16.-(1) Διοργανωτής που είναι εγκατεστημένος στο έδαφος της Δημοκρατίας:
(α) Παρέχει εγγύηση για την επιστροφή του συνόλου των ποσών που έχουν καταβληθεί από ή για λογαριασμό των ταξιδιωτών, στο βαθμό που οι σχετικές υπηρεσίες δεν εκτελούνται λόγω αφερεγγυότητας του διοργανωτή, και
(β) εφόσον η μεταφορά επιβατών περιλαμβάνεται στη σύμβαση οργανωμένου ταξιδιού, παρέχει επίσης εξασφάλιση για τον επαναπατρισμό των ταξιδιωτών:
(2) Διοργανωτής ο οποίος δεν είναι εγκατεστημένος σε κράτος μέλος και πωλεί ή προσφέρει προς πώληση πακέτα στη Δημοκρατία ή ο οποίος κατευθύνει με οποιοδήποτε μέσο τέτοιες δραστηριότητες προς τη Δημοκρατία υποχρεούται να παρέχει εγγύηση σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Μέρους.
(3) Η εγγύηση που αναφέρεται στις διατάξεις των εδαφίων (1) και (2) είναι αποτελεσματική και καλύπτει τις ευλόγως προβλέψιμες δαπάνες, όπως τα ποσά των πληρωμών που καταβλήθηκαν από ή για λογαριασμό των ταξιδιωτών αναφορικά με πακέτα, λαμβανομένης υπόψη της διάρκειας της περιόδου μεταξύ της είσπραξης των προκαταβολών και των τελικών πληρωμών και της ολοκλήρωσης των πακέτων καθώς και του εκτιμώμενου κόστους των επαναπατρισμών σε περίπτωση αφερεγγυότητας του διοργανωτή.
(4) Η εγγύηση εξαρτάται από παράγοντες, όπως:
(α) Το είδος των πωληθέντων πακέτων, περιλαμβανομένου του μέσου μεταφοράς,
(β) τον ταξιδιωτικό προορισμό,
(γ) τους νομικούς περιορισμούς ή τις δεσμεύσεις του διοργανωτή σε ό,τι αφορά τα ποσά των προπληρωμών που μπορεί να δεχθεί, και
(δ) τη χρονική στιγμή της πραγματοποίησής τους πριν από την έναρξη του πακέτου.
(5) Ο διοργανωτής προσαρμόζει την προστασία κατά της αφερεγγυότητας σε περίπτωση αυξημένων κινδύνων, μεταξύ άλλων σε περίπτωση σημαντικής αύξησης των πωλήσεων πακέτων.
(6) Προκειμένου να θεωρείται αποτελεσματική η προστασία κατά της αφερεγγυότητας σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (5), πρέπει να πληρείται μια τουλάχιστον από τις διευθετήσεις που περιγράφονται στις διατάξεις των άρθρων 17 και 18.
(7) Οι ταξιδιώτες ωφελούνται από την προστασία κατά της αφερεγγυότητας του διοργανωτή ανεξάρτητα από τον τόπο της κατοικίας τους, τον τόπο της αναχώρησης ή τον τόπο πώλησης του πακέτου, καθώς και ανεξάρτητα από το κράτος μέλος στο οποίο βρίσκεται η οντότητα που παρέχει την προστασία κατά της αφερεγγυότητας.
(8) Η προστασία κατά της αφερεγγυότητας είναι διαθέσιμη αμέσως στις περιπτώσεις που, συνεπεία των προβλημάτων ρευστότητας του διοργανωτή, οι ταξιδιωτικές υπηρεσίες:
(α) Δεν εκτελούνται ή
(β) δεν θα εκτελεστούν ή
(γ) θα εκτελεστούν μερικώς ή
(δ) σε περιπτώσεις που οι πάροχοι υπηρεσιών απαιτούν από τους ταξιδιώτες να πληρώσουν για τις υπηρεσίες αυτές.
(9) Όταν η εκτέλεση του πακέτου επηρεάζεται από την αφερεγγυότητα του διοργανωτή, η εγγύηση ενεργοποιείται χωρίς επιβάρυνση του ταξιδιώτη για να διασφαλιστούν οι επαναπατρισμοί και, εφόσον είναι αναγκαίο, για τη χρηματοδότηση της διαμονής πριν από τον επαναπατρισμό.
(10) Για τις ταξιδιωτικές υπηρεσίες που δεν εκτελέστηκαν, οι επιστροφές πραγματοποιούνται χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση μετά από αίτημα του ταξιδιώτη.
17.-(1) Ο διοργανωτής συνάπτει ασφάλεια που καλύπτεται από ένα ή περισσότερα ασφαλιστικά συμβόλαια με αδειούχο ασφαλιστή, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 16.
(2) Ο διοργανωτής διασφαλίζει ότι αποτελεί όρο κάθε σύμβασης με τον ταξιδιώτη ότι ο ταξιδιώτης αποκομίζει το όφελος του συμβολαίου του τύπου που αναφέρεται στις διατάξεις του εδαφίου (1) σε περίπτωση που αυτός καθίσταται αφερέγγυος.
(3) Η μέγιστη διάρκεια του ασφαλιστικού συμβολαίου, όπως αυτό καθορίζεται στις διατάξεις του εδαφίου (1) δεν υπερβαίνει τους δώδεκα (12) μήνες.
(4) Διοργανωτής ο οποίος επιλέγει να παράσχει προστασία κατά της αφερεγγυότητας με σύναψη ασφάλειας, υποχρεούται να προσκομίζει στην Εντεταλμένη Υπηρεσία αντίγραφο του ασφαλιστικού συμβολαίου, εντός δεκαπέντε (15) ημερών από την ημερομηνία σύναψής του.
(5) Η Εντεταλμένη Υπηρεσία εξετάζει το ασφαλιστικό συμβόλαιο και τυχόν άλλα στοιχεία τα οποία κρίνει αναγκαίο να ζητήσει από το διοργανωτή, προκειμένου να διαπιστώσει εάν το ασφαλιστικό συμβόλαιο ανταποκρίνεται στις διατάξεις του άρθρου 16:
18.-(1) Ο διοργανωτής σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 16 εξασφαλίζει χρηματική εγγύηση με χρηματοοικονομικό ίδρυμα, σύμφωνα με την οποία, το χρηματοοικονομικό ίδρυμα δεσμεύεται να καταβάλει σε εγκεκριμένο σώμα, το ποσό που υπολογίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (3) σε περίπτωση που ο διοργανωτής καθίσταται αφερέγγυος.
(2) Οποιαδήποτε χρηματική εγγύηση με χρηματοοικονομικό ίδρυμα που συνάπτεται σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1) δεν επιτρέπεται να ορίζεται ότι ισχύει για περίοδο που υπερβαίνει τους δώδεκα (12) μήνες.
(3) Για να είναι αποτελεσματική η προστασία κατά της αφερεγγυότητας με την εξασφάλιση χρηματικής εγγύησης με χρηματοοικονομικό ίδρυμα θα πρέπει να καλύπτει-
(α) Το είκοσι τοις εκατόν (20%) ή περισσότερο όλων των πληρωμών που ο διοργανωτής εισέπραξε σύμφωνα με τις πωλήσεις πακέτων για την περίοδο των αμέσως προηγούμενων δώδεκα (12) μηνών από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος της εξασφάλισης που αναφέρεται στις διατάξεις του εδαφίου (1), ή
(β) το μέγιστο ποσό όλων των πληρωμών που ο διοργανωτής αναμένει ότι ανά πάσα στιγμή θα έχει στην κατοχή του, σχετικά με πακέτα που δεν έχουν πλήρως εκτελεστεί,
οποιοδήποτε ποσό είναι το μεγαλύτερο:
Νοείται ότι, σε καμία περίπτωση το ύψος του ποσού της χρηματικής εγγύησης δεν μπορεί να είναι μικρότερο των πέντε χιλιάδων ευρώ (€5.000).
(4) Ο διοργανωτής υποβάλλει στο εγκεκριμένο σώμα, οποιαδήποτε στοιχεία τα οποία το εγκεκριμένο σώμα κρίνει απαραίτητα προκειμένου να υπολογίσει το ύψος της χρηματικής εγγύησης με χρηματοοικονομικό ίδρυμα σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (3).
(5) Το εγκεκριμένο σώμα λαμβάνει υπόψη τις διατάξεις του άρθρου 16 και τα στοιχεία που αναφέρονται στις διατάξεις του εδαφίου (4) του παρόντος άρθρου, τα οποία ο διοργανωτής προσκομίζει, και υπολογίζει το ελάχιστο ποσό το οποίο θα αντιπροσωπεύει το ύψος της χρηματικής εγγύησης με χρηματοοικονομικό ίδρυμα.
(6) Όταν το εγκεκριμένο σώμα υπολογίσει το ελάχιστο ποσό το οποίο θα αντιπροσωπεύει το ύψος της χρηματικής εγγύησης με χρηματοοικονομικό ίδρυμα, τότε το ελάχιστο ποσό που θα θεωρηθεί για τους σκοπούς εφαρμογής των διατάξεων του εδαφίου (3), θα είναι το ποσό αυτό και ενημερώνει σχετικά το διοργανωτή.
(7) Σε εξαιρετικές περιπτώσεις κατά τις οποίες η αφερεγγυότητα του διοργανωτή είναι αποτέλεσμα ιδιαίτερα αμυδρών κινδύνων οι οποίοι ήταν αδύνατο να προβλεφθούν και ως εκ τούτου το διαθέσιμο ποσό της εγγύησης δεν επαρκεί για την πλήρη ικανοποίηση των απαιτήσεων των ταξιδιωτών, η ικανοποίηση των ταξιδιωτών αυτών γίνεται κατ’ αναλογία του ποσού των απαιτήσεών τους.
(8) Αφού τεθεί σε ισχύ η χρηματική εγγύηση με χρηματοοικονομικό ίδρυμα, ο διοργανωτής προσκομίζει στο εγκεκριμένο σώμα αποδεικτικά στοιχεία για την ύπαρξή της και το ύψος αυτής.
(9) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, «εγκεκριμένο σώμα» σημαίνει οποιαδήποτε εταιρεία, σύνδεσμο, σύλλογο, ίδρυμα, ένωση ή σωματείο διοργανωτών ταξιδιών, πωλητών και ταξιδιωτικών πρακτόρων το οποίο έχει συσταθεί, εγγραφεί και λειτουργεί δυνάμει των διατάξεων του περί Εταιρειών Νόμου ή του περί Σωματείων και Ιδρυμάτων και για Άλλα Συναφή Θέματα Νόμου.
(10) Οποιαδήποτε εταιρεία, σύνδεσμος, σύλλογος, ίδρυμα, ένωση ή σωματείο διοργανωτών ταξιδιών, πωλητών και ταξιδιωτικών πρακτόρων έχει συσταθεί, εγγραφεί και λειτουργεί δυνάμει των διατάξεων του περί Εταιρειών Νόμου ή του περί Σωματείων και Ιδρυμάτων και για Άλλα Συναφή Θέματα Νόμου επιθυμεί να εγκριθεί ως εγκεκριμένο σώμα, ως αυτό αναφέρεται στις διατάξεις του εδαφίου (9), υποβάλλει στον Υπουργό σχετική αίτηση.
(11) Με την αίτηση προς τον Υπουργό, που προβλέπεται στις διατάξεις του εδαφίου (10), ο αιτητής ενημερώνει για τις εσωτερικές διαδικασίες που προτίθεται να τηρεί προκειμένου να εφαρμόζει τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, περιλαμβανομένου και του τρόπου υπολογισμού του ύψους της χρηματικής εγγύησης με χρηματοοικονομικό ίδρυμα σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (3), και οποιαδήποτε άλλα στοιχεία πιθανό του ζητηθούν.
(12) Ο Υπουργός αφού εξετάσει τα στοιχεία που υποβάλλονται σε αυτόν σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (11) προβαίνει σε μια από τις ακόλουθες ενέργειες:
(α) Εγκρίνει τον αιτητή προκειμένου να ενεργεί ως εγκεκριμένο σώμα σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, με σχετική γνωστοποίηση στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, ή
(β) ενημερώνει τον αιτητή ότι θα πρέπει να πληροί τυχόν επιπλέον προϋποθέσεις, τις οποίες ο Υπουργός θέτει, προκειμένου να ενεργεί ως εγκεκριμένο σώμα σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, ή
(γ) δεν εγκρίνει το ενδιαφερόμενο μέρος να ενεργεί ως εγκεκριμένο σώμα σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, και
αφού αποφασίσει, ενημερώνει αναλόγως τον αιτητή για την απόφασή του.
(13) Ο Υπουργός δύναται οποτεδήποτε, με γνωστοποίηση στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, να ανακαλέσει την άδεια που έχει χορηγήσει σε οποιοδήποτε για να ενεργεί ως εγκεκριμένο σώμα, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, σε περίπτωση που διαπιστωθεί από την Εντεταλμένη Υπηρεσία ότι:
(α) Δεν τηρεί τις υποχρεώσεις του σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, ή
(β) δεν τηρεί τις εσωτερικές διαδικασίες που δεσμεύτηκε να τηρεί σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (11), αφού πρώτα τον ενημερώσει γραπτώς αιτιολογώντας την απόφασή του.
(14) Σε περίπτωση που το εγκεκριμένο σώμα έχει εύλογους λόγους να πιστεύει ότι τα στοιχεία που προβλέπονται στις διατάξεις του εδαφίου (4) τα οποία του έχει προσκομίσει ο διοργανωτής είναι αναληθή, παραποιημένα ή ελλιπή καταγγέλλει άμεσα το διοργανωτή στην Εντεταλμένη Υπηρεσία η οποία ερευνά την καταγγελία, εφαρμόζοντας τις διατάξεις του Μέρους VIII.
(15) Το εγκεκριμένο σώμα, καταρτίζει και διατηρεί κατάλογο με τα στοιχεία επικοινωνίας των διοργανωτών οι οποίοι έχουν εξασφαλίσει χρηματική εγγύηση με χρηματοοικονομικό ίδρυμα και κοινοποιεί τον κατάλογο αυτό στην Εντεταλμένη Υπηρεσία μόλις αυτός καταρτιστεί και κάθε φορά που αυτός τροποποιείται, εντός δέκα (10) ημερών από την ημερομηνία της τροποποίησής του.
(16) Το εγκεκριμένο σώμα δύναται να δίνει σε διοργανωτές την ευκαιρία να παρέχουν προστασία κατά της αφερεγγυότητας με άλλη διευθέτηση από αυτή που περιγράφεται στις διατάξεις των εδαφίων (2) μέχρι (8), αφού αυτή η διευθέτηση έχει πρώτα εγκριθεί από τον Υπουργό, σύμφωνα με τη διαδικασία που περιγράφεται στις διατάξεις των εδαφίων (11) και (12).
19.-(1) Κάθε προστασία κατά της αφερεγγυότητας την οποία παρέχει διοργανωτής βάσει των κανόνων του κράτους μέλους εγκατάστασής του, θεωρείται ότι πληροί τις απαιτήσεις των διατάξεων του άρθρου 16.
(2) Εάν υπάρχουν αμφιβολίες σχετικά με την προστασία κατά της αφερεγγυότητας διοργανωτή, η Εντεταλμένη Υπηρεσία δύναται να ζητά διευκρινίσεις από το κράτος μέλος εγκατάστασης του διοργανωτή.
(3) Η Εντεταλμένη Υπηρεσία απαντά στα αιτήματα άλλων κρατών μελών το συντομότερο δυνατόν λαμβανομένου υπόψη του επείγοντος και πολύπλοκου χαρακτήρα της υπόθεσης και σε κάθε περίπτωση μια πρώτη απάντηση δίδεται το αργότερο εντός δεκαπέντε (15) εργάσιμων ημερών από την παραλαβή του αιτήματος.
(4) Για τη διευκόλυνση της διοικητικής συνεργασίας και την εποπτεία των διοργανωτών που δραστηριοποιούνται σε διάφορα κράτη μέλη, η Εντεταλμένη Υπηρεσία ορίζεται ως κεντρικό σημείο επαφής.
(5) Η Εντεταλμένη Υπηρεσία-
(α) Κοινοποιεί στα σημεία επαφής των άλλων κρατών μελών όλες τις απαραίτητες πληροφορίες σχετικά με τις απαιτήσεις των διατάξεων του παρόντος Νόμου για προστασία κατά της αφερεγγυότητας, καθώς και την ταυτότητα της οντότητας ή των οντοτήτων που παρέχουν προστασία κατά της αφερεγγυότητας για συγκεκριμένους διοργανωτές εγκατεστημένους στη Δημοκρατία, και
(β) παρέχει αμοιβαία πρόσβαση στον κατάλογο στον οποίο απαριθμούνται οι διοργανωτές που πληρούν τις υποχρεώσεις τους όσον αφορά την προστασία κατά της αφερεγγυότητας οι οποίοι είναι εγκατεστημένοι στη Δημοκρατία:
Νοείται ότι, το κοινό έχει πρόσβαση σε κάθε τέτοιο κατάλογο, μεταξύ άλλων, μέσω του διαδικτύου.