα και τα ονόματα και διευθύνσεις οποιωνδήποτε προσώπων που έχουν συμφέρον και οποιωνδήποτε προσώπων που ενεργούν ή ενέργησαν εκ μέρους τους σε σχέση με τις μετοχές ή χρεωστικά ομόλογα.
(2) Για τους σκοπούς του άρθρου αυτού πρόσωπο θεωρείται ότι έχει συμφέρον σε μετοχή ή χρεωστικό ομόλογο αν έχει δικαίωμα να αποκτήσει ή διαθέσει τη μετοχή ή χρεωστικό ομόλογο ή οποιοδήποτε συμφέρον σε αυτό ή να ασκήσει το δικαίωμα ψήφου αναφορικά με αυτά ή αν η συγκατάθεση του είναι αναγκαία για την άσκηση δικαιωμάτων άλλων προσώπων που έχουν συμφέρον σε αυτά ή αν άλλα πρόσωπα που έχουν συμφέρον σε αυτά δύναται να απαιτηθεί από αυτά ή είναι συνηθισμένα να ασκούν τα δικαιώματα τους σύμφωνα με τις οδηγίες του.
(3) Κάθε πρόσωπο που παραλείπει να δώσει πληροφορίες που απαιτείται να δώσει με βάση το άρθρο αυτό ή που ενώ δίνει τέτοιες πληροφορίες προβαίνει σε δήλωση που γνωρίζει ότι είναι ψευδής σε ουσιώδη λεπτομέρεια ή προβαίνει απερίσκεπτα σε δήλωση που είναι ψευδής σε ουσιώδη λεπτομέρεια, υπόκειται σε φυλάκιση για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει το ένα έτος ή σε πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις χίλιες λίρες ή και στις δύο αυτές ποινές της φυλάκισης και του προστίμου.
168.-(1) Όταν φαίνεται στο Υπουργικό Συμβούλιο αναφορικά με έρευνα με βάση το εδάφιο 166 ή 167, ότι υπάρχει δυσκολία για εξακρίβωση των σχετικών γεγονότων αναφορικά με οποιεσδήποτε μετοχές (εκδομένες ή που θα εκδοθούν) και ότι η δυσκολία οφείλεται εξολοκλήρου ή κυρίως στην απροθυμία των ενδιαφερόμενων προσώπων ή οποιωνδήποτε από αυτά να βοηθήσουν την έρευνα όπως απαιτεί ο Νόμος αυτός, το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται με διάταγμα να διατάξει όπως οι μετοχές υπόκεινται στους περιορισμούς που επιβλήθηκαν από το άρθρο αυτό μέχρι εκδόσεως περαιτέρω διατάγματος.
(2) Εφόσο μετοχές διατάσσεται να υπόκεινται σε περιορισμούς που επιβλήθηκαν σύμφωνα με το άρθρο αυτό-
(α) οποιαδήποτε μεταβίβαση των μετοχών εκείνων ή σε περίπτωση μετοχών που δεν εκδόθηκαν, οποιαδήποτε μεταβίβαση του δικαιώματος για έκδοση τους και οποιαδήποτε έκδοση τους θα είναι άκυρη
(β) Κανένα δικαίωμα ψήφου δεν θα ασκείται σχετικά με τις μετοχές εκείνες
(γ) δεν θα εκδίδονται περαιτέρω μετοχές αντί των μετοχών εκείνων ή κατά ακολουθία με οποιαδήποτε προσφορά που έγινε στον κάτοχο τους
(δ) εκτός σε εκκαθάριση, καμιά πληρωμή δεν γίνεται από την εταιρεία για οποιαδήποτε οφειλόμενα ποσά από την εταιρεία για εκείνες τις μετοχές είτε σε σχέση με το κεφάλαιο είτε διαφορετικά.
(3) Όταν το Υπουργικό Συμβούλιο εκδίδει διάταγμα που διατάσσει όπως οι μετοχές υπόκεινται στους αναφερόμενους περιορισμούς ή αρνείται να εκδώσει διάταγμα που να διατάσσει όπως οι μετοχές παύσουν να υπόκεινται σε αυτούς, οποιοδήποτε πρόσωπο δυσαρεστημένο από αυτό δύναται να ζητήσει από το Δικαστήριο, και το Δικαστήριο δύναται, αν το θεωρήσει ορθό, να διατάξει όπως οι μετοχές παύσουν να υπόκεινται στους αναφερόμενους περιορισμούς.
(4) Οποιοδήποτε διάταγμα, είτε είναι του Υπουργικού Συμβουλίου είτε του Δικαστηρίου, που διατάσσει όπως οι μετοχές παύσουν να υπόκεινται στους αναφερόμενους περιορισμούς το οποίο ρητώς γίνεται με σκοπό να επιτρέψει μεταβίβαση των μετοχών εκείνων, δύναται να προνοεί τη συνέχιση των περιορισμών που αναφέρθηκαν στις παραγράφους (γ) και (δ) του εδαφίου (2) είτε εξολοκλήρου είτε μερικώς στην έκταση στην οποία σχετίζονται με οποιοδήποτε δικαίωμα που αποκτήθηκε ή προσφορά που έγινε πριν από τη μεταβίβαση.
(5) Κάθε πρόσωπο που-
(α) ασκεί ή προτίθεται να ασκήσει οποιοδήποτε δικαίωμα διάθεσης μετοχών για τις οποίες γνωρίζει ότι υπόκεινται εκάστοτε στους αναφερόμενους περιορισμούς ή για οποιοδήποτε δικαίωμα που εκδίδεται μαζί με τις μετοχές αυτές ή
(β) ασκεί το δικαίωμα ψήφου σχετικά με οποιεσδήποτε τέτοιες μετοχές, είτε ως κάτοχος ή αντιπρόσωπος, ή διορίζει αντιπρόσωπο να ασκήσει το δικαίωμα ψήφου σχετικά με αυτές ή
(γ) ενώ είναι κάτοχος οποιωνδήποτε τέτοιων μετοχών, παραλείπει να γνωστοποιήσει ότι αυτές υπόκεινται στους αναφερόμενους περιορισμούς σε οποιοδήποτε πρόσωπο που δεν γνωρίζει ότι έχει γνώση για το γεγονός εκείνο αλλά γνωρίζει ότι δικαιούται, αν δεν υπήρχαν οι αναφερόμενοι περιορισμοί, να ασκήσει το δικαίωμα ψήφου, σχετικά με τις μετοχές εκείνες είτε ως κάτοχος ή αντιπρόσωπος,
υπόκειται σε φυλάκιση για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει το ένα έτος ή σε πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις χίλιες λίρες ή και στις δύο αυτές ποινές της φυλάκισης και του προστίμου.
(6) Όταν εκδίδονται μετοχές οποιασδήποτε εταιρείας κατά παράβαση των αναφερόμενων περιορισμών η εταιρεία και κάθε αξιωματούχος της που ευθύνεται για παράλειψη υπόκειται σε πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις χίλιες λίρες.
(7) Ποινική δίωξη δεν ασκείται σύμφωνα με το άρθρο αυτό παρά με τη συγκατάθεση του Γενικού Εισαγγελέα.
(8) Το άρθρο αυτό εφαρμόζεται αναφορικά με χρεωστικά ομόλογα όπως αυτό εφαρμόζεται σχετικά με μετοχές.
169. Καμιά διάταξη στις προηγούμενες διατάξεις του Μέρους αυτού δεν απαιτεί αποκάλυψη στο Υπουργικό Συμβούλιο ή σε επιθεωρητή που διορίστηκε από αυτό-
(α) από δικηγόρο οποιασδήποτε προνομιακής κοινοποίησης που έγινε σε αυτόν με εκείνη την ιδιότητα, εκτός σε σχέση με το όνομα και διεύθυνση του πελάτη του ή
(β) από τραπεζίτες εταιρείας με αυτή την ιδιότητα τους, οποιεσδήποτε πληροφορίες ως προς τις υποθέσεις οποιωνδήποτε από τους πελάτες τους άλλους από την εταιρεία.