ΜΕΡΟΣ XIV ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Καθήκοντα και αρμοδιότητες των αρμοδίων αρχών

38.-(1) Η κάθε αρμόδια αρχή, εντός του πλαισίου των αρμοδιοτήτων της δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 5-

(α) Διασφαλίζει την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου από τους πιστωτές και τους μεσίτες πιστώσεων∙

(β) διεξάγει έρευνες για σκοπούς εξέτασης οποιασδήποτε πιθανής παράβασης των διατάξεων του παρόντος Νόμου·

(γ) στην περίπτωση της Υπηρεσίας, λαμβάνει όλα ή οποιαδήποτε από τα μέτρα που αναφέρονται στο άρθρο 40, σε περίπτωση που πιστωτής ή μεσίτης πιστώσεων παραβιάζει οποιαδήποτε σχετική διάταξη του παρόντος Νόμου·

(δ) προβαίνει στις αναγκαίες ενέργειες για την έκδοση δικαστικών διαταγμάτων σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 43· και

(ε) επιβάλλει διοικητικά πρόστιμα σε περίπτωση παράβασης οποιωνδήποτε απαγορευτικών ή/και επιτακτικών διατάξεων του παρόντος Νόμου.

(2) Η Υπηρεσία δύναται να παρέχει πληροφορίες ή συμβουλές σε καταναλωτή αναφορικά με συμβάσεις πίστωσης και ειδικότερα με τις υποχρεώσεις που επιβάλλονται στον πιστωτή ή σε άλλα πρόσωπα, δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου.

Εξουσίες των αρμόδιων αρχών σε σχέση με έρευνες και ελέγχους

39.-(1) Η κάθε αρμόδια αρχή, εντός του πλαισίου των αρμοδιοτήτων της δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 5, δύναται να απαιτήσει από πρόσωπο το οποίο κατά τη γνώμη της κατέχει πληροφορίες ή έχει υπό τον έλεγχο ή την εξουσία του έγγραφα ή στοιχεία σχετικά με την έρευνα, να παράσχει αυτές τις πληροφορίες, τα έγγραφα ή στοιχεία στην αρμόδια αρχή και, σε περίπτωση που τούτο κριθεί αναγκαίο, δύναται να απαιτήσει από το πρόσωπο αυτό να προσέλθει στον τόπο διεξαγωγής των εργασιών της αρμόδιας αρχής ή των αρμοδίων αρχών, ανάλογα με την περίπτωση:

Νοείται ότι, για την απόκτηση πληροφοριών, εγγράφων ή στοιχείων που αφορούν παράπονα από καταναλωτή, εξασφαλίζεται εκ των προτέρων η έγγραφη συγκατάθεσή του.

(2) Πρόσωπο στο οποίο απευθύνεται οποιαδήποτε απαίτηση δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1), υποχρεούται να συμμορφωθεί με την απαίτηση αυτή, υπό την επιφύλαξη των ασυλιών και προνομίων που απολαμβάνει μάρτυρας ο οποίος καλείται να εμφανισθεί ενώπιον Δικαστηρίου.

(3) Απαγορεύεται σε οποιοδήποτε πρόσωπο να παρακωλύει ή να παρεμποδίζει, με πράξη ή παράλειψή του, οποιαδήποτε αρμόδια αρχή κατά την εκτέλεση των καθηκόντων της δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου.

(4) Κάθε πρόσωπο υποχρεούται να συμμορφώνεται με οποιαδήποτε απαίτηση απευθύνεται σε αυτό από οποιαδήποτε αρμόδια αρχή, δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου.

Εξέταση παραβάσεων που θίγουν τα συμφέροντα του καταναλωτή από την Υπηρεσία

40.-(1) Η Υπηρεσία εξετάζει, κατόπιν υποβολής παραπόνου ή και αυτεπάγγελτα, παραβάσεις οποιασδήποτε διάταξης του παρόντος Νόμου η οποία εμπίπτει εντός του πλαισίου των αρμοδιοτήτων της δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 5.

(2) Σε περίπτωση που η Υπηρεσία, κατά τη δυνάμει του εδαφίου (1) διερεύνηση παραπόνου ή αυτεπάγγελτη έρευνα, διαπιστώσει παράβαση οποιασδήποτε απαγορευτικής ή προστατευτικής των συμφερόντων του καταναλωτή διάταξης του παρόντος Νόμου, έχει εξουσία να προβαίνει στις πιο κάτω ενέργειες είτε διαζευκτικά είτε σωρευτικά, ανάλογα με τη φύση, τη διάρκεια και τη βαρύτητα της παράβασης:

(α) Να διατάξει ή να συστήσει στον παραβάτη όπως μέσα σε τακτή προθεσμία τερματίσει την παράβαση και αποφύγει επανάληψή της στο μέλλον ή, σε περίπτωση που η παράβαση τερματίσθηκε πριν από την έκδοση της απόφασης της Υπηρεσίας, να βεβαιώσει με απόφασή της την παράβαση,

(β) να διατάξει ή να συστήσει στον παραβάτη τη λήψη διορθωτικών μέτρων που κατά την κρίση της αποκαθιστούν την παράνομη κατάσταση που δημιούργησε η παράβαση,

(γ) να επιβάλει διοικητικό πρόστιμο ανάλογα με τη φύση, τη βαρύτητα και τη διάρκεια της παράβασης, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 41 ή/και

(δ) να υποβάλει αίτηση προς το Δικαστήριο για την έκδοση απαγορευτικού ή προστακτικού διατάγματος, περιλαμβανομένου και προσωρινού διατάγματος, εναντίον οποιουδήποτε προσώπου το οποίο, κατά την κρίση της, ενέχεται ή ευθύνεται για την παράβαση αυτή.

(3) Κατά τη δυνάμει του εδαφίου (1) διερεύνηση οποιασδήποτε παράβασης, η Υπηρεσία δύναται, σε περίπτωση που κρίνει σκόπιμο, να λάβει υπόψη της οποιαδήποτε ανάληψη δέσμευσης έναντι του καταναλωτή από τον κατ’ ισχυρισμό παραβάτη ή εκ μέρους του κατ’ ισχυρισμό παραβάτη, αναφορικά με τη γενόμενη παράβαση και την προοπτική άρσης ή αποκατάστασης αυτής.

(4) Η Υπηρεσία αιτιολογεί δεόντως την απόφασή της σε σχέση με την άσκηση οποιασδήποτε από τις εξουσίες που προβλέπονται στο εδάφιο (2).

Κυρώσεις

41.-(1) Σε περίπτωση παράβασης διατάξεων του παρόντος Νόμου η κάθε αρμόδια αρχή, εντός του πλαισίου των αρμοδιοτήτων της δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 5, δύναται, αφού προηγουμένως καλέσει σε απολογία τον παραβάτη, να επιβάλει στον παραβάτη διοικητικό πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις διακόσιες πενήντα χιλιάδες ευρώ (€250.000) και, σε περίπτωση επανάληψης ή συνέχισης της παράβασης, διοικητικό πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις πέντε χιλιάδες ευρώ (€5.000) για κάθε μέρα για την οποία συνεχίζεται η παράβαση.

(2) Σε περίπτωση που πρόσωπο προσπορίστηκε όφελος από παράβαση του παρόντος Νόμου ή/και των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων οδηγιών ή/και διαταγμάτων, το οποίο όφελος υπερβαίνει το ποσό του διοικητικού προστίμου που καθορίζεται στον παρόντα Νόμο για την εν λόγω παράβαση, οι αρμόδιες αρχές δύνανται να επιβάλουν διοικητικό πρόστιμο συνολικού ύψους μέχρι το διπλάσιο του οφέλους που το εν λόγω πρόσωπο προσπορίστηκε από την παράβαση:

Νοείται ότι, το άθροισμα των ποσών του διοικητικού προστίμου που επιβάλλεται από κάθε αρμόδια αρχή, δεν ξεπερνά το ποσό το οποίο αποτελεί το διπλάσιο του οφέλους που το εν λόγω πρόσωπο προσπορίστηκε από την παράβασης.

(3) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων των εδαφίων (1) και (2), σε περίπτωση που αρμόδια αρχή διαπιστώσει παράβαση του παρόντος Νόμου ή/και των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων οδηγιών ή/και διαταγμάτων, δύναται να επιβάλει διοικητικό πρόστιμο εντός του πλαισίου των αρμοδιοτήτων της-

(α) Σε νομικά πρόσωπα· και

(β) σε διοικητικό σύμβουλο, διευθυντικό στέλεχος ή αξιωματούχο ή γραμματέα των νομικών προσώπων ή σε περίπτωση που ο παραβάτης νομικό πρόσωπο, και στα αρμόδια πρόσωπα του, σε περίπτωση που διαπιστωθεί ότι η παράβαση οφειλόταν σε δική τους υπαιτιότητα, εσκεμμένη παράλειψη ή σοβαρή αμέλεια.

(4) Η κάθε αρμόδια αρχή δύναται να ανακοινώνει δημόσια οποιαδήποτε μέτρα ή κυρώσεις επιβάλλει σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή/και των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων οδηγιών ή/και διαταγμάτων, εκτός σε περίπτωση που η ανακοίνωση αυτή ενδέχεται να προκαλέσει δυσανάλογη ζημιά στα εμπλεκόμενα μέρη.

(5) Σε περίπτωση παράλειψης πληρωμής διοικητικού προστίμου που έχει επιβληθεί από την Υπηρεσία, λαμβάνονται δικαστικά μέτρα για την είσπραξή του.

(6) Τα διοικητικά πρόστιμα που επιβάλλονται από την Υπηρεσία σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, συνιστούν έσοδα του Πάγιου Ταμείου της Δημοκρατίας.

(7) Σε περίπτωση παράλειψης πληρωμής διοικητικού προστίμου που έχει επιβληθεί από την Κεντρική Τράπεζα, η Κεντρική Τράπεζα λαμβάνει δικαστικά μέτρα προς είσπραξη αυτού και εισπράττει το οφειλόμενο ποσό ως αστικό χρέος οφειλόμενο προς τη Δημοκρατία.

(8) Τα διοικητικά πρόστιμα που επιβάλλονται από την Κεντρική Τράπεζα σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου λογίζονται ως έσοδα αυτής.

(9) Τα διοικητικά πρόστιμα που επιβάλλονται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, εισπράττονται ως χρηματικές ποινές επιβαλλόμενες από Δικαστήριο κατά την άσκηση ποινικής δικαιοδοσίας.

Προσφυγή εναντίον αποφάσεων της Υπηρεσίας

42.-(1) Η Υπηρεσία επιβάλλει διοικητικό πρόστιμο ή και άλλα μέτρα στον παραβάτη δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, εφόσον ακούσει ή δώσει την ευκαιρία στον παραβάτη ή εκπρόσωπό του να ακουστεί προφορικώς ή γραπτώς και αιτιολογώντας δεόντως τις εν λόγω αποφάσεις, μέτρα και διοικητικό πρόστιμο.

(2) Επιτρέπεται η άσκηση ιεραρχικής προσφυγής ενώπιον του Υπουργού, εντός προθεσμίας τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίηση της απόφασης στον παραβάτη ή η άσκηση προσφυγής ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου εντός προθεσμίας εβδομήντα πέντε (75) ημερών από την κοινοποίηση της απόφασης στον παραβάτη σύμφωνα με το Άρθρο 146 του Συντάγματος κατά των μέτρων και διοικητικών προστίμων που επιβάλλονται από την Υπηρεσία.

(3) Ο Υπουργός εξετάζει την προσφυγή και, αφού ακούσει τους ενδιαφερόμενους ή δώσει την ευκαιρία σε αυτούς να εκθέσουν τις απόψεις τους, αποφασίζει σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (4) του παρόντος άρθρου.

(4) Ο Υπουργός δύναται να εκδώσει μια από τις ακόλουθες αποφάσεις-

(α) Να επικυρώσει την προσβληθείσα απόφαση,

(β) να ακυρώσει την προσβληθείσα απόφαση,

(γ) να τροποποιήσει την προσβληθείσα απόφαση,

(δ) να προβεί σε έκδοση νέας απόφασης προς αντικατάσταση της προσβληθείσας.

(5) Το ποσό του διοικητικού προστίμου εισπράττεται από την Υπηρεσία, μόνον εφόσον η προς άσκηση προσφυγής ενώπιον του Υπουργού σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (2) του παρόντος άρθρου, προθεσμία παρέλθει άπρακτη ή αμέσως μετά την κοινοποίηση της απόφασης του Υπουργού επί της ιεραρχικής προσφυγής εναντίον της απόφασης της Υπηρεσίας.

Προσφυγή εναντίον αποφάσεων της Κεντρικής Τράπεζας

43.-(1) Η Κεντρική Τράπεζα επιβάλλει διοικητικό πρόστιμο ή και άλλα μέτρα στον παραβάτη δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, αφού ακούσει ή δώσει την ευκαιρία στον ενδιαφερόμενο παραβάτη ή εκπρόσωπό του να ακουστεί προφορικώς ή γραπτώς και αιτιολογώντας δεόντως τις εν λόγω αποφάσεις, μέτρα και διοικητικά πρόστιμα.

(2) Δύναται να ασκηθεί προσφυγή σύμφωνα με της διατάξεις του Άρθρου 146 του Συντάγματος κατά των αποφάσεων, μέτρων και των διοικητικών προστίμων που επιβάλλονται από την Κεντρική Τράπεζα δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου.

Έκδοση διαταγμάτων

44.-(1) Δικαστήριο ενώπιον του οποίου εκδικάζεται οποιαδήποτε αίτηση δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου (ε) του εδαφίου (2) του άρθρου 40 έχει εξουσία να εκδώσει απαγορευτικό ή προστακτικό διάταγμα, περιλαμβανομένου και προσωρινού διατάγματος, με το οποίο να διατάσσει-

(α) Την άμεση παύση και/ή μη επανάληψη της γενόμενης παράβασης,

(β) την εντός ορισμένης προθεσμίας λήψη τέτοιων διορθωτικών κατά την κρίση του Δικαστηρίου μέτρων προς άρση της παράνομης κατάστασης που δημιούργησε η σχετική παράβαση,

(γ) τη δημοσίευση του συνόλου ή μέρους της σχετικής απόφασης του Δικαστηρίου ή τη δημοσίευση επανορθωτικής ανακοίνωσης με σκοπό την απάλειψη των τυχόν συνεχιζόμενων επιπτώσεων της παράβασης, και/ή

(δ) οποιαδήποτε άλλη ενέργεια ή μέτρο ήθελε κριθεί αναγκαίο ή εύλογο υπό τις περιστάσεις της συγκεκριμένης υπόθεσης.

(2) Το διάταγμα που εκδίδεται δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) δύναται να αφορά όχι μόνο τις συγκεκριμένες πράξεις, παραλείψεις ή τη συμπεριφορά του πιστωτή έναντι του συγκεκριμένου καταναλωτή, αλλά και παρόμοιες μελλοντικές πράξεις ή παραλείψεις ή συμπεριφορά αυτού έναντι των καταναλωτών.

Οδηγίες της Υπηρεσίας αναφορικά με ανακοινώσεις και αγγελίες

45.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου, η Υπηρεσία δύναται, με τρόπο που αυτή θεωρεί κατάλληλο, να εκδίδει οδηγίες ως προς τη μορφή, το περιεχόμενο, τη θέση και το μέγεθος οποιασδήποτε ανακοίνωσης ή αγγελίας που απαιτείται να δημοσιεύεται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου.

(2) Πρόσωπο, στο οποίο απευθύνεται ή αφορά οδηγία η οποία εκδίδεται δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1), υποχρεούται να συμμορφώνεται με την οδηγία αυτή.

Τροποποίηση Παραρτημάτων

46. Σε περίπτωση που τροποποιείται οποιοδήποτε Παράρτημα της Οδηγίας 2014/17/ΕΕ, ο Υπουργός Οικονομικών δύναται με διάταγμα, να προβαίνει σε αντίστοιχη τροποποίηση οποιουδήποτε σχετικού παραρτήματος του παρόντος Νόμου.

Κατάργηση αντίθετων διατάξεων

47. Οι διατάξεις του παρόντος Νόμου θεωρούνται ειδικές διατάξεις ως προς τα θέματα που ρυθμίζουν και οποιεσδήποτε διατάξεις σε οποιοδήποτε άλλο Νόμο ή δευτερογενή νομοθεσία, οι οποίες αντίκεινται σε διάταξη του παρόντος Νόμου, δεν εφαρμόζονται με την έναρξη ισχύος τους παρόντος Νόμου.

Κατάργηση Νόμου

48. Με την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου, ο περί Καταναλωτικής Πίστης (Συμφωνίες Στεγαστικών Δανείων και Ενοικαγορών) Νόμος καταργείται.

Δικαίωμα άσκησης προσφυγής

49. Οι αποφάσεις των αρμοδίων αρχών που εκδίδονται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, υπόκεινται σε προσφυγή ενώπιον Διοικητικού Δικαστηρίου, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 3 του περί της Ίδρυσης και Λειτουργίας Διοικητικού Δικαστηρίου Νόμου.

Μηχανισμοί επίλυσης διαφορών

50. Ο Χρηματοοικονομικός Επίτροπος επιλαμβάνεται την εξωδικαστική επίλυση διαφορών μεταξύ καταναλωτών αφενός και πιστωτών ή/και μεσιτών πιστώσεων αφετέρου, σχετικά με τις δραστηριότητες των πιστωτών και των μεσιτών πιστώσεων και τις συμβάσεις πίστωσης οι οποίες εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος Νόμου.

Μη αποποίηση δικαιωμάτων καταναλωτή

51.-(1) Καταναλωτής δεν δύναται να αποποιείται των δικαιωμάτων που του παρέχονται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου.

(2) Τα μέτρα τα οποία θεσπίζονται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου δεν καταστρατηγούνται κατά τρόπο που να έχει ως αποτέλεσμα ο καταναλωτής να απωλέσει την προστασία που του παρέχει ο παρών Νόμος μέσω του τρόπου διατύπωσης των συμβάσεων ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο, κυρίως –

(α) Με την ενσωμάτωση συμβάσεων πίστωσης που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος Νόμου, σε συμβάσεις πίστωσης των οποίων ο χαρακτήρας ή ο σκοπός θα επέτρεπε την αποφυγή της εφαρμογής των εν λόγω μέτρων ή

(β) δυνάμει συμβατικής ρήτρας ή όρου η οποία αναιρεί ή περιορίζει οποιαδήποτε υποχρέωση που επιβάλλεται σε πιστωτή ή μεσίτη πιστώσεων ή η οποία αναιρεί ή περιορίζει οποιοδήποτε δικαίωμα ή προστασία που παρέχεται σε καταναλωτή, δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου και οποιαδήποτε τέτοια ρήτρα ή όρος θεωρείται άκυρος.

Ευθύνη Αρχών

52. Η κάθε αρμόδια αρχή, και οποιοσδήποτε σύμβουλος, λειτουργός ή υπάλληλος της, δεν υπόκεινται σε οποιαδήποτε ευθύνη σε περίπτωση αγωγής, αίτησης ή άλλης νομικής διαδικασίας για αποζημιώσεις σχετικά με οποιαδήποτε πράξη ή παράλειψη κατά την άσκηση των δυνάμει του παρόντος Νόμου καθηκόντων της, εκτός σε περίπτωση που αποδειχθεί ότι η πράξη ή παράλειψη δεν είναι καλή τη πίστει ή είναι αποτέλεσμα βαριάς αμέλειας.

Έξοδα

53.- (1) Κάθε αρμόδια αρχή δύναται να καθορίζει όλα τα έξοδα που σχετίζονται με την εκτέλεση των καθηκόντων της δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου και να απαιτεί την καταβολή τους από κάθε πιστωτή και μεσίτη πιστώσεών:

Νοείται ότι τα έξοδα δε θα μετακυλιστούν στον καταναλωτή.

(2) Η κάθε αρμόδια αρχή δύναται να εκδίδει οδηγίες για τον καθορισμό και την καταβολή των εξόδων που αναφέρονται στο εδάφιο (1) από κάθε πιστωτή και μεσίτη πιστώσεών.

Εξουσία της Κεντρικής Τράπεζας και της Υπηρεσίας για έκδοση οδηγιών

54. Για σκοπούς επίτευξης των σκοπών του παρόντος Νόμου, καθώς και την εκτέλεση των δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου υποχρεώσεων τους, η Κεντρική Τράπεζα και η Υπηρεσία, ως αρμόδιες αρχές, δύνανται να εκδίδουν γενικές ή ειδικές οδηγίες για την καλύτερη εφαρμογή και επιβολή των διατάξεων του παρόντος Νόμου.

Μεταβατικές διατάξεις

55.-(1) Ο παρών Νόμος δεν εφαρμόζεται σε συμβάσεις πίστωσης που συνήφθηκαν πριν την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου.

(2) Η παράγραφος (στ) του εδαφίου (1) του άρθρου 13 δεν εφαρμόζεται σε πιστωτικές συμφωνίες που συνάπτονται μέχρι την 1η Ιουλίου 2018.

(3) Πιστωτής και μεσίτης πιστώσεων που ασκούσε δραστηριότητες που ρυθμίζονται από τον παρόντα Νόμο, πριν από την 20ή Μαρτίου 2014, πρέπει να συμμορφωθεί με τις διατάξεις του άρθρου 9 του παρόντος Νόμου έως την 21η Μαρτίου 2017.

Έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου

56. Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 55, ο παρών Νόμος τίθεται σε ισχύ από την ημέρα δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.