84. Οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να επιβάλλουν ειδικούς όρους σχετικά με την εκτέλεση της σύμβασης, υπό την προϋπόθεση ότι συνδέονται με το αντικείμενο της σύμβασης κατά την έννοια του εδαφίου (4) του άρθρου 79 και επισημαίνονται στην προκήρυξη διαγωνισμού ή στα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης. Οι εν λόγω όροι μπορούν να περιλαμβάνουν οικονομικές, περιβαλλοντικές, κοινωνικές παραμέτρους ή παραμέτρους που αφορούν την καινοτομία και την απασχόληση.
85.-(1) Η παρακολούθηση της τήρησης των υποχρεώσεων του εδαφίου (3) του άρθρου 4 από υπεργολάβους εξασφαλίζεται, μέσω ενδεδειγμένης δράσης, από τις αρμόδιες Υπηρεσίες της Δημοκρατίας, οι οποίες ενεργούν εντός των ορίων της ευθύνης και της αρμοδιότητάς τους.
(2) Στα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης της σύμβασης, o αναθέτων φορέας μπορεί να ζητεί από τον προσφέροντα να αναφέρει στην προσφορά του το τμήμα της σύμβασης που προτίθεται να αναθέσει, υπό μορφή υπεργολαβίας, σε τρίτους, καθώς και τους υπεργολάβους που προτείνει.
(3) Κατόπιν αιτήσεως του υπεργολάβου και όταν το επιτρέπει η φύση της σύμβασης, ο αναθέτων φορέας δύναται να μεταφέρει τις οφειλόμενες πληρωμές απευθείας στον υπεργολάβο για τις υπηρεσίες, τις προμήθειες ή τα έργα που παρείχε στον οικονομικό φορέα στον οποίο ανατέθηκε η σύμβαση. Τα μέτρα αυτά μπορούν να περιλαμβάνουν κατάλληλους μηχανισμούς που επιτρέπουν στον οικονομικό φορέα, στον οποίο ανατέθηκε η σύμβαση, να εγείρει αντιρρήσεις ως προς αδικαιολόγητες πληρωμές. Οι ρυθμίσεις που αφορούν αυτόν τον τρόπο πληρωμής ορίζονται στα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης.
(4) Τα εδάφια (1) έως (3) δεν αίρουν την ευθύνη του οικονομικού φορέα στον οποίο ανατέθηκε η δημόσια σύμβαση.
(5)(α) Στις περιπτώσεις των συμβάσεων έργων και όσον αφορά υπηρεσίες που πρόκειται να παρασχεθούν σε εγκαταστάσεις, υπό την άμεση εποπτεία του αναθέτοντος φορέα, μετά την ανάθεση της σύμβασης και το αργότερο κατά την έναρξη της εκτέλεσής της, ο οικονομικός φορέας στον οποίο ανατέθηκε η σύμβαση αναφέρει στον αναθέτοντα φορέα το όνομα, τα στοιχεία επικοινωνίας και τους νόμιμους εκπροσώπους των υπεργολάβων του, οι οποίοι δραστηριοποιούνται στα εν λόγω έργα και υπηρεσίες, εφόσον είναι γνωστά τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή. Ο οικονομικός φορέας στον οποίο ανατέθηκε η σύμβαση, κοινοποιεί στον αναθέτοντα φορέα οποιαδήποτε αλλαγή των πληροφοριών αυτών, κατά τη διάρκεια της σύμβασης, καθώς και τις υποχρεωτικές πληροφορίες σχετικά με τυχόν νέους υπεργολάβους, τους οποίους χρησιμοποιεί εν συνεχεία στα εν λόγω έργα και υπηρεσίες.
(β) Όταν απαιτείται για τους σκοπούς της παραγράφου (β) του εδαφίου (6), οι απαιτούμενες πληροφορίες συνοδεύονται από τις υπεύθυνες δηλώσεις των υπεργολάβων, σύμφωνα με το εδάφιο (5) του άρθρου 77. Τα εφαρμοστικά μέτρα βάσει του εδαφίου (7), μπορούν να προβλέπουν ότι οι υπεργολάβοι, οι οποίοι παρουσιάζονται μετά την ανάθεση της σύμβασης, προσκομίζουν τα πιστοποιητικά και λοιπά δικαιολογητικά αντί της υπεύθυνης δήλωσης.
(γ) Η παράγραφος (α) δεν ισχύει για τους προμηθευτές.
(δ) Οι αναθέτοντες φορείς δύνανται να επεκτείνουν τις υποχρεώσεις της παραγράφου (α), ιδίως:
(i) Στις συμβάσεις προμηθειών, στις συμβάσεις υπηρεσιών, πλην όσων αφορούν υπηρεσίες που πρόκειται να παρασχεθούν στις εγκαταστάσεις υπό την άμεση εποπτεία του αναθέτοντος φορέα ή στους προμηθευτές που συμμετέχουν σε συμβάσεις έργων ή υπηρεσιών,
(ii) στους υπεργολάβους των υπεργολάβων του οικονομικού φορέα στον οποίο ανατέθηκε η σύμβαση και ούτω καθ' εξής στην αλυσίδα υπεργολαβίας.
(6) Προκειμένου να μην αθετούνται οι υποχρεώσεις του εδαφίου (3) του άρθρου 4, λαμβάνονται κατάλληλα μέτρα, όπως:
(α) Όταν η σύμβαση προβλέπει μηχανισμό από κοινού ευθύνης μεταξύ των υπεργολάβων και του οικονομικού φορέα στον οποίο ανατέθηκε η σύμβαση, οι σχετικοί κανόνες εφαρμοζονται σύμφωνα με τους όρους του εδαφίου (3) του άρθρου 4∙
(β) oι αναθέτουσες αρχές δύνανται, σύμφωνα με το εδάφιο (5) του άρθρου 77, να επαληθεύσουν αν συντρέχουν λόγοι αποκλεισμού υπεργολάβων, σύμφωνα με το άρθρο 57 του περί της Ρύθμισης των Διαδικασιών Σύναψης Δημοσίων Συμβάσεων και για Συναφή Θέματα Νόμου του 2016. Η αναθέτουσα αρχή απαιτεί από τον οικονομικό φορέα στον οποίο ανατέθηκε η σύμβαση να αντικαταστήσει έναν υπεργολάβο, όταν από την επαλήθευση προκύπτει ότι συντρέχουν υποχρεωτικοί λόγοι αποκλεισμού του. Η αναθέτουσα αρχή δύναται να απαιτήσει από τον οικονομικό φορέα να αντικαταστήσει έναν υπεργολάβο, όταν από την επαλήθευση προκύπτει ότι συντρέχουν μη υποχρεωτικοί λόγοι αποκλεισμού του.
(7) Για την καλύτερη εφαρμογή των διατάξεων των εδαφίων (3), (5) και (6), η Αρμόδια Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων δύναται να ρυθμίζει περαιτέρω με Διάταγμα τα εν λόγω μέτρα, να περιορίζει την εφαρμογή τους ιδίως, όσον αφορά ορισμένα είδη συμβάσεων, ορισμένες κατηγορίες αναθετόντων φορέων ή οικονομικών φορέων ή ορισμένα ποσά.
86.-(1) Οι συμβάσεις και οι συμφωνίες - πλαίσιο μπορούν να τροποποιούνται χωρίς νέα διαδικασία σύναψης σύμβασης, σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο, σε οποιαδήποτε από τις ακόλουθες περιπτώσεις:
(α) Όταν οι τροποποιήσεις, ανεξαρτήτως της χρηματικής αξίας τους, προβλέπονται στα έγγραφα της αρχικής σύμβασης με τη μορφή σαφών, ακριβών και ρητών ρητρών αναθεώρησης, συμπεριλαμβανομένων, ενδεχομένως, ρητρών αναθεώρησης τιμών ή προαιρέσεων. Οι εν λόγω ρήτρες ορίζουν το πεδίο και τη φύση των ενδεχόμενων τροποποιήσεων ή προαιρέσεων, καθώς και τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες μπορούν να χρησιμοποιηθούν:
(β) για συμπληρωματικά έργα, υπηρεσίες ή προμήθειες από τον ανάδοχο στον οποίο αρχικά ανατέθηκε η σύμβαση, ανεξαρτήτως της αξίας τους, τα οποία έχουν καταστεί απαραίτητα και δεν περιλαμβάνονταν στην αρχική σύμβαση, εφόσον η αλλαγή αναδόχου:
(i) Δεν μπορεί να γίνει για οικονομικούς ή τεχνικούς λόγους, ιδίως, για απαιτήσεις εναλλαξιμότητας ή διαλειτουργικότητας με τον υφιστάμενο εξοπλισμό, το λογισμικό, τις υπηρεσίες ή τις εγκαταστάσεις που αποκτήθηκαν με την αρχική σύμβαση, και
(ii) θα συνεπαγόταν σημαντική αναστάτωση ή ουσιαστική επικάλυψη δαπανών για τον αναθέτοντα φορέα·
(γ) όταν πληρούνται οι ακόλουθες σωρευτικές προϋποθέσεις:
(i) Η ανάγκη τροποποίησης προέκυψε λόγω περιστάσεων που δεν ήταν δυνατόν να προβλεφθούν από ένα επιμελή αναθέτοντα φορέα,
(ii) η τροποποίηση δεν μεταβάλλει τη συνολική φύση της σύμβασης·
(δ) όταν νέος ανάδοχος αντικαθιστά τον ανάδοχο στον οποίο ανατέθηκε αρχικά η σύμβαση από τον αναθέτοντα φορέα, συνεπεία:
(i) Ρητής ρήτρας αναθεώρησης ή προαίρεσης, σύμφωνα με την παράγραφο (α), ή
(ii) μερικής ή ολικής διαδοχής του αναδόχου στον οποίο αρχικά ανατέθηκε η σύμβαση, κατόπιν εταιρικής αναδιάρθρωσης, περιλαμβανομένων της ανάληψης δραστηριοτήτων, της συγχώνευσης, της εξαγοράς και της αφερεγγυότητας, από άλλο οικονομικό φορέα ο οποίος πληρεί τα κριτήρια ποιοτικής επιλογής που καθορίστηκαν αρχικά, εφόσον η διαδοχή δεν συνεπάγεται άλλες ουσιώδεις τροποποιήσεις της σύμβασης και δεν έχει στόχο την αποφυγή της εφαρμογής του παρόντος Νόμου, ή
(iii) όταν ο ίδιος ο αναθέτων φορέας αναλαμβάνει τις υποχρεώσεις του αναδόχου στον οποίο ανατέθηκε η δημόσια σύμβαση έναντι των υπεργολάβων του, σύμφωνα με το άρθρο 85∙
(ε) όταν οι τροποποιήσεις, ανεξαρτήτως της χρηματικής αξίας τους, δεν είναι ουσιώδεις κατά την έννοια του εδαφίου (4):
(2) Χωρίς να απαιτείται επαλήθευση αν τηρούνται οι προϋποθέσεις των παραγράφων (α) έως (δ) του εδαφίου (4), οι συμβάσεις μπορούν να τροποποιούνται χωρίς νέα διαδικασία σύναψης σύμβασης, σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο, όταν η αξία της τροποποίησης είναι κατώτερη και των δύο ακόλουθων τιμών:
(α) Των κατώτατων ορίων του άρθρου 10∙ και
(β) του δέκα τοις εκατόν (10%) της αξίας της αρχικής σύμβασης όσον αφορά τις συμβάσεις υπηρεσιών και προμηθειών και του δεκαπέντε τοις εκατόν (15%) της αξίας της αρχικής σύμβασης όσον αφορά τις συμβάσεις έργων:
(3) Για τον υπολογισμό της τιμής που προβλέπεται στο εδάφιο (2), η προσαρμοσμένη τιμή είναι η τιμή αναφοράς όταν η σύμβαση περιλαμβάνει ρήτρα αναπροσαρμογής τιμών.
(4) Η τροποποίηση σύμβασης ή συμφωνίας - πλαίσιο κατά τη διάρκειά της θεωρείται ουσιώδης κατά την έννοια της παραγράφου (ε) του εδαφίου (1), όταν καθιστά τη σύμβαση ή τη συμφωνία - πλαίσιο ουσιωδώς διαφορετική, ως προς το χαρακτήρα, από εκείνη η οποία συνήφθη αρχικώς. Εν πάση περιπτώσει, με την επιφύλαξη των εδαφίων (1) και (2), η τροποποίηση θεωρείται ουσιώδης όταν πληρούται μια από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
(α) Η τροποποίηση εισάγει όρους οι οποίοι, εάν αποτελούσαν μέρος της αρχικής διαδικασίας σύναψης σύμβασης, θα είχαν οδηγήσει στη συμμετοχή διαφορετικών υποψηφίων από αυτούς που επιλέχθηκαν αρχικώς ή στην αποδοχή άλλης προσφοράς από εκείνη που επελέγη αρχικώς ή θα προσέλκυαν επιπλέον συμμετέχοντες στη διαδικασία σύναψης σύμβασης˙
(β) η τροποποίηση αλλάζει την οικονομική ισορροπία της σύμβασης ή της συμφωνίας - πλαίσιο υπέρ του αναδόχου, κατά τρόπο που δεν προβλεπόταν στην αρχική σύμβαση ή συμφωνία - πλαίσιο˙
(γ) η τροποποίηση επεκτείνει σημαντικά το αντικείμενο της σύμβασης ή της συμφωνίας - πλαίσιο˙
(δ) όταν νέος ανάδοχος αντικαθιστά τον ανάδοχο στον οποίο είχε ανατεθεί αρχικώς η σύμβαση σε περιπτώσεις διαφορετικές από τις προβλεπόμενες στην παράγραφο (δ) του εδαφίου (1).
(5) Απαιτείται νέα διαδικασία σύναψης σύμβασης σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο για τροποποιήσεις των διατάξεων σύμβασης έργων, προμηθειών ή υπηρεσιών ή συμφωνίας - πλαίσιο κατά τη διάρκειά τους, διαφορετικές από τις προβλεπόμενες στα εδάφια (1) και (2).
87. Οι αναθέτοντες φορείς έχουν τη δυνατότητα, τουλάχιστον στις ακόλουθες περιστάσεις και υπό τις προϋποθέσεις που ορίζει o περί Συμβάσεων Νόμος, να προβλέπουν στα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης τη δυνατότητα τερματισμού μιας σύμβασης έργων, προμηθειών ή υπηρεσιών, κατά τη διάρκεια της εκτέλεσής της, εφόσον αποδειχθεί ότι:
(α) Η σύμβαση έχει υποστεί ουσιώδη τροποποίηση χωρίς νέα διαδικασία σύναψης σύβασης, η οποία απαιτήθηκε δυνάμει του άρθρου 86˙
(β) ο ανάδοχος, κατά το χρόνο της ανάθεσης της σύμβασης, τελούσε σε μια από τις καταστάσεις που αναφέρονται στο εδάφιο (1) του άρθρου 57 του περί της Ρύθμισης των Διαδικασιών Σύναψης Δημοσίων Συμβάσεων και για Συναφή Θέματα Νόμου του 2016 και, ως εκ τούτου, θα έπρεπε να έχει αποκλειστεί από τη διαδικασία σύναψης της σύμβασης, σύμφωνα με τα εδάφια (1) έως (3) του άρθρου 77˙
(γ) η σύμβαση δεν έπρεπε να ανατεθεί στον ανάδοχο λόγω σοβαρής παραβίασης των υποχρεώσεων από τις Συνθήκες και τον παρόντα Νόμο, σύμφωνα με απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο πλαίσιο διαδικασίας δυνάμει του Άρθρου 258 της ΣΛΕΕ.