1. Ο παρών Νόμος θα αναφέρεται ως ο περί της Ρύθμισης των Διαδικασιών Σύναψης Δημοσίων Συμβάσεων και για Συναφή Θέματα Νόμος του 2016.
2.-(1) Στον παρόντα Νόμο, εκτός εάν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια –
«αναθέτουσες αρχές» σημαίνει το κράτος, τις περιφερειακές ή τις τοπικές αρχές, τους οργανισμούς δημοσίου δικαίου ή τις ενώσεις μίας ή περισσότερων από αυτές τις αρχές ή ενός ή περισσότερων από αυτούς τους οργανισμούς δημοσίου δικαίου·
«απαίτηση ή απαιτήσεις σήματος» σημαίνει τις απαιτήσεις, τις οποίες πρέπει να πληροί ένα συγκεκριμένο έργο, προϊόν, υπηρεσία ή διαδικασία, προκειμένου να λάβει το σχετικό σήμα·
«Αρμόδια Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων» σημαίνει το Γενικό Λογιστήριο της Δημοκρατίας·
«γραπτώς» ή «εγγράφως» σημαίνει κάθε σύνολο λέξεων ή αριθμών, το οποίο μπορεί να διαβάζεται, να αναπαράγεται και στη συνέχεια να γνωστοποιείται, συμπεριλαμβανομένων των πληροφοριών που διαβιβάζονται και αποθηκεύονται με ηλεκτρονικά μέσα·
«δημόσιες συμβάσεις» σημαίνει τις συμβάσεις εξ επαχθούς αιτίας, οι οποίες συνάπτονται γραπτώς μεταξύ ενός ή περισσότερων οικονομικών φορέων και μίας ή περισσότερων αναθετουσών αρχών και έχουν ως αντικείμενο την εκτέλεση έργων, την προμήθεια προϊόντων ή την παροχή υπηρεσιών·
«δημόσιες συμβάσεις προμηθειών» σημαίνει τις δημόσιες συμβάσεις, οι οποίες έχουν ως αντικείμενο την αγορά, τη χρηματοδοτική μίσθωση, τη μίσθωση ή τη μίσθωση–αγορά, με ή χωρίς δικαίωμα αγοράς, προϊόντων. Μια δημόσια σύμβαση προμηθειών μπορεί να περιλαμβάνει, παρεμπιπτόντως, εργασίες τοποθέτησης και εγκατάστασης·
«δημόσιες συμβάσεις έργων» σημαίνει τις δημόσιες συμβάσεις, οι οποίες έχουν ως αντικείμενο:
(α) Την εκτέλεση ή συγχρόνως τη μελέτη και την εκτέλεση εργασιών που αφορούν μία από τις δραστηριότητες που αναφέρονται στο Παράρτημα ΙΙ·
(β) την εκτέλεση ή συγχρόνως τη μελέτη και την εκτέλεση έργου·
(γ) την υλοποίηση, με οποιαδήποτε μέσα, έργου ανταποκρινόμενου στις απαιτήσεις που ορίζονται από αναθέτουσα αρχή, η οποία ασκεί καθοριστική επιρροή στο είδος ή τη μελέτη του έργου·
«δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών» σημαίνει τις δημόσιες συμβάσεις, οι οποίες έχουν ως αντικείμενο την παροχή υπηρεσιών, άλλων από αυτές που αναφέρονται στον ορισμό της δημόσιας σύμβασης έργου·
«διαγωνισμοί μελετών» σημαίνει τις διαδικασίες που παρέχουν τη δυνατότητα στην αναθέτουσα αρχή να αποκτά, κυρίως στους τομείς της χωροταξίας, της πολεοδομίας, της αρχιτεκτονικής και των έργων πολιτικού μηχανικού ή της επεξεργασίας δεδομένων, μια μελέτη ή ένα σχέδιο που επιλέγεται από κριτική επιτροπή έπειτα από διαγωνισμό, με ή χωρίς την απονομή βραβείων·
«διαδικασία σύναψης σύμβασης ή σύμβαση» σημαίνει την απόκτηση, μέσω δημόσιας σύμβασης, από μία ή περισσότερες αναθέτουσες αρχές, έργων, προμηθειών ή υπηρεσιών από οικονομικούς φορείς που επιλέγονται από τις εν λόγω αναθέτουσες αρχές, ανεξαρτήτως του κατά πόσον τα έργα, οι προμήθειες ή οι υπηρεσίες προορίζονται για την εξυπηρέτηση σκοπού δημοσίου συμφέροντος˙
«έγγραφο της διαδικασίας σύναψης σύμβασης» σημαίνει κάθε έγγραφο, το οποίο παρουσιάζει ή στο οποίο παραπέμπει η αναθέτουσα αρχή, με σκοπό να περιγράψει ή να προσδιορίσει στοιχεία της σύμβασης ή της διαδικασίας ανάθεσης, συμπεριλαμβανομένης της προκήρυξης σύμβασης, της προκαταρκτικής προκήρυξης σε περίπτωση που χρησιμοποιείται ως μέσο προκήρυξης του διαγωνισμού, των τεχνικών προδιαγραφών, του περιγραφικού εγγράφου, των προτεινόμενων όρων της σύμβασης, των υποδειγμάτων για την προσκόμιση των εγγράφων από τους υποψηφίους και τους προσφέροντες, των πληροφοριών σχετικά με τις γενικές υποχρεώσεις και τυχόν πρόσθετων εγγράφων·
«επιγραμμικό αποθετήριο πιστοποιητικών» σημαίνει το σύστημα «e-Certis» της Επιτροπής, το οποίο αναφέρεται στο άρθρο 61·
«επικουρικές δραστηριότητες αγορών» σημαίνει τις δραστηριότητες, οι οποίες συνίστανται στην παροχή υποστήριξης σε δραστηριότητες αγορών, ιδίως με τις ακόλουθες μορφές:
(α) Τεχνική υποδομή που παρέχει τη δυνατότητα στις αναθέτουσες αρχές να αναθέτουν δημόσιες συμβάσεις ή να συνάπτουν συμφωνίες πλαίσιο για έργα, προμήθειες ή υπηρεσίες·
(β) συμβουλές σχετικά με τη διεξαγωγή ή το σχεδιασμό διαδικασιών σύναψης δημοσίων συμβάσεων·
(γ) προετοιμασία και διαχείριση διαδικασιών σύναψης δημοσίων συμβάσεων εξ ονόματος και για λογαριασμό της ενδιαφερόμενης αναθέτουσας αρχής·
«Επιτροπή» σημαίνει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή·
«έργο» σημαίνει το αποτέλεσμα ενός συνόλου οικοδομικών εργασιών ή εργασιών μηχανικού, το οποίο επαρκεί καθαυτό για την επιτέλεση οικονομικής ή τεχνικής λειτουργίας·
«Ευρωπαϊκό Ενιαίο Έγγραφο Σύμβασης ή ΕΕΕΣ» σημαίνει το Ευρωπαϊκό Ενιαίο Έγγραφο Σύμβασης, το οποίο αναφέρεται στο άρθρο 59·
«ηλεκτρονικό μέσο» σημαίνει τον ηλεκτρονικό εξοπλισμό για την επεξεργασία (συμπεριλαμβανομένης της ψηφιακής συμπίεσης) και την αποθήκευση δεδομένων, τα οποία διαβιβάζονται, διακινούνται ή λαμβάνονται με τη χρήση ενσύρματου, ασύρματου, οπτικού ή άλλου ηλεκτρομαγνητικού μέσου·
«καινοτομία» σημαίνει την υλοποίηση νέου ή σημαντικά βελτιωμένου προϊόντος, υπηρεσίας ή διαδικασίας, που περιλαμβάνει, χωρίς να περιορίζεται στις διαδικασίες παραγωγής, οικοδομής ή κατασκευής, νέας μεθόδου εμπορίας ή νέας μεθόδου οργάνωσης στις επιχειρηματικές πρακτικές, την οργάνωση του χώρου εργασίας ή τις εξωτερικές σχέσεις, μεταξύ άλλων, με σκοπό τη συμβολή στην αντιμετώπιση των κοινωνικών προκλήσεων ή την υποστήριξη της Στρατηγικής «Ευρώπη 2020» για έξυπνη, αειφόρο και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη·
«κεντρικές δραστηριότητες αγορών» σημαίνει τις δραστηριότητες που διεξάγονται σε μόνιμη βάση με μία από τις ακόλουθες μορφές:
(α) Απόκτηση προμηθειών ή/και υπηρεσιών που προορίζονται για αναθέτουσες αρχές˙
(β) ανάθεση δημόσιων συμβάσεων ή σύναψη συμφωνιών πλαίσιο για έργα, προμήθειες ή υπηρεσίες που προορίζονται για αναθέτουσες αρχές·
«κεντρικές κυβερνητικές αρχές» σημαίνει τις αναθέτουσες αρχές, οι οποίες περιλαμβάνονται στο Παράρτημα Ι, Μέρος Α·
«κεντρική αρχή αγορών» σημαίνει την αναθέτουσα αρχή, η οποία παρέχει κεντρικές δραστηριότητες αγορών και, ενδεχομένως, επικουρικές δραστηριότητες αγορών·
«κράτος μέλος» σημαίνει κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης·
«κύκλος ζωής» σημαίνει όλα τα διαδοχικά ή/και διασυνδεδεμένα στάδια, συμπεριλαμβανομένων της έρευνας και της ανάπτυξης που θα πραγματοποιηθούν, της παραγωγής, της εμπορίας και των όρων της, της μεταφοράς, της χρήσης και της συντήρησης, καθ’ όλη τη διάρκεια ύπαρξης ενός προϊόντος ή ενός έργου ή της παροχής μιας υπηρεσίας, από την απόκτηση των πρώτων υλών ή την παραγωγή των πόρων μέχρι την απόρριψη, την εκκαθάριση και το τέλος της υπηρεσίας ή χρήσης·
«μη κεντρικές αναθέτουσες αρχές» σημαίνει όλες τις αναθέτουσες αρχές, οι οποίες δεν είναι κεντρικές κυβερνητικές αρχές, των οποίων ενδεικτικός κατάλογος παρατίθεται στο Παράρτημα Ι, Μέρος Β·
«οικονομικό έτος» σημαίνει την περίοδο για την οποία καταρτίζονται οικονομικές καταστάσεις από την αναθέτουσα αρχή, ανεξαρτήτως εάν αυτή αφορά περίοδο δώδεκα μηνών ή όχι·
«Οδηγία 2014/24/ΕΕ» σημαίνει την Οδηγία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 26ης Φεβρουαρίου 2014 σχετικά με τις διαδικασίες σύναψης δημοσίων συμβάσεων και την κατάργηση της Οδηγίας 2004/18/ΕΚ, όπως αυτή εκάστοτε διορθώνεται, τροποποιείται και/ή αντικαθίσταται·
«οικονομικός φορέας» σημαίνει κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή δημόσιο φορέα ή ένωση αυτών των προσώπων ή/και φορέων, συμπεριλαμβανομένων των προσωρινών συμπράξεων επιχειρήσεων, που προσφέρει την εκτέλεση εργασιών ή/και έργου, την προμήθεια προϊόντων ή την παροχή υπηρεσιών στην αγορά·
«οργανισμοί δημοσίου δικαίου» σημαίνει τους οργανισμούς, οι οποίοι έχουν όλα τα ακόλουθα χαρακτηριστικά:
(α) Έχουν συσταθεί με συγκεκριμένο σκοπό την κάλυψη αναγκών γενικού συμφέροντος, που δεν έχουν βιομηχανικό ή εμπορικό χαρακτήρα·
(β) έχουν νομική προσωπικότητα· και
(γ) χρηματοδοτούνται, κατά το μεγαλύτερο μέρος τους, από τις κρατικές, αρχές τοπικής αυτοδιοίκησης, ή άλλους οργανισμούς δημοσίου δικαίου ή η διαχείριση των οποίων υπόκειται σε έλεγχο ασκούμενο από τις αρχές ή οργανισμούς αυτούς ή έχουν διοικητικό, διευθυντικό ή εποπτικό συμβούλιο, του οποίου περισσότερο από το ήμισυ των μελών διορίζεται από τις κρατικές αρχές, τις αρχές τοπικής αυτοδιοίκησης, ή από άλλους οργανισμούς δημοσίου δικαίου·
«πάροχος υπηρεσιών διαδικασιών σύναψης συμβάσεων» σημαίνει το δημόσιο ή ιδιωτικό φορέα που προσφέρει επικουρικές δραστηριότητες αγορών στην αγορά·
«προσφέρων» σημαίνει τον οικονομικό φορέα, ο οποίος έχει υποβάλει προσφορά·
«ΣΔΣ» σημαίνει τη Συμφωνία περί Δημοσίων Συμβάσεων του Παγκοσμίου Οργανισμού Εμπορίου, όπως αυτή εκάστοτε τροποποιείται·
«σήμα» σημαίνει οποιοδήποτε έγγραφο, πιστοποιητικό ή βεβαίωση που επιβεβαιώνει ότι ένα συγκεκριμένο έργο, προϊόν, υπηρεσία ή διαδικασία πληροί ορισμένες απαιτήσεις·
«ΣΛΕΕ» σημαίνει τη Συνθήκη για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως αυτή εκάστοτε τροποποιείται·
«συμφωνία-πλαίσιο» σημαίνει τη συμφωνία, μεταξύ μίας ή περισσότερων αναθετουσών αρχών και ενός ή περισσότερων οικονομικών φορέων, η οποία αποσκοπεί στον καθορισμό των όρων που θα διέπουν τις συμβάσεις που πρόκειται να συναφθούν κατά τη διάρκεια συγκεκριμένης περιόδου, ιδίως όσον αφορά τις τιμές και, ενδεχομένως, τις προβλεπόμενες ποσότητες˙
«Συνθήκες» σημαίνει τη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και τη Συνθήκη για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως αυτές εκάστοτε τροποποιούνται·
«τρίτη χώρα» σημαίνει χώρα που δεν είναι κράτος μέλος·
«υποψήφιος» σημαίνει τον οικονομικό φορέα που έχει ζητήσει να του αποσταλεί ή έχει λάβει πρόσκληση συμμετοχής σε κλειστή διαδικασία, σε ανταγωνιστική διαδικασία με διαπραγμάτευση, σε διαδικασία με διαπραγμάτευση χωρίς προηγούμενη δημοσίευση, σε ανταγωνιστικό διάλογο ή σε σύμπραξη καινοτομίας.
(2) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, "περιφερειακές αρχές" σημαίνει τις ενδεικτικώς απαριθμούμενες στο NUTS 1 και 2, όπως αναφέρονται στον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1059/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 26ης Μαΐου 2003, για τη θέσπιση μιας κοινής ονοματολογίας των εδαφικών στατιστικών μονάδων (NUTS), ενώ οι "τοπικές αρχές" περιλαμβάνουν όλες τις αρχές των διοικητικών μονάδων που εμπίπτουν στο NUTS 3 και μικρότερες διοικητικές μονάδες, ως αναφέρονται στον Κανονισμό αυτό.
(3) Στον παρόντα Νόμο, αναφορά σε πράξη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και/ή της Ευρωπαϊκής Ένωσης σημαίνει την εν λόγω πράξη, όπως αυτή εκάστοτε διορθώνεται, τροποποιείται ή αντικαθίσταται.
3.-(1) Σκοπός του παρόντος Νόμου είναι η θέσπιση κανόνων για τις διαδικασίες σύναψης συμβάσεων που πραγματοποιούνται από αναθέτουσες αρχές για δημόσιες συμβάσεις και για διαγωνισμούς μελετών, των οποίων η αξία εκτιμάται ότι δεν υπολείπεται των κατώτατων ορίων που προβλέπονται στο άρθρο 9, καθώς και η θέσπιση κανόνων, οι οποίοι καθορίζονται στο Μέρος V, για τις διαδικασίες σύναψης συμβάσεων που πραγματοποιούνται από αναθέτουσες αρχές και των οποίων η αξία εκτιμάται ότι υπολείπεται των κατωτάτων ορίων που προβλέπονται στο άρθρο 9.
(2) Η εφαρμογή του παρόντος Νόμου υπόκειται στο Άρθρο 346 της ΣΛΕΕ.
(3) Ο παρών Νόμος δεν θίγει -
(α) Το δικαίωμα της Δημοκρατίας να ορίζει, σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο, ποιες υπηρεσίες θεωρεί γενικού οικονομικού συμφέροντος, πώς πρέπει να οργανώνονται και να χρηματοδοτούνται οι εν λόγω υπηρεσίες, σύμφωνα με τους κανόνες περί κρατικών ενισχύσεων, και σε ποιες ειδικές υποχρεώσεις θα πρέπει να υπόκεινται˙
(β) την απόφαση των δημόσιων αρχών για το κατά πόσο, τον τρόπο και σε ποιο βαθμό επιθυμούν να ασκούν δημόσιες λειτουργίες οι ίδιες, σύμφωνα με το Άρθρο 14 της ΣΛΕΕ και το Πρωτόκολλο αριθμό 26, σχετικά με τις υπηρεσίες γενικού συμφέροντος, το οποίο προσαρτάται στις Συνθήκες˙
(4) Ο παρών Νόμος δεν θίγει τον τρόπο με τον οποίο η Δημοκρατία οργανώνει τα συστήματά της στον τομέα της κοινωνικής ασφάλισης.
(5) Συμφωνίες, αποφάσεις ή άλλες νομικές πράξεις που οργανώνουν τη μεταβίβαση εξουσιών και αρμοδιοτήτων για την εκτέλεση σκοπών δημοσίου συμφέροντος μεταξύ αναθετουσών αρχών ή ενώσεων αναθετουσών αρχών και δεν προβλέπουν αμοιβή για την εκτέλεση των συμβάσεων, θεωρούνται ζήτημα εσωτερικής οργάνωσης της Δημοκρατίας και δεν επηρεάζονται από τον παρόντα Νόμο.
4.-(1) Οι αναθέτουσες αρχές αντιμετωπίζουν τους οικονομικούς φορείς ισότιμα και χωρίς διακρίσεις και ενεργούν με διαφανή και αναλογικό τρόπο.
(2) Ο σχεδιασμός των διαδικασιών σύναψης συμβάσεων δεν επιτρέπεται να γίνεται με σκοπό τον αποκλεισμό τους από το πεδίο εφαρμογής του παρόντος Νόμου ή τον τεχνητό περιορισμό του ανταγωνισμού. Ο ανταγωνισμός θεωρείται ότι περιορίζεται τεχνητά όταν οι διαδικασίες σύναψης συμβάσεων έχουν σχεδιαστεί με σκοπό την αδικαιολόγητα ευνοϊκή ή δυσμενή μεταχείριση ορισμένων οικονομικών φορέων.
(3)(α) Οι αναθέτουσες αρχές λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα, ώστε να εξασφαλίζουν ότι, κατά την εκτέλεση των δημόσιων συμβάσεων, οι οικονομικοί φορείς τηρούν τις ισχύουσες υποχρεώσεις στους τομείς του περιβαλλοντικού, κοινωνικού και εργατικού δικαίου, που έχουν θεσπισθεί δυνάμει του ενωσιακού δικαίου, της νομοθεσίας που ισχύει στη Δημοκρατία, των συλλογικών συμβάσεων ή διεθνών διατάξεων περιβαλλοντικού, κοινωνικού και εργατικού δικαίου, οι οποίες απαριθμούνται στο Παράρτημα Χ.
(β) Για σκοπούς αποτελεσματικής εφαρμογής της παραγράφου (α), η Αρμόδια Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων σε συνεργασία με τις, κατά περίπτωση, αρμόδιες υπηρεσίες της Δημοκρατίας, δύναται να εκδίδουν από κοινού σχετική εγκύκλιο.
5.-(1) Εκτός αν προβλέπεται άλλως στον παρόντα Νόμο ή στη σχετική νομοθεσία στην οποία υπόκειται η αναθέτουσα αρχή, ιδίως δε στη νομοθεσία αναφορικά με την πρόσβαση στην ενημέρωση, και με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων σχετικά με τη δημοσιοποίηση των συναπτόμενων συμβάσεων και την ενημέρωση των υποψηφίων και των προσφερόντων, κατά τα οριζόμενα στα άρθρα 49 και 54, η αναθέτουσα αρχή δεν αποκαλύπτει πληροφορίες που της έχουν διαβιβάσει οικονομικοί φορείς και τις οποίες έχουν χαρακτηρίσει ως εμπιστευτικές, συμπεριλαμβανομένων, ιδίως, των τεχνικών ή εμπορικών απορρήτων και των εμπιστευτικών πτυχών των προσφορών.
(2) Οι αναθέτουσες αρχές δύναται να επιβάλλουν απαιτήσεις στους οικονομικούς φορείς, οι οποίες αποβλέπουν στην προστασία του εμπιστευτικού χαρακτήρα των πληροφοριών, τις οποίες παρέχουν οι αναθέτουσες αρχές καθ’ όλη τη διαδικασία σύναψης συμβάσεων.
6.-(1) Οι αναθέτουσες αρχές λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα για την αποτελεσματική πρόληψη, τον εντοπισμό και την επανόρθωση συγκρούσεων συμφερόντων που προκύπτουν κατά τη διεξαγωγή διαδικασιών σύναψης σύμβασης, ούτως ώστε να αποφεύγονται τυχόν στρεβλώσεις του ανταγωνισμού και να διασφαλίζεται η ίση μεταχείριση όλων των οικονομικών φορέων:
(2) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να εκδίδει, δυνάμει του άρθρου 93, Κανονισμούς για την αποτελεσματική εφαρμογή του παρόντος άρθρου.
7. Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να παραχωρεί, κατ’ αποκλειστικότητα, το δικαίωμα συμμετοχής σε διαδικασίες σύναψης δημοσίων συμβάσεων σε προστατευόμενα εργαστήρια και οικονομικούς φορείς, που έχουν ως κύριο σκοπό την κοινωνική και επαγγελματική ένταξη προσώπων με αναπηρία ή μειονεκτούντων προσώπων, ή να προβλέπει την εκτέλεση των συμβάσεων αυτών στο πλαίσιο προγραμμάτων προστατευόμενης απασχόλησης, εφόσον περισσότεροι από τουλάχιστον 30% των εργαζομένων στα εργαστήρια, τους οικονομικούς φορείς ή τα προγράμματα αυτά είναι εργαζόμενοι με αναπηρία ή μειονεκτούντες εργαζόμενοι:
8.-(1)(α) Το εδάφιο (2) εφαρμόζεται σε μικτές συμβάσεις, με διαφορετικά αντικείμενα (έργα, προμήθειες, υπηρεσίες), το σύνολο των οποίων καλύπτεται από τον παρόντα Νόμο.
(β) Τα εδάφια (3) έως (6) εφαρμόζονται σε μικτές συμβάσεις, με αντικείμενα που καλύπτονται από τον παρόντα Νόμο και αντικείμενα που καλύπτονται από άλλα νομικά καθεστώτα.
(2) Οι συμβάσεις με δύο ή περισσότερα αντικείμενα (έργα, προμήθειες ή υπηρεσίες), ανατίθενται σύμφωνα με τις διατάξεις που εφαρμόζονται στο είδος που χαρακτηρίζει το κύριο αντικείμενο της σχετικής σύμβασης:
(3)(α) Όταν τα διαφορετικά μέρη μιας συγκεκριμένης σύμβασης μπορούν να χωριστούν αντικειμενικά, εφαρμόζεται το εδάφιο (4) ή (5) ή (6), ανάλογα με την περίπτωση. Όταν τα διαφορετικά μέρη μιας συγκεκριμένης σύμβασης δεν μπορούν να χωριστούν αντικειμενικά, εφαρμόζεται το εδάφιο (7).
(β) Όταν μέρος μιας συγκεκριμένης σύμβασης καλύπτεται από τον περί του Συντονισμού των Διαδικασιών Σύναψης Ορισμένων Συμβάσεων Έργων, Προμηθειών και Παροχής Υπηρεσιών που Συνάπτονται από Αναθέτουσες Αρχές ή Αναθέτοντες Φορείς στους Τομείς της Άμυνας και της Ασφάλειας και για Συναφή Θέματα Νόμο του 2011 ή το Άρθρο 346 της ΣΛΕΕ, εφαρμόζεται το άρθρο 20 του παρόντος Νόμου.
(4)(α) Στην περίπτωση συμβάσεων με αντικείμενα που καλύπτονται και αντικείμενα που δεν καλύπτονται από τον παρόντα Νόμο, οι αναθέτουσες αρχές δύνανται να επιλέγουν την ανάθεση χωριστών συμβάσεων για τα επιμέρους μέρη ή την ανάθεση ενιαίας σύμβασης.
(β) Όταν οι αναθέτουσες αρχές επιλέγουν την ανάθεση χωριστών συμβάσεων για τα επιμέρους μέρη, η απόφαση για το ποιο νομικό καθεστώς εφαρμόζεται σε καθεμιά από τις χωριστές αυτές συμβάσεις, λαμβάνεται βάσει των χαρακτηριστικών εκάστου μέρους.
(γ) Υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 20, όταν οι αναθέτουσες αρχές επιλέγουν την ανάθεση ενιαίας σύμβασης, ο παρών Νόμος εφαρμόζεται, στην προκύπτουσα μικτή σύμβαση, ανεξαρτήτως της αξίας των μερών που διαφορετικά θα ενέπιπταν σε άλλο νομικό καθεστώς και ανεξαρτήτως του νομικού καθεστώτος από το οποίο θα διέπονταν τα μέρη αυτά σε διαφορετική περίπτωση.
(5) Στην περίπτωση μικτών συμβάσεων που περιέχουν στοιχεία συμβάσεων προμηθειών, έργων και υπηρεσιών και συμβάσεων παραχώρησης, η μικτή σύμβαση ανατίθεται σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο, υπό τον όρο ότι, η εκτιμώμενη αξία του μέρους της σύμβασης που συνιστά σύμβαση καλυπτόμενη από τον παρόντα Νόμο, ως υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 10, είναι ίση ή ανώτερη από τα κατώτατα όρια που προβλέπονται στο άρθρο 9.
(6) Στην περίπτωση συμβάσεων με αντικείμενα που καλύπτονται από τον παρόντα Νόμο και την άσκηση δραστηριότητας που διέπεται από τις διατάξεις της Οδηγίας 2014/25/ΕΕ σχετικά με τις διαδικασίες σύναψης συμβάσεων των φορέων που δραστηριοποιούνται στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών και την κατάργηση της Οδηγίας 2004/17/ΕΚ και από τις αντίστοιχες διατάξεις της εκάστοτε ισχύουσας νομοθεσίας που ρυθμίζει τις διαδικασίες σύναψης συμβάσεων των φορέων που δραστηριοποιούνται στους τομείς του ύδατος, της ενέργειας, των μεταφορών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών, οι εφαρμοστέοι κανόνες καθορίζονται, κατά παρέκκλιση από τα εδάφια (4) και (5) του παρόντος άρθρου, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην εν λόγω νομοθεσία.
(7) Όταν τα διάφορα μέρη συγκεκριμένης σύμβασης δεν μπορούν να χωριστούν αντικειμενικά, το ισχύον νομικό καθεστώς καθορίζεται με βάση το κύριο αντικείμενο της εν λόγω σύμβασης.
9.-(1) Το παρόν Μέρος και τα Μέρη ΙΙ, ΙΙΙ και IV του παρόντος Νόμου εφαρμόζονται στις συμβάσεις, εκτός αυτών που εξαιρούνται δυνάμει των διατάξεων των άρθρων 11 έως 16, των οποίων η εκτιμώμενη αξία εκτός φόρου προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ) είναι ίση προς ή ανώτερη από τα ως κατωτέρω κατώτατα όρια, όπως αυτά εκάστοτε αναθεωρούνται από την Επιτροπή, σύμφωνα με το άρθρο 6 της Οδηγίας 2014/24/ΕΕ:
(α) 5.225.000 ευρώ για τις δημόσιες συμβάσεις έργων·
(β) 135.000 ευρώ για τις δημόσιες συμβάσεις προμηθειών και υπηρεσιών που ανατίθενται από κεντρικές κυβερνητικές αρχές και για διαγωνισμούς μελετών που διοργανώνονται από τις εν λόγω αρχές:
(γ) 209.000 ευρώ για τις δημόσιες συμβάσεις-
(i) προμηθειών και υπηρεσιών που ανατίθενται από μη κεντρικές αναθέτουσες αρχές και για διαγωνισμούς μελετών που διοργανώνονται από τις εν λόγω αρχές·
(ii) προμηθειών που ανατίθενται από κεντρικές κυβερνητικές αρχές, οι οποίες δραστηριοποιούνται στον τομέα της άμυνας, όταν οι συμβάσεις αυτές αφορούν προϊόντα που δεν καλύπτονται από το Παράρτημα ΙΙΙ·
(δ) 750.000 ευρώ για δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών που αφορούν κοινωνικές και άλλες ειδικές υπηρεσίες που περιλαμβάνονται στο Παράρτημα XΙV.
(2) Η Αρμόδια Αρχή Δημοσίων Συμβάσεων ενημερώνει, με εγκύκλιό της, τις αναθέτουσες αρχές για τις εκάστοτε αναθεωρήσεις των κατωτάτων ορίων που διενεργούνται από την Επιτροπή, σύμφωνα με το άρθρο 6 της Οδηγίας 2014/24/ΕΕ.
10.-(1) Ο υπολογισμός της εκτιμώμενης αξίας μιας σύμβασης βασίζεται στο συνολικό πληρωτέο ποσό, χωρίς ΦΠΑ, όπως εκτιμάται από την αναθέτουσα αρχή, συμπεριλαμβανομένων τυχόν δικαιωμάτων προαιρέσεως ή τυχόν παρατάσεων της σύμβασης, όπως ορίζουν ρητά τα έγγραφα της διαδικασίας σύναψης σύμβασης:
(2) Όταν η αναθέτουσα αρχή αποτελείται από χωριστές επιχειρησιακές μονάδες, λαμβάνεται υπόψη η συνολική εκτιμώμενη αξία για όλες τις χωριστές επιχειρησιακές μονάδες:
(3) Η επιλογή της χρησιμοποιούμενης μεθόδου για τον υπολογισμό της εκτιμώμενης αξίας μιας σύμβασης δεν επιτρέπεται να γίνεται με σκοπό την αποφυγή εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος Νόμου. Η σύμβαση δεν κατατέμνεται κατά τρόπο ώστε να αποφεύγεται η εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου, εκτός εάν υφίσταται αντικειμενικός λόγος.
(4) Η εκτιμώμενη αξία της σύμβασης πρέπει να ισχύει κατά την αποστολή της προκήρυξης διαγωνισμού, ή, στις περιπτώσεις όπου δεν προβλέπεται προκήρυξη διαγωνισμού, κατά την έναρξη της διαδικασίας σύναψης σύμβασης από την αναθέτουσα αρχή, ιδίως, όπου εφαρμόζεται, κατά την επαφή με οικονομικούς φορείς για τους σκοπούς της σύμβασης.
(5) Για τις συμφωνίες-πλαίσιο και για τα δυναμικά συστήματα αγορών, η αξία που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη είναι η μέγιστη εκτιμώμενη αξία, χωρίς ΦΠΑ, του συνόλου των συμβάσεων που προβλέπονται για τη συνολική διάρκεια της συμφωνίας πλαίσιο ή του δυναμικού συστήματος αγορών.
(6) Για τις συμπράξεις καινοτομίας, η αξία που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη είναι η μέγιστη εκτιμώμενη αξία, χωρίς ΦΠΑ, των δραστηριοτήτων έρευνας και ανάπτυξης που θα λάβουν χώρα σε όλα τα στάδια της προβλεπόμενης σύμπραξης, καθώς και των προμηθειών, των υπηρεσιών ή των έργων που θα αναπτυχθούν και θα παρασχεθούν κατά τη λήξη της προβλεπόμενης σύμπραξης.
(7) Για τις δημόσιες συμβάσεις έργων, κατά τον υπολογισμό της εκτιμώμενης αξίας πρέπει να λαμβάνονται υπόψη το κόστος των έργων, καθώς και η συνολική εκτιμώμενη αξία των προμηθειών και υπηρεσιών που τίθενται στη διάθεση του εργολάβου από τις αναθέτουσες αρχές, εφόσον είναι αναγκαίες για την εκτέλεση των έργων.
(8) Υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του εδαφίου (10), οταν προτεινόμενο έργο ή προτεινόμενη παροχή υπηρεσιών μπορεί να οδηγήσει σε ανάθεση συμβάσεων υπό τη μορφή χωριστών τμημάτων, λαμβάνεται υπόψη η συνολική εκτιμώμενη αξία όλων των τμημάτων. Όταν η συνολική αξία των τμημάτων είναι ίση ή υπερβαίνει το κατώτατο όριο που προβλέπεται στο άρθρο 9, το παρόν Μέρος και τα Μέρη ΙΙ, ΙΙΙ και IV του παρόντος Νόμου εφαρμόζονται στην ανάθεση κάθε τμήματος.
(9) Υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του εδαφίου (10), όταν ένα σχέδιο αγοράς για την απόκτηση ομοιογενών προμηθειών μπορεί να οδηγήσει σε ανάθεση συμβάσεων υπό τη μορφή χωριστών τμημάτων, λαμβάνεται υπόψη κατά την εφαρμογή των παραγράφων (β) και (γ) του εδαφίου (1) του άρθρου 9, η συνολική εκτιμώμενη αξία όλων των τμημάτων. Όταν η συνολική αξία των τμημάτων είναι ίση ή υπερβαίνει το κατώτατο όριο που προβλέπεται στο άρθρο 9, το παρόν Μέρος καθώς και τα Μέρη ΙΙ, ΙΙΙ και IV του παρόντος Νόμου εφαρμόζονται στην ανάθεση κάθε τμήματος.
(10) Κατά παρέκκλιση από τα προβλεπόμενα στα εδάφια (8) και (9), οι αναθέτουσες αρχές δύνανται να αναθέτουν συμβάσεις για μεμονομένα τμήματα, χωρίς να εφαρμόζουν τις διαδικασίες που προβλέπονται στα Μέρη ΙΙ, ΙΙΙ και IV του παρόντος Νόμου, εφόσον η εκτιμώμενη αξία του εν λόγω τμήματος, χωρίς ΦΠΑ, είναι μικρότερη από 80.000 ευρώ για προμήθειες ή υπηρεσίες ή από 1.000.000 ευρώ για έργα, νοουμένου ότι η συνολική αξία των τμημάτων που ανατίθενται με αυτόν τον τρόπο, δεν μπορεί να υπερβαίνει το 20% της συνολικής αξίας όλων των τμημάτων, στις οποίες έχει κατατμηθεί το προτεινόμενο έργο, η προτεινόμενη απόκτηση ομοιογενών προμηθειών ή η προτεινόμενη παροχή υπηρεσιών.
(11) Για τις δημόσιες συμβάσεις προμηθειών ή υπηρεσιών, οι οποίες έχουν περιοδικό χαρακτήρα ή οι οποίες προβλέπεται να ανανεωθούν μέσα σε συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, ο υπολογισμός της εκτιμώμενης αξίας της σύμβασης βασίζεται:
(α) Είτε στη συνολική πραγματική αξία των διαδοχικών συμβάσεων του ιδίου τύπου, οι οποίες συνήφθησαν κατά το προηγούμενο δωδεκάμηνο ή οικονομικό έτος, αναπροσαρμοσμένη, όταν είναι δυνατόν, προκειμένου να ληφθούν υπόψη ενδεχόμενες μεταβολές ως προς τις ποσότητες ή την αξία τους, κατά τους δώδεκα μήνες που έπονται της αρχικής σύμβασης·
(β) είτε στην εκτιμώμενη συνολική αξία των διαδοχικών συμβάσεων που συνάπτονται κατά το δωδεκάμηνο που έπεται της πρώτης παράδοσης ή κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους, εφόσον αυτό υπερβαίνει τους δώδεκα μήνες.
(12) Για τις δημόσιες συμβάσεις προμηθειών, οι οποίες έχουν ως αντικείμενο τη χρηματοδοτική μίσθωση, τη μίσθωση ή τη μίσθωση αγορά προϊόντων, η αξία που πρέπει να λαμβάνεται ως βάση για τον υπολογισμό της εκτιμώμενης αξίας της σύμβασης είναι-
(α) Στην περίπτωση δημόσιων συμβάσεων ορισμένου χρόνου, εφόσον η διάρκειά τους είναι ίση ή μικρότερη από 12 μήνες, η συνολική εκτιμώμενη αξία για τη διάρκεια της σύμβασης ή, εφόσον η διάρκεια της σύμβασης είναι μεγαλύτερη από 12 μήνες, η συνολική αξία της σύμβασης στην οποία περιλαμβάνεται η εκτιμώμενη υπολειπόμενη αξία·
(β) στην περίπτωση δημόσιων συμβάσεων αορίστου χρόνου ή στην περίπτωση που η διάρκειά τους δεν μπορεί να προσδιοριστεί, η μηνιαία αξία πολλαπλασιαζόμενη επί 48.
(13) Για τις δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών, η αξία που πρέπει να λαμβάνεται ως βάση για τον υπολογισμό της εκτιμώμενης αξίας της σύμβασης είναι-
(α) Στην περίπτωση ασφαλιστικών υπηρεσιών: το καταβλητέο ασφάλιστρο και οι άλλοι τρόποι αμοιβής·
(β) στην περίπτωση τραπεζικών και άλλων χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών: οι αμοιβές, οι καταβλητέες προμήθειες, οι τόκοι και οι άλλοι τρόποι αμοιβής·
(γ) στην περίπτωση συμβάσεων μελετών: οι αμοιβές, οι καταβλητέες προμήθειες και οι άλλοι τρόποι αμοιβής.
(14) Για τις συμβάσεις υπηρεσιών στις οποίες δεν αναφέρεται συνολική τιμή, η αξία που πρέπει να λαμβάνεται ως βάση για τον υπολογισμό της εκτιμώμενης αξίας της σύμβασης είναι -
(α) Στην περίπτωση συμβάσεων ορισμένου χρόνου και εφόσον η διάρκειά τους είναι ίση ή μικρότερη από 48 μήνες: η συνολική αξία για όλη τη διάρκειά τους·
(β) στην περίπτωση συμβάσεων αορίστου χρόνου ή διάρκειας μεγαλύτερης των 48 μηνών: η μηνιαία αξία πολλαπλασιασμένη επί 48.