ΜΕΡΟΣ V ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗ ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑ, ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑ, ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΙΚΟΤΗΤΑ, ΕΜΠΙΣΤΕΥΤΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΟ ΑΠΟΡΡΗΤΟ
Επαγγελματική δεοντολογία

27.-(1) Όλοι οι νόμιμοι ελεγκτές και όλα τα νόμιμα ελεγκτικά γραφεία υπόκεινται σε αρχές επαγγελματικής δεοντολογίας, οι οποίες καλύπτουν τουλάχιστον την ιδιότητά τους ως προστατών του δημοσίου συμφέροντος, την ακεραιότητα και την αντικειμενικότητά τους, καθώς και την επαγγελματική τους ικανότητα και τη δέουσα επιμέλεια.

(2) Η Επιτροπή Δημόσιας Εποπτείας δύναται να θεσπίζει μέτρα εφαρμογής βασιζόμενα επί των αρχών της επαγγελματικής δεοντολογίας που περιέχονται στον Κώδικα Δεοντολογίας της Διεθνούς Ομοσπονδίας Λογιστών (International Federation of Accountants (IFAC)) και υιοθετώντας, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 5, τις σχετικές αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που εκάστοτε εκδίδονται από αυτήν δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 21, παράγραφος 2, της Οδηγίας 2006/43/ΕΚ:

Νοείται ότι, μέχρις ότου εκδοθούν αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 21, παράγραφος 2, της Οδηγίας 2006/43/ΕΚ, εφαρμόζεται ο Κώδικας Δεοντολογίας της Διεθνούς Ομοσπονδίας Λογιστών (International Federation of Accountants (IFAC)).

Ανεξαρτησία και αντικειμενικότητα νόμιμων ελεγκτών και νόμιμων ελεγκτικών γραφείων

28.-(1) Οι νόμιμοι ελεγκτές και τα νόμιμα ελεγκτικά γραφεία οφείλουν, κατά τη διενέργεια του υποχρεωτικού ελέγχου, να είναι ανεξάρτητοι από την ελεγχόμενη οντότητα και να μην συμμετέχουν στη λήψη των αποφάσεών της.

(2) Δεν διενεργείται υποχρεωτικός έλεγχος από νόμιμο ελεγκτή ή νόμιμο ελεγκτικό γραφείο, όταν υφίσταται οποιαδήποτε άμεση ή έμμεση οικονομική ή επαγγελματική σχέση, σχέση απασχόλησης ή άλλη σχέση μεταξύ του νόμιμου ελεγκτή, του νόμιμου ελεγκτικού γραφείου ή του δικτύου - περιλαμβανομένης της παροχής συμπληρωματικών μη ελεγκτικών υπηρεσιών – και της ελεγχόμενης οντότητας, εξαιτίας της οποίας ένας αντικειμενικός, συνετός και ενημερωμένος τρίτος θα κατέληγε στο συμπέρασμα ότι διακυβεύεται η ανεξαρτησία του νόμιμου ελεγκτή ή του νόμιμου ελεγκτικού γραφείου.

(3) Σε περίπτωση κατά την οποία η ανεξαρτησία του νόμιμου ελεγκτή ή του νόμιμου ελεγκτικού γραφείου απειλείται από καταστάσεις, όπως αυτοέλεγχος, ίδιο συμφέρον, ιδιότητα δικηγόρου, οικειότητα, εμπιστοσύνη ή εκφοβισμός, ο νόμιμος ελεγκτής ή το νόμιμο ελεγκτικό γραφείο εφαρμόζει διασφαλίσεις προκειμένου να περιορίσει τους κινδύνους. Αν όμως η έκταση των κινδύνων συγκρινόμενη με τις εφαρμοζόμενες διασφαλίσεις είναι τέτοια ώστε να κινδυνεύει η ανεξαρτησία του, ο νόμιμος ελεγκτής ή το νόμιμο ελεγκτικό γραφείο δεν διενεργεί τον υποχρεωτικό έλεγχο.

(4) Όσον αφορά τις οντότητες δημοσίου συμφέροντος, ο νόμιμος ελεγκτής ή το νόμιμο ελεγκτικό γραφείο δεν διενεργεί υποχρεωτικό έλεγχο σε τέτοια οντότητα σε περίπτωση αυτοελέγχου ή ιδίου συμφέροντος, εφόσον τούτο απαιτείται για τη διασφάλιση της ανεξαρτησίας του νόμιμου ελεγκτή ή του νόμιμου ελεγκτικού γραφείου.

(5) Κάθε νόμιμος ελεγκτής ή νόμιμο ελεγκτικό γραφείο οφείλουν να καταγράφουν στα φύλλα εργασίας του ελέγχου όλες τις σημαντικές απειλές κατά της ανεξαρτησίας τους, καθώς και τις διασφαλίσεις που εφαρμόστηκαν προς περιορισμό των απειλών.

(6) Το Υπουργικό Συμβούλιο υιοθετεί, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 5, τις αποφάσεις που εκάστοτε εκδίδει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 22, παράγραφος 4, της Οδηγίας 2006/43/ΕΚ, και με τις οποίες η Επιτροπή ορίζει μέτρα εφαρμογής βασιζόμενα σε αρχές σχετικά με:

(α) τις απειλές και τις διασφαλίσεις που αναφέρονται στα εδάφια (2), (3) και (4).

(β) τις καταστάσεις, στις οποίες η σοβαρότητα των απειλών όπως αναφέρεται στα εδάφια (2), (3) και (4) είναι τέτοια που τίθεται σε κίνδυνο η ανεξαρτησία του νόμιμου ελεγκτή ή του νόμιμου ελεγκτικού γραφείου.

(γ) τις περιπτώσεις αυτοελέγχου και ιδίου συμφέροντος που αναφέρονται στο εδάφιο (3), στις οποίες η διενέργεια υποχρεωτικών ελέγχων επιτρέπεται ή δεν επιτρέπεται.

Εμπιστευτικότητα και επαγγελματικό απόρρητο

29.-(1) Όλες οι πληροφορίες και όλα τα έγγραφα στα οποία ο νόμιμος ελεγκτής ή το νόμιμο ελεγκτικό γραφείο έχει πρόσβαση κατά τη διενέργεια του υποχρεωτικού ελέγχου προστατεύονται από επαρκείς κανόνες εμπιστευτικότητας και επαγγελματικού απορρήτου, οι οποίοι εκδίδονται από την αρμόδια αρχή.

(2) Σε περίπτωση όπου ένας νόμιμος ελεγκτής ή ένα νόμιμο ελεγκτικό γραφείο αντικαθίσταται από άλλο νόμιμο ελεγκτή ή άλλο νόμιμο ελεγκτικό γραφείο, ο προηγούμενος ελεγκτής ή το προηγούμενο νόμιμο ελεγκτικό γραφείο παρέχει στον αντικαταστάτη του πρόσβαση σε όλες τις σχετικές πληροφορίες που αφορούν την ελεγχόμενη οντότητα.

(3) Νόμιμος ελεγκτής ή νόμιμο ελεγκτικό γραφείο που έχει πάψει να συμμετέχει σε συγκεκριμένο έλεγχο που του έχει ανατεθεί και κάθε πρώην νόμιμος ελεγκτής ή νόμιμο ελεγκτικό γραφείο συνεχίζει να υπόκειται στις διατάξεις του εδαφίου (1) όσον αφορά τον εν λόγω έλεγχο που του έχει ανατεθεί.

Απαγόρευση των παρεμβάσεων στον έλεγχο που διενεργούν οι νόμιμοι ελεγκτές

30. Οι ιδιοκτήτες ή οι μέτοχοι νόμιμου ελεγκτικού γραφείου ή τα μέλη των διοικητικών, διαχειριστικών και εποπτικών οργάνων του νόμιμου ελεγκτικού γραφείου ή της συνδεδεμένης επιχείρησης δεν επιτρέπεται να παρεμβαίνουν στη διενέργεια του υποχρεωτικού ελέγχου κατά τρόπο δυνάμενο να θέσει σε κίνδυνο την ανεξαρτησία και την αντικειμενικότητα του νόμιμου ελεγκτή που διενεργεί τον υποχρεωτικό έλεγχο για λογαριασμό του νόμιμου ελεγκτικού γραφείου.

Αμοιβή νόμιμων ελεγκτών

31. Η αμοιβή των νόμιμων ελεγκτών δεν δύναται:

(α) να επηρεάζεται ή να προσδιορίζεται από την παροχή συμπληρωματικών υπηρεσιών στην ελεγχόμενη οντότητα.

(β) να βασίζεται στην πραγματοποίηση οποιασδήποτε μορφής μελλοντικών γεγονότων.