Μέρος Έκτον ΕΠΙΒΟΛΗ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ
Επιβολή εις περιπτώσεις καθ’ ας απαιτείται πολεοδομική άδεια
Εξουσίαι προς επίδοσιν ειδοποιήσεως επιβολής

46.-(1) Τηρουμένων των ακολούθων διατάξεων του παρόντος άρθρου και, εν τη περιπτώσει αρχής τινος εις την οποίαν έχουσι μεταβιβασθή αρμοδιότητες, οιασδήποτε Εντολής δοθείσης υπό του Υπουργού, οσάκις η Πολεοδομική Αρχή θεωρή ότι-

(α) οιαδήποτε ανάπτυξις ακινήτου ιδιοκτησίας εξετελέσθη άνευ της χορηγήσεως πολεοδομικής αδείας απαιτουμένης προς τούτο συμφώνως προς το Πέμπτον Μέρος ή

(β) οιοιδήποτε όροι ή περιορισμοί υπό τους οποίους είχε χορηγηθή πολεοδομική άδεια δεν ετηρήθησαν,

τότε η Πολεοδομική Αρχή δύναται, εάν θεωρή τούτο σκόπιμον προς το συμφέρον της πρεπούσης πολεοδομικής ρυθμίσεως, να επιδώση ειδοποίησιν δυνάμει του παρόντος άρθρου (εν τω παρόντι Νόμω αναφερομένην ως “ειδοποίησις επιβολής”).

(2) Οσάκις η Πολεοδομική Αρχή επιδίδη ειδοποίησιν επιβολής, η ειδοποίησις-

(α) επιδίδεται εις τον ιδιοκτήτην και εις τον κάτοχον της ακινήτου ιδιοκτησίας εις την οποίαν αύτη αναφέρεται0 και

(β) δύναται, εάν η Πολεοδομική Αρχή νομίζη τούτο πρέπον, να επιδοθή ωσαύτως εις οιονδήποτε έτερον πρόσωπον έχον συμφέρον εν τη ακινήτω ιδιοκτησία, το οποίον είναι συμφέρον ουσιωδώς επηρεαζόμενον, κατά την κρίσιν αυτής, υπό της ειδοποιήσεως.

(3) Η ειδοποίησις επιβολής-

(α) ορίζει την φύσιν της αναπτύξεως περί της οποίας υπάρχει ισχυρισμός ότι εξετελέσθη άνευ της χορηγήσεως πολεοδομικής αδείας ως αναφέρεται εν τη παραγράφω (α) του εδαφίου (1) ή, αναλόγως της περιπτώσεως, τα σημεία ως προς τα οποία υπάρχει ισχυρισμός ότι οιοιδήποτε όροι ή περιορισμοί ως οι εν τη παραγράφω (β) του ρηθέντος εδαφίου αναφερόμενοι δεν ετηρήθησαν0 και

(β) δύναται να απαιτήση όπως εντός τοιαύτης προθεσμίας οία ήθελεν ούτως ορισθή ληφθώσι τοιαύτα μέτρα οία απαιτούνται διά την αφαίρεσιν της άνευ αδείας διενεργηθείσης αναπτύξεως και, εις καταλλήλους περιπτώσεις, την επαναφοράν της ακινήτου ιδιοκτησίας εις ην κατάστασιν ήτο αύτη προτού ή περί ης ο ισχυρισμός άνευ αδείας διενεργηθείσα ανάπτυξις λάβη χώραν ή, αναλόγως της περιπτώσεως, την εξασφάλισιν συμμορφώσεως προς τους όρους ή περιορισμούς, ειδικώτερον δε δύναται, προς τον σκοπόν τούτον, να απαιτήση την κατεδάφισιν ή μετατροπήν οιωνδήποτε οικοδομών ή έργων, τον τερματισμόν οιασδήποτε χρήσεως ακινήτου ιδιοκτησίας ή την επί ακινήτου ιδιοκτησίας εκτέλεσιν οιωνδήποτε οικοδομικών ή άλλων εργασιών.

(4) Τηρουμένων των επομένων διατάξεων του παρόντος Μέρους, ειδοποίησις επιβολής λαμβάνει ισχύν κατά την λήξιν τοιαύτης προθεσμίας οία ήθελεν ορισθή εν τη ειδοποιήσει.

Ιεραρχική προσφυγή εις τον Υπουργόν κατά ειδοποιήσεως επιβολής

47.-(1) Πρόσωπον εις το οποίον επεδόθη ειδοποίησις επιβολής ή οιονδήποτε έτερον πρόσωπον έχον συμφέρον εν τη ακινήτω ιδιοκτησία δύναται, καθ’ οιονδήποτε χρόνον εντός της προθεσμίας η οποία ορίζεται εν τη ειδοποιήσει ως η προθεσμία κατά την λήξιν της οποίας η ειδοποίησις θα λάβη ισχύν, να υποβάλη ιεραρχικήν προσφυγήν εις τον Υπουργόν κατά της ειδοποιήσεως δι’ οιονδήποτε των ακολούθων λόγων, ήτοι-

(α) ότι εχορηγήθη πολεοδομική άδεια διά την ανάπτυξιν ταύτην

(β) ότι δεν απητείτο πολεοδομική άδεια διά την ανάπτυξιν ταύτην ή, αναλόγως της περιπτώσεως, ότι ετηρήθησαν οι όροι υπό τους οποίους εχορηγήθη πολεοδομική άδεια διά την ανάπτυξιν ταύτην

(γ) ότι το εν τη ειδοποιήσει επιβολής υπολαμβανόμενον ως ανάπτυξις δεν απετέλει ή συνεπήγετο ανάπτυξιν

(δ) ότι αι απαιτήσεις της ειδοποιήσεως επιβολής υπερβαίνουσι το αναγκαιούν διά την επαναφοράν της ακινήτου ιδιοκτησίας εις ην κατάστασιν αύτη ευρίσκετο προτού η περί ης ο λόγος ανάπτυξις λάβη χώραν ή, αναλόγως της περιπτώσεως, διά την εξασφάλισιν συμμορφώσεως προς τους όρους ή περιορισμούς εις τους οποίους αναφέρεται η ειδοποίησις επιβολής

(ε) ότι η ειδοποίησις δεν επεδόθη εις τε τον ιδιοκτήτην και τον κάτοχον της ακινήτου ιδιοκτησίας.

(2) Οιαδήποτε ιεραρχική προσφυγή δυνάμει του παρόντος άρθρου υποβάλλεται εις τον Υπουργόν δι’ εγράφου ειδοποιήσεως εν τη οποία δέον να ενδείκνυνται οι ακριβείς λόγοι επί των οποίων αύτη βασίζεται.

(3) Όταν υποβληθή ιεραρχική προσφυγή δυνάμει του παρόντος άρθρου, η ειδοποίησις επιβολής παραμένει άνευ ισχύος μέχρις ότου εκδοθή τελική απόφασις επ’ αυτής ή αποσυρθή η ιεραρχική προσφυγή, με εξαίρεση το μέρος της ειδοποίησης που αφορά την απαίτηση για τερματισμό οποιωνδήποτε οικοδομικών ή άλλων εργασιών.

(4) Επί τη υποβολή ιεραρχικής προσφυγής δυνάμει του παρόντος άρθρου ο Υπουργός δύναται να διορθώση οιανδήποτε παρατυπίαν, ελάττωμα ή λάθος εν τη ειδοποιήσει επιβολής εάν ικανοποιηθή ότι η παρατυπία, το ελάττωμα ή το λάθος δεν είναι ουσιώδες, δύναται δε, εάν ικανοποιηθή ότι τα δικαιώματα οιουδήποτε προσώπου δικαιουμένου όπως επιδοθή εις αυτόν η ειδοποίησις δεν παραβλάπτονται σοβαρώς εκ τούτου, να επικυρώση την ειδοποίησιν παρά το γεγονός ότι αύτη δεν επεδόθη εις τε τον ιδιοκτήτην και τον κάτοχον της ακινήτου ιδιοκτησίας.

(5) Επί τη λήψει αποφάσεως επί ιεραρχικής τινος προσφυγής δυνάμει του παρόντος άρθρου, ο Υπουργός δίδει εντολάς προς εκτέλεσιν της αποφάσεως του, περιλαμβανομένων, εις περιπτώσεις καθ’ ας είναι τούτο πρέπον, εντολών προς ακύρωσιν της ειδοποιήσεως επιβολής προς όφελος του προσφεύγοντος και της εκδόσεως πολεοδομικής αδείας άνευ όρων είτε υπό όρους.

Ποιναί διά την μη συμμόρφωσιν προς ειδοποίησιν επιβολής

48.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος άρθρου, οσάκις επιδίδηται ειδοποίησις επιβολής εις πρόσωπον το οποίον κατά τον χρόνον της εις αυτόν επιδόσεως της ειδοποιήσεως ήτο ο ιδιοκτήτης της ακινήτου ιδιοκτησίας εις την οποίαν η ειδοποίησις αναφέρεται, τότε εάν οιαδήποτε μέτρα απαιτούμενα υπό της ειδοποιήσεως όπως ληφθώσιν (άλλα ή ο τερματισμός της χρήσεως της ακινήτου ιδιοκτησίας) δεν έχωσι ληφθή εντός της παρασχεθείσης προς συμμόρφωσιν προς την ειδοποίησιν προθεσμίας, το πρόσωπον τούτο είναι ένοχον αδικήματος και υπόκειται επί τη καταδίκη του εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τις δύο χιλίαδες λίρες.

(2) Εάν πρόσωπον κατά του οποίου λαμβάνονται δικαστικά μέτρα δυνάμει του εδαφίου (1) είχε, κατά τινα χρόνον προ της λήξεως της παρασχεθείσης προς συμμόρφωσιν προς την ειδοποίησιν προθεσμίας, παύσει να είναι ο ιδιοκτήτης της ακινήτου ιδιοκτησίας, το πρόσωπον τούτο δικαιούται, αφού δώση εις την κατηγορίαν ουχί βραχυτέραν των τριών ημερών ειδοποίησιν περί της προθέσεως του να λάβη διάταγμα  προσαγωγής ενώπιον του Δικαστηρίου εις την υπόθεσιν του προσώπου το οποίον κατέστη τότε ο ιδιοκτήτης της ακινήτου ιδιοκτησίας (εν τω παρόντι άρθρω αναφερομένου ως “ο μεταγενέστερος ιδιοκτήτης”).

(3) Εάν, αφού αποδειχθή ότι οιαδήποτε μέτρα απαιτούμενα υπό της ειδοποιήσεως επιβολής δεν ελήφθησαν εντός της παρασχεθείσης προς συμμόρφωσιν προς την ειδοποίησιν προθεσμίας, ο αρχικός κατηγορούμενος αποδείξη ότι η παράλειψις της λήψεως των μέτρων τούτων ωφείλετο, εν όλω ή εν μέρει, εις παράλειψιν του μεταγενεστέρου ιδιοκτήτου-

(α) ο μεταγενέστερος ιδιοκτήτης δύναται να καταδικασθή διά το αδίκημα και

(β) ο αρχικός κατηγορούμενος, εάν αποδείξη περαιτέρω ότι έλαβεν όλα τα εύλογα μέτρα διά να εξασφαλίση συμμόρφωσιν προς την ειδοποίησιν επιβολής, απαλλάττεται του αδικήματος.

(4) Εάν, μετά την καταδίκην προσώπου τινός δυνάμει των προηγουμένων διατάξεων του παρόντος άρθρου, το πρόσωπον τούτο δεν πράξη το ενωρίτερον πρακτικώς δυνατόν παν ό,τι εξαρτάται εξ αυτού προς εξασφάλισιν συμμορφώσεως προς την ειδοποίησιν επιβολής, είναι τούτο ένοχον περαιτέρω αδικήματος και υπόκειται επί τη καταδίκη του εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τις διακόσιες λίρες δι’ εκάστην ημέραν επομένην της πρώτης καταδίκης αυτού καθ’ ην οιαιδήποτε των απαιτήσεων της ειδοποιήσεως επιβολής (άλλαι ή ο τερματισμός χρήσεως ακινήτου ιδιοκτησίας) παραμένουσιν ανεκπλήρωτοι.

(5) Οσάκις, δυνάμει ειδοποιήσεως επιβολής, απαιτήται ο τερματισμός χρήσεως ακινήτου ιδιοκτησίας ή η συμμόρφωσις προς οιουσδήποτε όρους εν σχέσει προς χρήσιν ακινήτου ιδιοκτησίας ή εν σχέσει προς την εκτέλεσιν εργασιών επ’ αυτής, τότε εάν τις χρησιμοποιήση την ακίνητον ιδιοκτησίαν ή ενεργήση ή επιτρέψη όπως αύτη χρησιμοποιηθή, ή εκτελέση τας εν λόγω εργασίας ή ενεργήση ή επιτρέψη όπως αύται εκτελεσθώσι, κατά παράβασιν της ειδοποιήσεως, είναι ούτος ένοχος αδικήματος και υπόκειται επί τη καταδίκη του εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τις δύο χιλιάδες λίρες , εάν δε η χρήσις συνεχίζεται μετά την καταδίκην, είναι ένοχος περαιτέρω αδικήματος και υπόκειται επί τη καταδίκη του εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τις διακόσιες λίρες δι’ εκάστην ημέραν καθ’ ην συνεχίζεται ούτως η χρήσις.

(6) Οιαδήποτε αναφορά εν τω παρόντι άρθρω εις προθεσμίαν παρασχεθείσαν προς συμμόρφωσιν προς ειδοποίησιν επιβολής αποτελεί αναφοράν εις την εν τη ειδοποιήσει οριζομένην προθεσμίαν προς συμμόρφωσιν προς αυτήν ή τοιαύτην παραταθείσαν προθεσμίαν οίαν η Πολεοδομική Αρχή ήθελε παράσχει προς συμμόρφωσιν προς την ειδοποίησιν.

(7) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (3) του άρθρου 47, η προθεσμία προς συμμόρφωσιν προς την ειδοποίησιν επιβολής άρχεται από της ημερομηνίας καθ’ ην η ειδοποίησις λαμβάνει ισχύν.

Διοικητικό πρόστιμο για παράβαση ειδοποίησης επιβολής.

48(Α). (1) Σε περίπτωση παράβασης ή μη συμμόρφωσης με ειδοποίηση επιβολής που επιδίδεται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Μέρους, η Πολεοδομική Αρχή δύναται να επιβάλει στον παραβάτη, ανεξάρτητα αν συντρέχει ή όχι περίπτωση ποινικής ευθύνης αυτού δυνάμει του παρόντος ή άλλου Νόμου, διοικητικό πρόστιμο ανάλογα με τη φύση, τη βαρύτητα  και τη διάρκεια της παράβασης,  το οποίο όμως σε καμιά περίπτωση δύναται να υπερβαίνει τις δέκα χιλιάδες λίρες και, σε περίπτωση συνέχισης της ειρημένης παράβασης ή μη συμμόρφωσης, διοικητικό πρόστιμο μέχρι εκατό λίρες για κάθε μέρα που συνεχίζεται η παράβαση ή μη συμμόρφωση μετά την ημερομηνία κοινοποίησης της επιβολής του αρχικού προστίμου, ανάλογα με την βαρύτητα  αυτής.

(2) Τα προβλεπόμενα στο εδάφιο (1) διοικητικά πρόστιμα επιβάλλονται στον παραβάτη, με αιτιολογημένη απόφαση της Πολεοδομικής Αρχής που βεβαιώνει την παράβαση, αφού ακούσει ή δώσει την ευκαιρία στον   παραβάτη ή εκπρόσωπό του να ακουστεί προφορικώς ή γραπτώς.

(3) Κατά της απόφασης για επιβολή διοικητικού προστίμου επιτρέπεται η άσκηση ιεραρχικής προσφυγής ενώπιον του Υπουργού, μέσα σε προθεσμία τριάντα ημερών από την κοινοποίηση της απόφασης στον παραβάτη.

(4) Ο Υπουργός ενώπιον του οποίου ασκείται η ιεραρχική προσφυγή δύναται να εκδώσει μια από τις ακόλουθες αποφάσεις:

(α) να επικυρώσει την προσβληθείσα απόφαση· ή

(β) να ακυρώσει την προσβληθείσα απόφαση· ή

(γ) να τροποποιήσει την προσβληθείσα απόφαση· ή

(δ) να προβεί σε έκδοση νέας απόφασης σε αντικατάσταση της προσβληθείσας.

(5) Το ποσό του διοικητικού προστίμου εισπράττεται από την Πολεοδομική Αρχή όταν παρέλθει άπρακτη η προς άσκηση προσφυγής ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου προθεσμία των εβδομήντα πέντε ημερών από την κοινοποίηση της απόφασης για επιβολή του διοικητικού προστίμου ή σε περίπτωση που ασκείται ιεραρχική προσφυγή ενώπιον του Υπουργού σύμφωνα με το εδάφιο (3), από την κοινοποίηση της επί της ιεραρχικής προσφυγής απόφασης του Υπουργού.

(6) Σε περίπτωση παράλειψης πληρωμής των κατά το παρόν εδάφιο επιβαλλομένων διοικητικών προστίμων, η Πολεοδομική Αρχή λαμβάνει δικαστικά μέτρα και εισπράττει το οφειλόμενο ποσό ως αστικό χρέος οφειλόμενο στην Δημοκρατία.

Εκτέλεσις υπό της Πολεοδομικής Αρχής έργων απαιτουμένων υπό της ειδοποιήσεως επιβολής

49. Εάν, εντός της εν τη ειδοποιήσει επιβολής οριζομένης προθεσμίας ή τοιαύτης παραταθείσης προθεσμίας οίαν η Πολεοδομική Αρχή ήθελε παράσχει, οιαδήποτε μέτρα απαιτούμενα υπό της ειδοποιήσεως όπως ληφθώσιν (άλλα ή ο τερματισμός της χρήσεως ακινήτου ιδιοκτησίας) δεν έχωσι ληφθή, η Πολεοδομική Αρχή δύναται να εισέλθη εντός της ακινήτου ιδιοκτησίας και να λάβη τα μέτρα ταύτα, δύναται δε να ανακτήση παρά του προσώπου το οποίον ήτο τότε ο ιδιοκτήτης της ακινήτου ιδιοκτησίας οιασδήποτε δαπάνας εις τας οποίας αύτη ευλόγως υπεβλήθη προς τον σκοπόν τούτον:

Νοείται ότι η Πολεοδομική Αρχή δεν επιτρέπεται να εισέλθη-

(α) εις οιανδήποτε κατοικίαν άνευ δεόντως ητιολογημένου δικαστικού εντάλματος

(β) εις οιανδήποτε οικοδομήν, άλλην ή κατοικίαν, εάν δεν δώση εις τον κάτοχον αυτής οκτώ ημερών έγγραφον προειδοποίησιν περί της σκοπουμένης εισόδου

(γ) εις οιανδήποτε ετέραν ακίνητον ιδιοκτησίαν εάν δεν δώση εις τον κάτοχον αυτής μιας ημέρας έγγραφον προειδοποίησις περί της σκοπουμένης εισόδου,

εκτός εάν ο κάτοχος συναινή εγγράφως εις την τοιαύτην είσοδον.

Συμπληρωματικαί διατάξεις ως προς ειδοποιήσεις επιβολής

50. Οιαιδήποτε δαπάναι εις τας οποίας ο ιδιοκτήτης ή ο κάτοχος οιασδήποτε ακινήτου ιδιοκτησίας υπεβλήθη προς τον σκοπόν συμμορφώσεως προς οιανδήποτε ειδοποίησιν επιβολής επιδοθείσαν εν σχέσει προς οιανδήποτε ανάπτυξιν και οιαδήποτε ποσά καταβληθέντα υπό του ιδιοκτήτου οιασδήποτε ακινήτου ιδιοκτησίας δυνάμει του άρθρου 49 εν σχέσει προς δαπάνας εις τας οποίας υπεβλήθη η Πολεοδομική Αρχή κατά την λήψιν μέτρων απαιτουμένων όπως ληφθώσιν υπό τοιαύτης ειδοποιήσεως θεωρούνται ως δαπάναι διενεργηθείσαι ή ποσά καταβληθέντα προς χρήσιν και τη αιτήσει του προσώπου υπό του οποίου διενεργήθη η ανάπτυξις.

Συνέπειαι πολεοδομικής αδείας επί ειδοποιήσεως επιβολής

51.-(1) Εάν, μετά την επίδοσιν ειδοποιήσεως τινος επιβολής, χορηγηθή πολεοδομική άδεια διά την διατήρησιν οικοδομών ή έργων επί ακινήτου ιδιοκτησίας, ή διά την συνέχισιν χρήσεως τινος ακινήτου ιδιοκτησίας, εις την οποίαν αναφέρεται η ειδοποίησις επιβολής, αύτη παύει έχουσα ισχύν καθ’ ην έκτασιν απαιτεί την λήψιν μέτρων διά την κατεδάφισιν ή μετατροπήν των εν λόγω οικοδομών ή έργων ή, αναλόγως της περιπτώσεως, τον τερματισμόν της εν λόγω χρήσεως.

(2) Εάν, μετά την επίδοσιν ειδοποιήσεως επιβολής, χορηγηθή πολεοδομική άδεια επιτρέπουσα την διατήρησιν οικοδομών ή έργων, ή την συνέχισιν χρήσεως τινος ακινήτου ιδιοκτησίας, άνευ συμμορφώσεως προς όρον τινά υπό τον οποίον προηγουμένη πολεοδομική άδεια εξουσιοδοτούσα την τοιαύτην ανάπτυξιν είχε χορηγηθή, η ειδοποίησις επιβολής παύει έχουσα ισχύν καθ’ ην έκτασιν απαιτεί την λήψιν μέτρων  προς συμμόρφωσιν προς τον εν λόγω όρον.

(3) Αι προηγούμεναι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν επηρεάζουσι την ευθύνην οιουδήποτε προσώπου δι’ αδίκημα εν σχέσει προς παράλειψιν συμμορφώσεως προς την ειδοποίησιν επιβολής πριν ή η σχετική διάταξις της ειδοποιήσεως επιβολής παύση έχουσα ισχύν.

Ισχύς ειδοποιήσεως επιβολής έναντι μεταγενεστέρας αναπτύξεως

52.-(1) Συμμόρφωσις προς ειδοποίησιν επιβολής, είτε εν σχέσει προς-

(α) την κατεδάφισιν ή μετατροπήν οιωνδήποτε οικοδομών ή έργων ή

(β) τον τερματισμόν της χρήσεως ακινήτου ιδιοκτησίας,

είτε εν σχέσει προς οιασδήποτε άλλας απαιτήσεις διαλαμβανομένας εν τη ειδοποιήσει επιβολής δεν ακυροί την ειδοποίησιν επιβολής.

(2) Άνευ επηρεασμού των διατάξεων του εδαφίου (1), οιαδήποτε διάταξις εν ειδοποιήσει επιβολής απαιτούσα όπως η χρήσις ακινήτου ιδιοκτησίας τερματισθή ενεργεί ως απαίτησις όπως η εν λόγω χρήσις τερματισθή μονίμως καθ’ ο μέτρον αύτη παραβαίνει το Πέμπτον Μέρος, συνεπώς δε η δι’ οιονδήποτε χρόνον ανάληψις της εν λόγω χρήσεως κατόπιν του συμφώνως προς ειδοποίησιν επιβολής τερματισμού αυτής αποτελεί εν τω μέτρω τούτω παράβασιν της ειδοποιήσεως επιβολής.

(3) Άνευ επηρεασμού των διατάξεων του εδαφίου (1), εάν διενεργηθή οιαδήποτε ανάπτυξις επί ακινήτου ιδιοκτησίας διά της αποκαταστάσεως ή επαναφοράς οικοδομών ή έργων κατεδαφισθέντων ή μετατραπέντων συμφώνως προς ειδοποίησιν επιβολής, η ειδοποίησις θεωρείται, παρά το γεγονός ότι οι όροι αυτής δεν είναι κατάλληλοι προς τον σκοπόν τούτον, ως εφαρμοζομένη εν σχέσει προς τας αποκατασταθείσας ή επαναφερθείσας οικοδομάς ή έργα ως εφηρμόζετο εν σχέσει προς τας οικοδομάς ή τα έργα προ της κατεδαφίσεως ή μετατροπής αυτών0 τηρουμένων δε των διατάξεων του εδαφίου (4), αι διατάξεις του άρθρου 49 και του άρθρου 50 συνεπώς τυγχάνουσιν εφαρμογής.

(4) Οσάκις, καθ’ οιονδήποτε χρόνον αφού ειδοποίησις επιβολής λάβη ισχύν-

(α) διενεργηθή οιαδήποτε ανάπτυξις επί ακινήτου ιδιοκτησίας διά της αποκαταστάσεως ή επαναφοράς οικοδομών ή έργων κατεδαφισθέντων ή μετατραπέντων συμφώνως προς την ειδοποίησιν0 και

(β) η Πολεοδομική Αρχή προτίθεται, δυνάμει του άρθρου 49, όπως λάβη οιαδήποτε μέτρα απαιτούμενα υπό της ειδοποιήσεως επιβολής διά την κατεδάφισιν ή μετατροπήν των οικοδομών ή έργων συνεπεία της αποκαταστάσεως ή επαναφοράς των,

η Πολεοδομική Αρχή επιδίδει, ουχί ολιγώτερον των δεκαπέντε ημερών προ της λήψεως οιωνδήποτε τοιούτων μέτρων, εις τον ιδιοκτήτην και εις τον κάτοχον της ακινήτου ιδιοκτησίας ειδοποίησιν περί της τοιαύτης προθέσεως αυτής.

(5) Πας όστις, άνευ χορηγήσεως πολεοδομικής αδείας προς τούτο, εκτελεί οιανδήποτε ανάπτυξιν επί ακινήτου ιδιοκτησίας δι’ αποκαταστάσεως ή επαναφοράς οικοδομών ή έργων κατεδαφισθέντων ή μετατραπέντων συμφώνως προς ειδοποίησιν επιβολής είναι ένοχος αδικήματος και υπόκειται επί τη καταδίκη του εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τις δύο χιλίαδες λίρες ουδείς δε είναι υπεύθυνος δυνάμει οιασδήποτε των διατάξεων των εδαφίων (1) έως (4) του άρθρου 48 διά παράλειψιν λήψεως οιωνδήποτε μέτρων απαιτουμένων όπως ληφθώσιν υπό ειδοποιήσεως τινος επιβολής και συνισταμένων εις κατεδάφισιν ή μετατροπήν των ούτως αποκατασταθέντων ή επαναφερθέντων.

Επιβολή ελέγχου δυνάμει του άρθρου 42
Ποινή διά παράλειψιν συμμορφώσεως προς ειδοποίησιν επιδοθείσαν δυνάμει του άρθρου 42

53.-(1) Αι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται οσάκις επιδοθή ειδοποίησις δυνάμει του άρθρου 42 και η προθεσμία εντός της οποίας τα υπό της ειδοποιήσεως απαιτούμενα μέτρα έδει να ληφθώσιν εξέπνευσεν.

(2) Εάν καθ’ οιονδήποτε χρόνον μετά την λήξιν της προθεσμίας ταύτης οιονδήποτε των εν λόγω μέτρων δεν έχη ληφθή και οιονδήποτε πρόσωπον πράττη τι έχον ως αποτέλεσμα την συνέχισιν ή την επιδείνωσιν της βλάβης η οποία προξενείται υπό της καταστάσεως της ακινήτου ιδιοκτησίας εις την οποίαν αναφέρεται η ειδοποίησις, το πρόσωπον τούτο είναι ένοχον αδικήματος και υπόκειται επί τη καταδίκη του εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τις τετρακόσιες λίρες.

Εκτέλεσις υπό της Πολεοδομικής Αρχής έργων απαιτουμένων υπό ειδοποιήσεως δοθείσης δυνάμει του άρθρου 42

54. Εάν, εντός της προθεσμίας η οποία ωρίσθη εν ειδοποιήσει δυνάμει του άρθρου 42 συμφώνως προς το εδάφιον (1) του ρηθέντος άρθρου ή τοιαύτης παραταθείσης προθεσμίας οίαν ο Υπουργός ή η Πολεοδομική Αρχή ήθελε παράσχει, οιαδήποτε μέτρα απαιτούμενα όπως ληφθώσι δεν έχωσι ληφθή, ο Υπουργός ή η Πολεοδομική Αρχή δύναται να εισέλθη εντός της ακινήτου ιδιοκτησίας και να λάβη τα μέτρα ταύτα, δύναται δε να ανακτήση παρά του προσώπου το οποίον είναι τότε ο ιδιοκτήτης της ακινήτου ιδιοκτησίας οιασδήποτε δαπάνας εις τας οποίας ευλόγως υπεβλήθη προς τον σκοπόν τούτον:

Νοείται ότι ο Υπουργός ή, αναλόγως της περιπτώσεως, η Πολεοδομική Αρχή δεν επιτρέπεται να εισέλθη-

(α) εις οιανδήποτε κατοικίαν άνευ δεόντως ητιολογημένου δικαστικού εντάλματος

(β) εις οιανδήποτε οικοδομήν, άλλην ή κατοικίαν, εάν δεν δώση εις τον κάτοχον αυτής οκτώ ημερών έγγραφον προειδοποίησιν περί της σκοπουμένης εισόδου

(γ) εις οιανδήποτε ετέραν ακίνητον ιδιοκτησίαν εάν δεν δώση εις τον κάτοχον αυτής μιάς ημέρας έγγραφον προειδοποίησιν περί της σκοπουμένης εισόδου, εκτός εάν ο κάτοχος συναινή εγγράφως εις την τοιαύτην είσοδον.

Συμπληρωματικαί διατάξεις ως προς ειδοποιήσεις επιδοθείσας δυνάμει του άρθρου 42

55. Οιαιδήποτε δαπάναι εις τας οποίας ο ιδιοκτήτης ή ο κάτοχος οιασδήποτε ακινήτου ιδιοκτησίας υπεβλήθη προς τον σκοπόν συμμορφώσεως προς οιανδήποτε ειδοποίησιν δυνάμει του άρθρου 42 και οιαδήποτε ποσά καταβληθέντα υπό του ιδιοκτήτου οιασδήποτε ακινήτου ιδιοκτησίας δυνάμει του άρθρου 54 εν σχέσει προς δαπάνας εις τας οποίας υπεβλήθη η Πολεοδομική Αρχή κατά την λήψιν μέτρων απαιτουμένων όπως ληφθώσιν υπό τοιαύτης ειδοποιήσεως θεωρούνται ως δαπάναι διενεργηθείσαι ή ποσά καταβληθέντα προς χρήσιν και τη αιτήσει του προσώπου το οποίον ενήργησεν ή επέτρεψεν ώστε η ακίνητος ιδιοκτησία να περιέλθη εις την κατάστασιν εις την οποίαν διετέλει όταν επεδόθη η ειδοποίησις.

Επιβολή εις άλλας περιπτώσεις
Επιβολή Διαταγμάτων εκδοθέντων δυνάμει του άρθρου 37

56.-(1) Όταν, βάσει Διατάγματος δυνάμει του άρθρου 37, η χρήσις ακινήτου ιδιοκτησίας δι’ οιονδήποτε σκοπόν απαιτήται όπως τερματισθή ή επιβάλλωνται οιοιδήποτε όροι διά την συνέχισιν αυτής, τότε εάν οιονδήποτε πρόσωπον, άνευ της χορηγήσεως πολεοδομικής αδείας προς τούτο, χρησιμοποιή την ακίνητον ιδιοκτησίαν προς τον σκοπόν τούτον ή, αναλόγως της περιπτώσεως, χρησιμοποιή την ακίνητον ιδιοκτησίαν προς τον σκοπόν τούτον κατά παράβασιν των ρηθέντων όρων, ή ενεργή ή επιτρέπη όπως η ακίνητος ιδιοκτησία χρησιμοποιηθή ούτω, το πρόσωπον τούτο είναι ένοχον αδικήματος και υπόκειται, επί τη καταδίκη του εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τις δύο χιλιάδες λίρες εάν δε η χρήσις συνεχισθή μετά την καταδίκην, είναι ένοχον περαιτέρω αδικήματος και υπόκειται επί τη καταδίκη του εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τις διακόσιες λίρες δι’ εκάστην ημέραν καθ’ ην συνεχίζεται ούτως η χρήσις.

(2) Εάν εντός της προθεσμίας η οποία ωρίσθη προς τούτο εν Διατάγματι τινι δυνάμει του άρθρου 37, οιαδήποτε μέτρα απαιτούμενα υπό του εν λόγω Διατάγματος όπως ληφθώσι διά την μετατροπήν ή αφαίρεσιν οιωνδήποτε οικοδομών ή έργων δεν έχωσι ληφθή, η Πολεοδομική Αρχή δύναται να εισέλθη, εάν δε τούτο απαιτηθή δι’ Εντολών του Υπουργού δέον να εισέλθη, εντός της ακινήτου ιδιοκτησίας και λάβη τα μέτρα ταύτα:

Νοείται ότι η Πολεοδομική Αρχή δεν επιτρέπεται να εισέλθη-

(α) εις οιανδήποτε κατοικίαν άνευ δεόντως ητιολογημένου δικαστικού εντάλματος

(β) εις οιανδήποτε οικοδομήν, άλλην ή κατοικίαν, εάν δεν δώση εις τον κάτοχον αυτής οκτώ ημερών έγγραφον προειδοποίησιν περί της σκοπουμένης εισόδου

(γ) εις οιανδήποτε ετέραν ακίνητον ιδιοκτησίαν εάν δεν δώση εις τον κάτοχον αυτής μιας ημέρας έγγραφον προειδοποίησιν περί της σκοπουμένης εισόδου,

εκτός εάν ο κάτοχος συναινή εγγράφως εις την τοιαύτην είσοδον.

Επιβολή Διατάγματος Προστασίας Δένδρων και Διατάγματος Διατήρησης

57.-(1) Οποιοδήποτε πρόσωπο ενεργεί κατά παράβαση όρων και περιορισμών Διατάγματος Προστασίας Δένδρων εκδοθέντος δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 39, υπόκειται σε διοικητικό πρόστιμο, το οποίο δεν υπερβαίνει τις πέντε χιλιάδες ευρώ (€5.000):

Νοείται ότι, σε περίπτωση κατά την οποία η παράβαση του Διατάγματος Προστασίας Δένδρων συνίσταται σε αποψίλωση δένδρου, ομάδας δένδρων ή δάσους αναφορικά προς τα οποία εκδίδεται το εν λόγω διάταγμα, η Πολεοδομική Αρχή έχει εξουσία να απαιτήσει την αναφύτευση πανομοιότυπου δένδρου, ομάδας δένδρων ή δάσους, υπό όρους όπως ήθελε κρίνει αναγκαίο.

(2) Σε περίπτωση Διατάγματος Διατήρησης εκδοθέντος δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 38, εφόσον ο ιδιοκτήτης οικοδομής και/ή ομάδας οικοδομών έχει προβεί και/ή προβαίνει σε εκτέλεση έργων κατά παράβαση όρων και περιορισμών αυτού και/ή της εκδοθείσας για το σκοπό αυτό Συναίνεσης, η Πολεοδομική Αρχή έχει εξουσία διά της επιδόσεως ειδοποιήσεως επιβολής δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 46, να απαιτεί από τον εν λόγω ιδιοκτήτη την επαναφορά της οικοδομής και/ή της ομάδας οικοδομών ή της περιοχής στην οποία αναφέρεται το οικείο Διάταγμα Διατήρησης στην προτέρα αυτών κατάσταση, καθώς και την εφαρμογή οποιασδήποτε από τις διατάξεις του παρόντος Μέρους σε σχέση με επιδοθείσα ειδοποίηση επιβολής, με τις ανάλογες προσαρμογές και τροποποιήσεις ως ορίζεται σχετικά στο οικείο Διάταγμα Διατήρησης:

Νοείται ότι, σε περίπτωση κατά την οποία η παράβαση του Διατάγματος Διατήρησης συνίσταται σε κατεδάφιση οικοδομής και/ή ομάδας οικοδομών, η Πολεοδομική Αρχή έχει εξουσία να απαιτήσει την επαναφορά αυτών στην προτέρα αυτών μορφή, θέτοντας ως όρο τη χρήση πανομοιότυπων με τα κατεδαφισθέντα οικοδομικών υλικών και με πανομοιότυπη κατασκευαστική τεχνοτροπία, όπως και οποιουσδήποτε άλλους όρους και/ή περιορισμούς ήθελε κρίνει αναγκαίο προς ικανοποίηση άλλων εν ισχύι Νόμων και Κανονισμών:

Νοείται περαιτέρω ότι, επιφυλασσομένων των διατάξεων του άρθρου 49, η Πολεοδομική Αρχή δύναται, εφόσον το κρίνει σκόπιμο και/ή αναγκαίο να προβεί αυτοβούλως σε εργασίες επαναφοράς της κατεδαφισθείσας οικοδομής και/ή της ομάδας οικοδομών, ακολούθως δε να λάβει δικαστικά μέτρα εναντίον του παρανομήσαντος προς είσπραξη του καταβληθέντος προς τούτο ποσού ως αστικού χρέους οφειλομένου στη Δημοκρατία.

(3) Άνευ επηρεασμού οποιωνδήποτε όρων και περιορισμών τίθενται σε ειδοποίηση επιβολής επιδοθείσας σε ιδιοκτήτη οικοδομής και/ή ομάδας οικοδομών ή περιοχής αναφορικά με την οποία ισχύει Διάταγμα Διατήρησης, εάν ενόσω βρίσκεται σε ισχύ το οικείο διάταγμα, το εν λόγω πρόσωπο-

(α) δεν έχει επιδείξει την προσήκουσα επιμέλεια για τη διατήρηση και/ή συντήρηση οικοδομής και/ή ομάδας οικοδομών, με συνέπεια η εν λόγω οικοδομή και/ή ομάδα οικοδομών να καταρρεύσει λόγω κακής συντήρησης, κακοτεχνιών ή ως αποτέλεσμα δυσμενών κλιματικών συνθηκών και/ή εξ’ άλλου λόγου εξαιρουμένης της φυσικής καταστροφής, υπόκειται σε διοικητικό πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις δέκα χιλιάδες ευρώ (€10.000) για κάθε οικοδομή,

(β) έχει προβεί και/ή προβαίνει στην εκτέλεση έργων ή έχει ενεργήσει και/ή ενεργεί ή έχει επιτρέψει την εκτέλεση οποιωνδήποτε έργων κατά παράβαση όρων ή περιορισμών του ισχύοντος Διατάγματος Διατήρησης, υπόκειται σε διοικητικό πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις είκοσι χιλιάδες ευρώ (€20.000),

(γ) έχει προβεί σε κατεδάφιση ή έχει επιτρέψει την κατεδάφιση οικοδομής και/ή ομάδας οικοδομών, υπόκειται σε διοικητικό πρόστιμο το οποίο δεν υπερβαίνει την εκτιμημένη από το Τμήμα Κτηματολογίου και Χωρομετρίας αξία της οικοδομής ή τις πενήντα χιλιάδες ευρώ (€50.000) για κάθε οικοδομή, οποιοδήποτε των δύο ποσών είναι μεγαλύτερο:

Νοείται ότι, η Πολεοδομική Αρχή, δύναται επιπροσθέτως να υποβάλει σε αρμόδιο δικαστήριο μονομερή αίτηση (ex parte), με αίτημα την έκδοση απαγορευτικού διατάγματος για αναστολή και/ή, ανάλογα με την περίπτωση, την οριστική παύση οποιωνδήποτε κατά παράβαση του οικείου Διατάγματος Διατήρησης ή της οικείας ειδοποίησης επιβολής, εκτελούμενων έργων:

Νοείται περαιτέρω ότι, σε περίπτωση μη συμμόρφωσης και/ή συνέχισης της διαπιστωθείσας παράβασης ύστερα από την επιβολή διοικητικού προστίμου βάσει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, η Πολεοδομική Αρχή δύναται να επιβάλλει πρόσθετη διοικητική επιβάρυνση, η οποία δεν υπερβαίνει τα διακόσια ευρώ (€200) για κάθε ημέρα συνέχισης της εν λόγω παράβασης, λαμβάνοντας υπόψη τη φύση, τη βαρύτητα και τη διάρκεια της γενομένης παράβασης.

(4) Η Πολεοδομική Αρχή προχωρεί σε επιβολή διοικητικού προστίμου βάσει των διατάξεων του παρόντος άρθρου με αιτιολογημένη απόφασή της, αφού προηγουμένως παράσχει την ευκαιρία στον παραβάτη ή σε εκπρόσωπό του να υποβάλει παραστάσεις, γραπτώς ή προφορικώς, εντός ταχθείσας προθεσμίας.

(5) Κάθε επιβληθέν δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου διοικητικό πρόστιμο, εισπράττεται από την αρμόδια αρχή εφόσον παρέλθει άπρακτη η προς άσκηση προσφυγής ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου προθεσμία των εβδομήντα πέντε (75) ημερών, υπολογιζομένης από την ημερομηνία κοινοποίησης της απόφασης περί επιβολής διοικητικού προστίμου στο επηρεαζόμενο πρόσωπο.

(6) Σε περίπτωση παράλειψης καταβολής του επιβληθέντος δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου διοικητικού προστίμου, η αρμόδια αρχή λαμβάνει δικαστικά μέτρα εναντίον του επηρεαζόμενου προσώπου προς  είσπραξη αυτού ως αστικού χρέους οφειλομένου στη Δημοκρατία.

(7) Πρόσωπο, το οποίο ενεργεί κατά παράβαση εκδοθέντος δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 38 Διατάγματος Διατήρησης και/ή επιδοθείσας ειδοποίησης επιβολής δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (2) είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις εκατό χιλιάδες ευρώ (€100.000) ή σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα τρία (3) έτη ή/και στις δύο αυτές ποινές:

Νοείται ότι, εν πάση περιπτώσει δεν επιβάλλεται και ούτε εισπράττεται οποιοδήποτε διοικητικό πρόστιμο βάσει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, εφόσον ο ιδιοκτήτης της οικοδομής και/ή της ομάδας οικοδομών έχει καταδικασθεί για την ίδια παράβαση ως διαπράξας ποινικό αδίκημα.

Επιβολή ελέγχου διαφημίσεων

58.-(1) Τα θέματα διά τα οποία δύναται να γίνη πρόβλεψις υπό Κανονισμών δυνάμει του άρθρου 40 περιλαμβάνουσι πρόβλεψιν προς παροχήν εις την Πολεοδομικήν Αρχήν δικαιώματος όπως απαιτήση την αφαίρεσιν οιασδήποτε διαφημίσεως εκτιθεμένης κατά παράβασιν των Κανονισμών ή τον τερματισμόν της προς έκθεσιν διαφημίσεων χρήσεως οιουδήποτε χώρου χρησιμοποιουμένου προς τον σκοπόν τούτον κατά παράβασιν των Κανονισμών, και προς εφαρμογήν προς τον σκοπόν τούτον οιασδήποτε των διατάξεων του παρόντος Μέρους εν σχέσει προς ειδοποιήσεις επιβολής, υπό τοιαύτας προσαρμογάς και τροποποιήσεις οίαι ήθελον ορισθή εν τω Διατάγματι.

(2) Άνευ επηρεασμού οιωνδήποτε διατάξεων περιλαμβανομένων εν Κανονισμοίς εκδοθείσι δυνάμει του άρθρου 40 βάσει του εδαφίου (1), εάν οιονδήποτε πρόσωπον εκθέση διαφήμισιν τινα κατά παράβασιν των Κανονισμών, τούτο είναι ένοχον αδικήματος και υπόκειται επί τη καταδίκη του εις χρηματικήν ποινήν ποσού καθορισθησομένου υπό των Κανονισμών και μη υπερβαίνοντος τις δύο χιλιάδες λίρες, εν περιπτώσει δε διαρκούντος αδικήματος τις διακόσιες λίρες  δι’ εκάστην ημέραν καθ’ ην το αδίκημα συνεχίζεται μετά την καταδίκην.

(3) Διά τους σκοπούς του εδαφίου (2) και άνευ περιορισμού της γενικότητος αυτού, πρόσωπον τι θεωρείται ως εκθέτον διαφήμισιν εάν-

(α) η διαφήμισις εκτίθηται επί ακινήτου ιδιοκτησίας της οποίας είναι ο ιδιοκτήτης ή ο κάτοχος0 ή

(β) η διαφήμισις διαφημίζη τα εμπορεύματα, το επάγγελμα, την επιχείρησιν ή άλλα συμφέροντα αυτού:

Νοείται ότι πρόσωπον τι δεν είναι ένοχον αδικήματος δυνάμει του εδαφίου (2) επί μόνω τω λόγω ότι εκτίθεται διαφήμισις επί ακινήτου ιδιοκτησίας της οποίας είναι ο ιδιοκτήτης ή ο κάτοχος ή ότι δι’ αυτής διαφημίζονται τα εμπορεύματα, το επάγγελμα, ή επιχείρησις ή άλλα συμφέροντα αυτού, εάν αποδείξη ότι εξετέθη τη αγνοία του ή άνευ της συγκαταθέσεως του.

Επιβολή εν σχέσει προς αρχήν εις την οποίαν έχουσι μεταβιβασθή αρμοδιότητες

59. Εν σχέσει προς ακίνητον ιδιοκτησίαν αρχής εις την οποίαν έχουσι μεταβιβασθή αρμοδιότητες, αι διατάξεις του παρόντος Μέρους εφαρμόζονται υπό τοιαύτας τροποποιήσεις της σχετικής διαδικασίας οίαι ήθελον καθορισθή υπό Κανονισμών.