ΜΕΡΟΣ ΙΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΠΟΥ ΕΦΑΡΜΟΖΟΝΤΑΙ ΣΤΙΣ ΔΗΜΟΣΙΕΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ
Προϋποθέσεις που σχετίζονται με τη Συμφωνία περί Δημοσίων Συμβάσεων του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου και άλλες διεθνείς συμφωνίες

22. Στον βαθμό που καλύπτονται από τα Παραρτήματα 1, 2, 3, 4 και 5 και τις γενικές σημειώσεις του σχετικού με την Ευρωπαϊκή Ένωση προσαρτήματος Ι της ΣΔΣ, καθώς και από τις λοιπές διεθνείς συμφωνίες από τις οποίες δεσμεύεται η Ευρωπαϊκή Ένωση, οι αναθέτουσες αρχές επιφυλάσσουν για τα έργα, τις προμήθειες, τις υπηρεσίες και τους οικονομικούς φορείς των χωρών που έχουν υπογράψει τις εν λόγω συμφωνίες μεταχείριση εξίσου ευνοϊκή με αυτήν που επιφυλάσσουν για τα έργα, τις προμήθειες, τις υπηρεσίες και τους οικονομικούς φορείς της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Επιλογή των διαδικασιών

23.-(1) Με την επιφύλαξη του άρθρου 29, εφόσον έχει δημοσιευθεί προκήρυξη διαγωνισμού σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο, οι αναθέτουσες αρχές δύνανται να εφαρμόζουν:

(α) Ανοικτές ή κλειστές διαδικασίες, σύμφωνα με τα οριζόμενα στα άρθρα 24 και 25˙

(β) συμπράξεις καινοτομίας σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 28˙

(γ) ανταγωνιστική διαδικασία με διαπραγμάτευση ή ανταγωνιστικό διάλογο, σύμφωνα με τα οριζόμενα στα άρθρα 26 και 27, όσον αφορά έργα, προμήθειες ή υπηρεσίες εφόσον πληρούνται ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα κριτήρια:

(i) Οι ανάγκες της αναθέτουσας αρχής δεν είναι δυνατόν να ικανοποιηθούν χωρίς προσαρμογή των άμεσα διαθέσιμων λύσεων,

(ii) περιλαμβάνουν σχεδιασμό ή καινοτόμες λύσεις,

(iii) η σύμβαση δεν είναι δυνατόν να ανατεθεί χωρίς προηγούμενες διαπραγματεύσεις, λόγω ειδικών περιστάσεων που σχετίζονται με τη φύση, την πολυπλοκότητα ή τη νομική ή τη χρηματοοικονομική οργάνωση ή λόγω των κινδύνων που συνδέονται με αυτά,

(iv) οι τεχνικές προδιαγραφές δεν είναι δυνατόν να καθοριστούν με επαρκή ακρίβεια από την αναθέτουσα αρχή με αναφορά σε πρότυπο, ευρωπαϊκή τεχνική αξιολόγηση, κοινή τεχνική προδιαγραφή ή τεχνικό πλαίσιο αναφοράς κατά την έννοια των σημείων 2 έως 5 του Παραρτήματος VII,

(v) έπειτα από ανοικτή ή κλειστή διαδικασία, υποβάλλονται μόνο μη κανονικές ή απαράδεκτες προσφορές. Στις περιπτώσεις αυτές, οι αναθέτουσες αρχές δύνανται να μη δημοσιεύουν προκήρυξη σύμβασης, εφόσον στη διαδικασία περιλαμβάνουν αποκλειστικά όλους τους προσφέροντες, οι οποίοι πληρούν τα κριτήρια των άρθρων 57 έως 64 και, κατά την προηγηθείσα ανοικτή ή κλειστή διαδικασία, υπέβαλαν προσφορές σύμφωνες προς τις τυπικές απαιτήσεις της διαδικασίας σύναψης σύμβασης:

Νοείται ότι, για τους σκοπούς της παρούσας υποπαραγράφου, μη κανονικές θεωρούνται οι προσφορές που δεν πληρούν τις προϋποθέσεις των εγγράφων της διαδικασίας σύναψης σύμβασης ή παρελήφθησαν καθυστερημένα ή κρίνονται από την αναθέτουσα αρχή ασυνήθιστα χαμηλές και όπου, υπάρχουν αποδεικτικά στοιχεία συμπαιγνίας ή διαφθοράς:

Νοείται περαιτέρω ότι, για τους σκοπούς της παρούσας υποπαραγράφου, απαράδεκτες θεωρούνται οι προσφορές που υποβάλλονται από προσφέροντες, οι οποίοι δεν διαθέτουν τα απαιτούμενα προσόντα ή προσφέροντες των οποίων η τιμή υπερβαίνει τον προϋπολογισμό της αναθέτουσας αρχής, όπως καθορίσθηκε και τεκμηριώθηκε πριν από την έναρξη της διαδικασίας σύναψης σύμβασης.

(2) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του εδαφίου (3) και (4), ο διαγωνισμός προκηρύσσεται μέσω προκήρυξης σύμβασης κατ’ εφαρμογή του άρθρου 48.

(3) Ανεξαρτήτως των διατάξεων του εδαφίου (2), όταν η σύμβαση ανατίθεται με κλειστή ή ανταγωνιστική διαδικασία με διαπραγμάτευση, οι μη κεντρικές αναθέτουσες αρχές δύναται να προκηρύσσουν διαγωνισμό μέσω προκαταρκτικής προκήρυξης, σύμφωνα με το εδάφιο (2) του άρθρου 47. Σε τέτοια περίπτωση, οι οικονομικοί φορείς που έχουν εκδηλώσει το ενδιαφέρον τους μετά τη δημοσίευση της προκαταρκτικής προκήρυξης, προσκαλούνται στη συνέχεια να επιβεβαιώσουν το ενδιαφέρον τους γραπτώς, μέσω πρόσκλησης επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος, σύμφωνα με το άρθρο 53.

(4) Ανεξαρτήτως των διατάξεων του εδαφίου (2), στις ειδικές περιπτώσεις και υπό τις περιστάσεις που αναφέρονται ρητά στο άρθρο 29, οι αναθέτουσες αρχές δύνανται να εφαρμόζουν διαδικασία με διαπραγμάτευση χωρίς προηγούμενη δημοσίευση. Η διαδικασία αυτή δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιείται σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση, πλην εκείνων που αναφέρονται στο άρθρο 29.

Ανοικτή διαδικασία

24.-(1) Στην ανοικτή διαδικασία, μπορεί να υποβάλλει προσφορά, στο πλαίσιο προκήρυξης διαγωνισμού, κάθε ενδιαφερόμενος οικονομικός φορέας.

(2) Υπό την επιφύλαξη των εδαφίων (3), (4) και (5), η ελάχιστη προθεσμία παραλαβής των προσφορών είναι τριάντα πέντε (35) ημέρες από την ημερομηνία αποστολής της προκήρυξης σύμβασης.

(3) Σε περιπτώση που οι αναθέτουσες αρχές έχουν δημοσιεύσει προκαταρκτική προκήρυξη που δεν χρησιμοποιήθηκε η ίδια ως μέσο προκήρυξης του διαγωνισμού, δύνανται να περιορίζουν την ελάχιστη προθεσμία για την παραλαβή των προσφορών, όπως ορίζεται στο εδάφιο (2), σε δεκαπέντε (15) ημέρες, εφόσον πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

(α) Η προκαταρκτική προκήρυξη περιελάμβανε όλες τις πληροφορίες που οφείλει να περιλαμβάνει η προκήρυξη σύμβασης σύμφωνα με το Παράρτημα V, Μέρος Β Τμήμα Ι, εφόσον οι πληροφορίες αυτές ήταν διαθέσιμες κατά τη στιγμή της δημοσίευσης της προκαταρκτικής προκήρυξης·

(β) η προκαταρκτική προκήρυξη απεστάλη προς δημοσίευση, εντός διαστήματος τριάντα πέντε (35) ημερών έως δώδεκα (12) μηνών, πριν από την ημερομηνία αποστολής της προκήρυξης της σύμβασης.

(4) Σε περίπτωση που επείγουσα κατάσταση, δεόντως αιτιολογημένη από τις αναθέτουσες αρχές, καθιστά αδύνατη την τήρηση της ελάχιστης προθεσμίας που προβλέπεται στο εδάφιο (2), οι αναθέτουσες αρχές δύνανται να ορίζουν ελάχιστη προθεσμία που δεν μπορεί να είναι μικρότερη των δεκαπέντε (15) ημερών από την ημερομηνία αποστολής της προκήρυξης της σύμβασης.

(5) Σε περίπτωση που οι αναθέτουσες αρχές αποδέχονται την υποβολή προσφορών με ηλεκτρονικά μέσα, σύμφωνα με τα εδάφια (1), (7) και (8) του άρθρου 55, δύναται να συντομεύουν κατά πέντε (5) ημέρες την προθεσμία παραλαβής των προσφορών που ορίζεται στο εδάφιο (2).

(6) Η προσφορά συνοδεύεται από τις πληροφορίες για την ποιοτική επιλογή, οι οποίες ζητούνται από την αναθέτουσα αρχή.

Κλειστή διαδικασία

25.-(1) Στην κλειστή διαδικασία μπορεί να υποβάλλει αίτηση συμμετοχής, στο πλαίσιο προκήρυξης διαγωνισμού που περιλαμβάνει τις πληροφορίες που ορίζονται στο Παράρτημα V Μέρος Β ή Γ, κατά περίπτωση, κάθε ενδιαφερόμενος οικονομικός φορέας, παρέχοντας τις πληροφορίες σε σχέση με την ποιοτική επιλογή, οι οποίες ζητούνται από την αναθέτουσα αρχή.

(2) Υπό την επιφύλαξη του εδαφίου (8), η ελάχιστη προθεσμία παραλαβής των αιτήσεων συμμετοχής είναι τριάντα (30) ημέρες από την ημερομηνία αποστολής της προκήρυξης της σύμβασης ή, εάν ως μέσο προκήρυξης του διαγωνισμού χρησιμοποιείται η προκαταρκτική προκήρυξη, από την ημερομηνία αποστολής της πρόσκλησης επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος.

(3) Προσφορά μπορούν να υποβάλλουν μόνο οι οικονομικοί φορείς που προσκαλούνται από την αναθέτουσα αρχή κατόπιν της αξιολόγησης των πληροφοριών που έχουν παρασχεθεί. Οι αναθέτουσες αρχές δύνανται να περιορίζουν τον αριθμό των κατάλληλων υποψηφίων, οι οποίοι θα κληθούν να συμμετάσχουν στη διαδικασία, σύμφωνα με το άρθρο 65.

(4) Υπό την επιφύλαξη των εδαφίων (5), (6), (7) και (8), η ελάχιστη προθεσμία παραλαβής των προσφορών είναι τριάντα (30) ημέρες από την ημερομηνία αποστολής της πρόσκλησης υποβολής προσφορών.

(5) Σε περίπτωση όπου οι αναθέτουσες αρχές έχουν δημοσιεύσει προκαταρκτική προκήρυξη που δεν χρησιμοποιείται η ίδια ως μέσο προκήρυξης του διαγωνισμού, δύνανται να περιορίζουν την ελάχιστη προθεσμία για την παραλαβή των προσφορών, που ορίζεται στο εδάφιο (4), σε δέκα (10) ημέρες, εφόσον πληρούνται σωρευτικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

(α) Η προκαταρκτική προκήρυξη περιελάμβανε όλες τις πληροφορίες που απαιτούνται σύμφωνα με το Παράρτημα V, Μέρος Β, Τμήμα Ι, εφόσον οι πληροφορίες αυτές ήταν διαθέσιμες κατά τη στιγμή της δημοσίευσης της προκαταρκτικής προκήρυξης·

(β) η προκαταρκτική προκήρυξη απεστάλη προς δημοσίευση, εντός διαστήματος τριάντα πέντε (35) ημερών έως δώδεκα (12) μηνών, πριν από την ημερομηνία αποστολής της προκήρυξης της σύμβασης.

(6) Οι μη κεντρικές αναθέτουσες αρχές δύνανται να ορίζουν την προθεσμία παραλαβής των προσφορών με κοινή συμφωνία μεταξύ της αναθέτουσας αρχής και των υποψηφίων που έχουν επιλεγεί, εφόσον παρέχεται σε όλους τους επιλεγέντες υποψηφίους ίσος χρόνος για την κατάρτιση και την υποβολή των προσφορών τους. Ελλείψει συμφωνίας σχετικά με την προθεσμία παραλαβής των προσφορών, η προθεσμία δεν μπορεί να είναι μικρότερη των δέκα (10) ημερών από την ημερομηνία αποστολής της πρόσκλησης υποβολής προσφορών.

(7) Σε περίπτωση που οι αναθέτουσες αρχές αποδέχονται την υποβολή προσφορών με ηλεκτρονικά μέσα, σύμφωνα με τα εδάφια (1), (7) και (8) του άρθρου 55, δύνανται να συντομεύουν κατά πέντε (5) ημέρες την προθεσμία παραλαβής των προσφορών που ορίζεται στο εδάφιο (4).

(8) Σε περίπτωση που επείγουσα κατάσταση, δεόντως αιτιολογημένη από τις αναθέτουσες αρχές, καθιστά αδύνατη την τήρηση των ελάχιστων προθεσμιών που προβλέπονται στο παρόν άρθρο, οι εν λόγω αναθέτουσες αρχές δύνανται να ορίζουν:

(α) Προθεσμία παραλαβής των αιτήσεων συμμετοχής, η οποία δεν μπορεί να είναι μικρότερη των δεκαπέντε (15) ημερών από την ημερομηνία αποστολής της προκήρυξης της σύμβασης·

(β) προθεσμία παραλαβής των προσφορών, η οποία δεν μπορεί να είναι μικρότερη των δέκα (10) ημερών από την ημερομηνία αποστολής της πρόσκλησης υποβολής προσφορών.

Ανταγωνιστική διαδικασία με διαπραγμάτευση

26.-(1) Στην ανταγωνιστική διαδικασία με διαπραγμάτευση μπορεί να υποβάλλει αίτηση συμμετοχής, στο πλαίσιο προκήρυξης διαγωνισμού που περιλαμβάνει τις πληροφορίες που ορίζονται στο Παράρτημα V, Μέρη Β και Γ, κάθε ενδιαφερόμενος οικονομικός φορέας παρέχοντας τις πληροφορίες σε σχέση με την ποιοτική επιλογή, οι οποίες ζητούνται από την αναθέτουσα αρχή.

(2)(α) Οι αναθέτουσες αρχές καθορίζουν στα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης το αντικείμενο της σύμβασης, περιγράφοντας τις ανάγκες τους και τα χαρακτηριστικά που απαιτούνται για τις προμήθειες, τα έργα ή τις υπηρεσίες της σύμβασης και προσδιορίζοντας τα κριτήρια ανάθεσης της σύμβασης.

(β) Οι αναθέτουσες αρχές αναφέρουν στα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης ποια στοιχεία της περιγραφής ορίζουν τις ελάχιστες προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούν όλες οι προσφορές.

(γ) Οι παρεχόμενες πληροφορίες πρέπει να είναι επαρκώς ακριβείς, ώστε να μπορούν οι οικονομικοί φορείς να αναγνωρίζουν τη φύση και το αντικείμενο της σύμβασης και να αποφασίζουν κατά πόσο θα ζητήσουν να συμμετάσχουν στη διαδικασία.

(3) Η ελάχιστη προθεσμία παραλαβής των αιτήσεων συμμετοχής είναι τριάντα (30) ημέρες από την ημερομηνία αποστολής της προκήρυξης της σύμβασης ή, εάν ως μέσο προκήρυξης του διαγωνισμού χρησιμοποιείται η προκαταρκτική προκήρυξη, από την ημερομηνία αποστολής της πρόσκλησης επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος.

(4) Τηρουμένων των όσων προβλέπονται στα εδάφια (5) έως (8) του άρθρου 25, η ελάχιστη προθεσμία παραλαβής των αρχικών προσφορών είναι τριάντα (30) ημέρες από την ημερομηνία αποστολής της πρόσκλησης.

(5) Αρχική προσφορά, η οποία αποτελεί τη βάση των επακόλουθων διαπραγματεύσεων, μπορούν να υποβάλουν μόνο οι οικονομικοί φορείς που προσκαλούνται από την αναθέτουσα αρχή, κατόπιν της αξιολόγησης των πληροφοριών που έχουν παρασχεθεί. Οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να περιορίζουν τον αριθμό κατάλληλων υποψηφίων, οι οποίοι θα κληθούν να συμμετάσχουν στη διαδικασία, σύμφωνα με το άρθρο 65.

(6) Υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του εδαφίου (7), οι αναθέτουσες αρχές διαπραγματεύονται με τους προσφέροντες τις αρχικές και όλες τις επακόλουθες προσφορές που υποβάλλουν, εξαιρουμένης της τελικής προσφοράς κατά την έννοια του εδαφίου (10), με σκοπό τη βελτίωση του περιεχομένου τους:

Νοείται ότι, οι ελάχιστες απαιτήσεις και τα κριτήρια ανάθεσης δεν υπόκεινται σε διαπραγματεύσεις.

(7) Οι αναθέτουσες αρχές δύνανται να αναθέτουν συμβάσεις με βάση τις αρχικές προσφορές χωρίς διαπραγμάτευση, εφόσον έχουν αναφέρει στην προκήρυξη της σύμβασης ή στην πρόσκληση επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος ότι διατηρούν τη δυνατότητα να το πράξουν.

(8)(α) Κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων, οι αναθέτουσες αρχές εξασφαλίζουν την ίση μεταχείριση όλων των προσφερόντων. Για το σκοπό αυτό, δεν παρέχουν, κατά τρόπο που να δημιουργεί διακρίσεις, πληροφορίες που ενδέχεται να ευνοούν ορισμένους προσφέροντες έναντι των υπολοίπων. Ενημερώνουν όλους τους προσφέροντες των οποίων οι προσφορές δεν έχουν αποκλειστεί σύμφωνα με το εδάφιο (9) γραπτώς για τυχόν αλλαγές των τεχνικών προδιαγραφών ή άλλων εγγράφων της διαδικασίας σύναψης σύμβασης, πέραν εκείνων που καθορίζουν τις ελάχιστες απαιτήσεις. Μετά την ενημέρωση για τις εν λόγω αλλαγές, οι αναθέτουσες αρχές παρέχουν επαρκές χρονικό διάστημα στους προσφέροντες, ώστε να τροποποιήσουν και να υποβάλουν εκ νέου τροποποιημένες προσφορές, κατά περίπτωση.

(β) Σύμφωνα με το άρθρο 5, οι αναθέτουσες αρχές δεν αποκαλύπτουν στους λοιπούς συμμετέχοντες εμπιστευτικές πληροφορίες που έχουν διαβιβαστεί από υποψήφιο ή προσφέροντα που συμμετέχει στις διαπραγματεύσεις, χωρίς τη συναίνεσή του:

Νοείται ότι, η συναίνεση του υποψήφιου ή προσφέροντα δεν λαμβάνει τη μορφή γενικής παραίτησης, αλλά αφορά ειδικά στην προτιθέμενη γνωστοποίηση συγκεκριμένων πληροφοριών.

(9) Οι ανταγωνιστικές διαδικασίες με διαπραγμάτευση μπορούν να διεξάγονται σε διαδοχικές φάσεις, ούτως ώστε να μειώνεται ο αριθμός των προς διαπραγμάτευση προσφορών με την εφαρμογή των κριτηρίων ανάθεσης που ορίζονται στην προκήρυξη της σύμβασης, στην πρόσκληση επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος ή σε άλλο έγγραφο της διαδικασίας σύναψης της σύμβασης. Η αναθέτουσα αρχή αναφέρει κατά πόσο θα κάνει χρήση της δυνατότητας αυτής στην προκήρυξη της σύμβασης, στην πρόσκληση επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος ή σε άλλο έγγραφο της διαδικασίας σύναψης της σύμβασης.

(10) Όταν η αναθέτουσα αρχή σκοπεύει να ολοκληρώσει τις διαπραγματεύσεις, ενημερώνει τους υπόλοιπους προσφέροντες και ορίζει κοινή προθεσμία για την υποβολή τυχόν νέων ή αναθεωρημένων προσφορών. Αφού η αναθέτουσα αρχή επαληθεύει ότι οι τελικές προσφορές πληρούν τις ελάχιστες απαιτήσεις και τηρούν τις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 56, αξιολογεί τις τελικές προσφορές, βάσει των κριτηρίων ανάθεσης και αναθέτει τη σύμβαση σύμφωνα με τα άρθρα 66 έως 69.

Ανταγωνιστικός διάλογος

27.-(1) Στον ανταγωνιστικό διάλογο, μπορεί να υποβάλει αίτηση συμμετοχής οποιοσδήποτε οικονομικός φορέας, έπειτα από προκήρυξη σύμβασης, παρέχοντας τις πληροφορίες σε σχέση με την ποιοτική επιλογή, οι οποίες ζητούνται από την αναθέτουσα αρχή.

(2) Η ελάχιστη προθεσμία παραλαβής των αιτήσεων συμμετοχής είναι τριάντα (30) ημέρες από την ημερομηνία αποστολής της προκήρυξης της σύμβασης.

(3) Στον ανταγωνιστικό διάλογο δύνανται να συμμετέχουν μόνον οι οικονομικοί φορείς που προσκαλούνται από την αναθέτουσα αρχή, κατόπιν αξιολόγησης των πληροφοριών που έχουν παρασχεθεί. Οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να περιορίζουν τον αριθμό κατάλληλων υποψηφίων που θα κληθούν να συμμετάσχουν στη διαδικασία, σύμφωνα με το άρθρο 65.

(4) Η σύμβαση ανατίθεται αποκλειστικά βάσει του κριτηρίου ανάθεσης της προσφοράς που παρουσιάζει τη βέλτιστη σχέση τιμής - ποιότητας, σύμφωνα με το εδάφιο (2) του άρθρου 67.

(5) Οι αναθέτουσες αρχές παρουσιάζουν τις ανάγκες και τις απαιτήσεις τους στην προκήρυξη της σύμβασης. Στην προκήρυξη αυτή ή/και σε περιγραφικό έγγραφο, οι αναθέτουσες αρχές επιπλέον:

(α) Προσδιορίζουν τις εν λόγω ανάγκες και απαιτήσεις˙

(β) παρουσιάζουν και προσδιορίζουν τα επιλεγέντα κριτήρια ανάθεσης˙ και

(γ) ορίζουν ενδεικτικό χρονοδιάγραμμα.

(6)(α) Οι αναθέτουσες αρχές προβαίνουν σε διάλογο με τους συμμετέχοντες που επιλέγονται σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις των άρθρων 56 έως 66. Ο διάλογος αποσκοπεί στη διερεύνηση και στον προσδιορισμό των μέσων που μπορούν να ικανοποιήσουν με τον καλύτερο τρόπο τις ανάγκες των αναθετουσών αρχών. Κατά τη διάρκεια του διαλόγου, οι αναθέτουσες αρχές δύνανται να συζητούν με τους επιλεγέντες συμμετέχοντες όλες τις πτυχές της σύμβασης.

(β) Κατά τη διάρκεια του διαλόγου, οι αναθέτουσες αρχές εξασφαλίζουν την ίση μεταχείριση όλων των συμμετεχόντων. Για το σκοπό αυτό, δεν παρέχουν, κατά τρόπο που να δημιουργεί διακρίσεις, πληροφορίες που ενδέχεται να ευνοούν ορισμένους συμμετέχοντες έναντι των υπολοίπων.

(γ) Σύμφωνα με το άρθρο 5, οι αναθέτουσες αρχές δεν αποκαλύπτουν στους λοιπούς συμμετέχοντες τις προτεινόμενες λύσεις ή άλλες εμπιστευτικές πληροφορίες που έχουν διαβιβαστεί από υποψήφιο ή προσφέροντα που συμμετέχει στο διάλογο χωρίς τη συναίνεσή του:

Nοείται ότι, η συναίνεση του υποψηφίου ή προσφέροντα δεν λαμβάνει τη μορφή γενικής παραίτησης, αλλά αφορά ειδικά στη σκοπούμενη γνωστοποίηση συγκεκριμένων πληροφοριών.

(7) Ο ανταγωνιστικός διάλογος μπορεί να διεξάγεται σε διαδοχικές φάσεις, ούτως ώστε να μειώνεται ο αριθμός των υπό εξέταση λύσεων κατά τη φάση του διαλόγου, με την εφαρμογή των κριτηρίων ανάθεσης που προσδιορίζονται στην προκήρυξη σύμβασης και/ή στο περιγραφικό έγγραφο. Στην προκήρυξη σύμβασης και/ή στο περιγραφικό έγγραφο, οι αναθέτουσες αρχές αναφέρουν κατά πόσο θα κάνουν χρήση της δυνατότητας αυτής.

(8) Οι αναθέτουσες αρχές συνεχίζουν το διάλογο έως ότου μπορέσουν να προσδιορίσουν την ή τις λύσεις, οι οποίες δύνανται να ανταποκριθούν στις ανάγκες τους.

(9)(α) Αφού κηρύξουν τη λήξη του διαλόγου και ενημερώσουν σχετικά τους εναπομείναντες συμμετέχοντες, οι αναθέτουσες αρχές τους καλούν να υποβάλουν την τελική προσφορά τους, βάσει της ή των λύσεων που υποβλήθηκαν και προσδιορίστηκαν κατά τη διάρκεια του διαλόγου, η οποία πρέπει να περιέχει όλα τα απαιτούμενα και αναγκαία στοιχεία για την υλοποίηση του σχεδίου.

(β) Εφόσον ζητηθεί από την αναθέτουσα αρχή, οι ως άνω προσφορές δύνανται να αποσαφηνίζονται, να εξειδικεύονται και να βελτιστοποιούνται. Ωστόσο, η αποσαφήνιση, η εξειδίκευση, η βελτιστοποίηση ή οι πρόσθετες πληροφορίες δεν επιτρέπεται να συνεπάγονται μεταβολές των ουσιωδών στοιχείων της προσφοράς ή της διαδικασίας σύναψης δημόσιας σύμβασης, συμπεριλαμβανομένων των αναγκών και των απαιτήσεων που προσδιορίζονται στην προκήρυξη της σύμβασης και/ή στο περιγραφικό έγγραφο, όταν μεταβολές των στοιχείων, των αναγκών και των απαιτήσεων αυτών ενδέχεται να προκαλέσουν στρέβλωση του ανταγωνισμού ή διακρίσεις.

(10) Οι αναθέτουσες αρχές αξιολογούν τις προσφορές, τις οποίες λαμβάνουν, βάσει των κριτηρίων ανάθεσης που ορίζονται στην προκήρυξη της σύμβασης και/ή στο περιγραφικό έγγραφο.

(11) Εφόσον ζητηθεί από την αναθέτουσα αρχή, είναι δυνατόν να διεξαχθούν διαπραγματεύσεις με τον προσφέροντα που έχει κριθεί ότι υπέβαλε την πλέον συμφέρουσα προσφορά, βάσει του κριτηρίου ανάθεσης της προσφοράς που παρουσιάζει τη βέλτιστη σχέση τιμής - ποιότητας, σύμφωνα με το εδάφιο (2) του άρθρου 67, για την επιβεβαίωση των οικονομικών δεσμεύσεων ή άλλων όρων που περιέχονται στην προσφορά, οριστικοποιώντας τους όρους της σύμβασης, εφόσον αυτό δεν συνεπάγεται την ουσιώδη τροποποίηση βασικών στοιχείων της προσφοράς ή της διαδικασίας σύναψης δημόσιας σύμβασης, συμπεριλαμβανομένων των αναγκών και των απαιτήσεων που προσδιορίζονται στην προκήρυξη της σύμβασης και/ή στο περιγραφικό έγγραφο, και δεν συνεπάγεται κίνδυνο στρέβλωσης του ανταγωνισμού ή εισαγωγής διακρίσεων.

(12) Οι αναθέτουσες αρχές δύνανται να προβλέπουν απονομή βραβείων ή καταβολή χρηματικών ποσών στους συμμετέχοντες στο διάλογο. Σε τέτοια περίπτωση αυτό αναφέρεται στην προκήρυξη της σύμβασης και/ή στο περιγραφικό έγγραφο.

Σύμπραξη καινοτομίας

28.-(1) Στην σύμπραξη καινοτομίας, μπορεί να υποβάλει αίτηση συμμετοχής έπειτα από προκήρυξη σύμβασης κάθε ενδιαφερόμενος οικονομικός φορέας, παρέχοντας τις πληροφορίες σε σχέση με την ποιοτική επιλογή, οι οποίες ζητούνται από την αναθέτουσα αρχή.

(2)(α) Στα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης της σύμβασης, η αναθέτουσα αρχή προσδιορίζει την ανάγκη καινοτόμου προϊόντος, υπηρεσίας ή έργου που δεν μπορεί να ικανοποιηθεί με την αγορά προϊόντων, υπηρεσιών ή έργων που διατίθενται ήδη στην αγορά και αναφέρει ποια στοιχεία της περιγραφής ορίζουν τις ελάχιστες προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούν όλες οι προσφορές.

(β) Οι παρεχόμενες πληροφορίες πρέπει να είναι επαρκώς ακριβείς, ώστε να μπορούν οι οικονομικοί φορείς να αντιλαμβάνονται τη φύση και το αντικείμενο της απαιτούμενης λύσης και να αποφασίζουν αν θα υποβάλουν αίτηση συμμετοχής στη διαδικασία.

(3) Οι αναθέτουσες αρχές δύνανται να αποφασίσουν να συγκροτήσουν τη σύμπραξη καινοτομίας με έναν εταίρο ή με περισσότερους εταίρους που εκτελούν χωριστές δραστηριότητες έρευνας και ανάπτυξης.

(4) Στη διαδικασία μπορούν να συμμετάσχουν μόνο οι οικονομικοί φορείς που προσκαλούνται από την αναθέτουσα αρχή, κατόπιν της αξιολόγησης των πληροφοριών που έχουν υποβληθεί. Οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να περιορίζουν τον αριθμό των κατάλληλων υποψηφίων που θα κληθούν να συμμετάσχουν στη διαδικασία, σύμφωνα με το άρθρο 65.

(5) Η ελάχιστη προθεσμία παραλαβής των αιτήσεων συμμετοχής είναι τριάντα (30) ημέρες από την ημερομηνία αποστολής της προκήρυξης της σύμβασης.

(6) Οι συμβάσεις ανατίθενται αποκλειστικά βάσει του κριτηρίου ανάθεσης της προσφοράς, το οποίο παρουσιάζει τη βέλτιστη σχέση τιμής - ποιότητας, σύμφωνα με το εδάφιο (2) του άρθρου 67.

(7)(α) Η σύμπραξη καινοτομίας στοχεύει στην ανάπτυξη καινοτόμου προϊόντος, υπηρεσίας ή έργου και στην επακόλουθη αγορά των προμηθειών, υπηρεσιών ή έργων που προκύπτουν, υπό την προϋπόθεση ότι ανταποκρίνονται στα συμπεφωνημένα, μεταξύ αναθετουσών αρχών και συμμετεχόντων, επίπεδα επιδόσεων και μεγίστου κόστους.

(β) Η σύμπραξη καινοτομίας είναι οργανωμένη σε διαδοχικές φάσεις σύμφωνα με τα διαδοχικά βήματα της διαδικασίας έρευνας και καινοτομίας, η οποία μπορεί να περιλαμβάνει την παρασκευή προιόντων, την παροχή των υπηρεσιών ή την ολοκλήρωση των έργων. Η σύμπραξη καινοτομίας ορίζει ενδιάμεσους στόχους προς επίτευξη από τους εταίρους και προβλέπει την καταβολή της αμοιβής σε κατάλληλες δόσεις.

(γ) Με βάση τους ανωτέρω στόχους, η αναθέτουσα αρχή δύναται να αποφασίσει μετά από κάθε φάση να λύσει τη σύμπραξη καινοτομίας ή, σε περίπτωση σύμπραξης καινοτομίας με περισσότερους από έναν εταίρους, να περιορίσει τον αριθμό των εταίρων καταγγέλλοντας επιμέρους συμβάσεις, εφόσον η αναθέτουσα αρχή έχει αναφέρει στα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης της σύμβασης τις δυνατότητες αυτές και τις προϋποθέσεις χρήσης τους.

(8)(α) Εκτός εάν το παρόν άρθρο ορίζει άλλως, οι αναθέτουσες αρχές διαπραγματεύονται με τους προσφέροντες τις αρχικές και όλες τις επακόλουθες προσφορές που υποβάλλουν, εξαιρουμένης της τελικής προσφοράς με σκοπό τη βελτίωση του περιεχομένου τους:

Νοείται ότι, οι ελάχιστες απαιτήσεις και τα κριτήρια ανάθεσης δεν υπόκεινται σε διαπραγμάτευση.

(β) Κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων, οι αναθέτουσες αρχές εξασφαλίζουν την ίση μεταχείριση όλων των προσφερόντων. Για το σκοπό αυτό δεν παρέχουν, κατά τρόπο που να δημιουργεί διακρίσεις, πληροφορίες που ενδέχεται να ευνοούν ορισμένους προσφέροντες έναντι των υπολοίπων. Ενημερώνουν όλους τους προσφέροντες των οποίων οι προσφορές δεν έχουν αποκλειστεί γραπτώς για τυχόν αλλαγές των τεχνικών προδιαγραφών ή άλλων εγγράφων της διαδικασίας σύναψης της σύμβασης, πέραν εκείνων που καθορίζουν τις ελάχιστες απαιτήσεις. Μετά την ενημέρωση ως προς τις αλλαγές αυτές, οι αναθέτουσες αρχές παρέχουν επαρκές χρονικό διάστημα στους προσφέροντες, ώστε να τροποποιήσουν και να υποβάλουν εκ νέου τροποποιημένες προσφορές, κατά περίπτωση.

(γ) Σύμφωνα με το άρθρο 5, οι αναθέτουσες αρχές δεν αποκαλύπτουν στους λοιπούς συμμετέχοντες εμπιστευτικές πληροφορίες που έχουν διαβιβαστεί από υποψήφιο ή προσφέροντα που συμμετέχει στις διαπραγματεύσεις, χωρίς τη συναίνεσή του:

Νοείται ότι, η συναίνεση του υποψήφιου ή προσφέροντα δεν λαμβάνει τη μορφή γενικής παραίτησης, αλλά αφορά ειδικά στην προτιθέμενη γνωστοποίηση συγκεκριμένων πληροφοριών.

(δ) Οι διαπραγματεύσεις κατά τις διαδικασίες σύμπραξης καινοτομίας μπορούν να διεξάγονται σε διαδοχικές φάσεις, ούτως ώστε να μειώνεται ο αριθμός των προς διαπραγμάτευση προσφορών με την εφαρμογή των κριτηρίων ανάθεσης που ορίζονται στην προκήρυξη της σύμβασης, στην πρόσκληση επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος ή στα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης της σύμβασης. Η αναθέτουσα αρχή αναφέρει αν θα κάνει χρήση της δυνατότητας αυτής στην προκήρυξη της σύμβασης, στην πρόσκληση επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος ή στα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης της σύμβασης.

(9) Κατά την επιλογή των υποψηφίων, οι αναθέτουσες αρχές εφαρμόζουν, ιδίως, τα κριτήρια που σχετίζονται με την ικανότητα των υποψηφίων στο πεδίο της έρευνας και της ανάπτυξης, καθώς και την ικανότητά τους όσον αφορά την ανάπτυξη και την υλοποίηση καινοτόμων λύσεων.

(10) Μόνον οι οικονομικοί φορείς που προσκαλούνται από την αναθέτουσα αρχή, κατόπιν της αξιολόγησης των ζητούμενων πληροφοριών, μπορούν να υποβάλλουν έργα έρευνας και καινοτομίας για την κάλυψη των αναγκών που έχουν προσδιοριστεί από την αναθέτουσα αρχή και δεν μπορούν να καλυφθούν από τις υφιστάμενες λύσεις.

(11) Στα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης της σύμβασης, η αναθέτουσα αρχή ορίζει τις ρυθμίσεις που εφαρμόζονται στα δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας. Σε περίπτωση σύμπραξης καινοτομίας με περισσότερους του ενός εταίρους, η αναθέτουσα αρχή, σύμφωνα με το άρθρο 5, δεν αποκαλύπτει στους λοιπούς εταίρους λύσεις που προτείνονται από εταίρο ή άλλες εμπιστευτικές πληροφορίες που διαβιβάζονται από αυτόν στο πλαίσιο της σύμπραξης, χωρίς τη συναίνεσή του:

Νοείται ότι, η συναίνεση δεν λαμβάνει τη μορφή γενικής παραίτησης, αλλά αφορά ειδικά στη σκοπούμενη γνωστοποίηση συγκεκριμένων πληροφοριών.

(12) Η αναθέτουσα αρχή εξασφαλίζει ότι η δομή της σύμπραξης και, ιδίως, η διάρκεια και η αξία των διαφόρων φάσεων, ανταποκρίνονται στο βαθμό καινοτομίας της προτεινόμενης λύσης και τη σειρά των δραστηριοτήτων έρευνας και καινοτομίας που απαιτούνται για την ανάπτυξη μιας καινοτόμου λύσης που δεν διατίθεται ακόμη στην αγορά. Η εκτιμώμενη αξία των προμηθειών, υπηρεσιών ή έργων δεν είναι δυσανάλογη σε σχέση με την επένδυση που απαιτείται για την ανάπτυξή τους.

Χρήση της διαδικασίας με διαπραγμάτευση χωρίς προηγούμενη δημοσίευση

29.-(1) Στις ειδικές περιπτώσεις και περιστάσεις που προβλέπονται στα εδάφια (2) έως (5), οι αναθέτουσες αρχές δύνανται να αναθέτουν δημόσιες συμβάσεις χρησιμοποιώντας τη διαδικασία με διαπραγμάτευση, χωρίς προηγούμενη δημοσίευση.

(2) Η διαδικασία με διαπραγμάτευση, χωρίς προηγούμενη δημοσίευση, μπορεί να χρησιμοποιείται για δημόσιες συμβάσεις έργων, δημόσιες συμβάσεις προμηθειών και δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών σε οποιαδήποτε από τις κατωτέρω περιπτώσεις:

(α) Εάν, ύστερα από ανοικτή ή κλειστή διαδικασία, είτε δεν υποβλήθηκε καμία προσφορά ή αίτηση συμμετοχής, είτε οι προσφορές ή οι αιτήσεις συμμετοχής που υποβλήθηκαν δεν είναι κατάλληλες, υπό την προϋπόθεση ότι δεν έχουν τροποποιηθεί ουσιωδώς οι αρχικοί όροι της σύμβασης και υπό την προϋπόθεση ότι διαβιβάζεται σχετική έκθεση, την οποία ετοιμάζει η αναθέτουσα αρχή, στην Αρμόδια Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων. Η εν λόγω έκθεση διαβιβάζεται, εφόσον ζητηθεί, και στην Επιτροπή, από την Αρμόδια Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων:

Νοείται ότι, δεν θεωρείται κατάλληλη μια προσφορά, η οποία είναι άσχετη με τη σύμβαση και προδήλως ανίκανη, χωρίς ουσιαστικές αλλαγές, να ικανοποιήσει τις ανάγκες και τις απαιτήσεις της αναθέτουσας αρχής, όπως προσδιορίζονται στα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης:

Νοείται περαιτέρω ότι, αίτηση συμμετοχής δεν θεωρείται κατάλληλη, εάν ο σχετικός οικονομικός φορέας πρόκειται ή μπορεί να αποκλειστεί σύμφωνα με το άρθρο 57 ή δεν πληροί τα κριτήρια επιλογής που ορίζει η αναθέτουσα αρχή σύμφωνα με το άρθρο 58·

(β) εάν τα έργα, οι προμήθειες ή οι υπηρεσίες μπορούν να παρασχεθούν μόνο από έναν συγκεκριμένο οικονομικό φορέα σε οποιαδήποτε από τις ακόλουθες περιπτώσεις:

(i) Στόχος της σύμβασης είναι η δημιουργία ή η απόκτηση μοναδικού έργου τέχνης ή καλλιτεχνικής εκδήλωσης,

(ii) δεν υφίσταται ανταγωνισμός για τεχνικούς λόγους,

(iii) υφίστανται λόγοι προστασίας αποκλειστικών δικαιωμάτων, περιλαμβανομένων των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας:

Νοείται ότι, οι εξαιρέσεις που ορίζονται στις υποπαραγράφους (ii) και (iii) εφαρμόζονται μόνο εάν δεν υπάρχει εύλογη εναλλακτική λύση ή υποκατάστατο και η απουσία ανταγωνισμού δεν είναι αποτέλεσμα τεχνητού περιορισμού των παραμέτρων της σύμβασης·

(γ) στο μέτρο που είναι απολύτως αναγκαίο, εάν λόγω κατεπείγουσας ανάγκης οφειλόμενης σε γεγονότα τα οποία η αναθέτουσα αρχή δεν θα μπορούσε να προβλέψει, δεν είναι δυνατή η τήρηση των προθεσμιών που προβλέπονται για τις ανοικτές, κλειστές ή ανταγωνιστικές διαδικασίες με διαπραγμάτευση, υπό την προϋπόθεση ότι οι περιστάσεις τις οποίες επικαλούνται οι αναθέτουσες αρχές για τη δικαιολόγηση της κατεπείγουσας ανάγκης, σε καμία περίπτωση, απορρέουν από δική τους ευθύνη.

(3) Η διαδικασία με διαπραγμάτευση χωρίς προηγούμενη δημοσίευση μπορεί να χρησιμοποιείται για δημόσιες συμβάσεις προμηθειών:

(α) Όταν τα σχετικά προϊόντα κατασκευάζονται αποκλειστικά για σκοπούς έρευνας, πειραματισμού, μελέτης ή ανάπτυξης:

Νοείται ότι, οι συμβάσεις που ανατίθενται δυνάμει της παρούσας παραγράφου δεν περιλαμβάνουν την παραγωγή ποσοτήτων ικανών να εξασφαλίζουν την εμπορική βιωσιμότητα του προϊόντος ή την απόσβεση των δαπανών έρευνας και ανάπτυξης·

(β) για συμπληρωματικές παραδόσεις που πραγματοποιούνται από τον αρχικό προμηθευτή και προορίζονται, είτε για τη μερική αντικατάσταση προμηθειών ή εγκαταστάσεων, είτε για επέκταση υφιστάμενων προμηθειών ή εγκαταστάσεων, εφόσον η αλλαγή προμηθευτή θα υποχρέωνε την αναθέτουσα αρχή να αποκτά προμήθειες με διαφορετικά τεχνικά χαρακτηριστικά, τα οποία θα προκαλούσαν ασυμβατότητα ή δυσανάλογες τεχνικές δυσχέρειες στη χρήση και τη συντήρηση:

Νοείται ότι, η διάρκεια αυτών των συμβάσεων, καθώς και των επαναλαμβανόμενων συμβάσεων, δεν υπερβαίνει, κατά κανόνα, τα τρία έτη·

(γ) εάν πρόκειται για προμήθειες που είναι εισηγμένες και αγοράζονται σε χρηματιστήριο εμπορευμάτων·

(δ) για την αγορά προμηθειών ή υπηρεσιών, υπό ιδιαίτερα ευνοϊκούς όρους, είτε από προμηθευτή που παύει οριστικά τις εμπορικές του δραστηριότητες, είτε από τον εκκαθαριστή διαδικασίας αφερεγγυότητας, δικαστικού συμβιβασμού ή ανάλογης διαδικασίας που προβλέπεται στις εθνικές νομοθετικές ή κανονιστικές διατάξεις.

(4) Η διαδικασία με διαπραγμάτευση, χωρίς προηγούμενη δημοσίευση, μπορεί να χρησιμοποιείται για δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών, όταν η σχετική σύμβαση έπεται διαγωνισμού μελετών που έχει διοργανωθεί σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο και πρέπει, σύμφωνα με τους κανόνες που προβλέπονται στο διαγωνισμό μελετών, να ανατεθεί στον νικητή ή σε έναν από τους νικητές του διαγωνισμού μελετών· στη δεύτερη περίπτωση, στις διαπραγματεύσεις πρέπει να προσκληθούν να συμμετάσχουν όλοι οι νικητές του διαγωνισμού.

(5) Η διαδικασία με διαπραγμάτευση χωρίς προηγούμενη δημοσίευση μπορεί να χρησιμοποιείται για νέα έργα ή υπηρεσίες, που συνίστανται στην επανάληψη παρόμοιων έργων ή υπηρεσιών που ανατέθηκαν από τον οικονομικό φορέα με τον οποίο συνήψαν την αρχική σύμβαση οι ίδιες αναθέτουσες αρχές, υπό την προϋπόθεση ότι τα εν λόγω έργα ή υπηρεσίες είναι σύμφωνα με βασικό σχέδιο για το οποίο ανατέθηκε η αρχική σύμβαση σύμφωνα με διαδικασία προβλεπόμενη στο εδάφιο (1) του άρθρου 23. Στο βασικό σχέδιο επισημαίνεται η έκταση πιθανών συμπληρωματικών έργων ή υπηρεσιών και οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες θα ανατεθούν:

Νοείται ότι, το ενδεχόμενο χρήσης της διαδικασίας του παρόντος εδαφίου επισημαίνεται κατά την προκήρυξη του πρώτου διαγωνισμού, νοουμένου ότι και το συνολικό προβλεπόμενο ποσό των επακόλουθων εργασιών ή υπηρεσιών λήφθηκε υπόψη από τις αναθέτουσες αρχές κατά την εφαρμογή του άρθρου 9:

Νοείται περαιτέρω ότι, η χρήση της διαδικασίας του παρόντος εδαφίου μπορεί να γίνει μόνο εντός τριετίας από τη σύναψη της αρχικής σύμβασης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΚΑΙ ΕΡΓΑΛΕΙΑ ΓΙΑ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΕΣ ΚΑΙ ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΤΙΚΕΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΣΥΝΑΨΗΣ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ
Συμφωνίες- πλαίσιο

30.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Μέρους oι αναθέτουσες αρχές δύνανται να συνάπτουν συμφωνίες-πλαίσιο.

(2) Η διάρκεια μιας συμφωνίας πλαίσιο δεν υπερβαίνει τα τέσσερα έτη, εκτός εξαιρετικών περιπτώσεων που αιτιολογούνται δεόντως, ιδίως λόγω του αντικειμένου της συμφωνίας πλαίσιο.

(3) Οι συμβάσεις που βασίζονται σε συμφωνία - πλαίσιο ανατίθενται σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπονται στο παρόν εδάφιο, καθώς και στα εδάφια (5) και (6). Οι διαδικασίες αυτές μπορούν να εφαρμόζονται μόνο μεταξύ των αναθετουσών αρχών που έχουν οριστεί σαφώς για το σκοπό αυτό, στην προκήρυξη διαγωνισμού ή στην πρόσκληση επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος και των οικονομικών φορέων που είναι συμβαλλόμενα μέρη της συμφωνίας-πλαίσιο που έχει συναφθεί.

(4) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του εδαφίου (5), κατά τη σύναψη σύμβασης που βασίζεται σε συμφωνία-πλαίσιο, τα μέρη δεν μπορούν, σε καμία περίπτωση, να επιφέρουν ουσιώδεις τροποποιήσεις στους όρους της συμφωνίας-πλαίσιο.

(5) Όταν συνάπτεται συμφωνία - πλαίσιο με έναν μόνο οικονομικό φορέα, οι συμβάσεις που βασίζονται στην εν λόγω συμφωνία πλαίσιο ανατίθενται βάσει των όρων που τίθενται στη συμφωνία - πλαίσιο. Για το σκοπό αυτό οι αναθέτουσες αρχές δύνανται να διαβουλεύονται γραπτώς με τον οικονομικό φορέα που είναι συμβαλλόμενο μέρος στη συμφωνία-πλαίσιο, ζητώντας του, εάν χρειάζεται, να συμπληρώσει την προσφορά του.

(6) Όταν συνάπτεται συμφωνία πλαίσιο με περισσότερους του ενός οικονομικούς φορείς, η εν λόγω συμφωνία-πλαίσιο εκτελείται με έναν από τους κατωτέρω τρόπους:

(α) Σύμφωνα με τους όρους και τις προϋποθέσεις της συμφωνίας-πλαίσιο, χωρίς προκήρυξη νέου διαγωνισμού, εφόσον αναφέρονται όλοι οι όροι που διέπουν την παροχή των σχετικών έργων, υπηρεσιών και προμηθειών και οι αντικειμενικές προϋποθέσεις για τον προσδιορισμό του συμβαλλόμενου στη συμφωνία-πλαίσιο οικονομικού φορέα που θα τις εκτελέσει· οι εν λόγω προϋποθέσεις αναφέρονται στα έγγραφα της διαδικασιας σύναψης σύμβασης για τη συμφωνία-πλαίσιο·

(β)(i) όταν στη συμφωνία - πλαίσιο αναφέρονται όλοι οι όροι που διέπουν την παροχή των σχετικών έργων, υπηρεσιών και προμηθειών, εν μέρει χωρίς προκήρυξη νέου διαγωνισμού σύμφωνα με την παράγραφο (α) και εν μέρει με την προκήρυξη νέου διαγωνισμού μεταξύ των οικονομικών φορέων που είναι συμβαλλόμενα μέρη της συμφωνίας-πλαίσιο σύμφωνα με την παράγραφο (γ), εφόσον προβλέπεται τέτοια δυνατότητα από τις αναθέτουσες αρχές στα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης για τη συμφωνία-πλαίσιο. Η επιλογή του κατά πόσον συγκεκριμένα έργα, προμήθειες ή υπηρεσίες αποκτώνται κατόπιν προκήρυξης νέου διαγωνισμού ή άμεσα, σύμφωνα με τους όρους που ορίζονται στη συμφωνία-πλαίσιο, γίνεται σύμφωνα με αντικειμενικά κριτήρια, τα οποία ορίζονται στα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης για τη συμφωνία-πλαίσιο. Τα εν λόγω έγγραφα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης προσδιορίζουν επίσης ποιοι όροι μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο νέου διαγωνισμού.

(ii) Οι δυνατότητες που προβλέπονται στην υποπαράγραφο (i) της παρούσας παραγράφου εφαρμόζονται επίσης σε οποιοδήποτε τμήμα μιας συμφωνίας-πλαίσιο για το οποίο έχουν προβλεφθεί όλοι οι όροι που διέπουν την παροχή των σχετικών έργων, υπηρεσιών και προμηθειών, ανεξαρτήτως του κατά πόσο έχουν προβλεφθεί όλοι οι όροι που διέπουν την παροχή των σχετικών έργων, υπηρεσιών και προμηθειών για τα λοιπά τμήματα∙

(γ) σε περίπτωση που στη συμφωνία - πλαίσιο δεν προβλέπονται όλοι οι όροι που διέπουν την παροχή έργων, υπηρεσιών και προμηθειών, με έναρξη νέου διαγωνισμού μεταξύ των οικονομικών φορέων που είναι συμβαλλόμενα μέρη της συμφωνίας-πλαίσιο.

(7) Οι διαγωνισμοί που αναφέρονται στις παραγράφους (β) και (γ) του εδαφίου (6) βασίζονται στους ιδίους όρους με αυτούς που ίσχυαν για την ανάθεση της συμφωνίας-πλαίσιο, και, εφόσον χρειαστεί, σε ακριβέστερα διατυπωμένους όρους και, ενδεχομένως, σε άλλους όρους που επισημαίνονται στα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης για τη συμφωνία-πλαίσιο, σύμφωνα με την ακόλουθη διαδικασία:

(α) Για κάθε σύμβαση που πρόκειται να συναφθεί, οι αναθέτουσες αρχές διαβουλεύονται γραπτώς με τους οικονομικούς φορείς που είναι ικανοί να εκτελέσουν τη σύμβαση·

(β) οι αναθέτουσες αρχές ορίζουν επαρκή προθεσμία για την υποβολή προσφορών για κάθε συγκεκριμένη σύμβαση, λαμβανομένων υπόψη παραμέτρων όπως η πολυπλοκότητα του αντικειμένου της σύμβασης και ο απαραίτητος χρόνος για την αποστολή των προσφορών·

(γ) οι προσφορές υποβάλλονται γραπτώς και το περιεχόμενό τους παραμένει σφραγισμένο έως τη λήξη της προβλεπόμενης προθεσμίας απάντησης·

(δ) οι αναθέτουσες αρχές αναθέτουν κάθε σύμβαση στον προσφέροντα που υπέβαλε την καλύτερη προσφορά, βάσει των κριτηρίων ανάθεσης που έχουν καθοριστεί στα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης για τη συμφωνία-πλαίσιο.

Δυναμικά συστήματα αγορών

31.-(1) Για αγορές τρέχουσας χρήσης των οποίων τα χαρακτηριστικά, όπως είναι γενικώς διαθέσιμα στην αγορά, ικανοποιούν τις απαιτήσεις των αναθετουσών αρχών, οι αναθέτουσες αρχές δύνανται να χρησιμοποιούν δυναμικό σύστημα αγορών. Το δυναμικό σύστημα αγορών λειτουργεί ως μια εξ ολοκλήρου ηλεκτρονική διαδικασία και είναι ανοικτό καθ’ όλη την περίοδο ισχύος του συστήματος αγορών σε κάθε οικονομικό φορέα που πληροί τα κριτήρια επιλογής.

(2) Το δυναμικό σύστημα αγορών μπορεί να χωριστεί σε κατηγορίες προϊόντων, έργων ή υπηρεσιών που ορίζονται αντικειμενικά με βάση τα χαρακτηριστικά της σύμβασης που πρέπει να εκτελεστεί στο πλαίσιο της εκάστοτε κατηγορίας. Τα χαρακτηριστικά αυτά μπορούν να περιλαμβάνουν αναφορά στο μέγιστο επιτρεπόμενο μέγεθος των επακόλουθων ειδικών συμβάσεων ή σε συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή στην οποία θα εκτελεστούν επακόλουθες ειδικές συμβάσεις:

Νοείται ότι, όταν οι αναθέτουσες αρχές χωρίζουν το σύστημα σε κατηγορίες προϊόντων, υπηρεσιών ή έργων σύμφωνα με το εδάφιο (2) του παρόντος άρθρου, καθορίζουν τα εφαρμοστέα κριτήρια επιλογής για κάθε κατηγορία.

(3) Για τη σύναψη σύμβασης στο πλαίσιο δυναμικού συστήματος αγορών, οι αναθέτουσες αρχές ακολουθούν τους κανόνες της κλειστής διαδικασίας, υπό την επίφυλαξη του εδαφίου (5).

(4) Όλοι οι υποψήφιοι που ικανοποιούν τα κριτήρια επιλογής γίνονται δεκτοί στο σύστημα. Ο αριθμός των υποψηφίων που γίνονται δεκτοί στο σύστημα δεν περιορίζεται.

(5) Παρά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 25, εφαρμόζονται οι ακόλουθες προθεσμίες:

(α) Η ελάχιστη προθεσμία παραλαβής των αιτήσεων συμμετοχής είναι τριάντα (30) ημέρες από την ημερομηνία αποστολής της προκήρυξης σύμβασης ή, εάν ως μέσο προκήρυξης του διαγωνισμού χρησιμοποιείται η προκαταρκτική προκήρυξη, από την ημερομηνία αποστολής της πρόσκλησης επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος. Άπαξ και αποσταλεί η πρόσκληση υποβολής προσφορών για τη σύναψη της πρώτης συγκεκριμένης σύμβασης στο πλαίσιο του δυναμικού συστήματος αγορών, δεν εφαρμόζονται άλλες προθεσμίες για την παραλαβή αιτήσεων συμμετοχής∙

(β) η ελάχιστη προθεσμία παραλαβής των προσφορών είναι τουλάχιστον δέκα (10) ημέρες από την ημερομηνία αποστολής της πρόσκλησης υποβολής προσφορών. Κατά περίπτωση, εφαρμόζεται το άρθρο 25 εδάφιο (6), τα εδάφια (5) και (7) του ίδιου άρθρου δεν εφαρμόζονται.

(6) Όλες οι επικοινωνίες στο πλαίσιο δυναμικού συστήματος αγορών πραγματοποιούνται αποκλειστικά με ηλεκτρονικά μέσα, σύμφωνα με τα εδάφια (1), (5), (7) και (8) του άρθρου 55.

(7) Για τους σκοπούς της ανάθεσης συμβάσεων βάσει ενός δυναμικού συστήματος αγορών, οι αναθέτουσες αρχές:

(α) Δημοσιεύουν προκήρυξη διαγωνισμού, όπου καθίσταται σαφές ότι πρόκειται για δυναμικό σύστημα αγορών·

(β) διευκρινίζουν στα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης τουλάχιστον τη φύση και την εκτιμώμενη ποσότητα των προβλεπόμενων αγορών, καθώς και όλες τις απαραίτητες πληροφορίες που αφορούν το δυναμικό σύστημα αγορών, συμπεριλαμβανομένου του τρόπου λειτουργίας του, τον χρησιμοποιούμενο ηλεκτρονικό εξοπλισμό και τις τεχνικές ρυθμίσεις και προδιαγραφές της σύνδεσης·

(γ) αναφέρουν κάθε διαίρεση σε κατηγορίες προϊόντων ή υπηρεσιών και τα χαρακτηριστικά τους˙

(δ) για όσο διάστημα είναι σε ισχύ το σύστημα, προσφέρουν ελεύθερη, άμεση και πλήρη πρόσβαση στα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης, σύμφωνα με το άρθρο 52.

(8) Οι αναθέτουσες αρχές παρέχουν, καθ’ όλη την περίοδο ισχύος του δυναμικού συστήματος αγορών, τη δυνατότητα σε κάθε οικονομικό φορέα να ζητήσει να συμμετάσχει στο σύστημα, βάσει των όρων που αναφέρονται στα εδάφια (3) έως (5).

(9) Υπό την επιφύλαξη του εδαφίου (10), οι αναθέτουσες αρχές ολοκληρώνουν την αξιολόγηση των αιτήσεων συμμετοχής, σύμφωνα με τα κριτήρια επιλογής, εντός δέκα (10) εργάσιμων ημερών από την παραλαβή τους. Η προθεσμία αυτή μπορεί να παραταθεί σε δεκαπέντε (15) εργάσιμες ημέρες σε μεμονωμένες περιπτώσεις, όταν αυτό δικαιολογείται, ιδίως, λόγω της ανάγκης να εξεταστούν συμπληρωματικά έγγραφα ή να επαληθευθεί διαφορετικά αν πληρούνται τα κριτήρια επιλογής.

(10) Κατά παρέκκλιση από το εδάφιο (9) και εφόσον δεν έχει αποσταλεί η πρόσκληση υποβολής προσφορών για την πρώτη συγκεκριμένη σύμβαση στο πλαίσιο του δυναμικού συστήματος αγορών, οι αναθέτουσες αρχές δύνανται να παρατείνουν την περίοδο αξιολόγησης, υπό την προϋπόθεση ότι δεν δημοσιεύεται πρόσκληση υποβολής προσφορών κατά την παραταθείσα περίοδο αξιολόγησης. Η διάρκεια της παράτασης που προτίθενται να εφαρμόσουν οι αναθέτουσες αρχές επισημαίνεται στα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης.

(11) Η αναθέτουσα αρχή ενημερώνει το ταχύτερο δυνατό τον σχετικό οικονομικό φορέα, αν έχει επιλεγεί να συμμετάσχει στο δυναμικό σύστημα αγορών ή όχι.

(12) Οι αναθέτουσες αρχές προσκαλούν όλους τους επιλεγμένους συμμετέχοντες να υποβάλουν προσφορά για κάθε συγκεκριμένη σύμβαση στο πλαίσιο του δυναμικού συστήματος αγορών, σύμφωνα με το άρθρο 53. Όταν το δυναμικό σύστημα αγορών χωρίζεται σε κατηγορίες έργων, προϊόντων ή υπηρεσιών, οι αναθέτουσες αρχές καλούν όλους τους συμμετέχοντες οι οποίοι έχουν επιλεγεί για την κατηγορία που αντιστοιχεί στη σχετική συγκεκριμένη σύμβαση να υποβάλουν προσφορά.

(13) Οι αναθέτουσες αρχές αναθέτουν τη σύμβαση στον προσφέροντα που υποβάλλει την καλύτερη προσφορά, βάσει των κριτηρίων ανάθεσης που ορίζονται στην προκήρυξη της σύμβασης για το δυναμικό σύστημα αγορών, ή, εάν ως μέσο προκήρυξης του διαγωνισμού έχει χρησιμοποιηθεί προκαταρκτική προκήρυξη, στην πρόσκληση επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος. Τα κριτήρια αυτά μπορούν, κατά περίπτωση, να προσδιορίζονται με μεγαλύτερη ακρίβεια στην πρόσκληση υποβολής προσφορών.

(14)(α) Οι αναθέτουσες αρχές μπορούν, ανά πάσα στιγμή, κατά τη διάρκεια της περιόδου ισχύος του δυναμικού συστήματος αγορών, να απαιτούν από τους επιλεγμένους συμμετέχοντες να υποβάλουν ανανεωμένη και επικαιροποιημένη υπεύθυνη δήλωση, όπως προβλέπεται στο εδάφιο (1) του άρθρου 59, εντός πέντε (5) εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία διαβίβασης του αιτήματος.

(β) Τα εδάφια (4) έως (6) του άρθρου 59 εφαρμόζονται καθ’ όλη την περίοδο ισχύος του δυναμικού συστήματος αγορών.

(15) Οι αναθέτουσες αρχές αναφέρουν την περίοδο ισχύος του δυναμικού συστήματος αγορών στην προκήρυξη του διαγωνισμού. Ενημερώνουν την Επιτροπή για οποιαδήποτε μεταβολή της περιόδου ισχύος, μέσω των κατωτέρω τυποποιημένων εντύπων:

(α) Εάν η περίοδος ισχύος μεταβάλλεται χωρίς να παύει η λειτουργία του συστήματος, μέσω του εντύπου που χρησιμοποιείται αρχικά για την προκήρυξη διαγωνισμού για το δυναμικό σύστημα αγορών·

(β) εάν παύει η λειτουργία του συστήματος, μέσω της γνωστοποίησης συναφθείσας σύμβασης που αναφέρεται στο άρθρο 49.

(16) Στους οικονομικούς φορείς που ενδιαφέρονται ή συμμετέχουν στο δυναμικό σύστημα αγορών δεν επιβάλλεται καμία χρέωση πριν ή κατά την περίοδο ισχύος του δυναμικού συστήματος αγορών.

Ηλεκτρονικοί πλειστηριασμοί

32.-(1)Οι αναθέτουσες αρχές δύνανται να χρησιμοποιούν ηλεκτρονικούς πλειστηριασμούς, στους οποίους παρουσιάζονται νέες, μειωμένες τιμές ή/και νέες αξίες όσον αφορά ορισμένα στοιχεία των προσφορών. Για το σκοπό αυτό, οι αναθέτουσες αρχές διοργανώνουν τον ηλεκτρονικό πλειστηριασμό με τη μορφή επαναλαμβανόμενης ηλεκτρονικής διαδικασίας, διεξαγόμενης έπειτα από προκαταρκτική πλήρη αξιολόγηση των προσφορών, η οποία επιτρέπει την ταξινόμησή τους με βάση αυτόματες μεθόδους αξιολόγησης:

Νοείται ότι, δεδομένου ότι ορισμένες δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών και δημόσιες συμβάσεις έργων που έχουν ως αντικείμενο υπηρεσίες πνευματικού δημιουργού, όπως ο σχεδιασμός έργων, δεν μπορούν να ταξινομηθούν με βάση αυτόματη μέθοδο αξιολόγησης, οι συμβάσεις αυτές δεν αποτελούν αντικείμενο ηλεκτρονικών πλειστηριασμών.

(2) Στις ανοικτές, κλειστές ή ανταγωνιστικές διαδικασίες με διαπραγμάτευση, οι αναθέτουσες αρχές δύνανται να αποφασίζουν την ανάθεση δημόσιας σύμβασης κατόπιν ηλεκτρονικού πλειστηριασμού, όταν τα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης και ιδίως οι τεχνικές προδιαγραφές δύνανται να διατυπωθούν με ακρίβεια. Υπό τους ιδίους όρους, ο ηλεκτρονικός πλειστηριασμός μπορεί να χρησιμοποιηθεί και κατά τη διεξαγωγή νέου διαγωνισμού μεταξύ των συμβαλλομένων μερών συμφωνίας πλαίσιο, όπως προβλέπεται στις παραγράφους (β) ή (γ) του εδαφίου (6) του άρθρου 30, καθώς και κατά τη διεξαγωγή διαγωνισμού για την ανάθεση συμβάσεων στο πλαίσιο του δυναμικού συστήματος αγορών, όπως αναφέρεται στο άρθρο 31.

(3) Ο ηλεκτρονικός πλειστηριασμός βασίζεται σε ένα από τα ακόλουθα στοιχεία των προσφορών:

(α) Μόνο στις τιμές όταν η σύμβαση ανατίθεται αποκλειστικά βάσει της τιμής˙

(β) στις τιμές ή / και στις νέες αξίες των χαρακτηριστικών των προσφορών που επισημαίνονται στα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης, εφόσον η σύμβαση ανατίθεται βάσει του κριτηρίου ανάθεσης της προσφοράς που παρουσιάζει τη βέλτιστη σχέση τιμής - ποιότητας, σύμφωνα με το εδάφιο (2) του άρθρου 67 ή βάσει της προσφοράς με το χαμηλότερο κόστος σύμφωνα με μια προσέγγιση βασιζόμενη στη σχέση αποδοτικότητας - κόστους.

(4) Οι αναθέτουσες αρχές που αποφασίζουν να κάνουν χρήση ηλεκτρονικού πλειστηριασμού το επισημαίνουν στην προκήρυξη της σύμβασης ή στην πρόσκληση επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος. Τα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης περιλαμβάνουν τουλάχιστον τις πληροφορίες που αναφέρονται στο Παράρτημα VI.

(5)(α) Προτού να προβούν στον ηλεκτρονικό πλειστηριασμό, οι αναθέτουσες αρχές διενεργούν μια πρώτη πλήρη αξιολόγηση των προσφορών, σύμφωνα με το ή τα κριτήρια ανάθεσης και με τη στάθμισή τους, όπως έχει καθοριστεί.

(β) Η προσφορά θεωρείται παραδεκτή όταν έχει υποβληθεί από προσφέροντα που δεν έχει αποκλειστεί σύμφωνα με το άρθρο 57 και πληροί τα κριτήρια επιλογής και του οποίου η προσφορά είναι σύμφωνη με τις τεχνικές προδιαγραφές, χωρίς να είναι μη κανονική ή απαράδεκτη ή ακατάλληλη. Για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου:

(i) Μη κανονικές θεωρούνται οι προσφορές που δεν πληρούν τις προϋποθέσεις των εγγράφων της διαδικασίας σύναψης της σύμβασης, και/ή παρελήφθησαν καθυστερημένα, και/ή για τις οποίες υπάρχουν αποδεικτικά στοιχεία συμπαιγνίας ή διαφθοράς ή κρίνονται από την αναθέτουσα αρχή ασυνήθιστα χαμηλές,

(ii) απαράδεκτες θεωρούνται οι προσφορές που υποβάλλονται από προσφέροντες οι οποίοι δεν διαθέτουν τα απαιτούμενα προσόντα και προσφέροντες των οποίων η τιμή υπερβαίνει τον προϋπολογισμό της αναθέτουσας αρχής, όπως καθορίσθηκε και τεκμηριώθηκε πριν από την έναρξη της διαδικασίας σύναψης σύμβασης,

(iii) ακατάλληλη θεωρείται μια προσφορά άσχετη με τη σύμβαση και προδήλως ανίκανη, χωρίς ουσιαστικές αλλαγές, να ικανοποιήσει τις ανάγκες και τις απαιτήσεις της αναθέτουσας αρχής, όπως προσδιορίζονται στα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης. Μια αίτηση συμμετοχής θεωρείται ακατάλληλη εάν ο σχετικός οικονομικός φορέας πρόκειται ή μπορεί να αποκλειστεί σύμφωνα με το άρθρο 57 ή δεν πληροί τα κριτήρια επιλογής που ορίζει η αναθέτουσα αρχή σύμφωνα με το άρθρο 58.

(γ) Όλοι οι προσφέροντες που έχουν υποβάλει αποδεκτές προσφορές καλούνται ταυτόχρονα και με ηλεκτρονικά μέσα να συμμετάσχουν στον ηλεκτρονικό πλειστηριασμό, χρησιμοποιώντας, κατά την προσδιορισμένη ημερομηνία και ώρα, τα στοιχεία σύνδεσης σύμφωνα με τις οδηγίες που παρέχονται στην πρόσκληση. Ο ηλεκτρονικός πλειστηριασμός μπορεί να διεξάγεται σε διαδοχικές φάσεις. Ο ηλεκτρονικός πλειστηριασμός δεν αρχίζει προτού παρέλθουν δύο εργάσιμες ημέρες από την ημερομηνία αποστολής των προσκλήσεων.

(6)(α) Η πρόσκληση συνοδεύεται από το αποτέλεσμα της πλήρους αξιολόγησης του οικείου προσφέροντα, η οποία γίνεται σύμφωνα με τη στάθμιση που προβλέπεται στο εδάφιο (6) του άρθρου 67.

(β) Στην πρόσκληση αναφέρεται ο μαθηματικός τύπος που πρόκειται να χρησιμοποιηθεί, κατά τον ηλεκτρονικό πλειστηριασμό, για την αυτόματη ανακατάταξη των προσφορών, βάσει των νέων τιμών ή/και των νέων αξιών που υποβάλλονται. Ο μαθηματικός αυτός τύπος περιλαμβάνει τους συντελεστές στάθμισης όλων των κριτηρίων που έχουν οριστεί για τον προσδιορισμό της πλέον συμφέρουσας από οικονομική άποψη προσφοράς, όπως αναφέρεται στην προκήρυξη που χρησιμοποιείται ως μέσο προκήρυξης του διαγωνισμού ή σε άλλα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης της σύμβασης. Προς τούτο, όμως, τυχόν περιθώρια διακύμανσης περιορίζονται εκ των προτέρων σε συγκεκριμένη τιμή.

(γ) Σε περίπτωση που επιτρέπονται εναλλακτικές προσφορές, προβλέπεται χωριστός μαθηματικός τύπος για κάθε εναλλακτική προσφορά.

(7) Κατά τη διάρκεια κάθε φάσης του ηλεκτρονικού πλειστηριασμού, οι αναθέτουσες αρχές γνωστοποιούν αμέσως σε όλους τους προσφέροντες τις πληροφορίες εκείνες τουλάχιστον που τους δίνουν τη δυνατότητα να γνωρίζουν, ανά πάσα στιγμή, την αντίστοιχη κατάταξή τους. Οι αναθέτουσες αρχές δύνανται, εάν έχει επισημανθεί εκ των προτέρων, να γνωστοποιούν και άλλες πληροφορίες σχετικά με άλλες τιμές ή αξίες που υποβάλλονται και να ανακοινώνουν τον αριθμό των συμμετεχόντων σε οποιαδήποτε συγκεκριμένη φάση του πλειστηριασμού:

Νοείται ότι, σε καμία περίπτωση, οι αναθέτουσες αρχές δεν δύνανται να γνωστοποιούν την ταυτότητα των προσφερόντων κατά τη διεξαγωγή των διαφόρων φάσεων του ηλεκτρονικού πλειστηριασμού.

(8)(α) Οι αναθέτουσες αρχές περατώνουν τον ηλεκτρονικό πλειστηριασμό, με έναν ή περισσότερους από τους ακόλουθους τρόπους:

(i) Κατά την προκαθορισμένη ημερομηνία και ώρα,

(ii) όταν δεν λαμβάνουν πλέον νέες τιμές ή νέες αξίες που να πληρούν τις απαιτήσεις όσον αφορά τις ελάχιστες διαφοροποιήσεις, εφόσον έχουν ορίσει προηγουμένως το διάστημα που θα επιτρέψουν να παρέλθει από την παραλαβή της τελευταίας υποβολής πριν να περατώσουν τον ηλεκτρονικό πλειστηριασμό, ή

(iii) αφού ολοκληρωθεί ο προκαθορισμένος αριθμός φάσεων του πλειστηριασμού.

(β) Εάν οι αναθέτουσες αρχές προτίθενται να περατώσουν τον ηλεκτρονικό πλειστηριασμό σύμφωνα με την υποπαράγραφο (iii) της παραγράφου (α), ενδεχομένως σε συνδυασμό με τον τρόπο που προβλέπεται στην υποπαράγραφο (ii) της ίδιας παραγράφου, η πρόσκληση συμμετοχής στον πλειστηριασμό θα πρέπει να αναφέρει το χρονοδιάγραμμα κάθε φάσης του πλειστηριασμού.

(9) Μετά την περάτωση του ηλεκτρονικού πλειστηριασμού, οι αναθέτουσες αρχές αναθέτουν τη σύμβαση σύμφωνα με το άρθρο 67, με βάση τα αποτελέσματα του ηλεκτρονικού πλειστηριασμού.

Ηλεκτρονικοί κατάλογοι

33.-(1)(α) Όταν απαιτείται η χρήση ηλεκτρονικών μέσων επικοινωνίας, οι αναθέτουσες αρχές δύνανται να ορίζουν ότι οι προσφορές πρέπει να υποβάλλονται υπό τη μορφή ηλεκτρονικού καταλόγου ή να περιλαμβάνουν ηλεκτρονικό κατάλογο.

(β) Η Αρμόδια Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων δύναται με διάταγμά της να καταστήσει υποχρεωτική τη χρήση ηλεκτρονικών καταλόγων για ορισμένα είδη συμβάσεων.

(2) Οι προσφορές που παρουσιάζονται υπό τη μορφή ηλεκτρονικού καταλόγου μπορούν να συνοδεύονται από άλλα έγγραφα, που συμπληρώνουν την προσφορά.

(3) Οι ηλεκτρονικοί κατάλογοι καταρτίζονται από τους υποψηφίους ή τους προσφέροντες, με σκοπό τη συμμετοχή τους σε μια συγκεκριμένη διαδικασία σύναψης σύμβασης σύμφωνα με τις τεχνικές προδιαγραφές και τον μορφότυπο που έχει καθοριστεί από την αναθέτουσα αρχή.

(4) Οι ηλεκτρονικοί κατάλογοι συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις για τα εργαλεία ηλεκτρονικής επικοινωνίας, όπως και με τυχόν επιπρόσθετες απαιτήσεις που καθορίζονται από την αναθέτουσα αρχή σύμφωνα με το άρθρο 55.

(5) Εάν η παρουσίαση προσφορών υπό τη μορφή ηλεκτρονικών καταλόγων είναι αποδεκτή ή υποχρεωτική, οι αναθέτουσες αρχές:

(α) Το αναφέρουν στην προκήρυξη σύμβασης ή στην πρόσκληση επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος, εάν ως μέσο προκήρυξης του διαγωνισμού έχει χρησιμοποιηθεί προκαταρκτική προκήρυξη·

(β) επισημαίνουν στα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης της σύμβασης όλες τις αναγκαίες πληροφορίες σύμφωνα με το εδάφιο (8) του άρθρου 55, όσον αφορά το μορφότυπο, το χρησιμοποιούμενο ηλεκτρονικό εξοπλισμό και τις τεχνικές ρυθμίσεις και προδιαγραφές της σύνδεσης για τον κατάλογο.

(6) Εάν έχει συναφθεί συμφωνία-πλαίσιο με περισσότερους του ενός οικονομικούς φορείς έπειτα από την υποβολή προσφορών υπό τη μορφή ηλεκτρονικών καταλόγων, οι αναθέτουσες αρχές δύνανται να ορίζουν ότι η προκήρυξη νέου διαγωνισμού για συγκεκριμένες συμβάσεις λαμβάνει χώρα βάσει ενημερωμένων καταλόγων. Στην περίπτωση αυτή, οι αναθέτουσες αρχές χρησιμοποιούν μία από τις ακόλουθες μεθόδους:

(α) Καλούν τους προσφέροντες να υποβάλουν εκ νέου τους ηλεκτρονικούς καταλόγους τους, προσαρμοσμένους στις απαιτήσεις της εν λόγω σύμβασης· ή

(β) ενημερώνουν τους προσφέροντες ότι σκοπεύουν να συλλέξουν, από τους ηλεκτρονικούς καταλόγους που έχουν ήδη υποβληθεί, τις πληροφορίες που απαιτούνται ώστε να καταρτίσουν προσφορές προσαρμοσμένες στις απαιτήσεις της συγκεκριμένης σύμβασης, υπό την προϋπόθεση ότι η χρήση της εν λόγω μεθόδου έχει επισημανθεί στα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης για τη συμφωνία πλαίσιο.

(7)(α) Εάν οι αναθέτουσες αρχές προκηρύσσουν νέο διαγωνισμό για συγκεκριμένες συμβάσεις σύμφωνα με την παράγραφο (β) το εδαφίου (6), ενημερώνουν τους προσφέροντες για την ημερομηνία και την ώρα κατά την οποία σκοπεύουν να συλλέξουν τις πληροφορίες που απαιτούνται ούτως ώστε να καταρτίσουν προσφορές προσαρμοσμένες στις απαιτήσεις της εν λόγω συγκεκριμένης σύμβασης και παρέχουν στους προσφέροντες τη δυνατότητα να αρνηθούν την εν λόγω συλλογή πληροφοριών.

(β) Οι αναθέτουσες αρχές προβλέπουν επαρκές χρονικό διάστημα μεταξύ της κοινοποίησης και της συλλογής των πληροφοριών.

(γ) Πριν από την ανάθεση της σύμβασης, οι αναθέτουσες αρχές παρουσιάζουν τις συλλεγείσες πληροφορίες στον ενδιαφερόμενο προσφέροντα, δίνοντάς του την ευκαιρία να αμφισβητήσει ή να επιβεβαιώσει ότι η προσφορά που προέκυψε με αυτό τον τρόπο δεν περιέχει ουσιώδη σφάλματα.

(8)(α) Οι αναθέτουσες αρχές δύνανται να αναθέτουν συμβάσεις, βάσει δυναμικού συστήματος αγορών, απαιτώντας οι προσφορές για μια συγκεκριμένη σύμβαση να υποβάλλονται υπό τη μορφή ηλεκτρονικού καταλόγου.

(β) Οι αναθέτουσες αρχές δύνανται επίσης να αναθέτουν συμβάσεις, βάσει δυναμικού συστήματος αγορών, σύμφωνα με την παράγραφο (β) του εδαφίου (6) και το εδάφιο (7), υπό την προϋπόθεση ότι η αίτηση συμμετοχής στο δυναμικό σύστημα αγορών συνοδεύεται από ηλεκτρονικό κατάλογο σύμφωνα με τις τεχνικές προδιαγραφές και το μορφότυπο που ορίζεται από την αναθέτουσα αρχή. Στη συνέχεια, ο εν λόγω κατάλογος συμπληρώνεται από τους υποψηφίους, αφού ενημερωθούν για την πρόθεση της αναθέτουσας αρχής να καταρτίσει προσφορές μέσω της διαδικασίας της παραγράφου (β) του εδαφίου (6).

Κεντρικές δραστηριότητες αγορών και κεντρικές αρχές αγορών

34.-(1)(α) Οι αναθέτουσες αρχές δύνανται να αποκτούν προμήθειες ή/και υπηρεσίες από κεντρική αρχή αγορών που προσφέρει κεντρικές δραστηριότητες αγορών.

(β) Οι αναθέτουσες αρχές δύνανται να αποκτούν έργα, προμήθειες και υπηρεσίες χρησιμοποιώντας συμβάσεις που ανατίθενται από κεντρική αρχή αγορών, χρησιμοποιώντας δυναμικά συστήματα αγορών που διαχειρίζεται κεντρική αρχή αγορών, ή, στον βαθμό που καθορίζεται στο εδάφιο (3) του άρθρου 30, χρησιμοποιώντας συμφωνία-πλαίσιο, η οποία συνάπτεται από κεντρική αρχή αγορών προσφέρουσα κεντρικές δραστηριότητες αγορών. Όταν ένα δυναμικό σύστημα αγορών, το οποίο χειρίζεται μια κεντρική αρχή αγορών, μπορεί να χρησιμοποιείται από λοιπές αναθέτουσες αρχές, αυτό αναφέρεται στην προκήρυξη διαγωνισμού με την οποία συγκροτείται το σύστημα.

(γ) Σε σχέση με τις παραγράφους (α) και (β), το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να προβλέπει ότι ορισμένες διαδικασίες σύναψης σύμβασης πραγματοποιούνται με προσφυγή σε κεντρικές αρχές αγορών ή σε μία ή περισσότερες συγκεκριμένες κεντρικές αρχές αγορών.

(2) Υπό την επιφύλαξη του εδαφίου (3) μια αναθέτουσα αρχή εκπληρώνει τις υποχρεώσεις της δυνάμει του παρόντος Νόμου, όταν:

(α) Αποκτά προμήθειες ή υπηρεσίες από κεντρική αρχή αγορών, η οποία προσφέρει κεντρικές δραστηριότητες αγορών∙ ή

(β) αποκτά έργα, προμήθειες και υπηρεσίες χρησιμοποιώντας συμβάσεις που ανατίθενται από την κεντρική αρχή αγορών, χρησιμοποιώντας δυναμικά συστήματα αγορών που διαχειρίζεται η κεντρική αρχή αγορών, ή, στον βαθμό που καθορίζεται στο εδάφιο (3) του άρθρου 30, χρησιμοποιώντας συμφωνία πλαίσιο που συνάπτεται από κεντρική αρχή αγορών.

(3) Η αναθέτουσα αρχή είναι υπεύθυνη για την εκπλήρωση των υποχρεώσεών της, δυνάμει του παρόντος Νόμου, για τα μέρη που διεξάγονται από την ίδια, ως ακολούθως:

(i) Κατά την ανάθεση σύμβασης, στο πλαίσιο δυναμικού συστήματος αγορών, το οποίο διαχειρίζεται κεντρική αρχή αγορών,

(ii) κατά τη διεξαγωγή νέου διαγωνισμού, βάσει της συμφωνίας - πλαίσιο, η οποία έχει συναφθεί από κεντρική αρχή αγορών,

(iii) κατά τον προσδιορισμό του συμβαλλόμενου, στη συμφωνία πλαίσιο, οικονομικού φορέα που θα εκτελέσει ένα συγκεκριμένο καθήκον στο πλαίσιο συμφωνίας πλαίσιο που έχει συναφθεί από κεντρική αρχή αγορών, κατ’ εφαρμογή της παραγράφου (α) ή (β) του εδαφίου (6) του άρθρου 30.

(4) Όλες οι διαδικασίες σύναψης σύμβασης που διεξάγονται από κεντρική αρχή αγορών εκτελούνται μέσω ηλεκτρονικών μέσων επικοινωνίας, σύμφωνα με τις απαιτήσεις που καθορίζονται στο άρθρο 55.

(5) Οι αναθέτουσες αρχές δύνανται, χωρίς να εφαρμόζουν τις διαδικασίες του παρόντος Νόμου, να αναθέτουν δημόσια σύμβαση υπηρεσιών για την παροχή υπηρεσιών κεντρικών δραστηριοτήτων αγορών σε κεντρική αρχή αγορών. Αυτές οι δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών μπορεί επίσης να περιλαμβάνουν την παροχή επικουρικών δραστηριοτήτων αγορών.

Από κοινού διαδικασίες σύναψης συμβάσεων

35.-(1) Δύο ή περισσότερες αναθέτουσες αρχές δύνανται να συμφωνούν να εκτελούν συγκεκριμένες διαδκασίες σύναψης συμβάσεων από κοινού.

(2) Στις περιπτώσεις όπου μια διαδικασία σύναψης σύμβασης εκτελείται εξ ολοκλήρου από κοινού εξ ονόματος και για λογαριασμό όλων των αναθετουσών αρχών, οι αναθέτουσες αρχές αυτές είναι υπεύθυνες, αλληλέγυα, για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που προκύπτουν από τον παρόντα Νόμο. Τούτο ισχύει και σε περιπτώσεις όπου τη διαδικασία διαχειρίζεται μία αναθέτουσα αρχή, ενεργώντας τόσο για δικό της λογαριασμό όσο και για λογαριασμό των υπολοίπων αναθετουσών αρχών.

(3) Στις περιπτώσεις όπου η διαδικασία σύναψης σύμβασης δεν εκτελείται εξ ολοκλήρου εξ ονόματος και για λογαριασμό των ενδιαφερόμενων αναθετουσών αρχών, οι αρχές έχουν, αλληλέγγυα, ευθύνη μόνο για τα μέρη εκείνα που εκτελούνται από κοινού. Κάθε αναθέτουσα αρχή φέρει την αποκλειστική ευθύνη για την εκπλήρωση των υποχρεώσεών της, σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο, για τα μέρη που αναλαμβάνει ιδίω ονόματι και για δικό της λογαριασμό.

Διαδικασίες σύναψης συμβάσεων που αφορούν αναθέτουσες αρχές από διαφορετικά κράτη μέλη

36.-(1) Υπό την επιφύλαξη του άρθρου 16, αναθέτουσες αρχές από διαφορετικά κράτη μέλη δύνανται να ενεργούν από κοινού για την ανάθεση δημόσιων συμβάσεων, χρησιμοποιώντας έναν από τους τρόπους που προβλέπονται στο παρόν άρθρο:

Νοείται ότι οι αναθέτουσες αρχές δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιούν τα μέσα που προβλέπονται στο παρόν άρθρο, με σκοπό την αποφυγή της εφαρμογής αναγκαστικών διατάξεων του δημοσίου δικαίου, σύμφωνων με το ενωσιακό δίκαιο, στις οποίες υπόκεινται στη Δημοκρατία.

(2) Υπό την επιφύλαξη του εδαφίου (3), οι αναθέτουσες αρχές δύνανται να χρησιμοποιούν κεντρικές δραστηριότητες αγορών προσφερόμενες από κεντρική αρχή αγορών εγκατεστημένη σε άλλο κράτος μέλος.

(3) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται, με απόφασή του, να προσδιορίζει ότι, όσον αφορά κεντρικές δραστηριότητες αγορών που προσφέρονται από κεντρικές αρχές αγορών εγκατεστημένες σε άλλο κράτος μέλος, οι αναθέτουσες αρχές δύνανται να χρησιμοποιούν μόνο τις κεντρικές δραστηριότητες αγορών ως ορίζονται είτε στην παράγραφο (α) είτε στην παράγραφο (β) του σχετικού ορισμού του όρου «κεντρικές δραστηριότητες αγορών».

(4)(α) Η παροχή των κεντρικών δραστηριοτήτων αγορών από κεντρική αρχή αγορών εγκατεστημένη σε άλλο κράτος μέλος πραγματοποιείται σύμφωνα με τις εθνικές διατάξεις του κράτους μέλους όπου είναι εγκατεστημένη η κεντρική αρχή αγορών.

(β) Οι εθνικές διατάξεις του κράτους μέλους όπου είναι εγκατεστημένη η κεντρική αρχή αγορών εφαρμόζονται επίσης στα ακόλουθα:

(i) Στην ανάθεση σύμβασης στο πλαίσιο του δυναμικού συστήματος αγορών,

(ii) στη διεξαγωγή νέου διαγωνισμού στο πλαίσιο συμφωνίας - πλαίσιο,

(iii) στον προσδιορισμό, σύμφωνα με την παράγραφο (α) ή (β) του εδαφίου (6) του άρθρου 30, του συμβαλλόμενου στη συμφωνία - πλαίσιο οικονομικού φορέα που θα εκτελέσει ένα συγκεκριμένο καθήκον.

(5)(α) Αναθέτουσες αρχές από διαφορετικά κράτη μέλη δύνανται, από κοινού, να αναθέτουν δημόσια σύμβαση, να συνάπτουν συμφωνία πλαίσιο ή να λειτουργούν δυναμικό σύστημα αγορών. Δύνανται επίσης, στο βαθμό που καθορίζεται στο εδάφιο (3) του άρθρου 30, να αναθέτουν συμβάσεις βάσει της συμφωνίας πλαίσιο ή του δυναμικού συστήματος αγορών. Εκτός αν τα αναγκαία στοιχεία ρυθμίζονται από διεθνή συμφωνία μεταξύ των ενδιαφερομένων κρατών μελών, οι συμμετέχουσες αναθέτουσες αρχές συνάπτουν συμφωνία όπου προσδιορίζονται τα εξής:

(i) Οι ευθύνες των μερών και οι σχετικές εφαρμοστέες εθνικές διατάξεις,

(ii) η εσωτερική οργάνωση της διαδικασίας σύναψης σύμβασης, συμπεριλαμβανομένης της διαχείρισης της διαδικασίας, της κατανομής των έργων, προμηθειών ή υπηρεσιών που πρόκειται να αποκτηθούν και της σύναψης των συμβάσεων.

(β) Μια συμμετέχουσα αναθέτουσα αρχή εκπληρώνει τις υποχρεώσεις της, δυνάμει του παρόντος Νόμου, όταν αγοράζει έργα, προμήθειες ή υπηρεσίες από την αναθέτουσα αρχή που είναι υπεύθυνη για τη διαδικασία σύναψης σύμβασης. Για τον προσδιορισμό των ευθυνών και του εφαρμοστέου εθνικού δικαίου σύμφωνα με την υποπαράγραφο (i) της παραγράφου (α), οι αναθέτουσες αρχές δύνανται να αποφασίζουν να αναθέτουν τις ευθύνες σε μια ή περισσότερες από τις συμμετέχουσες αναθέτουσες αρχές και να επιλέγουν τις σχετικές εφαρμοστέες διατάξεις οποιουδήποτε κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένη τουλάχιστον μία από τις συμμετέχουσες αρχές. Η ανάθεση ευθυνών και το σχετικό εφαρμοστέο εθνικό δίκαιο αναφέρονται στα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης για τις από κοινού ανατιθέμενες δημόσιες συμβάσεις.

(6)(α) Σε περίπτωση που αναθέτουσες αρχές από διαφορετικά κράτη μέλη έχουν συστήσει κοινό φορέα, συμπεριλαμβανομένων των ευρωπαϊκών ομίλων εδαφικής συνεργασίας δυνάμει του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1082/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 5ης Ιουλίου 2006, για τον ευρωπαϊκό όμιλο εδαφικής συνεργασίας, ή άλλων φορέων που ιδρύονται δυνάμει της νομοθεσίας της Ένωσης, οι συμμετέχουσες αναθέτουσες αρχές συμφωνούν, μέσω απόφασης του αρμόδιου οργάνου του κοινού φορέα, επί των εφαρμοστέων εθνικών κανόνων περί διαδικασιών σύναψης συμβάσεων ενός από τα ακόλουθα κράτη μέλη:

(i) Του κράτους μέλους όπου έχει την έδρα της ο κοινός φορέας,

(ii) του κράτους μέλους όπου διεξάγει τις δραστηριότητές της ο κοινός φορέας.

(β) Η συμφωνία που αναφέρεται στην παράγραφο (α) μπορεί, είτε να εφαρμόζεται για αόριστο χρονικό διάστημα, όταν καθορίζεται στη συστατική πράξη του κοινού φορέα, είτε να περιορίζεται σε συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, σε ορισμένα είδη συμβάσεων ή σε μία ή περισσότερες μεμονωμένες αναθέσεις συμβάσεων.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 ΔΙΕΞΑΓΩΓΗ ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ
Προκαταρκτικές διαβουλεύσεις της αγοράς

37.-(1) Πριν την έναρξη της διαδικασίας σύναψης σύμβασης, οι αναθέτουσες αρχές δύνανται να διεξάγουν διαβουλεύσεις με την αγορά, προκειμένου να προετοιμάσουν τη διαδικασία σύναψης σύμβασης και να ενημερώσουν τους οικονομικούς φορείς για τα σχέδια και τις απαιτήσεις τους όσον αφορά τις συμβάσεις.

(2) Για το σκοπό που αναφέρεται στο εδάφιο (1), οι αναθέτουσες αρχές μπορούν, ιδίως, να ζητούν ή να δέχονται τις συμβουλές ανεξάρτητων εμπειρογνωμόνων ή αρχών ή συμμετεχόντων της αγοράς. Οι εν λόγω συμβουλές δύνανται να χρησιμοποιούνται για το σχεδιασμό και τη διεξαγωγή της διαδικασίας σύναψης σύμβασης, εφόσον δεν έχουν ως αποτέλεσμα τη στρέβλωση του ανταγωνισμού και την παραβίαση των αρχών της διαφάνειας και της αποφυγής των διακρίσεων.

Προηγούμενη εμπλοκή υποψηφίων ή προσφερόντων

38.-(1) Σε περίπτωση που ένας υποψήφιος, ένας προσφέρων ή μια επιχείρηση, η οποία σχετίζεται με υποψήφιο ή προσφέροντα, έχει παράσχει συμβουλές στην αναθέτουσα αρχή, είτε εντός είτε εκτός του πλαισίου του άρθρου 37, ή έχει εμπλακεί με οποιοδήποτε τρόπο στην προετοιμασία της διαδικασίας σύναψης σύμβασης, η αναθέτουσα αρχή λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα για να διασφαλίσει τη μη στρέβλωση του ανταγωνισμού, λόγω της συμμετοχής του εν λόγω υποψηφίου ή προσφέροντα.

(2) Τα μέτρα που λαμβάνει η αναθέτουσα αρχή σύμφωνα με το εδάφιο (1), περιλαμβάνουν τη γνωστοποίηση στους λοιπούς υποψηφίους και προσφέροντες σχετικών πληροφοριών που ανταλλάχθηκαν στο πλαίσιο της προηγούμενης εμπλοκής του υποψηφίου ή του προσφέροντος ή της επιχείρησης, η οποία σχετίζεται με υποψήφιο ή προσφέροντα, στην προετοιμασία της διαδικασίας σύναψης σύμβασης και τον προσδιορισμό επαρκών προθεσμιών για την παραλαβή των προσφορών.

(3) Ο υποψήφιος ή προσφέρων που αναφέρεται στο εδάφιο (1) αποκλείεται από τη διαδικασία, μόνο εάν δεν υπάρχει άλλος τρόπος να διασφαλιστεί συμμόρφωση με την υποχρέωση τήρησης της αρχής της ίσης μεταχείρισης:

Νοείται ότι πριν από οποιοδήποτε τέτοιο αποκλεισμό, παρέχεται η ευκαιρία στους υποψηφίους ή τους προσφέροντες να αποδείξουν ότι η συμμετοχή τους στην προετοιμασία της διαδικασίας σύναψης σύμβασης δεν είναι δυνατόν να προκαλέσει στρέβλωση του ανταγωνισμού.

(4) Τα μέτρα που λαμβάνονται σύμφωνα με το εδάφιο (1), τεκμηριώνονται στη χωριστή έκθεση που απαιτείται δυνάμει του άρθρου 84.

Τεχνικές προδιαγραφές

39.-(1)(α) Οι τεχνικές προδιαγραφές που ορίζονται στο Παράρτημα VII, σημείο (1), καθορίζονται στα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης και προσδιορίζουν τα χαρακτηριστικά που απαιτείται να έχουν τα έργα, οι υπηρεσίες ή οι προμήθειες:

Νοείται ότι, τα χαρακτηριστικά αυτά μπορεί επίσης να αναφέρονται στην ειδική διαδικασία ή μέθοδο παραγωγής ή παροχής των ζητούμενων έργων, προμηθειών ή υπηρεσιών ή σε ειδική διαδικασία άλλου σταδίου του κύκλου ζωής τους, ακόμη και αν οι παράγοντες αυτοί δεν αποτελούν μέρος της υλικής τους υπόστασης, υπό την προϋπόθεση ότι συνδέονται με το αντικείμενο της σύμβασης και βρίσκονται σε αναλογία με την αξία και τους στόχους της:

Νοείται περαιτέρω ότι, οι τεχνικές προδιαγραφές δύνανται να προσδιορίζουν αν θα απαιτηθεί μεταβίβαση των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας.

(β) Για όλες τις συμβάσεις που προορίζονται για χρήση από φυσικά πρόσωπα, είτε πρόκειται για το ευρύ κοινό, είτε για το προσωπικό της αναθέτουσας αρχής, οι εν λόγω τεχνικές προδιαγραφές καταρτίζονται με τρόπο ώστε να λαμβάνουν υπόψη τα κριτήρια προσβασιμότητας για άτομα με αναπηρίες ή το σχεδιασμό για όλους τους χρήστες:

Νοείται ότι, στις περιπτώσεις που έχουν εγκριθεί υποχρεωτικά πρότυπα προσβασιμότητας, βάσει νομοθετικής πράξης της Ένωσης, οι τεχνικές προδιαγραφές, όσον αφορά τα κριτήρια προσβασιμότητας για άτομα με αναπηρίες ή το σχεδιασμό για όλους τους χρήστες, καθορίζονται με παραπομπή στα εν λόγω πρότυπα.

(2) Οι τεχνικές προδιαγραφές εξασφαλίζουν ισότιμη πρόσβαση των οικονομικών φορέων στη διαδικασία σύναψης σύμβασης και δεν πρέπει να έχουν ως αποτέλεσμα τη δημιουργία αδικαιολόγητων εμποδίων στο άνοιγμα της σύμβασης στον ανταγωνισμό.

(3) Υπό την επιφύλαξη της νομοθεσίας που ισχύει στη Δημοκρατία αναφορικά με υποχρεωτικούς τεχνικούς κανόνες και νοουμένου ότι η νομοθεσία αυτή είναι σύμφωνη με το δίκαιο της Ένωσης, οι τεχνικές προδιαγραφές διατυπώνονται με έναν από τους ακόλουθους τρόπους:

(α) Ως επιδόσεις ή λειτουργικές απαιτήσεις, συμπεριλαμβανομένων των περιβαλλοντικών χαρακτηριστικών, υπό την προϋπόθεση ότι οι τιθέμενες παράμετροι είναι επαρκώς ακριβείς, ώστε να επιτρέπουν στους προσφέροντες να προσδιορίζουν το αντικείμενο της σύμβασης και στις αναθέτουσες αρχές να αναθέτουν τη σύμβαση·

(β) με παραπομπή σε τεχνικές προδιαγραφές και, με σειρά προτεραιότητας, σε εθνικά πρότυπα που μεταφέρουν ευρωπαϊκά πρότυπα, ευρωπαϊκές τεχνικές αξιολογήσεις, κοινές τεχνικές προδιαγραφές, διεθνή πρότυπα, άλλα τεχνικά συστήματα αναφοράς που έχουν θεσπιστεί από ευρωπαϊκούς οργανισμούς τυποποίησης ή - όταν αυτά δεν υπάρχουν - σε κυπριακά πρότυπα, κυπριακές τεχνικές εγκρίσεις ή κυπριακές τεχνικές προδιαγραφές στον τομέα του σχεδιασμού, του υπολογισμού και της εκτέλεσης των έργων και της χρησιμοποίησης των προμηθειών. Κάθε παραπομπή συνοδεύεται από τη μνεία «ή ισοδύναμο»·

(γ) ως επιδόσεις ή λειτουργικές απαιτήσεις κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο (α), με παραπομπή, ως τεκμήριο συμμόρφωσης προς τις εν λόγω επιδόσεις ή λειτουργικές απαιτήσεις, στις τεχνικές προδιαγραφές που αναφέρονται στην παράγραφο (β)·

(δ) με παραπομπή στις τεχνικές προδιαγραφές που αναφέρονται στην παράγραφο (β) για ορισμένα χαρακτηριστικά και με παραπομπή στις επιδόσεις ή στις λειτουργικές απαιτήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο (α) για άλλα χαρακτηριστικά.

(4) Εκτός εάν δικαιολογείται από το αντικείμενο της σύμβασης, οι τεχνικές προδιαγραφές δεν περιέχουν μνεία συγκεκριμένης κατασκευής ή προέλευσης ή ιδιαίτερης μεθόδου κατασκευής, που να χαρακτηρίζει τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες που παρέχονται από συγκεκριμένο οικονομικό φορέα, ούτε εμπορικού σήματος, διπλώματος ευρεσιτεχνίας, τύπου ή συγκεκριμένης καταγωγής ή παραγωγής που θα είχε ως αποτέλεσμα να ευνοούνται ή να αποκλείονται ορισμένες επιχειρήσεις ή ορισμένα προϊόντα. Η εν λόγω μνεία επιτρέπεται, κατ’ εξαίρεση, όταν δεν είναι δυνατόν να γίνει αρκούντως ακριβής και κατανοητή περιγραφή του αντικειμένου της σύμβασης, κατ’ εφαρμογή του εδαφίου (3), υπό την προϋπόθεση ότι συνοδεύεται από τον όρο «ή ισοδύναμο».

(5) Όταν η αναθέτουσα αρχή χρησιμοποιεί τη δυνατότητα παραπομπής στις τεχνικές προδιαγραφές που αναφέρονται στην παράγραφο (β) του εδαφίου (3), δεν απορρίπτει προσφορά με την αιτιολογία ότι τα έργα, οι προμήθειες ή οι υπηρεσίες για τις οποίες υποβάλλεται προσφορά δεν πληρούν τις τεχνικές προδιαγραφές στις οποίες έχει παραπέμψει, εφόσον ο προσφέρων αποδεικνύει στην προσφορά του, με κάθε ενδεδειγμένο μέσο, συμπεριλαμβανομένων των αποδεικτικών μέσων που αναφέρονται στο άρθρο 41, ότι οι λύσεις που προτείνει πληρούν, κατά ισοδύναμο τρόπο, τις απαιτήσεις που καθορίζονται από τις τεχνικές προδιαγραφές.

(6)(α) Όταν η αναθέτουσα αρχή χρησιμοποιεί τη δυνατότητα που αναφέρεται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (3) για τη διατύπωση των τεχνικών προδιαγραφών, με αναφορά στις επιδόσεις ή στις λειτουργικές απαιτήσεις, δεν απορρίπτει προσφορά έργων, προμηθειών ή υπηρεσιών που πληρούν εθνικό πρότυπο, το οποίο αποτελεί μεταφορά ευρωπαϊκού προτύπου, ευρωπαϊκή τεχνική έγκριση, κοινή τεχνική προδιαγραφή, διεθνές πρότυπο ή τεχνικό πλαίσιο αναφοράς που έχει καταρτιστεί από ευρωπαϊκό οργανισμό τυποποίησης, εφόσον οι εν λόγω προδιαγραφές καλύπτουν τις επιδόσεις ή τις λειτουργικές απαιτήσεις τις οποίες έχει ορίσει.

(β) Ο προσφέρων αποδεικνύει στην προσφορά του, με κάθε ενδεδειγμένο μέσο, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων που αναφέρονται στο άρθρο 41, ότι το έργο, η προμήθεια ή η υπηρεσία που πληροί το πρότυπο ανταποκρίνεται στις επιδόσεις ή στις λειτουργικές απαιτήσεις, τις οποίες έχει ορίσει η αναθέτουσα αρχή.

Σήματα

40.-(1) Όταν οι αναθέτουσες αρχές σκοπεύουν να προβούν σε αγορά έργων, προμηθειών ή υπηρεσιών με ειδικά περιβαλλοντικά, κοινωνικά ή άλλα χαρακτηριστικά, μπορούν, στις τεχνικές προδιαγραφές, στα κριτήρια ανάθεσης ή στις προϋποθέσεις εκτέλεσης της σύμβασης, να απαιτούν συγκεκριμένο σήμα ως αποδεικτικό της συμμόρφωσης των έργων, των υπηρεσιών ή των προμηθειών προς τα απαιτούμενα χαρακτηριστικά, εφόσον πληρούνται σωρευτικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

(α) Οι απαιτήσεις σήματος αφορούν αποκλειστικά τα κριτήρια που σχετίζονται με το αντικείμενο της σύμβασης και που είναι κατάλληλα για τον προσδιορισμό των χαρακτηριστικών των έργων, των προμηθειών ή των υπηρεσιών που αποτελούν αντικείμενο της σύμβασης·

(β) οι απαιτήσεις σήματος βασίζονται σε κριτήρια που μπορούν να επαληθευτούν με αντικειμενικό τρόπο και δεν εισάγουν διακρίσεις·

(γ) τα σήματα καθιερώνονται μέσω ανοικτής και διαφανούς διαδικασίας, στην οποία έχουν δικαίωμα συμμετοχής όλοι οι ενδιαφερόμενοι, συμπεριλαμβανομένων των κρατικών οργανισμών, των καταναλωτών, των κοινωνικών εταίρων, των κατασκευαστών, των διανομέων και των μη κυβερνητικών οργανώσεων·

(δ) τα σήματα είναι προσιτά για όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη·

(ε) οι απαιτήσεις σήματος καθορίζονται από τρίτο μέρος επί του οποίου ο οικονομικός φορέας που υποβάλλει αίτηση για το σήμα δεν μπορεί να ασκήσει αποφασιστική επιρροή.

(2) Όταν οι αναθέτουσες αρχές δεν απαιτούν τα έργα, οι προμήθειες και οι υπηρεσίες να πληρούν όλες τις απαιτήσεις σήματος, αναφέρουν περί ποίων απαιτήσεων σήματος πρόκειται.

(3) Οι αναθέτουσες αρχές που απαιτούν συγκεκριμένο σήμα αποδέχονται όλα τα σήματα που επιβεβαιώνουν ότι τα έργα, οι προμήθειες και οι υπηρεσίες πληρούν τις ισοδύναμες απαιτήσεις σήματος.

(4) Όταν ενας οικονομικός φορέας δεν είχε τεκμηριωμένα τη δυνατότητα να αποκτήσει το ειδικό σήμα που έχει υποδείξει η αναθέτουσα αρχή ή ισοδύναμο σήμα, εντός των σχετικών προθεσμιών, για λόγους για τους οποίους δεν ευθύνεται ο ίδιος, η αναθέτουσα αρχή αποδέχεται άλλα κατάλληλα αποδεικτικά μέσα, όπως, ιδίως, τον τεχνικό φάκελο του κατασκευαστή, υπό την προϋπόθεση ότι ο συγκεκριμένος οικονομικός φορέας αποδεικνύει ότι τα προς παροχή έργα, προμήθειες και υπηρεσίες πληρούν τις απαιτήσεις του ειδικού σήματος ή τις ειδικές απαιτήσεις που έχει υποδείξει η αναθέτουσα αρχή.

(5) Εάν ένα σήμα πληροί τις προϋποθέσεις των παραγράφων (β), (γ), (δ) και (ε) του εδαφίου (1), αλλά ορίζει επιπλέον απαιτήσεις που δεν σχετίζονται με το αντικείμενο της σύμβασης, οι αναθέτουσες αρχές δεν απαιτούν το καθαυτό σήμα, αλλά δύνανται να ορίζουν την τεχνική προδιαγραφή με παραπομπή στις λεπτομερείς προδιαγραφές του εν λόγω σήματος ή, εάν είναι αναγκαίο, σε τμήματα των σχετικών προδιαγραφών που σχετίζονται με το αντικείμενο της σύμβασης και είναι κατάλληλα για τον ορισμό των χαρακτηριστικών του εν λόγω αντικειμένου.

Εκθέσεις δοκιμών, πιστοποίηση και άλλα αποδεικτικά μέσα

41.-(1) Οι αναθέτουσες αρχές δύνανται να απαιτούν από τους οικονομικούς φορείς να προσκομίζουν έκθεση δοκιμών από οργανισμό αξιολόγησης της συμμόρφωσης ή πιστοποιητικό που έχει εκδοθεί από τέτοιο οργανισμό, ως αποδεικτικό μέσο συμμόρφωσης με απαιτήσεις ή κριτήρια που αναφέρονται στις τεχνικές προδιαγραφές, στα κριτήρια ανάθεσης ή στους όρους εκτέλεσης της σύμβασης.

(2) Σε περίπτωση που οι αναθέτουσες αρχές απαιτούν την υποβολή πιστοποιητικών που εκδίδονται από συγκεκριμένο οργανισμό αξιολόγησης της συμμόρφωσης οφείλουν να δέχονται επίσης πιστοποιητικά από άλλους ισοδύναμους οργανισμούς αξιολόγησης της συμμόρφωσης.

(3) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης σημαίνει τον οργανισμό, ο οποίος πραγματοποιεί δραστηριότητες αξιολόγησης της συμμόρφωσης, συμπεριλαμβανομένων βαθμονομήσεων, δοκιμών, πιστοποίησης και επιθεώρησης και είναι διαπιστευμένος σύμφωνα με τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 765/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 9ης Ιουλίου 2008, για τον καθορισμό των απαιτήσεων διαπίστευσης και εποπτείας της αγοράς όσον αφορά την εμπορία των προϊόντων και για την κατάργηση του Κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 339/93 του Συμβουλίου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται και/ή αντικαθίσταται.

(4) Οι αναθέτουσες αρχές δέχονται και άλλα κατάλληλα αποδεικτικά μέσα, εκτός από αυτά που αναφέρονται στα εδάφια (1) και (2), όπως τον τεχνικό φάκελο του κατασκευαστή, εφόσον ο ενδιαφερόμενος οικονομικός φορέας δεν είχε πρόσβαση στα πιστοποιητικά ή στις εκθέσεις δοκιμών που αναφέρονται στα εδάφια (1) και (2) ή δεν είχε τη δυνατότητα να τα αποκτήσει εντός των σχετικών προθεσμιών, νοουμένου ότι για την αδυναμία πρόσβασης δεν ευθύνεται ο ενδιαφερόμενος οικονομικός φορέας και νοουμένου ότι ο ίδιος αποδεικνύει ότι τα προς παροχή έργα, προμήθειες και υπηρεσίες πληρούν τις απαιτήσεις ή τα κριτήρια που ορίζονται στις τεχνικές προδιαγραφές, στα κριτήρια ανάθεσης ή στους όρους εκτέλεσης σύμβασης.

(5) Εφόσον ζητηθεί, η Αρμόδια Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων θέτει, σύμφωνα με το άρθρο 86, στη διάθεση άλλων κρατών μελών οποιεσδήποτε πληροφορίες σχετικά με τα στοιχεία και τα έγγραφα που υποβάλλονται σύμφωνα με το εδάφιο (6) του άρθρου 39, το άρθρο 40 και τα εδάφια (1) έως (4) του παρόντος άρθρου. Η Αρμόδια Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων ή οι αναθέτουσες αρχές ανάλογα με την περίπτωση, δύνανται να αποτείνονται στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους εγκατάστασης του οικονομικού φορέα και να λαμβάνουν τις σχετικές πληροφορίες.

Εναλλακτικές προσφορές

42.-(1) Οι αναθέτουσες αρχές δύνανται να επιτρέπουν ή να απαιτούν από τους προσφέροντες να υποβάλλουν εναλλακτικές προσφορές, υπό την προϋπόθεση ότι:

(α) Αναφέρουν στην προκήρυξη σύμβασης ή, εάν ως μέσο προκήρυξης του διαγωνισμού χρησιμοποιείται προκαταρκτική προκήρυξη, στην πρόσκληση επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος, αν επιτρέπουν ή όχι ή αν απαιτούν ή όχι την υποβολή εναλλακτικών προσφορών∙ και

(β) οι εναλλακτικές προσφορές συνδέονται με το αντικείμενο της σύμβασης.

(2) Οι αναθέτουσες αρχές που επιτρέπουν ή απαιτούν εναλλακτικές προσφορές αναφέρουν στα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης τις ελάχιστες απαιτήσεις, τις οποίες πρέπει να πληρούν οι εναλλακτικές προσφορές, καθώς και τον τρόπο υποβολής τους, ειδικότερα αν οι εναλλακτικές προσφορές αυτές μπορούν να υποβάλλονται μόνον στις περιπτώσεις που έχει επίσης υποβληθεί προσφορά που δεν συνιστά εναλλακτική προσφορά.

(3) Οι αναθέτουσες αρχές διασφαλίζουν ότι τα επιλεγμένα κριτήρια ανάθεσης μπορούν να εφαρμοστούν σε εναλλακτικές προσφορές που πληρούν τις εν λόγω ελάχιστες απαιτήσεις, καθώς και σε συμμορφούμενες προσφορές που δεν είναι εναλλακτικές.

(4) Οι αναθέτουσες αρχές λαμβάνουν υπόψη τους μόνο τις εναλλακτικές προσφορές που ανταποκρίνονται στις ελάχιστες απαιτήσεις τις οποίες έχουν ορίσει.

(5) Στο πλαίσιο των διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων προμηθειών ή υπηρεσιών, οι αναθέτουσες αρχές που έχουν επιτρέψει ή απαιτήσει εναλλακτικές προσφορές δεν απορρίπτουν μια εναλλακτική προσφορά για τον μόνο λόγο ότι, εάν επιλεγεί, θα οδηγήσει, αντίστοιχα, είτε στη σύναψη σύμβασης υπηρεσιών αντί δημόσιας σύμβασης προμηθειών, είτε στη σύναψη σύμβασης προμηθειών αντί δημόσιας σύμβασης υπηρεσιών.

Υποδιαίρεση συμβάσεων σε τμήματα

43.-(1) Οι αναθέτουσες αρχές δύνανται να αποφασίζουν την ανάθεση μιας σύμβασης υπό τη μορφή χωριστών τμημάτων και δύνανται να προσδιορίζουν το μέγεθος και το αντικείμενο των τμημάτων αυτών.

(2) Εξαιρουμένων των συμβάσεων οι οποίες έχουν διαιρεθεί υποχρεωτικά, σύμφωνα με το εδάφιο (5), οι αναθέτουσες αρχές αναφέρουν τους βασικούς λόγους της απόφασής τους για μη διαίρεση σε τμήματα, και περιλαμβάνουν την πληροφόρηση αυτή στα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης ή στη χωριστή έκθεση που καταρτίζεται σύμφωνα με το άρθρο 84.

(3) Η αναθέτουσα αρχή έχει καθήκον να εξετάζει την ορθότητα της διαίρεσης των συμβάσεων σε τμήματα και είναι ελεύθερη να αποφασίζει αυτόνομα, βάσει οποιουδήποτε σκεπτικού κρίνει πρόσφορο, χωρίς να υπόκειται σε διοικητική ή δικαστική εποπτεία.

(4) Οι αναθέτουσες αρχές αναφέρουν, στην προκήρυξη της σύμβασης ή στην πρόσκληση επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος, αν οι προσφορές υποβάλλονται για ένα, περισσότερα ή για όλα τα τμήματα:

Νοείται ότι, οι αναθέτουσες αρχές δύνανται, ακόμη και εάν οι προσφορές είναι δυνατόν να υποβάλλονται για πολλά ή για όλα τα τμήματα, να περιορίζουν τον αριθμό των τμημάτων που μπορούν να ανατεθούν σε έναν προσφέροντα, υπό την προϋπόθεση ότι ο μέγιστος αριθμός των τμημάτων ανά προσφέροντα ορίζεται στην προκήρυξη της σύμβασης ή στην πρόσκληση επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος. Οι αναθέτουσες αρχές αναφέρουν στα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης τα αντικειμενικά και χωρίς διακρίσεις κριτήρια ή τους κανόνες που προτίθενται να εφαρμόσουν για τον προσδιορισμό των τμημάτων που ανατίθενται, στην περίπτωση που η εφαρμογή των κριτηρίων ανάθεσης θα είχε ως αποτέλεσμα την ανάθεση σε έναν προσφέροντα τμημάτων που υπερβαίνουν τον μέγιστο αριθμό:

Νοείται περαιτέρω ότι, σε περίπτωση που είναι δυνατή η ανάθεση περισσότερων του ενός τμημάτων στον ίδιο προσφέροντα, οι αναθέτουσες αρχές δύνανται να αναθέτουν συμβάσεις συνδυάζοντας πολλά ή όλα τα τμήματα, εφόσον έχουν αναφέρει στην προκήρυξη της σύμβασης ή στην πρόσκληση για επιβεβαίωση ενδιαφέροντος ότι διατηρούν το δικαίωμα να το πράξουν και αναφέρουν τον τρόπο συνδυασμού των τμημάτων ή ομάδων τμημάτων.

(5) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να καθιστά υποχρεωτική την ανάθεση συμβάσεων με τη μορφή χωριστών τμημάτων, υπό προϋποθέσεις που θα καθοριστούν με Κανονισμούς, οι οποίοι εκδίδονται δυνάμει του άρθρου 93. Στην περίπτωση αυτή, εφαρμόζεται επίσης το εδάφιο (4).

Καθορισμός προθεσμιών

44.-(1) Κατά τον καθορισμό των προθεσμιών παραλαβής των προσφορών και των αιτήσεων συμμετοχής, οι αναθέτουσες αρχές λαμβάνουν υπόψη την πολυπλοκότητα της σύμβασης και το χρόνο που απαιτείται για την προετοιμασία των προσφορών, υπό την επιφύλαξη των ελάχιστων προθεσμιών που καθορίζονται στα άρθρα 24 έως 28.

(2) Εάν οι προσφορές μπορούν να συνταχθούν μόνον έπειτα από επιτόπια επίσκεψη ή από επιτόπια εξέταση εγγράφων προσαρτημένων στα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης, οι προθεσμίες παραλαβής των προσφορών, οι οποίες πρέπει να είναι μεγαλύτερες από τις ελάχιστες προθεσμίες που προβλέπονται στα άρθρα 24 έως 28, ορίζονται κατά τρόπο ώστε όλοι οι ενδιαφερόμενοι οικονομικοί φορείς να μπορούν να λάβουν γνώση όλων των αναγκαίων πληροφοριών για τη διατύπωση των προσφορών.

(3)(α) Όπου εφαρμόζεται, καθίσταται υποχρεωτική η παράταση της προθεσμίας παραλαβής των προσφορών από τις αναθέτουσες αρχές, ούτως ώστε όλοι οι ενδιαφερόμενοι οικονομικοί φορείς να μπορούν να λάβουν γνώση όλων των αναγκαίων πληροφοριών για την κατάρτιση των προσφορών στις ακόλουθες περιπτώσεις:

(i) Όταν, για οποιοδήποτε λόγο, οι πρόσθετες πληροφορίες, αν και ζητήθηκαν από τον οικονομικό φορέα σε εύθετο χρόνο, δεν παρέχονται το αργότερο έξι (6) ημέρες πριν από την προθεσμία που ορίζεται για την παραλαβή των προσφορών. Σε περίπτωση επισπευσμένης διαδικασίας, σύμφωνα με το εδάφιο (4) του άρθρου 24 και το εδάφιο (8) του άρθρου 25, η προθεσμία ορίζεται σε τέσσερις (4) ημέρες,

(ii) όταν τα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης υφίστανται σημαντικές αλλαγές.

(β) Η διάρκεια της παράτασης είναι ανάλογη με τη σπουδαιότητα των πληροφοριών ή των αλλαγών.

(γ) Οι αναθέτουσες αρχές δεν οφείλουν να παρατείνουν την προθεσμία όταν οι πρόσθετες πληροφορίες δεν έχουν ζητηθεί σε εύθετο χρόνο ή δεν έχουν σημασία για την προετοιμασία κατάλληλων προσφορών.

(4) Υπό την επιφύλαξη του εδαφίου (3), οι αναθέτουσες αρχές δύνανται να παρατείνουν την προθεσμία παραλαβής των προσφορών και των αιτήσεων συμμετοχής, σε κάθε περίπτωση που το κρίνουν αναγκαίο.

Οικονομικοί φορείς

45.-(1) Οι οικονομικοί φορείς οι οποίοι, δυνάμει της νομοθεσίας του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένοι, έχουν δικαίωμα να παρέχουν τη συγκεκριμένη υπηρεσία δεν απορρίπτονται με μοναδική αιτιολογία το γεγονός ότι, δυνάμει της νομοθεσίας που ισχύει στη Δημοκρατία, θα έπρεπε να είναι είτε φυσικά είτε νομικά πρόσωπα.

(2) Στην περίπτωση των δημόσιων συμβάσεων υπηρεσιών και έργων, καθώς και των δημόσιων συμβάσεων προμηθειών που καλύπτουν, επιπλέον, εργασίες ή υπηρεσίες τοποθέτησης και εγκατάστασης, είναι δυνατόν να απαιτείται από τα νομικά πρόσωπα να αναφέρουν, στην προσφορά ή στην αίτηση συμμετοχής τους, τα ονόματα και τα επαγγελματικά προσόντα των μελών του προσωπικού που επιφορτίζονται με την εκτέλεση της συγκεκριμένης σύμβασης.

(3)(α) Στις διαδικασίες σύναψης συμβάσεων μπορούν να συμμετέχουν ενώσεις οικονομικών φορέων, συμπεριλαμβανομένων των προσωρινών συμπράξεων. Υπό την επιφύλαξη του εδαφίου (4), οι αναθέτουσες αρχές δεν απαιτούν από τις εν λόγω ενώσεις να περιβληθούν συγκεκριμένη νομική μορφή για την υποβολή προσφοράς ή την αίτηση συμμετοχής.

(β) Οι αναθέτουσες αρχές δύνανται, όταν το κρίνουν αναγαίο, να διευκρινίζουν στα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης τον τρόπο με τον οποίο οι ενώσεις οικονομικών φορέων θα πληρούν τις προϋποθέσεις όσον αφορά την οικονομική και χρηματοοικονομική επάρκεια ή την τεχνική και επαγγελματική ικανότητα κατά το άρθρο 58, εφόσον αυτό δικαιολογείται αντικειμενικά και τηρείται η αρχή της αναλογικότητας. Η Αρμόδια Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων δύναται με σχετική εγκύκλιο να θέσει τυποποιημένους όρους όσον αφορά τη μορφή υπό την οποία δίδεται η διευκρίνιση αυτή.

(γ) Οι όροι εκτέλεσης της σύμβασης από τις ενώσεις οικονομικών φορέων, οι οποίοι είναι διαφορετικοί από εκείνους που επιβάλλονται σε μεμονωμένους συμμετέχοντες, πρέπει να δικαιολογούνται από αντικειμενικούς λόγους και να είναι αναλογικοί.

(4) Κατά παρέκκλιση από το εδάφιο (3), οι αναθέτουσες αρχές δύνανται να απαιτήσουν από τις ενώσεις οικονομικών φορέων να περιβληθούν συγκεκριμένη νομική μορφή αφού τους ανατεθεί η σύμβαση, στο μέτρο που η σχετική μεταβολή είναι αναγκαία για την ικανοποιητική εκτέλεση της σύμβασης.

Ονοματολογίες

46.-(1) Οποιεσδήποτε αναφορές σε ονοματολογίες στο πλαίσιο διαδικασιών σύναψης δημόσιων συμβάσεων γίνονται με τη χρήση του «Κοινού λεξιλογίου για τις δημόσιες συμβάσεις (CPV)», όπως αυτό εγκρίθηκε με τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2195/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 5ης Νοεμβρίου 2002 περί του κοινού λεξιλογίου για τις δημόσιες συμβάσεις (CPV).

(2) Σε περίπτωση προσαρμογής από την Επιτροπή των κωδικών CPV που αναφέρονται στην Οδηγία 2014/24/ΕΕ, οι οποίοι συμπίπτουν με τους κωδικούς που αναφέρονται στον παρόντα Νόμο και που δεν συνεπάγονται τροποποίηση του πεδίου εφαρμογής του παρόντος Νόμου, η Αρμόδια Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων ενημερώνει τις αναθέτουσες αρχές με σχετική εγκύκλιο.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4 ΔΗΜΟΣΙΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ
Προκαταρκτικές προκηρύξεις

47.-(1) Οι αναθέτουσες αρχές δύνανται να γνωστοποιούν τις προθέσεις τους για σχεδιαζόμενες διαδικασίες σύναψης συμβάσεων δημοσιεύοντας προκαταρκτική προκήρυξη. H προκαταρκτική προκήρυξη περιέχει τις πληροφορίες που προβλέπονται στο Παράρτημα V, Μέρος B, Τμήμα I και δημοσιεύεται σύμφωνα με τη διαδικασία του Παραρτήματος VIIΙ. Όταν η προκαταρκτική προκήρυξη δημοσιεύεται από τις αναθέτουσες αρχές στο «προφίλ αγοραστή» τους, οι αναθέτουσες αρχές αποστέλλουν στην Επιτροπή γνωστοποίηση δημοσίευσης της προκήρυξης στο «προφίλ αγοραστή» τους, σύμφωνα με το Παράρτημα VIII. Οι εν λόγω προκηρύξεις περιέχουν τις πληροφορίες που προβλέπονται στο Παράρτημα V, Μέρος Α.

(2)(α) Για κλειστές και ανταγωνιστικές διαδικασίες με διαπραγμάτευση, οι μη κεντρικές αναθέτουσες αρχές δύνανται να χρησιμοποιούν την προκαταρκτική προκήρυξη ως μέσο προκήρυξης διαγωνισμού, σύμφωνα με το εδάφιο (3) του άρθρου 23, υπό την προϋπόθεση ότι η προκήρυξη πληροί σωρευτικά τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

(i) Αναφέρει κατά τρόπο συγκεκριμένο τις προμήθειες, τα έργα ή τις υπηρεσίες που θα αποτελέσουν το αντικείμενο της σύμβασης που πρόκειται να συναφθεί,

(ii) επισημαίνει ότι η σύμβαση θα ανατεθεί μέσω κλειστής ή ανταγωνιστικής διαδικασίας με διαπραγμάτευση, χωρίς μεταγενέστερη δημοσίευση προκήρυξης διαγωνισμού, και καλεί τους ενδιαφερόμενους οικονομικούς φορείς να εκδηλώσουν εγγράφως το ενδιαφέρον τους,

(iii) περιέχει,τις πληροφορίες που αναφέρονται στο Παράρτημα V, Μέρος B,

(iv) αποστέλλεται για δημοσίευση μεταξύ τριάντα πέντε (35) ημερών και δώδεκα (12) μηνών πριν από την ημερομηνία αποστολής της πρόσκλησης που αναφέρεται στο εδάφιο (1) του άρθρου 53.

(β) Οι προκηρύξεις που αναφέρονται στην παράγραφο (α) δεν δημοσιεύονται σε «προφίλ αγοραστή»:

Νοείται ότι, η τυχόν πρόσθετη δημοσίευση σε εθνικό επίπεδο, σύμφωνα με το άρθρο 51, μπορεί να πραγματοποιηθεί σε «προφίλ αγοραστή».

(γ) Η περίοδος που καλύπτεται από την προκαταρκτική προκήρυξη διαρκεί κατ’ ανώτατο όριο δώδεκα (12) μήνες από την ημερομηνία αποστολής της προς δημοσίευση:

Νοείται ότι, στην περίπτωση δημόσιων συμβάσεων για κοινωνικές και άλλες ειδικές υπηρεσίες, η προκαταρκτική προκήρυξη που αναφέρεται στην παράγραφο (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 75, μπορεί να καλύπτει περίοδο μεγαλύτερη των δώδεκα (12) μηνών.

Προκηρύξεις σύμβασης

48. Χωρίς επηρεασμό των εδαφίων (2), (3) και (4) του άρθρου 23 και του άρθρου 29, οι προκηρύξεις σύμβασης οι οποίες χρησιμοποιούνται ως μέσο προκήρυξης του διαγωνισμού για όλες τις διαδικασίες, περιέχουν τις πληροφορίες που περιλαμβάνονται στο Παράρτημα V, Μέρος Γ και δημοσιεύονται σύμφωνα με το άρθρο 50.

Γνωστοποιήσεις συναφθεισών συμβάσεων

49.-(1) Το αργότερο τριάντα (30) ημέρες από τη σύναψη σύμβασης ή συμφωνίας πλαίσιο, κατόπιν απόφασης για την ανάθεση ή τη σύναψή της, οι αναθέτουσες αρχές αποστέλλουν στην Επιτροπή γνωστοποίηση συναφθείσας σύμβασης με τα αποτελέσματα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης, η οποία περιέχει τις πληροφορίες που περιλαμβάνονται στο Παράρτημα V, Μέρος Δ και δημοσιεύεται σύμφωνα με το άρθρο 50.

(2) Στην περίπτωση που η προκήρυξη διαγωνισμού για τη σχετική σύμβαση έγινε υπό τη μορφή προκαταρκτικής προκήρυξης και η αναθέτουσα αρχή αποφασίσει να μην αναθέσει περαιτέρω συμβάσεις κατά τη διάρκεια της περιόδου που καλύπτεται από την προκαταρκτική προκήρυξη, η γνωστοποίηση συναφθείσας σύμβασης περιέχει σχετική επισήμανση.

(3) Στην περίπτωση συμφωνιών πλαίσιο που συνάπτονται σύμφωνα με το άρθρο 30, οι αναθέτουσες αρχές απαλλάσσονται από την υποχρέωση αποστολής γνωστοποίησης με τα αποτελέσματα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης για κάθε σύμβαση που βασίζεται στη συμφωνία πλαίσιο:

Νοείται ότι, οι αναθέτουσες αρχές συγκεντρώνουν σε τριμηνιαία βάση τις γνωστοποιήσεις των αποτελεσμάτων των διαδικασιών σύναψης σύμβασης για συμβάσεις που βασίζονται στη συμφωνία-πλαίσιο, και τις αποστέλλουν στην Επιτροπή το αργότερο τριάντα (30) ημέρες μετά τη λήξη εκάστου τριμήνου.

(4) Οι αναθέτουσες αρχές αποστέλλουν στην Επιτροπή γνωστοποίηση συναφθεισών συμβάσεων, οι οποίες βασίζονται σε δυναμικό σύστημα αγορών, το αργότερο τριάντα (30) ημέρες μετά την ανάθεση κάθε σύμβασης:

Νοείται ότι, οι αναθέτουσες αρχές δύνανται να συγκεντρώνουν τις ως άνω γνωστοποιήσεις σε τριμηνιαία βάση και να τις αποστέλλουν στην Επιτροπή το αργότερο τριάντα (30) ημέρες μετά τη λήξη εκάστου τριμήνου.

(5) Ορισμένες πληροφορίες σχετικά με τη σύναψη της σύμβασης ή της συμφωνίας πλαίσιο μπορούν να μην δημοσιεύονται, όταν η γνωστοποίησή τους μπορεί να εμποδίσει την εφαρμογή των νόμων, να είναι αντίθετη, καθ’ οιονδήποτε άλλο τρόπο, προς το δημόσιο συμφέρον ή να βλάψει τα νόμιμα εμπορικά συμφέροντα δημόσιων ή ιδιωτικών οικονομικών φορέων ή τις συνθήκες θεμιτού ανταγωνισμού μεταξύ των οικονομικών φορέων.

Σύνταξη και λεπτομέρειες δημοσίευσης των προκηρύξεων και γνωστοποιήσεων

50.-(1) Οι προκηρύξεις και γνωστοποιήσεις που αναφέρονται στα άρθρα 47, 48, και 49 περιλαμβάνουν τις πληροφορίες που προβλέπονται στο Παράρτημα V υπό τη μορφή τυποποιημένων εντύπων, συμπεριλαμβανομένων και των τυποποιημένων εντύπων για τα διορθωτικά, ως αυτά καταρτίζονται από την Επιτροπή και δημοσιεύονται από την Υπηρεσία Εκδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

(2) Οι αναθέτουσες αρχές πρέπει να είναι σε θέση να αποδεικνύουν την ημερομηνία αποστολής των προκηρύξεων και γνωστοποιήσεων.

(3) Οι αναθέτουσες αρχές δύνανται να δημοσιεύουν προκηρύξεις και γνωστοποιήσεις για δημόσιες συμβάσεις που δεν υπόκεινται στην προβλεπόμενη στον παρόντα Νόμο υποχρέωση δημοσίευσης, υπό την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω προκηρύξεις και γνωστοποιήσεις αποστέλλονται στην Υπηρεσία Εκδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης με ηλεκτρονικά μέσα, με τον μορφότυπο και σύμφωνα με τις λεπτομέρειες διαβίβασης που αναφέρονται στο Παράρτημα VIII.

Δημοσίευση στη Δημοκρατία

51.-(1) Οι προκηρύξεις και γνωστοποιήσεις που αναφέρονται στα άρθρα 47, 48 και 49, καθώς και οι πληροφορίες που περιέχονται σε αυτές δεν δημοσιεύονται στη Δημοκρατία πριν από την ημερομηνία δημοσίευσης σύμφωνα με το άρθρο 50:

Νοείται ότι, η δημοσίευση μπορεί να πραγματοποιείται σε κάθε περίπτωση στη Δημοκρατία, όταν οι αναθέτουσες αρχές δεν έχουν ενημερωθεί από τις αρμόδιες Υπηρεσίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σχετικά με τη δημοσίευση εντός σαράντα οκτώ (48) ωρών από την επιβεβαίωση της παραλαβής της προκήρυξης ή της γνωστοποίησης σύμφωνα με το άρθρο 50.

(2) Οι προκηρύξεις και γνωστοποιήσεις που δημοσιεύονται στη Δημοκρατία δεν περιλαμβάνουν πληροφορίες άλλες από εκείνες που περιέχονται στις προκηρύξεις και γνωστοποιήσεις που αποστέλλονται στην Υπηρεσία Εκδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή δημοσιεύονται στο «προφίλ αγοραστή» και αναφέρουν την ημερομηνία αποστολής της προκήρυξης/γνωστοποίησης στην Επιτροπή ή της δημοσίευσης στο «προφίλ αγοραστή».

(3) Οι προκαταρκτικές προκηρύξεις δεν δημοσιεύονται στο «προφίλ αγοραστή» πριν από την αποστολή στην Υπηρεσία Εκδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης της προκήρυξης/ γνωστοποίησης με την οποία ανακοινώνεται η δημοσίευσή τους υπό τη μορφή αυτή και αναφέρουν την ημερομηνία της αποστολής.

Ηλεκτρονική διάθεση των εγγράφων της διαδικασίας σύναψης σύμβασης

52.-(1)(α) Οι αναθέτουσες αρχές προσφέρουν ελεύθερη, άμεση, πλήρη και δωρεάν ηλεκτρονική πρόσβαση στα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης από την ημερομηνία δημοσίευσης προκήρυξης σύμφωνα με το άρθρο 50 ή την ημερομηνία αποστολής της πρόσκλησης επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος. Το κείμενο της προκήρυξης ή της πρόσκλησης επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος διευκρινίζει τη διεύθυνση διαδικτύου απ’ όπου μπορεί να ληφθούν τα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης.

(β) Όταν δεν μπορεί να προσφερθεί ελεύθερη, άμεση, πλήρης και δωρεάν ηλεκτρονική πρόσβαση σε ορισμένα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης για έναν από τους λόγους που αναφέρονται στο εδάφιο (2) του άρθρου 55, οι αναθέτουσες αρχές δύνανται να αναφέρουν στην προκήρυξη ή στην πρόσκληση επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος ότι τα σχετικά έγγραφα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης θα διαβιβαστούν με μέσα άλλα πλην των ηλεκτρονικών, σύμφωνα με το εδάφιο (2). Στην περίπτωση αυτή, η προθεσμία υποβολής προσφορών παρατείνεται κατά πέντε (5) ημέρες, εκτός από περιπτώσεις δεόντως αιτιολογημένης επείγουσας ανάγκης, όπως αναφέρεται στο εδάφιο (4) του άρθρου 24, στο εδάφιο (8) του άρθρου 25 και στο εδάφιο (4) του άρθρου 26.

(γ) Όταν δεν μπορεί να προσφερθεί ελεύθερη, άμεση, πλήρης και δωρεάν ηλεκτρονική πρόσβαση σε ορισμένα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης, διότι οι αναθέτουσες αρχές έχουν σκοπό να εφαρμόσουν το εδάφιο (2) του άρθρου 5, αναφέρουν στην προκήρυξη ή στην πρόσκληση επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος τα μέτρα προστασίας του εμπιστευτικού χαρακτήρα των πληροφοριών τα οποία απαιτούν και τον τρόπο με τον οποίο είναι δυνατή η πρόσβαση στα σχετικά έγγραφα. Στην περίπτωση αυτή, η προθεσμία υποβολής προσφορών παρατείνεται κατά πέντε (5) ημέρες, εκτός από περιπτώσεις δεόντως αιτιολογημένης επείγουσας ανάγκης, όπως αναφέρεται στο εδάφιο (4) του άρθρου 24, στο εδάφιο (8) του άρθρου 25 και στο εδάφιο (4) του άρθρου 26.

(2) Οι αναθέτουσες αρχές παρέχουν σε όλους τους προσφέροντες που συμμετέχουν στη διαδικασία σύναψης σύμβασης συμπληρωματικές πληροφορίες, εφόσον ζητηθούν εγκαίρως, σχετικά με τις προδιαγραφές και τυχόν δικαιολογητικά έγγραφα, το αργότερο έξι (6) ημέρες πριν από τη λήξη της προθεσμίας που έχει οριστεί για την παραλαβή των προσφορών. Σε περίπτωση επισπευσμένης διαδικασίας , όπως αναφέρεται στο εδάφιο (4) του άρθρου 24 και στο εδάφιο (8) του άρθρου 25, η προθεσμία αυτή ανέρχεται σε τέσσερις (4) ημέρες.

Προσκλήσεις προς υποψηφίους

53.-(1)(α) Στις κλειστές διαδικασίες, τις διαδικασίες ανταγωνιστικού διαλόγου, τις συμπράξεις καινοτομίας και τις ανταγωνιστικές διαδικασίες με διαπραγμάτευση, οι αναθέτουσες αρχές προσκαλούν ταυτοχρόνως και γραπτώς τους επιλεγέντες υποψηφίους να υποβάλουν τις προσφορές τους ή, στην περίπτωση ανταγωνιστικού διαλόγου, να συμμετάσχουν στον διάλογο.

(β) Στις περιπτώσεις που ως μέσο προκήρυξης διαγωνισμού χρησιμοποιείται προκαταρκτική προκήρυξη, σύμφωνα με το εδάφιο (2) του άρθρου 47, οι αναθέτουσες αρχές προσκαλούν ταυτοχρόνως και γραπτώς τους οικονομικούς φορείς που έχουν εκδηλώσει το ενδιαφέρον τους να επιβεβαιώσουν ότι εξακολουθούν να ενδιαφέρονται.

(2)(α) Οι προσκλήσεις που αναφέρονται στο εδάφιο (1) περιλαμβάνουν-

(i) παραπομπή στην ηλεκτρονική διεύθυνση στην οποία διατίθενται απευθείας με ηλεκτρονικά μέσα τα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης, και

(ii) τις πληροφορίες που ορίζονται στο Παράρτημα ΙΧ.

(β) Σε περίτπωση που τα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης δεν καθίστανται αντικείμενο ελεύθερης, άμεσης, πλήρους και δωρεάν πρόσβασης για τους λόγους που εκτίθενται στις παράγράφους (β) και (γ) του εδαφίου (1) του άρθρου 52 και δεν διατίθενται ήδη με οποιονδήποτε άλλο τρόπο, οι προσκλήσεις συνοδευονται από τα εν λόγω έγγραφα.

Ενημέρωση των υποψηφίων και των προσφερόντων

54.-(1) Οι αναθέτουσες αρχές ενημερώνουν, το συντομότερο δυνατό, όλους τους υποψηφίους και τους προσφέροντες για τις αποφάσεις που λαμβάνονται σχετικά με τη σύναψη συμφωνίας πλαίσιο, την ανάθεση σύμβασης ή την αποδοχή σε ένα δυναμικό σύστημα αγορών, συμπεριλαμβανομένων των λόγων για τους οποίους αποφάσισαν να μην συνάψουν συμφωνία πλαίσιο, να μην αναθέσουν σύμβαση για την οποία προκηρύχθηκε διαγωνισμός, να αρχίσουν νέα διαδικασία ή να μην θέσουν σε εφαρμογή δυναμικό σύστημα αγορών.

(2) Κατόπιν αιτήσεως των ενδιαφερομένων υποψηφίων ή προσφερόντων, οι αναθέτουσες αρχές γνωστοποιούν το συντομότερο δυνατό και σε κάθε περίπτωση εντός δεκαπέντε (15) ημερών από την παραλαβή γραπτής αίτησης:

(α) Σε τυχόν απορριφθέντες υποψηφίους, τους λόγους για την απόρριψη της αίτησης συμμετοχής τους˙

(β) σε τυχόν απορριφθέντες προσφέροντες, τους λόγους για την απόρριψη της προσφοράς τους, συμπεριλαμβανομένων, στις περιπτώσεις που αναφέρονται στα εδάφια (5) και (6) του άρθρου 39, των λόγων της απόφασής τους περί μη ισοδυναμίας ή περί μη εκπλήρωσης των απαιτήσεων επίδοσης ή λειτουργίας από τα έργα, τις προμήθειες ή τις υπηρεσίες˙

(γ) σε τυχόν προσφέροντες που έχουν υποβάλει παραδεκτή προσφορά, τα χαρακτηριστικά και τα σχετικά πλεονεκτήματα της επιλεγείσας προσφοράς, καθώς και την επωνυμία του αναδόχου ή των συμβαλλομένων μερών της συμφωνίας πλαίσιο˙

(δ) σε προσφέροντες που έχουν υποβάλει παραδεκτή προσφορά, τη διεξαγωγή και την πρόοδο των διαπραγματεύσεων και του διαλόγου με τους προσφέροντες.

(3) Οι αναθέτουσες αρχές δύνανται να αποφασίζουν να μην γνωστοποιήσουν ορισμένες πληροφορίες που αναφέρονται στα εδάφια (1) και (2) σχετικά με την ανάθεση των συμβάσεων, τη σύναψη συμφωνιών πλαίσιο ή την αποδοχή σε ένα σύστημα δυναμικών αγορών, εφόσον η γνωστοποίηση των εν λόγω πληροφοριών μπορεί να εμποδίσει την εφαρμογή των νόμων, να είναι αντίθετη, καθ’ οιονδήποτε άλλο τρόπο, προς το δημόσιο συμφέρον ή να βλάψει τα νόμιμα εμπορικά συμφέροντα δημόσιων ή ιδιωτικών οικονομικών φορέων ή τις συνθήκες θεμιτού ανταγωνισμού μεταξύ οικονομικών φορέων.

Κανόνες που εφαρμόζονται στις επικοινωνίες

55.-(1) Υπό την επιφύλαξη των εδαφίων (2), (3) και (4) όλες οι επικοινωνίες καθώς και όλες οι ανταλλαγές πληροφοριών δυνάμει του Μέρους ΙΙ και του Μέρους ΙΙΙ του παρόντος Νόμου, ιδιαίτερα η ηλεκτρονική υποβολή, εκτελούνται με ηλεκτρονικά μέσα επικοινωνίας σύμφωνα με τις απαιτήσεις του παρόντος άρθρου. Τα εργαλεία και οι συσκευές που χρησιμοποιούνται για τις επικοινωνίες με ηλεκτρονικά μέσα, καθώς και τα τεχνικά χαρακτηριστικά τους, δεν δημιουργούν διακρίσεις, είναι γενικώς προσιτά και διαλειτουργικά με τις γενικά χρησιμοποιούμενες τεχνολογίες πληροφοριών και επικοινωνιών (ΤΠΕ) και δεν περιορίζουν την πρόσβαση των οικονομικών φορέων στη διαδικασία σύναψης της σύμβασης.

(2) Οι αναθέτουσες αρχές δεν υποχρεούνται να απαιτούν τη χρήση ηλεκτρονικών μέσων επικοινωνίας κατά τη διαδικασία υποβολής στις ακόλουθες περιπτώσεις:

(α) Όταν λόγω του ειδικού χαρακτήρα της σύμβασης, η χρήση ηλεκτρονικών μέσων επικοινωνίας θα απαιτούσε συγκεκριμένα εργαλεία, συσκευές ή μορφότυπους αρχείων που δεν διατίθενται γενικά ή δεν υποστηρίζονται από γενικά διαθέσιμες εφαρμογές∙

(β) όταν οι εφαρμογές που υποστηρίζουν μορφότυπους αρχείων κατάλληλους για την περιγραφή των προσφορών χρησιμοποιούν μορφότυπους αρχείων που δεν μπορούν να υποστούν επεξεργασία από οποιαδήποτε άλλη ανοιχτή ή γενικά διαθέσιμη εφαρμογή ή υπόκεινται σε σύστημα αποκλειστικών αδειών εκμετάλλευσης και δεν μπορούν να διατεθούν για μεταφόρτωση ή εξ αποστάσεως χρήση από την αναθέτουσα αρχή∙

(γ) όταν η χρήση ηλεκτρονικών μέσων επικοινωνίας θα απαιτούσε ειδικό γραφειακό εξοπλισμό, ο οποίος δεν διατίθεται γενικά στις αναθέτουσες αρχές∙

(δ) όταν τα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης της σύμβασης απαιτούν την υποβολή υλικών ή υπό κλίμακα μοντέλων, τα οποία δεν είναι δυνατόν να διαβιβασθούν με ηλεκτρονικά μέσα:

Νοείται ότι, στην περίπτωση που δεν χρησιμοποιούνται ηλεκτρονικά μέσα επικοινωνίας, η επικοινωνία γίνεται με το ταχυδρομείο ή με άλλο κατάλληλο μεσο ή με συνδυασμό ταχυδρομικών ή άλλων κατάλληλων μέσων και ηλεκτρονικών μέσων.

(3)(α) Οι αναθέτουσες αρχές δεν υποχρεούνται να απαιτούν τη χρήση ηλεκτρονικών μέσων επικοινωνίας κατά τη διαδικασία υποβολής, στο μέτρο που απαιτείται η χρήση άλλων μέσων επικοινωνίας πλην των ηλεκτρονικών, είτε λόγω παραβίασης της ασφάλειας των εν λόγω ηλεκτρονικών μέσων επικοινωνίας, είτε για την προστασία του ιδιαιτέρως ευαίσθητου χαρακτήρα των πληροφοριών που απαιτεί ένα τόσο υψηλό επίπεδο προστασίας το οποίο δεν μπορεί να εξασφαλισθεί κατάλληλα με τη χρήση ηλεκτρονικών μέσων και συσκευών που διατίθενται γενικά σε οικονομικούς φορείς ή δύνανται να διατεθούν σε αυτούς με εναλλακτικά μέσα πρόσβασης, κατά την έννοια του εδαφίου (7).

(β) Εναπόκειται στις αναθέτουσες αρχές που απαιτούν, άλλα μέσα επικοινωνίας πλην των ηλεκτρονικών για τη διαδικασία υποβολής, να αναφέρουν στη χωριστή έκθεση που προβλέπεται στο άρθρο 84 τους σχετικούς λόγους. Εφόσον συντρέχει περίπτωση, οι αναθέτουσες αρχές αναφέρουν στη χωριστή έκθεση τους λόγους για τους οποίους κρίνεται απαραίτητη η χρήση άλλων μέσων επικοινωνίας πλην των ηλεκτρονικών κατ' εφαρμογή του παρόντος εδαφίου.

(4) Παρά τα προβλεπόμενα στο εδάφιο (1), μπορεί να χρησιμοποιείται προφορική επικοινωνία σε σχέση με άλλες επικοινωνίες πλην των βασικών στοιχείων της διαδικασίας σύναψης σύμβασης, υπό τον όρο ότι το περιεχόμενο της προφορικής επικοινωνίας τεκμηριώνεται επαρκώς. Για τους σκοπούς του παρόντος εδαφίου, τα βασικά στοιχεία της διαδικασίας σύναψης συμβάσεων περιλαμβάνουν τα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης της σύμβασης, τις αιτήσεις συμμετοχής, τις επιβεβαιώσεις ενδιαφέροντος και τις προσφορές. Ειδικότερα, οι προφορικές επικοινωνίες με τους προσφέροντες οι οποίες θα μπορούσαν να έχουν σημαντικό αντίκτυπο στο περιεχόμενο και την αξιολόγηση των προσφορών τεκμηριώνονται επαρκώς και με τα ενδεδειγμένα μέσα, όπως με γραπτές ή ηχητικές καταγραφές ή συνόψεις των βασικών στοιχείων της επικοινωνίας.

(5) Σε κάθε επικοινωνία, ανταλλαγή και αποθήκευση πληροφοριών, οι αναθέτουσες αρχές μεριμνούν για τη διαφύλαξη της ακεραιότητας των δεδομένων και του απορρήτου των προσφορών και των αιτήσεων συμμετοχής. Εξετάζουν το περιεχόμενο των προσφορών και των αιτήσεων συμμετοχής μόνο μετά τη λήξη της προθεσμίας υποβολής τους.

(6) Όσον αφορά τις δημόσιες συμβάσεις έργων και τους διαγωνισμούς μελετών, είναι δυνατόν να απαιτείται η χρήση συγκεκριμένων ηλεκτρονικών μέσων, όπως ηλεκτρονικών εργαλείων μοντελοποίησης κτηριοδομικών πληροφοριών ή παρόμοιων εργαλείων. Σε τέτοιες περιπτώσεις οι αναθέτουσες αρχές παρέχουν εναλλακτικά μέσα πρόσβασης, σύμφωνα με το εδάφιο (7) έως ότου τα εργαλεία αυτά να γίνουν γενικώς προσιτά.

(7) Εάν είναι απαραίτητο, οι αναθέτουσες αρχές δύνανται να απαιτούν τη χρήση εργαλείων και συσκευών που δεν είναι γενικώς προσιτά, υπό την προϋπόθεση ότι προσφέρουν εναλλακτικά μέσα πρόσβασης. Οι αναθέτουσες αρχές θεωρείται ότι προσφέρουν κατάλληλα εναλλακτικά μέσα πρόσβασης σε οποιαδήποτε από τις ακόλουθες περιπτώσεις:

(α) Όταν προσφέρουν ελεύθερη, άμεση, πλήρη και δωρεάν πρόσβαση με ηλεκτρονικά μέσα στα εν λόγω εργαλεία και συσκευές από την ημερομηνία δημοσίευσης της προκήρυξης σύμφωνα με το Παράρτημα VIIΙ ή από την ημερομηνία αποστολής της πρόσκλησης επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος· το κείμενο της προκήρυξης ή η πρόσκληση επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος διευκρινίζει τη διαδικτυακή διεύθυνση στην οποία διατίθενται τα εργαλεία και οι συσκευές αυτές·

(β) όταν διασφαλίζουν ότι οι προσφέροντες που δεν έχουν πρόσβαση στα εν λόγω εργαλεία και συσκευές ή δεν έχουν τη δυνατότητα να τα αποκτήσουν εντός των σχετικών προθεσμιών, εφόσον για την αδυναμία πρόσβασης δεν ευθύνεται ο ίδιος ο προσφέρων, δύνανται να έχουν πρόσβαση στη διαδικασία σύναψης της σύμβασης χρησιμοποιώντας προσωρινά διακριτικά πρόσβασης διαθέσιμα δωρεάν στο διαδίκτυο· ή

(γ) όταν υποστηρίζουν έναν εναλλακτικό δίαυλο για την ηλεκτρονική υποβολή προσφορών.

(8) Πρόσθετα από τις απαιτήσεις του Παραρτήματος IV, εφαρμόζονται οι ακόλουθοι κανόνες στα εργαλεία και τις συσκευές για την ηλεκτρονική διαβίβαση και παραλαβή προσφορών, καθώς και για την ηλεκτρονική παραλαβή αιτήσεων συμμετοχής:

(α) Είναι διαθέσιμες στους ενδιαφερομένους οι πληροφορίες σχετικά με τις προδιαγραφές για την ηλεκτρονική υποβολή προσφορών και αιτήσεων συμμετοχής, συμπεριλαμβανομένης της κρυπτογράφησης και της χρονοσήμανσης·

(β) οι αναθέτουσες αρχές, ενεργώντας εντός του συνολικού πλαισίου που ισχύει στη Δημοκρατία, προσδιορίζουν το επίπεδο ασφαλείας που απαιτείται για τα ηλεκτρονικά μέσα επικοινωνίας στα διάφορα στάδια της συγκεκριμένης διαδικασίας σύναψης σύμβασης· το επίπεδο αυτό είναι ανάλογο προς τους κινδύνους. Η Αρμόδια Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων δύναται να ενημερώνει τις αναθέτουσες αρχές με σχετική εγκύκλιο∙

(γ) στις περιπτώσεις όπου οι αναθέτουσες αρχές, ενεργώντας εντός του συνολικού πλαισίου που ισχύει στη Δημοκρατία, συμπεραίνουν ότι το επίπεδο των κινδύνων, αξιολογούμενο σύμφωνα με την παράγραφο (β), είναι τέτοιο ώστε να απαιτούνται προηγμένες ηλεκτρονικές υπογραφές, όπως ορίζονται στο άρθρο 2 των περί του Νομικού Πλαισίου για τις Ηλεκτρονικές Υπογραφές και για Συναφή Θέματα Νόμων του 2004 έως 2012, οι αναθέτουσες αρχές αποδέχονται τις προηγμένες υπογραφές που υποστηρίζονται από αναγνωρισμένο ηλεκτρονικό πιστοποιητικό, λαμβάνοντας υπόψη αν τα πιστοποιητικά χορηγούνται από ένα πάροχο υπηρεσιών πιστοποίησης ο οποίος περιλαμβάνεται στον κατάλογο εμπίστευσης που προβλέπεται στην Απόφαση 2009/767/EΚ της Επιτροπής της 16ης Οκτωβρίου 2009, σχετικά με τη θέσπιση μέτρων που διευκολύνουν τη χρήση διαδικασιών με ηλεκτρονικά μέσα μέσω των «ενιαίων κέντρων εξυπηρέτησης» όπως ορίζονται στον περί της Ελευθερίας Εγκατάστασης Παρόχων Υπηρεσιών και της Ελεύθερης Κυκλοφορίας των Υπηρεσιών Νόμο του 2010, ανεξάρτητα από το αν έχουν δημιουργηθεί με ή χωρίς ασφαλή διάταξη δημιουργίας υπογραφών, με την επιφύλαξη της συμμόρφωσης με τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

(i) οι αναθέτουσες αρχές πρέπει να καθορίζουν τον απαιτούμενο μορφότυπο προηγμένων υπογραφών, βάσει των μορφοτύπων που έχουν θεσπιστεί με την Απόφαση 2011/130/EΕ της Επιτροπής της 25ης Φεβρουαρίου 2011, περί καθιέρωσης ελάχιστων απαιτήσεων για τη διασυνοριακή επεξεργασία εγγράφων τα οποία έχουν υπογραφεί ηλεκτρονικά από αρμόδιες αρχές κατά την έννοια του περί της Ελευθερίας Εγκατάστασης Παρόχων Υπηρεσιών και της Ελεύθερης Κυκλοφορίας των Υπηρεσιών Νόμου, και να λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να είναι σε θέση να επεξεργαστούν τεχνικά τους εν λόγω μορφοτύπους· όταν χρησιμοποιείται διαφορετικός μορφότυπος ηλεκτρονικής υπογραφής, η ηλεκτρονική υπογραφή ή ο φορέας του ηλεκτρονικού εγγράφου περιλαμβάνει πληροφορίες σχετικά με τις ισχύουσες δυνατότητες επικύρωσης, υπό την ευθύνη της Δημοκρατίας. Οι δυνατότητες επικύρωσης επιτρέπουν στην αναθέτουσα αρχή να επικυρώνει, με επιγραμμικά μέσα, δωρεάν και κατά τρόπο κατανοητό για μη φυσικούς ομιλητές, την ηλεκτρονική υπογραφή που έχει παραληφθεί, ως προηγμένη ηλεκτρονική υπογραφή, υποστηριζόμενη από αναγνωρισμένο πιστοποιητικό. Η Αρμόδια Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων κοινοποιεί τις πληροφορίες σχετικά με τον πάροχο των υπηρεσιών επικύρωσης στην Επιτροπή,

(ii) σε περίπτωση προσφορών που υπογράφονται με την υποστήριξη αναγνωρισμένου πιστοποιητικού που περιλαμβάνεται στον κατάλογο εμπίστευσης, οι αναθέτουσες αρχές δεν πρέπει να εφαρμόζουν πρόσθετες απαιτήσεις που ενδέχεται να εμποδίσουν τη χρήση των εν λόγω υπογραφών από τους προσφέροντες∙

(δ) για τα έγγραφα που χρησιμοποιούνται στο πλαίσιο διαδικασίας σύναψης σύμβασης και υπογράφονται από αρμόδια αρχή κράτους μέλους ή άλλο φορέα έκδοσης, η αρμόδια αρχή ή φορέας έκδοσης μπορεί να καθορίζει τον απαιτούμενο μορφότυπο προηγμένων υπογραφών σύμφωνα με τις απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 1 παράγραφος (2) της απόφασης 2011/130/ΕΕ της Επιτροπής της 25ης Φεβρουαρίου 2011, περί καθιέρωσης ελάχιστων απαιτήσεων για τη διασυνοριακή επεξεργασία εγγράφων τα οποία έχουν υπογραφεί ηλεκτρονικά από αρμόδιες αρχές κατά την έννοια του περί της Ελευθερίας Εγκατάστασης Παρόχων Υπηρεσιών και της Ελεύθερης Κυκλοφορίας των Υπηρεσιών Νόμου. Λαμβάνει τα μέτρα που είναι αναγκαία ώστε να είναι σε θέση να επεξεργαστεί τεχνικά τους μορφοτύπους αυτούς, συμπεριλαμβάνοντας στο σχετικό έγγραφο τις πληροφορίες που απαιτούνται για την επεξεργασία της υπογραφής. Τα έγγραφα αυτά πρέπει να περιλαμβάνουν στην ηλεκτρονική υπογραφή ή στον φορέα του ηλεκτρονικού εγγράφου πληροφορίες σχετικά με τις υφιστάμενες δυνατότητες επικύρωσης που επιτρέπουν την επικύρωση της παραλαμβανόμενης ηλεκτρονικής υπογραφής με επιγραμμικά μέσα, δωρεάν και κατά τρόπο κατανοητό για τους μη φυσικούς ομιλητές.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5 ΕΠΙΛΟΓΗ ΤΩΝ ΣΥΜΜΕΤΕΧΟΝΤΩΝ ΚΑΙ ΑΝΑΘΕΣΗ ΤΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ
Γενικές αρχές

56.-(1) Οι συμβάσεις ανατίθενται βάσει των κριτηρίων που καθορίζονται σύμφωνα με τα άρθρα 67 έως 69, εφόσον η αναθέτουσα αρχή έχει επαληθεύσει, σύμφωνα με τα άρθρα 59 έως 61, ότι πληρούνται οι ακόλουθες σωρευτικές προϋποθέσεις:

(α) Η προσφορά συνάδει με τις απαιτήσεις, τις προϋποθέσεις και τα κριτήρια που προβλέπονται στην προκήρυξη της σύμβασης ή στην πρόσκληση επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος και στα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης της σύμβασης, λαμβανομένου υπόψη, κατά περίπτωση, του άρθρου 42∙

(β) η προσφορά προέρχεται από προσφέροντα, ο οποίος δεν αποκλείεται από τη συμμετοχή, δυνάμει του άρθρου 57, και πληροί τα κριτήρια επιλογής που καθορίζονται από την αναθέτουσα αρχή, σύμφωνα με το άρθρο 58, και, κατά περίπτωση, τους κανόνες και τα κριτήρια αμεροληψίας που αναφέρονται στο άρθρο 65:

Νοείται ότι, οι αναθέτουσες αρχές δύνανται να μην αναθέσουν σύμβαση στον προσφέροντα, ο οποίος υποβάλλει την πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά, όταν διαπιστώνουν ότι η προσφορά δεν πληροί τις υποχρεώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (3) του άρθρου 4.

(2)(α) Στις ανοικτές διαδικασίες, οι αναθέτουσες αρχές δύνανται να αποφασίζουν να εξετάσουν τις προσφορές πριν από την επαλήθευση της μη ύπαρξης λόγων αποκλεισμού και της πλήρωσης των κριτηρίων επιλογής, σύμφωνα με τα άρθρα 57 έως 64. Όταν κάνουν χρήση της δυνατότητας αυτής, εξασφαλίζουν ότι η επαλήθευση απουσίας των λόγων αποκλεισμού και πλήρωσης των κριτηρίων επιλογής πραγματοποιείται κατά τρόπο αμερόληπτο και διαφανή, ώστε να μην ανατεθεί σύμβαση σε προσφέροντα που θα έπρεπε να είχε αποκλειστεί, σύμφωνα με το άρθρο 57 ή δεν πληροί τα κριτήρια επιλογής που έχει καθορίσει η αναθέτουσα αρχή.

(β) Η Αρμόδια Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων δύναται με διάταγμά της να αποκλείει τη χρήση της διαδικασίας της παραγράφου (α) ή να την περιορίζει σε ορισμένα είδη συμβάσεων ή σε ειδικές περιπτώσεις.

(3) Όταν οι πληροφορίες ή τα δικαιολογητικά που πρέπει να υποβάλλονται από τους οικονομικούς φορείς είναι ή εμφανίζονται ελλιπείς ή λανθασμένες ή όταν λείπουν συγκεκριμένα έγγραφα, οι αναθέτουσες αρχές δύνανται να ζητούν από τους ενδιαφερόμενους οικονομικούς φορείς να υποβάλλουν, να συμπληρώνουν, να αποσαφηνίζουν ή να ολοκληρώνουν τις σχετικές πληροφορίες ή τα δικαιολογητικά, εντός εύλογης προθεσμίας, υπό την προϋπόθεση ότι τα σχετικά αιτήματα υποβάλλονται τηρουμένων των αρχών της ίσης μεταχείρισης και της διαφάνειας.

(4) Σε περίπτωση τροποποίησης από την Επιτροπή του καταλόγου του Παραρτήματος X της Οδηγίας 2014/24/ΕΕ, η Αρμόδια Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων με διάταγμά της δυνάμει του άρθρου 94 τροποποιεί το Παράρτημα Χ του παρόντος Νόμου και ενημερώνει σχετικά τις αναθέτουσες αρχές.

Λόγοι αποκλεισμού

57.-(1) Υπό την επιφύλαξη των εδαφίων (3) και (6), οι αναθέτουσες αρχές αποκλείουν από τη συμμετοχή σε διαδικασία σύναψης σύμβασης έναν οικονομικό φορέα όταν αποδεικνύουν, με την επαλήθευση που προβλέπεται στα άρθρα 59, 60 και 61 ή εάν είναι γνωστό σε αυτές με άλλο τρόπο, ότι υπάρχει τελεσίδικη καταδικαστική απόφαση εις βάρος του, για έναν από τους ακόλουθους λόγους:

(α) Συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση, όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 2 της Απόφασης Πλαισίου 2008/841/ΔΕΥ του Συμβουλίου της 24ης Οκτωβρίου 2008, για την καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος·

(β) διαφθορά, όπως ορίζεται στο άρθρο 3 της Σύμβασης περί της καταπολέμησης της δωροδοκίας στην οποία ενέχονται υπάλληλοι των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ή των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καταρτιζόμενη δυνάμει του άρθρου Κ.3 παράγραφος 2 στοιχείο (γ) της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στο άρθρο 2 παράγραφος (1) της Απόφασης Πλαισίου 2003/568/ΔΕΥ του Συμβουλίου της 22ας Ιουλίου 2003, για την καταπολέμηση της δωροδοκίας στον ιδιωτικό τομέα, καθώς και όπως ορίζεται στη Δημοκρατία ή στο εθνικό δίκαιο του οικονομικού φορέα·

(γ) απάτη, κατά την έννοια του άρθρου 1 της Σύμβασης σχετικά με την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων·

(δ) τρομοκρατικά εγκλήματα ή εγκλήματα συνδεόμενα με τρομοκρατικές δραστηριότητες, όπως ορίζονται, αντιστοίχως, στα άρθρα 1 και 3 της Απόφασης Πλαισίου 2002/475/ΔΕΥ του Συμβουλίου της 13ης Ιουνίου 2002, για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας, ή ηθική αυτουργία, συνέργεια ή απόπειρα διάπραξης εγκλήματος, όπως ορίζονται στο άρθρο 4 αυτής·

(ε) νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες ή χρηματοδότηση της τρομοκρατίας, όπως ορίζονται στο άρθρο 2 των περί της Παρεμπόδισης και Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες Νόμων του 2007 έως 2016·

(στ) παιδική εργασία και άλλες μορφές εμπορίας ανθρώπων, σύμφωνα με το άρθρο 2 του περί της Πρόληψης και της Καταπολέμησης της Εμπορίας και Εκμετάλλευσης Προσώπων και της Προστασίας των Θυμάτων Νόμου του 2014:

Νοείται ότι, η υποχρέωση αποκλεισμού οικονομικού φορέα εφαρμόζεται επίσης όταν το πρόσωπο, εις βάρος του οποίου εκδόθηκε τελεσίδικη καταδικαστική απόφαση, είναι μέλος του διοικητικού, διευθυντικού ή εποπτικού οργάνου του εν λόγω οικονομικού φορέα ή έχει εξουσία εκπροσώπησης, λήψης αποφάσεων ή ελέγχου σε αυτό.

(2)(α) Υπό την επιφύλαξη της παραγράφου (γ) και του εδαφίου (3), οι αναθέτουσες αρχές αποκλείουν από τη συμμετοχή σε διαδικασία σύναψης σύμβασης έναν οικονομικό φορέα, εφόσον γνωρίζουν ότι ο εν λόγω οικονομικός φορέας έχει αθετήσει τις υποχρεώσεις του όσον αφορά την καταβολή φόρων ή εισφορών κοινωνικής ασφάλισης, και αυτό έχει διαπιστωθεί από δικαστική ή διοικητική απόφαση με τελεσίδικη και δεσμευτική ισχύ, σύμφωνα με τις νομικές διατάξεις που ισχύουν στη Δημοκρατία ή στη χώρα όπου είναι εγκατεστημένος.

(β) Οι αναθέτουσες αρχές δύνανται να αποκλείσουν από τη συμμετοχή σε διαδικασία σύναψης σύμβασης έναν οικονομικό φορέα, εφόσον μπορούν να αποδείξουν, με τα κατάλληλα μέσα, ότι ο οικονομικός φορέας έχει αθετήσει τις υποχρεώσεις του όσον αφορά την καταβολή φόρων ή εισφορών κοινωνικής ασφάλισης.

(γ) Το παρόν εδάφιο παύει να εφαρμόζεται όταν ο οικονομικός φορέας εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του, είτε καταβάλλοντας τους φόρους ή τις εισφορές κοινωνικής ασφάλισης που οφείλει, συμπεριλαμβανομένων, κατά περίπτωση, των δεδουλευμένων τόκων ή των προστίμων, είτε υπαγόμενος σε δεσμευτικό διακανονισμό για την καταβολή τους.

(3)(α) Οι αναθέτουσες αρχές δύνανται, κατ' εξαίρεση, για επιτακτικούς λόγους δημόσιου συμφέροντος, όπως δημόσιας υγείας ή προστασίας του περιβάλλοντος, να παρεκκλίνουν από τον υποχρεωτικό αποκλεισμό που προβλέπεται στο εδάφιο (1) και στην παράγραφο (α) του εδαφίου (2).

(β) Οι αναθέτουσες αρχές δύνανται να παρεκκλίνουν από τον υποχρεωτικό αποκλεισμό που προβλέπεται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (2), όταν ο αποκλεισμός θα ήταν σαφώς δυσανάλογος, ιδίως, όταν μόνο μικρά ποσά των φόρων ή των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης δεν έχουν καταβληθεί, ή όταν ο οικονομικός φορέας ενημερώθηκε σχετικά με το ακριβές ποσό που οφείλεται, λόγω αθέτησης των υποχρεώσεών του όσον αφορά την καταβολή φόρων ή εισφορών κοινωνικής ασφάλισης, σε χρόνο κατά τον οποίο δεν είχε τη δυνατότητα να λάβει μέτρα, σύμφωνα με την παράγραφο (γ) του εδαφίου (2), πριν από την εκπνοή της προθεσμίας αίτησης συμμετοχής ή, σε ανοικτές διαδικασίες, της προθεσμίας υποβολής προσφοράς.

(4) Οι αναθέτουσες αρχές δύνανται να αποκλείουν από τη συμμετοχή σε διαδικασία σύναψης σύμβασης οποιοδήποτε οικονομικό φορέα σε οποιαδήποτε από τις ακόλουθες καταστάσεις:

(α) Όταν η αναθέτουσα αρχή μπορεί να αποδείξει, με κατάλληλα μέσα αθέτηση των υποχρεώσεων που προβλέπονται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (3) του άρθρου 4˙

(β) όταν ο οικονομικός φορέας τελεί υπό πτώχευση ή έχει υπαχθεί σε διαδικασία εξυγείανσης ή ειδικής εκκαθάρισης ή τελεί υπό αναγκαστική διαχείριση από εκκαθαριστή ή από το δικαστήριο, ή έχει υπαχθεί σε διαδικασία πτωχευτικού συμβιβασμού, ή έχει αναστείλει τις επιχειρηματικές δραστηριότητές του ή εάν βρίσκεται σε οποιαδήποτε ανάλογη κατάσταση προκύπτουσα από παρόμοια διαδικασία προβλεπόμενη σε εθνικές νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις:

Νοείται ότι, ένας οικονομικός φορέας ευρισκόμενος σε μια εκ των καταστάσεων της ως άνω παραγράφου, είναι δυνατόν να μην αποκλείεται από την αναθέτουσα αρχή όταν αποδεικνύει ότι δύναται να εκτελέσει τη σύμβαση, λαμβάνοντας υπόψιν την εφαρμοστέα σχετική νομοθεσία και μέτρα σχετικά με τη συνέχιση της επιχειρηματικής του λειτουργίας στις περιπτώσεις που αναφέρονται ανωτέρω˙

(γ) όταν η αναθέτουσα αρχή μπορεί να αποδείξει, με κατάλληλα μέσα, ότι ο οικονομικός φορέας έχει διαπράξει σοβαρό επαγγελματικό παράπτωμα, το οποίο θέτει εν αμφιβόλω την ακεραιότητά του:

Νοείται ότι, η παραδοχή γεγονότων ή διάπραξης πράξεων, είτε ενώπιον των ανακριτικών αρχών είτε ενώπιον αρμόδιου δικαστηρίου, σε σχέση με έναν από τους λόγους που αναφέρονται στο εδάφιο (1), συνιστά σοβαρό επαγγελματικό παράπτωμα.

(δ) όταν η αναθέτουσα αρχή διαθέτει επαρκώς εύλογες ενδείξεις που οδηγούν στο συμπέρασμα ότι ο οικονομικός φορέας συνήψε συμφωνίες με άλλους οικονομικούς φορείς, με στόχο τη στρέβλωση του ανταγωνισμού. Σε τέτοια περίπτωση και άνευ επηρεασμού της συγκεκριμένης δυνατότητας, η αναθέτουσα αρχή ενημερώνει σχετικά την Επιτροπή Προστασίας Ανταγωνισμού παρέχοντας της τα στοιχεία που έχει στη διάθεσή της, για σκοπούς εφαρμογής των περί της Προστασίας του Ανταγωνισμού Νόμων του 2008 και 2014.

(ε) όταν μια κατάσταση σύγκρουσης συμφερόντων, κατά την έννοια του άρθρου 6, δεν μπορεί να θεραπευθεί με άλλα, λιγότερο παρεμβατικά, μέσα˙

(στ) όταν μια κατάσταση στρέβλωσης του ανταγωνισμού από την πρότερη συμμετοχή των οικονομικών φορέων κατά την προετοιμασία της διαδικασίας σύναψης σύμβασης, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 38, δεν μπορεί να θεραπευθεί με άλλα, λιγότερο παρεμβατικά, μέσα˙

(ζ) όταν ο οικονομικός φορέας έχει επιδείξει σοβαρή ή επαναλαμβανόμενη πλημμέλεια, κατά την εκτέλεση ουσιώδους απαίτησης στο πλαίσιο προηγούμενης δημόσιας σύμβασης, προηγούμενης σύμβασης με αναθέτοντα φορέα ή προηγούμενης σύμβασης παραχώρησης, που είχε ως αποτέλεσμα την πρόωρη καταγγελία της προηγούμενης σύμβασης, αποζημιώσεις ή άλλες παρόμοιες κυρώσεις˙

(η) όταν ο οικονομικός φορέας έχει κριθεί ένοχος σοβαρών ψευδών δηλώσεων, κατά την παροχή των πληροφοριών που απαιτούνται για την εξακρίβωση της απουσίας των λόγων αποκλεισμού ή την πλήρωση των κριτηρίων επιλογής ή έχει αποκρύψει τις πληροφορίες αυτές ή δεν είναι σε θέση να προσκομίσει τα δικαιολογητικά που απαιτούνται σύμφωνα με το άρθρο 59˙

(θ) όταν ο οικονομικός φορέας επιχειρεί να επηρεάσει με αθέμιτο τρόπο τη διαδικασία λήψης αποφάσεων της αναθέτουσας αρχής, να αποκτήσει εμπιστευτικές πληροφορίες που ενδέχεται να του αποφέρουν αθέμιτο πλεονέκτημα στη διαδικασία σύναψης σύμβασης ή να παράσχει εξ αμελείας παραπλανητικές πληροφορίες που ενδέχεται να επηρεάσουν ουσιωδώς τις αποφάσεις που αφορούν τον αποκλεισμό, την επιλογή ή την ανάθεση.

(5)(α) Ανά πάσα στιγμή κατά τη διάρκεια της διαδικασίας, οι αναθέτουσες αρχές αποκλείουν ένα οικονομικό φορέα, όταν αποδεικνύεται ότι αυτός βρίσκεται, λόγω πράξεων ή παραλείψεων αυτού, είτε πριν είτε κατά τη διαδικασία, σε μια από τις περιπτώσεις του εδαφίου (1) ή στην περίπτωση της παραγράφου (α) του εδαφίου (2).

(β) Ανά πάσα στιγμή κατά τη διάρκεια της διαδικασίας, οι αναθέτουσες αρχές δύνανται να αποκλείουν ένα οικονομικό φορέα, όταν αποδεικνύεται ότι αυτός βρίσκεται, λόγω πράξεων ή παραλείψεων αυτού, είτε πριν, είτε κατά τη διαδικασία, σε μια από τις περιπτώσεις του εδαφίου (4) ή στην περίπτωση της παραγράφου (β) του εδαφίου (2).

(6)(α) Οποιοσδήποτε οικονομικός φορέας εμπίπτει σε μία από τις καταστάσεις που αναφέρονται στα εδάφια (1) και (4) μπορεί να προσκομίσει στοιχεία προκειμένου να αποδείξει ότι τα μέτρα που έλαβε επαρκούν για να αποδείξουν την αξιοπιστία του, παρότι συντρέχει ο σχετικός λόγος αποκλεισμού. Εάν τα στοιχεία κριθούν επαρκή, ο εν λόγω οικονομικός φορέας δεν αποκλείεται από τη διαδικασία σύναψης σύμβασης.

(β) Για το σκοπό που αναφέρεται στην παράγραφο (α), ο οικονομικός φορέας θα πρέπει να αποδείξει ότι έχει καταβάλει ή έχει δεσμευθεί να καταβάλει αποζημίωση για τυχόν ζημίες που προκλήθηκαν από το ποινικό αδίκημα ή το παράπτωμα, ότι έχει διευκρινίσει τα γεγονότα και τις περιστάσεις με ολοκληρωμένο τρόπο, μέσω ενεργού συνεργασίας με τις ερευνητικές αρχές, και έχει λάβει συγκεκριμένα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα καθώς και μέτρα σε επίπεδο προσωπικού κατάλληλα για την αποφυγή περαιτέρω ποινικών αδικημάτων ή παραπτωμάτων.

(γ) Τα μέτρα που λαμβάνονται από τους οικονομικούς φορείς αξιολογούνται σε συνάρτηση με τη σοβαρότητα και τις ιδιαίτερες περιστάσεις του ποινικού αδικήματος ή του παραπτώματος. Σε περίπτωση που τα μέτρα κριθούν ανεπαρκή, γνωστοποιείται στον οικονομικό φορέα το σκεπτικό της απόφασης αυτής:

Νοείται ότι, οικονομικός φορέας που έχει αποκλειστεί, με τελεσίδικη απόφαση, από τη συμμετοχή σε διαδικασίες σύναψης σύμβασης ή ανάθεσης παραχώρησης δεν μπορεί να κάνει χρήση της δυνατότητας που παρέχεται βάσει του παρόντος εδαφίου, κατά την περίοδο του αποκλεισμού, που ορίζεται στην απόφαση.

(7)(α) Οι όροι εφαρμογής του παρόντος άρθρου ρυθμίζονται, τηρουμένου του ενωσιακού δικαίου, με Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει του άρθρου 93 του παρόντος Νόμου.

(β) Οι Κανονισμοί που αναφέρονται στην παράγραφο (α) καθορίζουν, ιδίως, το αρμόδιο όργανο για την επιβολή αποκλεισμού από μελλοντικές διαδικασίες σύναψης συμβάσεων και τη μέγιστη περίοδο αποκλεισμού σε περίπτωση που ο οικονομικός φορέας δεν λάβει επαρκή μέτρα για να αποδείξει την αξιοπιστία του, όπως αυτά ορίζονται στο εδάφιο (6):

Νοείται ότι, σε περίπτωση που η περίοδος αποκλεισμού δεν έχει καθοριστεί με τελεσίδικη απόφαση, η περίοδος αυτή δεν υπερβαίνει τα πέντε (5) έτη από την ημερομηνία της καταδίκης με τελεσίδικη απόφαση στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο εδάφιο (1), και τα τρία (3) έτη από την ημερομηνία του σχετικού γεγονότος, στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο εδάφιο (4):

Νοείται περαιτέρω ότι, οι αναθέτουσες αρχές δεν αναθέτουν δημόσια σύμβαση σε οικονομικό φορέα ή σε ένωση οικονομικών φορέων στην οποία συμμετέχει οικονομικός φορέας που έχει αποκλειστεί σύμφωνα με το παρόν εδάφιο, για την περίοδο του αποκλεισμού του.

Κριτήρια επιλογής

58.-(1)(α) Τα κριτήρια επιλογής που τίθενται από τις αναθέτουσες αρχές μπορεί να αφορούν:

(i) Την καταλληλότητα για την άσκηση της επαγγελματικής δραστηριότητας·

(ii) την οικονομική και χρηματοοικονομική επάρκεια·

(iii) την τεχνική και επαγγελματική ικανότητα.

(β) Οι αναθέτουσες αρχές δύνανται να επιβάλλουν στους οικονομικούς φορείς ως απαιτήσεις συμμετοχής μόνο τα κριτήρια που αναφέρονται στα εδάφια (2), (3) και (4).

(γ) Οι αναθέτουσες αρχές περιορίζουν τις όποιες απαιτήσεις συμμετοχής σε εκείνες που είναι απαραίτητες, ώστε να εξασφαλίζεται ότι ένας υποψήφιος ή προσφέρων διαθέτει τις εκ του νόμου απαιτούμενες προϋποθέσεις, τις χρηματοοικονομικές δυνατότητες και την τεχνική και επαγγελματική ικανότητα για την εκτέλεση της προς ανάθεση σύμβασης.

(δ) Οι αναθέτουσες αρχές διασφαλίζουν ότι όλες οι απαιτήσεις σχετίζονται και είναι ανάλογες με το αντικείμενο της σύμβασης.

(2)(α) Όσον αφορά την καταλληλότητα για την άσκηση της επαγγελματικής δραστηριότητας, οι αναθέτουσες αρχές δύνανται να απαιτούν από τους οικονομικούς φορείς να είναι εγγεγραμμένοι σε ένα από τα επαγγελματικά ή εμπορικά μητρώα που τηρούνται στο κράτος μέλος εγκατάστασής τους, όπως καταγράφονται στο Παράρτημα XI και να ικανοποιούν οποιαδήποτε άλλη απαίτηση ορίζεται στο Παράρτημα αυτό.

(β) Στις διαδικασίες σύναψης συμβάσεων υπηρεσιών, εφόσον οι οικονομικοί φορείς πρέπει να διαθέτουν ειδική έγκριση ή να είναι μέλη συγκεκριμένου οργανισμού για να μπορούν να παράσχουν τη σχετική υπηρεσία στη χώρα καταγωγής τους, η αναθέτουσα αρχή δύναται να τους ζητεί να αποδείξουν ότι διαθέτουν την έγκριση αυτή ή ότι είναι μέλη του εν λόγω οργανισμού.

(3)(α) Όσον αφορά την οικονομική και χρηματοοικονομική επάρκεια, οι αναθέτουσες αρχές δύνανται να επιβάλλουν απαιτήσεις που να διασφαλίζουν ότι οι οικονομικοί φορείς διαθέτουν την αναγκαία οικονομική και χρηματοοικονομική ικανότητα για την εκτέλεση της σύμβασης. Για τον σκοπό αυτό, οι αναθέτουσες αρχές δύνανται να απαιτούν, ιδίως, από τους οικονομικούς φορείς-

(i) Να έχουν έναν ορισμένο ελάχιστο ετήσιο κύκλο εργασιών, συμπεριλαμβανομένου ορισμένου ελάχιστου κύκλου εργασιών στον τομέα δραστηριοτήτων που καλύπτεται από τη σύμβαση,

(ii) να παρέχουν πληροφορίες σχετικά με τους ετήσιους λογαριασμούς, παρουσιάζοντας ιδίως δείκτες, στοιχείων ενεργητικού και παθητικού,

(iii) να έχουν κατάλληλο επίπεδο ασφαλιστικής κάλυψης έναντι επαγγελματικών κινδύνων.

(β) Ο ελάχιστος ετήσιος κύκλος εργασιών που απαιτείται να έχουν οι οικονομικοί φορείς δεν υπερβαίνει το διπλάσιο της εκτιμώμενης αξίας της σύμβασης, εκτός από δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις, όπως σχετικά με τους ειδικούς κινδύνους που αφορούν τη φύση των έργων, των υπηρεσιών ή των προμηθειών. Η αναθέτουσα αρχή αναφέρει τους βασικούς λόγους για την απαίτηση αυτή στα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης ή στη χωριστή έκθεση που προβλέπεται στο άρθρο 84.

(γ) Ο δείκτης, ιδίως, στοιχείων ενεργητικού και παθητικού μπορεί να λαμβάνεται υπόψη όταν η αναθέτουσα αρχή προσδιορίζει τις μεθόδους και τα κριτήρια της συνεκτίμησης αυτής στα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης. Οι μέθοδοι και τα κριτήρια αυτά χαρακτηρίζονται από διαφάνεια, αντικειμενικότητα και αποφυγή διακρίσεων.

(δ) Όταν μια σύμβαση υποδιαιρείται σε τμήματα, το παρόν άρθρο εφαρμόζεται σε σχέση με κάθε επιμέρους τμήμα:

Νοείται ότι, η αναθέτουσα αρχή δύναται να καθορίζει τον ελάχιστο ετήσιο κύκλο εργασιών που πρέπει να έχουν οικονομικοί φορείς ανά ομάδες τμημάτων, σε περίπτωση που θα ανατεθούν στον ανάδοχο περισσότερα τμήματα που πρέπει να εκτελεστούν ταυτοχρόνως.

(ε) Στην περίπτωση που οι συμβάσεις βάσει συμφωνίας πλαίσιο πρόκειται να ανατεθούν μετά από προκήρυξη νέου διαγωνισμού, η μέγιστη απαίτηση ετήσιου κύκλου εργασιών που αναφέρεται στην παράγραφο (β) υπολογίζεται βάσει του αναμενόμενου μέγιστου μεγέθους των συγκεκριμένων συμβάσεων που θα εκτελεστούν ταυτοχρόνως, ή, εάν αυτό δεν είναι γνωστό, βάσει της εκτιμώμενης αξίας της συμφωνίας – πλαίσιο.

(στ) Στην περίπτωση δυναμικού συστήματος αγορών η μέγιστη απαίτηση ετήσιου κύκλου εργασιών, που αναφέρεται στην παράγραφο (β), υπολογίζεται βάσει του αναμενόμενου μέγιστου μεγέθους των συγκεκριμένων συμβάσεων που πρόκειται να ανατεθούν στο πλαίσιο του εν λόγω συστήματος.

(4)(α) Όσον αφορά την τεχνική και επαγγελματική ικανότητα, οι αναθέτουσες αρχές δύνανται να επιβάλλουν υποχρεώσεις που να εξασφαλίζουν ότι οι οικονομικοί φορείς διαθέτουν τους αναγκαίους ανθρώπινους και τεχνικούς πόρους και την πείρα για την εκτέλεση της σύμβασης σε κατάλληλο επίπεδο ποιότητας.

(β) Οι αναθέτουσες αρχές δύνανται να απαιτούν, ειδικότερα, από τους οικονομικούς φορείς να διαθέτουν ικανοποιητικό επίπεδο εμπειριών, αποδεικνυόμενο με κατάλληλες συστάσεις από συμβάσεις που έχουν εκτελεστεί κατά το παρελθόν. Μια αναθέτουσα αρχή μπορεί να θεωρήσει ότι ένας οικονομικός φορέας δεν διαθέτει την αναγκαία επαγγελματική ικανότητα εάν διαπιστώσει ότι ο εν λόγω οικονομικός φορέας έχει συγκρουόμενα συμφέροντα που ενδέχεται να επηρεάσουν αρνητικά την εκτέλεση της σύμβασης.

(γ) Στο πλαίσιο διαδικασιών σύναψης σύμβασης προμηθειών για τις οποίες απαιτούνται εργασίες τοποθέτησης ή εγκατάστασης, παροχή υπηρεσιών ή εκτέλεση έργων, οι αναθέτουσες αρχές δύνανται να αξιολογούν την επαγγελματική ικανότητα των οικονομικών φορέων να παράσχουν αυτή την υπηρεσία ή να εκτελέσουν την εγκατάσταση ή τα έργα, βάσει της τεχνογνωσίας τους, της αποτελεσματικότητας, της πείρας και της αξιοπιστίας τους.

(5) Οι αναθέτουσες αρχές αναφέρουν στην προκήρυξη σύμβασης ή στην πρόσκληση επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος τις απαιτούμενες προύποθέσεις συμμετοχής, που μπορεί να εκφράζονται ως ελάχιστα επίπεδα ικανότητας, καθώς και τα κατάλληλα αποδεικτικά μέσα.

Ευρωπαϊκό Ενιαίο Έγγραφο Σύμβασης

59.-(1) Κατά την υποβολή αιτήσεων συμμετοχής ή υποβολής προσφοράς, οι αναθέτουσες αρχές αποδέχονται το Ευρωπαϊκό Ενιαίο Έγγραφο Σύμβασης (ΕΕΕΣ), το οποίο αποτελείται από ενημερωμένη υπεύθυνη δήλωση, ως προκαταρκτική απόδειξη, προς αντικατάσταση των πιστοποιητικών που εκδίδουν δημόσιες αρχές ή τρίτα μέρη, επιβεβαιώνοντας ότι ο εν λόγω οικονομικός φορέας πληροί οποιαδήποτε από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

(α) Δεν βρίσκεται σε μια από τις καταστάσεις του άρθρου 57, λόγω της οποίας οι οικονομικοί φορείς αποκλείονται ή δύναται να αποκλεισθούν∙

(β) πληροί τα σχετικά κριτήρια επιλογής τα οποία έχουν καθοριστεί σύμφωνα με το άρθρο 58∙

(γ) κατά περίπτωση, τηρεί τους αντικειμενικούς κανόνες και κριτήρια που έχουν καθοριστεί σύμφωνα με το άρθρο 65:

Νοείται ότι, όταν ο οικονομικός φορέας εξαρτάται από τις ικανότητες άλλων φορέων, σύμφωνα με το άρθρο 63, το ΕΕΕΣ περιέχει επίσης τις πληροφορίες της παραγράφου (α) του εδαφίου (1) όσον αφορά τους φορείς αυτούς.

(2)(α) Το ΕΕΕΣ αποτελείται από επίσημη δήλωση του οικονομικού φορέα ότι ο σχετικός λόγος για τον αποκλεισμό δεν ισχύει ή/και ότι πληρούται το σχετικό κριτήριο επιλογής και παρέχει τις κατάλληλες πληροφορίες, όπως απαιτείται από την αναθέτουσα αρχή.

(β) Το ΕΕΕΣ, προσδιορίζει τη δημόσια αρχή ή το τρίτο μέρος που είναι υπεύθυνο για την έκδοση των σχετικών δικαιολογητικών και περιλαμβάνει επίσημη δήλωση ότι ο οικονομικός φορέας θα είναι σε θέση, κατόπιν αιτήσεως και χωρίς καθυστέρηση, να προσκομίσει τα εν λόγω δικαιολογητικά.

(γ) Όταν η αναθέτουσα αρχή μπορεί να λάβει τα δικαιολογητικά απευθείας με πρόσβαση σε βάση δεδομένων σύμφωνα με το εδάφιο (5), το ΕΕΕΣ περιέχει επίσης τις πληροφορίες που απαιτούνται για το συγκεκριμένο σκοπό, όπως την ηλεκτρονική διεύθυνση της βάσης δεδομένων, τυχόν δεδομένα αναγνώρισης και, κατά περίπτωση, την απαραίτητη δήλωση συναίνεσης.

(δ) Το ΕΕΕΣ καταρτίζεται βάσει τυποποιημένου εντύπου, το οποίο θεσπίζει η Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 89 της Οδηγίας 2014/24/ΕΕ.

(ε) Το ΕΕΕΣ παρέχεται αποκλειστικά σε ηλεκτρονική μορφή.

(3) Οι οικονομικοί φορείς μπορούν να χρησιμοποιήσουν εκ νέου το ΕΕΕΣ το οποίο έχει ήδη χρησιμοποιηθεί σε προηγούμενη διαδικασία σύναψης σύμβασης, εφόσον επιβεβαιώνουν ότι οι πληροφορίες του εγγράφου εξακολουθούν να είναι αληθείς.

(4) Υπό την επιφύλαξη του εδαφίου (5), η αναθέτουσα αρχή δύναται:

(α) Να ζητεί από προσφέροντες και υποψήφιους, ανά πάσα στιγμή κατά τη διάρκεια της διαδικασίας, να υποβάλλουν όλα ή ορισμένα δικαιολογητικά, όταν αυτό απαιτείται για την ορθή διεξαγωγή της διαδικασίας·

(β) πριν από την ανάθεση της σύμβασης, εξαιρουμένων των συμβάσεων βάσει συμφωνιών - πλαίσιο, όταν συνάπτονται δυνάμει του εδαφίου (5) ή της παραγράφου (α) του εδαφίου (6) του άρθρου 30, να απαιτεί από τον προσφέροντα, στον οποίο αποφάσισε να αναθέσει τη σύμβαση, να υποβάλει ενημερωμένα δικαιολογητικά, σύμφωνα με το άρθρο 60 και, κατά περίπτωση, το άρθρο 62∙

(γ) να καλέσει τους οικονομικούς φορείς να συμπληρώσουν ή να διευκρινίσουν τα πιστοποιητικά που έχουν παραληφθεί σύμφωνα με τα άρθρα 60 και 62.

(5)(α) Παρά τα προβλεπόμενα στο εδάφιο (4), οι οικονομικοί φορείς δεν υποχρεούνται να υποβάλλουν δικαιολογητικά ή άλλα αποδεικτικά στοιχεία, εφόσον η αναθέτουσα αρχή έχει τη δυνατότητα να λαμβάνει τα πιστοποιητικά ή τις συναφείς πληροφορίες απευθείας, μέσω πρόσβασης σε εθνική βάση δεδομένων σε οποιοδήποτε κράτος μέλος, η οποία διατίθεται δωρεάν, όπως εθνικό μητρώο συμβάσεων, εικονικός φάκελος επιχείρησης ή ηλεκτρονικό σύστημα αποθήκευσης εγγράφων ή σύστημα προεπιλογής.

(β) Παρά τα προβλεπόμενα στο εδάφιο (4) οι οικονομικοι φορείς δεν υποχρεούνται να υποβάλουν δικαιολογητικά όταν η αναθέτουσα αρχή που ανέθεσε τη σύμβαση ή υπέγραψε τη συμφωνία - πλαίσιο έχει ήδη τα δικαιολογητικά αυτά.

(6) Η Αρμόδια Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων διαθέτει και ενημερώνει στο επιγραμμικό αποθετήριο πιστοποιητικών (e-Certis) που αναφέρεται στο άρθρο 61 πλήρη κατάλογο των βάσεων δεδομένων, οι οποίες περιλαμβάνουν σχετικές πληροφορίες σχετικά με τους οικονομικούς φορείς και μπορούν να χρησιμοποιούνται από τις αναθέτουσες αρχές άλλων κρατών μελών. Κατόπιν αιτήσεως η Αρμόδια Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων κοινοποιεί στις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών κάθε πληροφορία που αφορά τις βάσεις δεδομένων, σύμφωνα με το παρόν άρθρο.

Αποδεικτικά μέσα

60.-(1)(α) Οι αναθέτουσες αρχές δύνανται να απαιτούν τα πιστοποιητικά, τις βεβαιώσεις και τα λοιπά αποδεικτικά μέσα που αναφέρονται στα εδάφια (2), (3) και (4) και στο Παράρτημα XIΙ ως απόδειξη της απουσίας λόγων αποκλεισμού, όπως αναφέρονται στο άρθρο 57, και της πλήρωσης των κριτηρίων επιλογής σύμφωνα με το άρθρο 58.

(β) Οι αναθέτουσες αρχές δεν απαιτούν αποδεικτικά μέσα πλην εκείνων που αναφέρονται στο παρόν άρθρο και στο άρθρο 62.

(γ) Όσον αφορά το άρθρο 63, οι οικονομικοί φορείς μπορούν να βασίζονται σε οποιαδήποτε κατάλληλα μέσα για να αποδεικνύουν στην αναθέτουσα αρχή ότι θα έχουν τους αναγκαίους πόρους στη διάθεσή τους.

(2) Οι αναθέτουσες αρχές δέχονται ως επαρκή απόδειξη του γεγονότος ότι ο οικονομικός φορέας δεν εμπίπτει στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 57 τα ακόλουθα στοιχεία:

(α) Για το εδάφιο (1) του άρθρου 57, την προσκόμιση αποσπάσματος του σχετικού μητρώου, όπως του ποινικού μητρώου ή, ελλείψει αυτού, ισοδύναμου εγγράφου που εκδίδεται από αρμόδια δικαστική ή διοικητική αρχή του κράτους μέλους ή της χώρας καταγωγής όπου είναι εγκατεστημένος ο εν λόγω οικονομικός φορέας, από το οποίο προκύπτει ότι πληρούνται αυτές οι προϋποθέσεις·

(β) για το εδάφιο (2) και το εδάφιο (4) παράγραφος (β) του άρθρου 57, πιστοποιητικό που εκδίδεται από την αρμόδια αρχή του οικείου κράτους μέλους ή χώρας:

Νοείται ότι, στην περίπτωση που η οικεία χώρα ή κράτος μέλος δεν εκδίδει έγγραφο ή πιστοποιητικό που αναφέρονται στις παραγράφους (α) και (β) ή όπου το έγγραφο ή το πιστοποιητικό αυτό δεν καλύπτει όλες τις περιπτώσεις που αναφέρονται στα εδάφια (1), (2) και (4) παράγραφος (β) του άρθρου 57, το έγγραφο ή το πιστοποιητικό μπορεί να αντικαθίσταται από ένορκη δήλωση ή, στα κράτη μέλη ή χώρες όπου δεν προβλέπεται ένορκη δήλωση, από υπεύθυνη δήλωση του ενδιαφερομένου ενώπιον αρμόδιας δικαστικής ή διοικητικής αρχής, συμβολαιογράφου ή αρμόδιου επαγγελματικού ή εμπορικού οργανισμού της χώρας καταγωγής ή του κράτους μέλους ή χώρας όπου είναι εγκατεστημένος ο οικονομικός φορέας.

(3) Η οικονομική και χρηματοοικονομική επάρκεια του οικονομικού φορέα μπορεί, κατά κανόνα, να αποδεικνύεται με ένα ή περισσότερα από τα δικαιολογητικά που αναφέρονται στο Παράρτημα XIΙ, Μέρος Ι:

Νοείται ότι, σε περίπτωση που ο οικονομικός φορέας, για βάσιμο λόγο, δεν είναι σε θέση να προσκομίσει τα δικαιολογητικά που ζητεί η αναθέτουσα αρχή, μπορεί να αποδεικνύει την οικονομική και χρηματοοικονομική του επάρκεια με οποιοδήποτε άλλο έγγραφο κρίνεται κατάλληλο από την αναθέτουσα αρχή.

(4) Η τεχνική ικανότητα των οικονομικών φορέων μπορεί να αποδεικνύεται με έναν ή περισσότερους από τους τρόπους που αναφέρονται στο Παράρτημα XIΙ, Μέρος ΙΙ, ανάλογα με τη φύση, την ποσότητα ή τη σπουδαιότητα και τη χρήση των έργων, των προμηθειών ή των υπηρεσιών.

(5) Εφόσον ζητηθεί, η Αρμόδια Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων θέτει στη διάθεση άλλων κρατών μελών κάθε πληροφορία σχετικά με τους λόγους αποκλεισμού που παρατίθενται στο άρθρο 57, την καταλληλότητα για την άσκηση της επαγγελματικής δραστηριότητας και τις χρηματοοικονομικές και τεχνικές ικανότητες των προσφερόντων που αναφέρονται στο άρθρο 58, καθώς και κάθε πληροφορία σχετικά με τα αποδεικτικά μέσα που αναφέρονται στο παρόν άρθρο.

Επιγραμμικό αποθετήριο πιστοποιητικών (e-Certis)

61.-(1) Με σκοπό τη διευκόλυνση της διασυνοριακής υποβολής προσφορών, η Αρμόδια Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων διασφαλίζει τη διαρκή επικαιροποίηση των πληροφοριών για τα πιστοποιητικά και τις λοιπές μορφές αποδεικτικών εγγράφων που εισάγονται στο σύστημα e-Certis της Επιτροπής.

(2) Οι αναθέτουσες αρχές δύναται να προσφεύγουν στο e-Certis και να απαιτούν, κατά κύριο λόγο, είδη πιστοποιητικών ή μορφές αποδεικτικών εγγράφων που καλύπτονται από το e-Certis.

Πρότυπα διασφάλισης ποιότητας και περιβαλλοντικής διαχείρισης

62.-(1) Στις περιπτώσεις που οι αναθέτουσες αρχές απαιτούν την προσκόμιση πιστοποιητικών εκδιδόμενων από ανεξάρτητους οργανισμούς, οι οποίοι βεβαιώνουν ότι ο οικονομικός φορέας συμμορφώνεται με ορισμένα πρότυπα διασφάλισης ποιότητας, συμπεριλαμβανομένης της προσβασιμότητας για άτομα με ειδικές ανάγκες, παραπέμπουν σε συστήματα διασφάλισης ποιότητας βασιζόμενα στη σχετική σειρά ευρωπαϊκών προτύπων που έχουν πιστοποιηθεί από διαπιστευμένους οργανισμούς. Οι αναθέτουσες αρχές αναγνωρίζουν ισοδύναμα πιστοποιητικά από οργανισμούς εδρεύοντες σε άλλα κράτη μέλη. Επιπρόσθετα, κάνουν δεκτά άλλα αποδεικτικά στοιχεία για ισοδύναμα μέτρα διασφάλισης ποιότητας, εφόσον ο ενδιαφερόμενος οικονομικός φορέας δεν είχε τη δυνατότητα να αποκτήσει τα εν λόγω πιστοποιητικά εντός των σχετικών προθεσμιών για λόγους για τους οποίους δεν ευθύνεται ο ίδιος, υπό την προϋπόθεση ότι τα προτεινόμενα μέτρα διασφάλισης ποιότητας πληρούν τα απαιτούμενα πρότυπα διασφάλισης ποιότητας.

(2)(α) Στις περιπτώσεις που οι αναθέτουσες αρχές απαιτούν την υποβολή πιστοποιητικών εκδιδομένων από ανεξάρτητους οργανισμούς, οι οποίοι βεβαιώνουν ότι ο οικονομικός φορέας συμμορφώνεται με συγκεκριμένα συστήματα ή πρότυπα όσον αφορά την περιβαλλοντική διαχείριση, παραπέμπουν στο σύστημα οικολογικής διαχείρισης και ελέγχου (EMAS) της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε άλλα συστήματα περιβαλλοντικής διαχείρισης που έχουν αναγνωριστεί σύμφωνα με το άρθρο 45 του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1221/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2009, περί της εκούσιας συμμετοχής οργανισμών σε κοινοτικό σύστημα οικολογικής διαχείρισης και οικολογικού ελέγχου (ΕΜΑΣ) και για την κατάρτηση του Κανονισμού (ΕΚ) αριθμός 761/2001 και των αποφάσεων της Επιτροπής 2001/681/ΕΚ και 2006/193/ΕΚ ή σε άλλα πρότυπα περιβαλλοντικής διαχείρισης βασιζόμενα σε αντίστοιχα ευρωπαϊκά ή διεθνή πρότυπα που έχουν εκδοθεί από διαπιστευμένους οργανισμούς. Οι αναθέτουσες αρχές αναγνωρίζουν ισοδύναμα πιστοποιητικά από οργανισμούς εδρεύοντες σε άλλα κράτη μέλη.

(β) Όταν ο οικονομικός φορέας τεκμηριωμένα δεν έχει πρόσβαση στα εν λόγω πιστοποιητικά ή δεν έχει τη δυνατότητα να τα αποκτήσει εντός των σχετικών προθεσμιών για λόγους για τους οποίους δεν ευθύνεται ο ίδιος, η αναθέτουσα αρχή αποδέχεται επίσης άλλα αποδεικτικά μέτρα περιβαλλοντικής διαχείρισης, υπό την προϋπόθεση ότι ο ενδιαφερόμενος οικονομικός φορέας αποδεικνύει ότι τα συγκεκριμένα μέτρα είναι ισοδύναμα με εκείνα που απαιτούνται βάσει του εφαρμοστέου συστήματος ή προτύπου περιβαλλοντικής διαχείρισης.

(3) Εφόσον ζητηθεί, η Αρμόδια Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων θέτει στη διάθεση άλλων κρατών μελών, σύμφωνα με το άρθρο 86, κάθε πληροφορία σχετικά με τα έγγραφα που προσκομίζονται ως στοιχεία αποδεικτικά της συμμόρφωσης με ποιοτικά και περιβαλλοντικά πρότυπα που αναφέρονται στα εδάφια (1) και (2).

Στήριξη στις ικανότητες άλλων φορέων

63.-(1) Όσον αφορά τα κριτήρια της οικονομικής και χρηματοοικονομικής επάρκειας που προβλέπονται στο εδάφιο (3) του άρθρου 58 και τα κριτήρια σχετικά με την τεχνική και επαγγελματική ικανότητα που προβλέπονται στο εδάφιο (4) του άρθρου 58, ένας οικονομικός φορέας μπορεί, όπου εφαρμόζεται και για συγκεκριμένη σύμβαση, να στηρίζεται στις ικανότητες άλλων φορέων, ασχέτως της νομικής φύσης των δεσμών του με αυτούς:

Νοείται ότι, όσον αφορά τα κριτήρια που σχετίζονται με τους τίτλους σπουδών και τα επαγγελματικά προσόντα που ορίζονται στο Παράρτημα XIΙ, Μέρος II, παράγραφος (στ) ή με τη σχετική επαγγελματική πείρα, οι οικονομικοί φορείς μπορούν, να βασίζονται στις ικανότητες άλλων φορέων μόνο εάν αυτοί θα εκτελέσουν τις εργασίες ή τις υπηρεσίες για τις οποίες απαιτούνται οι συγκεκριμένες ικανότητες.

(2) Σε περίπτωση που οικονομικός φορέας επιθυμεί να στηριχθεί στις ικανότητες άλλων φορέων, αποδεικνύει στην αναθέτουσα αρχή ότι θα έχει στη διάθεσή του τους αναγκαίους πόρους, ιδίως με την προσκόμιση της σχετικής δέσμευσης των φορέων αυτών για τον σκοπό αυτό.

(3) Η αναθέτουσα αρχή ελέγχει, σύμφωνα με τα άρθρα 59, 60 και 61 κατά πόσον οι φορείς στις ικανότητες των οποίων ο οικονομικός φορέας προτίθεται να στηριχθεί, πληρούν τα σχετικά κριτήρια επιλογής και κατά πόσον συντρέχουν λόγοι αποκλεισμού σύμφωνα με το άρθρο 57. Η αναθέτουσα αρχή απαιτεί από τον οικονομικό φορέα να αντικαταστήσει ένα φορέα που δεν πληροί σχετικό κριτήριο επιλογής ή στο πρόσωπο του οποίου συντρέχουν υποχρεωτικοί λόγοι αποκλεισμού. Η αναθέτουσα αρχή δύναται να απαιτήσει από τον οικονομικό φορέα, να αντικαταστήσει ένα φορέα στο πρόσωπο του οποίου συντρέχουν μη υποχρεωτικοί λόγοι αποκλεισμού.

(4) Όταν οικονομικός φορέας στηρίζεται στις ικανότητες άλλων φορέων όσον αφορά τα κριτήρια που σχετίζονται με την οικονομική και χρηματοοικονομική επάρκεια, η αναθέτουσα αρχή δύναται να ζητά από τον οικονομικό φορέα και τους φορείς αυτούς να είναι από κοινού υπεύθυνοι για την εκτέλεση της σύμβασης.

(5) Υπό τους ιδίους όρους που αναφέρονται στα εδάφια (1) έως (4), μια ένωση οικονομικών φορέων, όπως αναφέρεται στο εδάφιο (2) του άρθρου 45, μπορεί να στηρίζεται στις ικανότητες των συμμετεχόντων στην ένωση ή άλλων φορέων.

(6) Στην περίπτωση συμβάσεων έργων, συμβάσεων υπηρεσιών και εργασιών τοποθέτησης και εγκατάστασης στο πλαίσιο σύμβασης προμηθειών, οι αναθέτουσες αρχές δύνανται να απαιτούν την εκτέλεση ορισμένων κρίσιμων καθηκόντων απευθείας από τον ίδιο τον προσφέροντα ή, σε περίπτωση που η προσφορά υποβάλλεται από ένωση οικονομικών φορέων, όπως αναφέρεται στο εδάφιο (3) του άρθρου 45, από έναν από τους συμμετέχοντες στην ένωση αυτή.

Επίσημοι κατάλογοι εγκεκριμένων οικονομικών φορέων και πιστοποίηση από οργανισμούς δημόσιου ή ιδιωτικού δικαίου

64.-(1)(α) Η Αρμόδια Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων δύναται είτε να καταρτίζει ή να διατηρεί επίσημους καταλόγους εγκεκριμένων εργοληπτών, προμηθευτών ή παρόχων υπηρεσιών σε συνεργασία με αρμόδια σώματα ή φορείς, είτε να οργανώσει σύστημα πιστοποίησης από οργανισμούς πιστοποίησης που τηρούν τα ευρωπαϊκά πρότυπα πιστοποίησης, κατά την έννοια του Παραρτήματος VII.

(β) Η Αρμόδια Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων ανακοινώνει στην Επιτροπή και στα λοιπά κράτη μέλη τη διεύθυνση του οργανισμού πιστοποίησης ή του οργανισμού που είναι υπεύθυνος για τους επίσημους καταλόγους, στον οποίο αποστέλλονται οι αιτήσεις.

(2)(α) Οι προϋποθέσεις εγγραφής στους επίσημους καταλόγους που αναφέρονται στο εδάφιο (1), καθώς και οι προϋποθέσεις που αφορούν την έκδοση πιστοποιητικών από τους οργανισμούς πιστοποίησης, δυνατόν να προσαρμόζονται από την Αρμόδια Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων.

(β) Οι προϋποθέσεις που αναφέρονται στην παράγραφο (α) προσαρμόζονται στο άρθρο 63 όσον αφορά τις αιτήσεις εγγραφής που υποβάλλονται από οικονομικούς φορείς, οι οποίοι ανήκουν σε ένωση και επικαλούνται πόρους που τους διαθέτουν άλλες εταιρείες της ένωσης. Σε αυτές τις περιπτώσεις, οι εν λόγω οικονομικοί φορείς αποδεικνύουν στην αρχή που συντάσσει τον επίσημο κατάλογο ότι θα έχουν στη διάθεσή τους αυτούς τους πόρους καθ’ όλη τη διάρκεια ισχύος του πιστοποιητικού που πιστοποιεί την εγγραφή τους στον επίσημο κατάλογο και ότι οι εν λόγω εταιρείες συνεχίζουν να πληρούν, κατά το ίδιο διάστημα, τις απαιτήσεις ποιοτικής επιλογής τις οποίες καλύπτει ο επίσημος κατάλογος ή το πιστοποιητικό που επικαλούνται οι φορείς αυτοί για την εγγραφή τους.

(3)(α) Οι οικονομικοί φορείς που είναι εγγεγραμμένοι σε επίσημους καταλόγους ή διαθέτουν πιστοποιητικό μπορούν, για κάθε σύμβαση, να προσκομίζουν στις αναθέτουσες αρχές πιστοποιητικό εγγραφής εκδιδόμενο από την αρμόδια αρχή ή το πιστοποιητικό που εκδίδεται από τον αρμόδιο οργανισμό πιστοποίησης.

(β) Στα πιστοποιητικά αυτά αναφέρονται τα δικαιολογητικά βάσει των οποίων έγινε η εγγραφή των εν λόγω οικονομικών φορέων στον επίσημο κατάλογο ή η πιστοποίηση και η κατάταξη στον εν λόγω κατάλογο.

(4) Η πιστοποιούμενη εγγραφή στους επίσημους καταλόγους από τους αρμόδιους οργανισμούς ή το πιστοποιητικό που εκδίδεται από τον οργανισμό πιστοποίησης συνιστά τεκμήριο καταλληλότητας όσον αφορά τις απαιτήσεις ποιοτικής επιλογής τις οποίες καλύπτει ο επίσημος κατάλογος ή το πιστοποιητικό.

(5)(α) Οι πληροφορίες που μπορούν να συναχθούν από την εγγραφή σε επίσημους καταλόγους ή από την πιστοποίηση δεν τίθενται υπό αμφισβήτηση χωρίς αιτιολόγηση. Όσον αφορά την καταβολή των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης και των φόρων, μπορεί να ζητείται πρόσθετο πιστοποιητικό από κάθε εγγεγραμμένο οικονομικό φορέα, όποτε πρόκειται να ανατεθεί μια σύμβαση.

(β) Οι αναθέτουσες αρχές εφαρμόζουν το εδάφιο (3) και την παράγραφο (α) του παρόντος εδαφίου μόνον προς όφελος των οικονομικών φορέων που είναι εγκατεστημένοι στο κράτος μέλος το οποίο έχει καταρτίσει τον επίσημο κατάλογο.

(6)(α) Οι απαιτήσεις προσκόμισης αποδείξεων για τα κριτήρια ποιοτικής επιλογής που καλύπτονται από τον επίσημο κατάλογο ή το πιστοποιητικό είναι σύμφωνες με το άρθρο 60, και, ανάλογα με την περίπτωση, με το άρθρο 62. Για την εγγραφή των οικονομικών φορέων άλλων κρατών μελών σε επίσημο κατάλογο ή για την πιστοποίησή τους δεν απαιτούνται άλλες αποδείξεις ή δηλώσεις πλην εκείνων που ζητούνται από τους οικονομικούς φορείς της Δημοκρατίας.

(β) Οι οικονομικοί φορείς μπορούν να ζητούν, ανά πάσα στιγμή, την εγγραφή τους σε επίσημο κατάλογο ή την έκδοση πιστοποιητικού. Ενημερώνονται, σε ευλόγως σύντομο χρονικό διάστημα, για την απόφαση της αρχής που καταρτίζει τον επίσημο κατάλογο ή του αρμόδιου οργανισμού πιστοποίησης.

(7) Η εγγραφή ή πιστοποίηση που αναφέρεται στο εδάφιο (1) δεν επιβάλλεται στους οικονομικούς φορείς άλλων κρατών μελών προκειμένου να συμμετάσχουν σε δημόσια σύμβαση. Οι αναθέτουσες αρχές αναγνωρίζουν τα ισοδύναμα πιστοποιητικά που εκδίδονται από οργανισμούς εγκατεστημένους σε άλλα κράτη μέλη. Αποδέχονται επίσης και άλλα ισοδύναμα αποδεικτικά μέσα.

(8) Εφόσον ζητηθεί, η Αρμόδια Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων θέτει στη διάθεση άλλων κρατών μελών κάθε πληροφορία σχετικά με τα έγγραφα που προσκομίζονται ως απόδειξη ότι οι οικονομικοί φορείς πληρούν τις απαιτήσεις εγγραφής στον επίσημο κατάλογο εγκεκριμένων οικονομικών φορέων ή ως απόδειξη ότι οι οικονομικοί φορείς από άλλο κράτος μέλος διαθέτουν ισοδύναμη πιστοποίηση.

Περιορισμός του αριθμού των πληρούντων τα κριτήρια επιλογής υποψηφίων που θα κληθούν να συμμετάσχουν

65.-(1) Στις κλειστές διαδικασίες, στις ανταγωνιστικές διαδικασίες με διαπραγμάτευση, στις διαδικασίες ανταγωνιστικού διαλόγου και στις συμπράξεις καινοτομίας, οι αναθέτουσες αρχές δύνανται να περιορίζουν τον αριθμό των πληρούντων τα κριτήρια επιλογής υποψηφίων, οι οποίοι θα προσκληθούν να υποβάλουν προσφορά ή να συμμετάσχουν στον διάλογο, υπό την προϋπόθεση ότι υπάρχει ο ελάχιστος αριθμός, σύμφωνα με το εδάφιο (3), υποψηφίων που πληρούν τα κριτήρια.

(2) Οι αναθέτουσες αρχές προσδιορίζουν, στην προκήρυξη της σύμβασης ή στην πρόσκληση επιβεβαίωσης ενδιαφέροντος, αντικειμενικά και χωρίς διακρίσεις κανόνες ή κριτήρια, τα οποία προτίθενται να χρησιμοποιήσουν, τον ελάχιστο αριθμό υποψηφίων που σκοπεύουν να καλέσουν, σύμφωνα με το εδάφιο (3), και, ενδεχομένως, τον μέγιστο αριθμό.

(3) Στην κλειστή διαδικασία, ο ελάχιστος αριθμός υποψηφίων είναι πέντε (5). Στην ανταγωνιστική διαδικασία με διαπραγμάτευση, στη διαδικασία ανταγωνιστικού διαλόγου και στη σύμπραξη καινοτομίας, ο ελάχιστος αριθμός υποψηφίων είναι τρία (3). Σε κάθε περίπτωση, ο αριθμός υποψηφίων που καλούνται είναι επαρκής ώστε να εξασφαλίζεται πραγματικός ανταγωνισμός.

(4) Οι αναθέτουσες αρχές καλούν αριθμό υποψηφίων τουλάχιστον ίσο προς τον ελάχιστο αριθμό υποψηφίων. Στην περίπτωση όμως όπου ο αριθμός των υποψηφίων που πληρούν τα κριτήρια επιλογής και τα ελάχιστα επίπεδα ικανότητας που αναφέρονται στο εδάφιο (5) του άρθρου 58 είναι μικρότερος από τον ελάχιστο αριθμό, η αναθέτουσα αρχή μπορεί να συνεχίζει τη διαδικασία, καλώντας τους υποψηφίους που διαθέτουν τις απαιτούμενες ικανότητες. Στο πλαίσιο της ιδίας διαδικασίας, η αναθέτουσα αρχή δεν περιλαμβάνει άλλους οικονομικούς φορείς που δεν υπέβαλαν αίτηση συμμετοχής ή υποψηφίους που δεν πληρούν τις απαιτούμενες ικανότητες.

Περιορισμός του αριθμού των προσφορών και των λύσεων

66. Όταν οι αναθέτουσες αρχές κάνουν χρήση της δυνατότητας περιορισμού του αριθμού των προς διαπραγμάτευση προσφορών, κατά τα οριζόμενα στο εδάφιο (9) του άρθρου 26 ή των προς συζήτηση λύσεων, κατά τα οριζόμενα στο εδάφιο (7) του άρθρου 27, πραγματοποιούν αυτόν τον περιορισμό με την εφαρμογή των κριτηρίων ανάθεσης που αναφέρονται στα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης. Στην τελική φάση, ο αριθμός αυτός πρέπει να επιτρέπει τη διασφάλιση συνθηκών πραγματικού ανταγωνισμού, εφόσον υπάρχει επαρκής αριθμός προσφερόντων, λύσεων ή προεπιλεγμένων υποψηφίων.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6 ΑΝΑΘΕΣΗ ΤΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ
Κριτήρια ανάθεσης των συμβάσεων

67.-(1) Με την επιφύλαξη τυχόν νομοθετικών, κανονιστικών ή διοικητικών διατάξεων σχετικά με την τιμή ορισμένων προμηθειών ή την αμοιβή ορισμένων υπηρεσιών, οι αναθέτουσες αρχές βασίζουν την ανάθεση των δημόσιων συμβάσεων στην πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά.

(2) H πλέον συμφέρουσα από οικονομική άποψη προσφορά σύμφωνα με τη γνώμη της αναθέτουσας αρχής, προσδιορίζεται βάσει της τιμής ή του κόστους, με χρήση προσέγγισης αποτελεσματικότητας σε σχέση με το κόστος, όπως της κοστολόγησης του κύκλου ζωής, σύμφωνα με το άρθρο 68 και μπορεί να περιλαμβάνει τη βέλτιστη σχέση τιμής - ποιότητας, η οποία εκτιμάται βάσει διάφορων κριτηρίων, συμπεριλαμβανομένων, μεταξύ άλλων, ποιοτικών, περιβαλλοντικών ή/και κοινωνικών πτυχών που συνδέονται με το αντικείμενο της συγκεκριμένης δημόσιας σύμβασης κατά την έννοια του εδαφίου (4). Στα κριτήρια αυτά μπορούν να περιλαμβάνονται ιδίως:

(α) Η ποιότητα, περιλαμβανομένης της τεχνικής αξίας, τα αισθητικά και λειτουργικά χαρακτηριστικά, η προσβασιμότητα, ο σχεδιασμός για όλους τους χρήστες, τα κοινωνικά, περιβαλλοντικά και καινοτόμα χαρακτηριστικά, η εμπορία και οι σχετικοί όροι∙

(β) η οργάνωση, τα προσόντα και η πείρα του προσωπικού στο οποίο ανατίθεται η εκτέλεση της σύμβασης, σε περίπτωση που η ποιότητα του απασχολούμενου προσωπικού μπορεί να έχει σημαντική επίδραση στο επίπεδο εκτέλεσης της σύμβασης∙ ή

(γ) η εξυπηρέτηση μετά την πώληση και η τεχνική υποστήριξη, οι όροι παράδοσης, όπως η ημερομηνία παράδοσης, η διαδικασία και η περίοδος παράδοσης, ή η περίοδος αποπεράτωσης:

Νοείται ότι, το στοιχείο του κόστους, δύναται να λαμβάνει τη μορφή σταθερής τιμής ή κόστους, βάσει του οποίου οι οικονομικοί φορείς θα ανταγωνίζονται αποκλειστικά και μόνο βάσει ποιοτικών κριτηρίων.

(3) Οι αναθέτουσες αρχές δεν δύνανται να χρησιμοποιούν την τιμή ή το κόστος ως μοναδικό κριτήριο ανάθεσης των δημοσίων συμβάσεων υπηρεσιών, εκτός αν συντρέχουν αιτιολογημένοι λόγοι τους οποίους λαμβάνει υπόψη η αναθέτουσα αρχή για την κατάρτιση των εγγράφων της διαδικασίας σύναψης της σύμβασης.

(4) Τα κριτήρια ανάθεσης θεωρούνται ότι συνδέονται με το αντικείμενο της δημόσιας σύμβασης, εφόσον συνδέονται με τα έργα, τις προμήθειες ή τις υπηρεσίες που θα παρασχεθούν στο πλαίσιο της σύμβασης σε σχέση με οποιαδήποτε πτυχή της και σε οποιοδήποτε από τα στάδια του κύκλου ζωής της, περιλαμβανομένων και των παραγόντων που εμπλέκονται:

(α) Στη συγκεκριμένη διαδικασία παραγωγής, διάθεσης ή εμπορίας των εν λόγω έργων, προμηθειών ή υπηρεσιών∙ ή

(β) στη συγκεκριμένη διαδικασία άλλου σταδίου του κύκλου ζωής της∙

έστω και αν οι εν λόγω παράγοντες δεν αποτελούν μέρος της υλικής υπόστασής της.

(5) Τα κριτήρια ανάθεσης δεν πρέπει να έχουν ως αποτέλεσμα την παροχή απεριόριστης ελευθερίας επιλογής στην αναθέτουσα αρχή. Τα κριτήρια ανάθεσης πρέπει να διασφαλίζουν τη δυνατότητα αποτελεσματικού ανταγωνισμού και να συνοδεύονται από προδιαγραφές που επιτρέπουν την αποτελεσματική επαλήθευση των πληροφοριών που παρέχονται από τους προσφέροντες, προκειμένου να αξιολογείται ο βαθμός συμμόρφωσής τους προς τα κριτήρια ανάθεσης. Εάν υπάρχουν αμφιβολίες, οι αναθέτουσες αρχές επαληθεύουν αποτελεσματικά την ακρίβεια των πληροφοριών και αποδείξεων τις οποίες παρέχουν οι προσφέροντες.

(6) Η αναθέτουσα αρχή διευκρινίζει στα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης τη σχετική στάθμιση που προσδίδει σε καθένα από τα κριτήρια που έχουν επιλεγεί για τον προσδιορισμό της πλέον συμφέρουσας από οικονομική άποψη προσφοράς, εκτός εάν αυτό καθορίζεται μόνο βάσει της τιμής:

Νοείται ότι, η στάθμιση αυτή μπορεί να εκφράζεται με την πρόβλεψη περιθωρίου διακύμανσης με το κατάλληλο μέγιστο εύρος:

Νοείται περαιτέρω ότι, σε περίπτωση που δεν είναι δυνατή η στάθμιση για αντικειμενικούς λόγους, η αναθέτουσα αρχή επισημαίνει τα κριτήρια με φθίνουσα σειρά σπουδαιότητας.

Κοστολόγηση του κύκλου ζωής

68.-(1) Η κοστολόγηση του κύκλου ζωής καλύπτει, στο βαθμό που αρμόζει, ένα μέρος ή το σύνολο των ακόλουθων ειδών κόστους κατά τη διάρκεια του κύκλου ζωής ενός προϊόντος, μιας υπηρεσίας ή ενός έργου:

(α) Κόστος που βαρύνει την αναθέτουσα αρχή ή άλλους χρήστες, όπως:

(i) το κόστος που σχετίζεται με την απόκτηση,

(ii) το κόστος χρήσης, όπως για την κατανάλωση ενέργειας και άλλων πόρων,

(iii) το κόστος συντήρησης,

(iv) το κόστος που αφορά το τέλος του κύκλου ζωής, όπως το κόστος της συλλογής και της ανακύκλωσης·

(β) το κόστος που οφείλεται σε περιβαλλοντικές εξωτερικές παρενέργειες που συνδέονται με το προϊόν, την υπηρεσία ή τα έργα στη διάρκεια του κύκλου ζωής, εφόσον η χρηματική αξία του μπορεί να προσδιοριστεί και να επαληθευτεί. Στο κόστος αυτό μπορεί να περιλαμβάνεται το κόστος των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και άλλων εκπομπών ρύπων, καθώς και το κόστος για τον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής.

(2)(α) Όταν μια αναθέτουσα αρχή αξιολογεί το κόστος χρησιμοποιώντας προσέγγιση κοστολόγησης του κύκλου ζωής, αναφέρει στα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης τα δεδομένα που πρέπει να υποβάλουν οι προσφέροντες και τη μέθοδο που θα χρησιμοποιήσει για την κοστολόγηση του κύκλου ζωής, βάσει των εν λόγω δεδομένων.

(β) Η μέθοδος που χρησιμοποιείται για την αξιολόγηση του κόστους που οφείλεται σε περιβαλλοντικές εξωτερικές παρενέργειες οφείλει να πληροί το σύνολο των ακόλουθων προϋποθέσεων:

(i) να βασίζεται σε κριτήρια που μπορούν να επαληθευτούν με αντικειμενικό τρόπο και δεν εισάγουν διακρίσεις. Συγκεκριμένα, όταν δεν έχει εκπονηθεί για επαναλαμβανόμενη ή συνεχή εφαρμογή, δεν πρέπει να οδηγεί σε αδικαιολόγητα ευνοϊκή ή δυσμενή μεταχείριση ορισμένων οικονομικών φορέων,

(ii) να είναι προσιτή σε όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη,

(iii) τα απαιτούμενα δεδομένα να μπορούν να παρασχεθούν με εύλογες προσπάθειες από οικονομικούς φορείς που επιδεικνύουν τη μέση δυνατή επιμέλεια, περιλαμβανομένων των φορέων τρίτων χωρών που είναι μέρη της ΣΔΣ ή άλλων διεθνών συμφωνιών από τις οποίες δεσμεύεται η Ευρωπαϊκή Ένωση.

(3)(α) Στις περιπτώσεις όπου με νομοθετική πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχει καταστεί υποχρεωτική μια κοινή μέθοδος υπολογισμού του κόστους του κύκλου ζωής, η εν λόγω κοινή μέθοδος εφαρμόζεται για την αξιολόγηση του κόστους κύκλου ζωής.

(β) Κατάλογος των νομοθετικών πράξεων της παραγράφου (α) περιλαμβάνεται στο Παράρτημα XIII.

(γ) Σε περίπτωση που η Επιτροπή επικαιροποιήσει τον κατάλογο που περιλαμβάνεται στο παράρτημα ΧΙΙΙ της Οδηγίας 2014/24/ΕΕ, η Αρμόδια Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων με Διάταγμα της δυνάμει του άρθρου 94 τροποποιεί αναλόγως το Παράρτημα ΧΙΙΙ του παρόντος Νόμου και ενημερώνει σχετικά τις αναθέτουσες αρχές.

Ασυνήθιστα χαμηλές προσφορές

69.-(1)Όταν οι προσφορές φαίνονται ασυνήθιστα χαμηλές σε σχέση με τα έργα, τις προμήθειες ή τις υπηρεσίες, οι αναθέτουσες αρχές απαιτούν από τους οικονομικούς φορείς να εξηγήσουν την τιμή ή το κόστος που προτείνουν στην προσφορά.

(2) Οι εξηγήσεις που αναφέρονται στο εδάφιο (1) μπορούν να αφορούν ιδίως:

(α) Τα οικονομικά χαρακτηριστικά της μεθόδου κατασκευής, της διαδικασίας παρασκευής ή των παρεχόμενων υπηρεσιών·

(β) τις επιλεγείσες τεχνικές λύσεις ή τις εξαιρετικά ευνοϊκές συνθήκες που διαθέτει ο προσφέρων για την παροχή των προϊόντων ή των υπηρεσιών ή για την εκτέλεση του έργου·

(γ) την πρωτοτυπία του έργου, των προμηθειών ή των υπηρεσιών που προτείνονται από τον προσφέροντα·

(δ) τη συμμόρφωση προς τις υποχρεώσεις του εδαφίου (3) του άρθρου 4·

(ε) τη συμμόρφωση προς τις υποχρεώσεις του άρθρου 71·

(στ) το ενδεχόμενο χορήγησης κρατικής ενίσχυσης στον προσφέροντα.

(3)(α) Η αναθέτουσα αρχή αξιολογεί τις παρεχόμενες πληροφορίες, σε συνεννόηση με τον προσφέροντα.

(β) Η αναθέτουσα αρχή δύναται να απορρίψει την προσφορά μόνο εάν τα παρεχόμενα στοιχεία δεν εξηγούν κατά τρόπο ικανοποιητικό το χαμηλό επίπεδο της τιμής ή του κόστους που προτείνεται, λαμβανομένων υπόψη των στοιχείων που αναφέρονται στο εδάφιο (2).

(γ) Η αναθέτουσα αρχή απορρίπτει την προσφορά, εάν διαπιστώσει ότι η προσφορά είναι ασυνήθιστα χαμηλή, διότι δεν συμμορφώνεται με τις ισχύουσες υποχρεώσεις του εδαφίου (3) του άρθρου 4.

(4) Εάν η αναθέτουσα αρχή διαπιστώνει ότι μια προσφορά είναι ασυνήθιστα χαμηλή λόγω χορήγησης κρατικής ενίσχυσης στον προσφέροντα, η προσφορά μπορεί να απορρίπτεται αποκλειστικά για αυτόν τον λόγο μόνο μετά από διαβούλευση με τον προσφέροντα και εφόσον αυτός δεν είναι σε θέση να αποδείξει, εντός εύλογης προθεσμίας την οποία ορίζει η αναθέτουσα αρχή, ότι η εν λόγω ενίσχυση είναι σύμφωνη με την εσωτερική αγορά κατά την έννοια του Άρθρου 107 της ΣΛΕΕ. Σε περίπτωση όπου η αναθέτουσα αρχή απορρίπτει προσφορά υπό τις συνθήκες αυτές, ενημερώνει σχετικώς την Αρμόδια Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων, η οποία ενημερώνει την Επιτροπή.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7 ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ
Όροι εκτέλεσης της σύμβασης

70. Οι αναθέτουσες αρχές δύνανται να επιβάλλουν ειδικούς όρους σχετικά με την εκτέλεση της σύμβασης, υπό την προϋπόθεση ότι συνδέονται με το αντικείμενο της σύμβασης κατά την έννοια του εδαφίου (4) του άρθρου 67 και επισημαίνονται στην προκήρυξη διαγωνισμού ή στα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης. Οι εν λόγω όροι μπορούν να περιλαμβάνουν οικονομικές, περιβαλλοντικές, κοινωνικές παραμέτρους ή παραμέτρους που αφορούν την καινοτομία και την απασχόληση.

Υπεργολαβία

71.-(1) Η παρακολούθηση της τήρησης των υποχρεώσεων του εδαφίου (3) του άρθρου 4 από υπεργολάβους εξασφαλίζεται, μέσω ενδεδειγμένης δράσης, από τις αρμόδιες Υπηρεσίες της Δημοκρατίας, οι οποίες ενεργούν εντός των ορίων της ευθύνης και της αρμοδιότητάς τους.

(2) Στα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης της σύμβασης, η αναθέτουσα αρχή μπορεί να ζητεί από τον προσφέροντα να αναφέρει στην προσφορά του το τμήμα της σύμβασης που προτίθεται να αναθέσει, υπό μορφή υπεργολαβίας, σε τρίτους, καθώς και τους υπεργολάβους που προτείνει.

(3) Κατόπιν αιτήσεως του υπεργολάβου και όταν το επιτρέπει η φύση της σύμβασης, η αναθέτουσα αρχή δύναται να μεταφέρει τις οφειλόμενες πληρωμές απευθείας στον υπεργολάβο για τις υπηρεσίες, τις προμήθειες ή τα έργα που παρείχε στον οικονομικό φορέα στον οποίο ανατέθηκε η δημόσια σύμβαση. Τα μέτρα αυτά μπορούν να περιλαμβάνουν κατάλληλους μηχανισμούς που επιτρέπουν στον οικονομικό φορέα, στον οποίο ανατέθηκε η δημόσια σύμβαση, να εγείρει αντιρρήσεις ως προς αδικαιολόγητες πληρωμές. Οι ρυθμίσεις που αφορούν αυτόν τον τρόπο πληρωμής ορίζονται στα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης.

(4) Τα εδάφια (1) έως (3) δεν αίρουν την ευθύνη του οικονομικού φορέα στον οποίο ανατέθηκε η δημόσια σύμβαση.

(5)(α) Στις περιπτώσεις των συμβάσεων έργων και όσον αφορά υπηρεσίες που πρόκειται να παρασχεθούν σε εγκαταστάσεις, υπό την άμεση εποπτεία της αναθέτουσας αρχής, μετά την ανάθεση της σύμβασης και το αργότερο κατά την έναρξη της εκτέλεσής της, ο οικονομικός φορέας στον οποίο ανατέθηκε η δημόσια σύμβαση αναφέρει στην αναθέτουσα αρχή το όνομα, τα στοιχεία επικοινωνίας και τους νόμιμους εκπροσώπους των υπεργολάβων του, οι οποίοι δραστηριοποιούνται στα εν λόγω έργα και υπηρεσίες, εφόσον είναι γνωστά τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή. Ο οικονομικός φορέας, στον οποίο ανατέθηκε η σύμβαση, κοινοποιεί στην αναθέτουσα αρχή οποιαδήποτε αλλαγή των πληροφοριών αυτών, κατά τη διάρκεια της σύμβασης, καθώς και τις υποχρεωτικές πληροφορίες σχετικά με τυχόν νέους υπεργολάβους, τους οποίους χρησιμοποιεί εν συνεχεία στα εν λόγω έργα και υπηρεσίες.

(β) Όταν απαιτείται για τους σκοπούς της παραγράφου (β) του εδαφίου (6), οι απαιτούμενες πληροφορίες συνοδεύονται από τις υπεύθυνες δηλώσεις των υπεργολάβων, σύμφωνα με το άρθρο 59. Τα εφαρμοστικά μέτρα βάσει του εδαφίου (7), μπορούν να προβλέπουν ότι οι υπεργολάβοι, οι οποίοι παρουσιάζονται μετά την ανάθεση της σύμβασης, προσκομίζουν τα πιστοποιητικά και λοιπά δικαιολογητικά αντί της υπεύθυνης δήλωσης.

(γ) Η παράγραφος (α) δεν ισχύει για τους προμηθευτές.

(δ) Οι αναθέτουσες αρχές δύνανται να επεκτείνουν τις υποχρεώσεις της παραγράφου (α), ως ακολούθως:

(i) Στις συμβάσεις προμηθειών, στις συμβάσεις υπηρεσιών, πλην όσων αφορούν υπηρεσίες που πρόκειται να παρασχεθούν στις εγκαταστάσεις υπό την άμεση εποπτεία της αναθέτουσας αρχής ή στους προμηθευτές που συμμετέχουν σε συμβάσεις έργων ή υπηρεσιών,

(ii) στους υπεργολάβους των υπεργολάβων του οικονομικού φορέα, στον οποίο ανατέθηκε η δημόσια σύμβαση και ούτω καθ' εξής στην αλυσίδα υπεργολαβίας.

(6) Προκειμένου να μην αθετούνται οι υποχρεώσεις του εδαφίου (3) του άρθρου 4, λαμβάνονται ενδεδειγμένα μέτρα, όπως:

(α) Όταν η σύμβαση προβλέπει μηχανισμό από κοινού ευθύνης μεταξύ υπεργολάβων και του οικονομικού φορέα στον οποίο ανατέθηκε η σύμβαση, οι σχετικοί μηχανισμοί εφαρμόζονται σύμφωνα με τους όρους του εδαφίου (3) του άρθρου 4∙

(β) Οι αναθέτουσες αρχές δύνανται, σύμφωνα με τα άρθρα 59, 60 και 61, να επαληθεύσουν αν συντρέχουν λόγοι αποκλεισμού υπεργολάβων, σύμφωνα με το άρθρο 57. Η αναθέτουσα αρχή απαιτεί από τον οικονομικό φορέα στον οποίο ανατέθηκε η δημόσια σύμβαση να αντικαταστήσει έναν υπεργολάβο, όταν από την επαλήθευση προκύπτει ότι συντρέχουν υποχρεωτικοί λόγοι αποκλεισμού του. Η αναθέτουσα αρχή δύναται να απαιτήσει από τον οικονομικό φορέα να αντικαταστήσει έναν υπεργολάβο, όταν από την επαλήθευση προκύπτει ότι συντρέχουν μη υποχρεωτικοί λόγοι αποκλεισμού του.

(7) Για την καλύτερη εφαρμογή των εδαφίων (3), (5) και (6), η Αρμόδια Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων δύναται να ρυθμίζει περαιτέρω με Διάταγμα τα εν λόγω μέτρα. Με τον τρόπο αυτό, δυνατόν να περιορίζεται η δυνατότητα εφαρμογής, ιδίως όσον αφορά ορισμένα είδη συμβάσεων, ορισμένες κατηγορίες αναθετουσών αρχών ή οικονομικών φορέων ή ορισμένα ποσά.

Τροποποίηση συμβάσεων κατά τη διάρκειά τους

72.-(1) Οι συμβάσεις και οι συμφωνίες - πλαίσιο μπορούν να τροποποιούνται χωρίς νέα διαδικασία σύναψης σύμβασης, σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο, σε οποιαδήποτε από τις ακόλουθες περιπτώσεις:

(α) Όταν οι τροποποιήσεις, ανεξαρτήτως της χρηματικής αξίας τους, προβλέπονται στα έγγραφα της αρχικής σύμβασης με τη μορφή σαφών, ακριβών και ρητών ρητρών αναθεώρησης, συμπεριλαμβανομένων, ενδεχομένως, ρητρών αναθεώρησης τιμών ή προαιρέσεων. Οι εν λόγω ρήτρες ορίζουν το πεδίο και τη φύση των ενδεχόμενων τροποποιήσεων ή προαιρέσεων, καθώς και τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες μπορούν να χρησιμοποιηθούν:

Νοείται ότι, οι ως άνω τροποποιήσεις ή προαιρέσεις απαγορεύεται να μεταβάλουν τη συνολική φύση της σύμβασης ή της συμφωνίας - πλαίσιo∙

(β) για συμπληρωματικά έργα, υπηρεσίες ή προμήθειες από τον ανάδοχο στον οποίο αρχικά ανατέθηκε η σύμβαση, τα οποία έχουν καταστεί απαραίτητα και δεν περιλαμβάνονταν στην αρχική σύμβαση, όταν η αλλαγή αναδόχου:

(i) Δεν μπορεί να γίνει για οικονομικούς ή τεχνικούς λόγους, ιδίως, για απαιτήσεις εναλλαξιμότητας ή διαλειτουργικότητας με τον υφιστάμενο εξοπλισμό, τις υπηρεσίες ή τις εγκαταστάσεις που αποκτήθηκαν με την αρχική σύμβαση, και

(ii) θα συνεπαγόταν σημαντική αναστάτωση ή ουσιαστική επικάλυψη δαπανών για την αναθέτουσα αρχή:

Νοείται ότι, η όποια αύξηση της τιμής δεν υπερβαίνει το 50% της αξίας της αρχικής σύμβασης. Όταν επέρχονται διαδοχικές τροποποιήσεις, ο περιορισμός αυτός ισχύει για την αξία κάθε τροποποίησης. Οι επακόλουθες τροποποιήσεις δεν πρέπει να αποσκοπούν στην αποφυγή της εφαρμογής του παρόντος Νόμου∙

(γ) όταν πληρούνται οι ακόλουθες σωρευτικές προϋποθέσεις:

(i) η ανάγκη τροποποίησης προέκυψε λόγω περιστάσεων που δεν ήταν δυνατόν να προβλεφθούν από μια επιμελή αναθέτουσα αρχή,

(ii) η τροποποίηση δεν μεταβάλλει τη συνολική φύση της σύμβασης,

(iii) η όποια αύξηση της τιμής δεν υπερβαίνει το 50% της αξίας της αρχικής σύμβασης ή της συμφωνίας - πλαίσιο. Όταν επέρχονται διαδοχικές τροποποιήσεις, ο περιορισμός αυτός ισχύει για την αξία κάθε τροποποίησης. Οι επακόλουθες τροποποιήσεις δεν πρέπει να αποσκοπούν στην αποφυγή της εφαρμογής του παρόντος Νόμου∙

(δ) όταν νέος ανάδοχος αντικαθιστά τον ανάδοχο στον οποίο ανατέθηκε αρχικά η σύμβαση από την αναθέτουσα αρχή, συνεπεία:

(i) ρητής ρήτρας αναθεώρησης ή προαίρεσης, σύμφωνα με την παράγραφο (α), ή

(ii) μερικής ή ολικής διαδοχής του αναδόχου στον οποίο αρχικά ανατέθηκε η σύμβαση, κατόπιν εταιρικής αναδιάρθρωσης, περιλαμβανομένων της ανάληψης δραστηριοτήτων, της συγχώνευσης, της εξαγοράς και της αφερεγγυότητας, από άλλο οικονομικό φορέα ο οποίος πληροί τα κριτήρια ποιοτικής επιλογής που καθορίστηκαν αρχικά, εφόσον η διαδοχή δεν συνεπάγεται άλλες ουσιώδεις τροποποιήσεις της σύμβασης και δεν έχει στόχο την αποφυγή της εφαρμογής του παρόντος Νόμου, ή

(iii) όταν η ίδια η αναθέτουσα αρχή αναλαμβάνει τις υποχρεώσεις του αναδόχου στον οποίο ανατέθηκε η δημόσια σύμβαση έναντι των υπεργολάβων του, σύμφωνα με το άρθρο 71∙

(ε) όταν οι τροποποιήσεις, ανεξαρτήτως της χρηματικής αξίας τους, δεν είναι ουσιώδεις κατά την έννοια του εδαφίου (4):

Νοείται ότι, οι αναθέτουσες αρχές που τροποποιούν σύμβαση στις περιπτώσεις των παραγράφων (β) και (γ) δημοσιεύουν σχετική γνωστοποίηση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι εν λόγω γνωστοποιήσεις περιέχουν τις πληροφορίες που προβλέπονται στο Παράρτημα V, Μέρος Ζ και δημοσιεύονται σύμφωνα με το άρθρο 50.

(2) Χωρίς να απαιτείται επαλήθευση αν τηρούνται οι προϋποθέσεις των παραγράφων (α) έως (δ) του εδαφίου (4), οι συμβάσεις μπορούν να τροποποιούνται χωρίς νέα διαδικασία σύναψης σύμβασης, σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο, όταν η αξία της τροποποίησης είναι κατώτερη και των δύο ακόλουθων τιμών:

(α) Των κατώτατων ορίων του άρθρου 9∙ και

(β) του 10% της αξίας της αρχικής σύμβασης όσον αφορά τις συμβάσεις υπηρεσιών και προμηθειών και του 15% της αξίας της αρχικής σύμβασης όσον αφορά τις συμβάσεις έργων:

Νοείται ότι, η τροποποίηση δεν μπορεί να μεταβάλλει τη συνολική φύση της σύμβασης ή της συμφωνίας - πλαίσιο. Όταν επέρχονται διαδοχικές τροποποιήσεις, η αξία τους εκτιμάται βάσει της καθαρής σωρευτικής αξίας των διαδοχικών τροποποιήσεων.

(3) Για τον υπολογισμό της τιμής που προβλέπεται στο εδάφιο (2) και στις παραγράφους (β) και (γ) του εδαφίου (1) η προσαρμοσμένη τιμή είναι η τιμή αναφοράς όταν η σύμβαση περιλαμβάνει ρήτρα αναπροσαρμογής τιμών.

(4) Η τροποποίηση σύμβασης ή συμφωνίας-πλαίσιο κατά τη διάρκειά της θεωρείται ουσιώδης κατά την έννοια της παραγράφου (ε) του εδαφίου (1), όταν καθιστά τη σύμβαση ή την συμφωνία-πλαίσιο ουσιωδώς διαφορετική, ως προς το χαρακτήρα, από εκείνη η οποία συνήφθη αρχικώς. Εν πάση περιπτώσει, με την επιφύλαξη των εδαφίων (1) και (2), η τροποποίηση θεωρείται ουσιώδης όταν πληρούται μια από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

(α) Η τροποποίηση εισάγει όρους οι οποίοι, εάν αποτελούσαν μέρος της αρχικής διαδικασίας σύναψης σύμβασης, θα είχαν οδηγήσει στη συμμετοχή διαφορετικών υποψηφίων από αυτούς που επιλέχθηκαν αρχικώς ή στην αποδοχή άλλης προσφοράς από εκείνη που επελέγη αρχικώς ή θα προσέλκυαν επιπλέον συμμετέχοντες στη διαδικασία σύναψης σύμβασης˙

(β) η τροποποίηση αλλάζει την οικονομική ισορροπία της σύμβασης ή της συμφωνίας πλαίσιο υπέρ του αναδόχου, κατά τρόπο που δεν προβλεπόταν στην αρχική σύμβαση ή συμφωνία πλαίσιο˙

(γ) η τροποποίηση επεκτείνει σημαντικά το αντικείμενο της σύμβασης ή της συμφωνίας πλαίσιο˙

(δ) όταν νέος ανάδοχος αντικαθιστά τον ανάδοχο στον οποίο είχε ανατεθεί αρχικώς η σύμβαση σε περιπτώσεις διαφορετικές από τις προβλεπόμενες στην παράγραφο (δ) του εδαφίου (1).

(5) Απαιτείται νέα διαδικασία σύναψης σύμβασης σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο για τροποποιήσεις των διατάξεων δημόσιας σύμβασης ή συμφωνίας-πλαίσιο κατά τη διάρκειά τους διαφορετικές από τις προβλεπόμενες στα εδάφια (1) και (2).

Τερματισμός συμβάσεων

73. Οι αναθέτουσες αρχές έχουν τη δυνατότητα, τουλάχιστον στις ακόλουθες περιστάσεις και υπό τις προϋποθέσεις που ορίζει o περί Συμβάσεων Νόμος, να προβλέπουν στα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης τη δυνατότητα τερματισμού μιας δημόσιας σύμβασης, κατά τη διάρκεια της εκτέλεσής της, εφόσον αποδειχθεί ότι:

(α) Η σύμβαση έχει υποστεί ουσιώδη τροποποίηση χωρίς νέα διαδικασία σύναψης σύβασης, η οποία απαιτήθηκε δυνάμει του άρθρου 72˙

(β) ο ανάδοχος, τη στιγμή της ανάθεσης της σύμβασης, τελούσε σε μια από τις καταστάσεις που αναφέρονται στο άρθρο 57 εδάφιο (1) και, ως εκ τούτου, θα έπρεπε να έχει αποκλειστεί από τη διαδικασία σύναψης της σύμβασης˙

(γ) η σύμβαση δεν έπρεπε να ανατεθεί στον ανάδοχο λόγω σοβαρής παραβίασης των υποχρεώσεων από τις Συνθήκες και τον παρόντα Νόμο, σύμφωνα με απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο πλαίσιο διαδικασίας δυνάμει του Άρθρου 258 της ΣΛΕΕ.