ΜΕΡΟΣ VI ΚΟΙΝΕΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΜΕ ΤΗΝ ΕΙΔΙΚΗ ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΗ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ
Κοινή εκτίμηση, Αιτιολογημένη Διαπίστωση ή/και έκδοση Γνωμοδότησης

33.-(1) Στις περιπτώσεις έργων για τα οποία προκύπτει υποχρέωση διενέργειας εκτίμησης των επιπτώσεών τους στο περιβάλλον από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, καθώς και ειδικής οικολογικής αξιολόγησης σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 16 του περί Προστασίας και Διαχείρισης της Φύσης και της Άγριας Ζωής Νόμου και του άρθρου 7 του περί Προστασίας και Διαχείρισης Άγριων Πτηνών και Θηραμάτων Νόμου, εφαρμόζονται οι διατάξεις του παρόντος άρθρου.

(2) Η ειδική οικολογική αξιολόγηση πραγματοποιείται ως μέρος της όλης διαδικασίας εκτίμησης των επιπτώσεων στο περιβάλλον, όπως αυτή ορίζεται στις διατάξεις της παραγράφου (β) του εδαφίου (2) του άρθρου 2, και αποτελεί δεσμευτικό, αναπόσπαστο αλλά άμεσα διακριτό τμήμα της διαδικασίας έκδοσης Περιβαλλοντικής Έγκρισης σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 20 ή κοινής Αιτιολογημένης Διαπίστωσης σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 24 ή κοινής Γνωμοδότησης σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 29.

(3) Η ειδική οικολογική αξιολόγηση, αυτόνομη ή ως τμήμα της όλης διαδικασίας εκτίμησης των επιπτώσεων στο περιβάλλον, διενεργείται αφού ετοιμαστεί από τον κύριο του έργου σχετική μελέτη, λαμβάνοντας καθοριστικά υπόψη τους στόχους διατήρησης ενός τόπου κοινοτικής σημασίας, της οικείας ειδικής ζώνης διατήρησης ή ζώνης ειδικής προστασίας. αποκλειστικός σκοπός είναι να βεβαιωθεί η Περιβαλλοντική Αρχή ότι το έργο δεν παραβλάπτει την ακεραιότητα του εν λόγω τόπου κοινοτικής σημασίας, των εν λόγω ζωνών ή προκαλεί αλλοίωση του χαρακτήρα τους και να επιβάλει σχετικούς όρους για μετριασμό των όποιων άλλων επιπτώσεων δύναται να τις επηρεάσουν.

(4) Στις περιπτώσεις έργων που δεν περιλαμβάνονται στο Πρώτο ή το Δεύτερο Παράρτημα αλλά δυνατόν να επηρεάσουν σε τόπο κοινοτικής σημασίας ή στις ζώνες που αναφέρονται στις διατάξεις του εδαφίου (4), εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 16 του περί Προστασίας και Διαχείρισης της Φύσης και της Άγριας Ζωής Νόμου.

(5) Για έργα του Δεύτερου Παραρτήματος που δύναται να επηρεάσουν τόπο κοινοτικής σημασίας και/ ή τις ζώνες που αναφέρονται στο εδάφιο (4), υποβάλλονται στην Περιβαλλοντική Αρχή, μαζί με τις πληροφορίες που αναφέρονται στις διατάξεις του άρθρου 23 και ειδικές πληροφορίες που περιλαμβάνουν, τουλάχιστον, τα ακόλουθα-

(α) συνοπτική περιγραφή του χώρου, περιλαμβανομένων των κυριότερων οικολογικών χαρακτηριστικών του, στηριγμένη στα χαρτογραφικά, περιγραφικά, στατιστικά και άλλα στοιχεία που είναι διαθέσιμα για τις περιοχές του Δικτύου Φύση 2000, τους στόχους προστασίας και τις πρόνοιες του διαχειριστικού σχεδίου·

(β) εκτίμηση των πιθανών επιπτώσεων στην περιοχή ή το αντικείμενο προστασίας, χρησιμοποιώντας διαθέσιμες πληροφορίες και δεδομένα, περιλαμβανομένων εκείνων που περιγράφονται στις διατάξεις της παραγράφου (α) και άλλες διαθέσιμες περιβαλλοντικές πληροφορίες που συμπληρώνονται, αν είναι απαραίτητο, από πληροφορίες πεδίου από το χώρο και οικολογικές έρευνες· και

(γ) προσδιορισμό του κατά πόσον υπάρχει κίνδυνος οι επιπτώσεις που εντοπίζονται να είναι σημαντικές, θεωρώντας ότι, σε περίπτωση αβεβαιότητας, θα πρέπει να θεωρείται ότι οι επιπτώσεις είναι σημαντικές.

(6) Η Αιτιολογημένη Διαπίστωση της Περιβαλλοντικής Αρχής, μπορεί να καταλήξει στα ακόλουθα συμπεράσματα ή αποτελέσματα όσον αφορά τον επηρεασμό ενός τόπου κοινοτικής σημασίας, μιας ειδικής ζώνης διατήρησης ή μιας ζώνης ειδικής προστασίας –

(α) Η φύση του έργου είναι τέτοια που αποκλείει την ύπαρξη σημαντικών επιπτώσεων και το έργο μπορεί να προχωρήσει, είτε χωρίς καμιά αλλαγή είτε με όρους που θα προταθούν, προκειμένου να διασφαλίζεται ότι δεν παραβλάπτεται η ακεραιότητα του τόπου κοινοτικής σημασίας, της ειδικής ζώνης διατήρησης ή ζώνης ειδικής προστασίας. ή

(β) οι επιπτώσεις είναι διακριτές και σημαντικές, ή αβέβαιες σε βαθμό που πιθανόν να κινδυνεύει η ακεραιότητα του τόπου κοινοτικής σημασίας, της ειδικής ζώνης διατήρησης ή ζώνης ειδικής προστασίας και, για το λόγο αυτό, πρέπει να ετοιμαστεί ειδική οικολογική αξιολόγηση όπως αναφέρεται στις διατάξεις του εδαφίου (3)· ή

(γ) οι δυνητικές σημαντικές επιπτώσεις από το έργο θα είναι αρνητικές και μη αναστρέψιμες για τα είδη και ενδιαιτήματα του τόπου κοινοτικής σημασίας, της ειδικής ζώνης διατήρησης ή ζώνης ειδικής προστασίας και, για το λόγο αυτό, το έργο πρέπει να απορριφθεί.

(7) Για έργα του Πρώτου Παραρτήματος, υποβάλλεται ειδική οικολογική αξιολόγηση σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 16 του περί Προστασίας και Διαχείρισης της Φύσης και της Άγριας Ζωής Νόμου, η οποία επιτρέπει την εκτίμηση των πιθανών επιπτώσεων για τους σκοπούς της διαδικασίας που διεξάγεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 28, ως τμήμα της Μελέτης, τηρουμένων των διατάξεων των εδαφίων (2) και (3) και να περιέχει τις πληροφορίες του Έκτου Παραρτήματος, στο βαθμό που αυτές είναι σχετικές με το έργο, την περιοχή και τις πιθανές επιπτώσεις.

(8) Κατά τη διαδικασία αξιολόγησης, η ομάδα ειδικών, η οποία καθορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 14 για τους σκοπούς της ειδικής οικολογικής αξιολόγησης, εξετάζει και αξιολογεί τα στοιχεία που προκύπτουν από την ειδική οικολογική αξιολόγηση, προκειμένου να λάβει η Περιβαλλοντική Αρχή την απαιτούμενη τεκμηρίωση ότι, το έργο δεν θα παραβλάψει την ακεραιότητα του τόπου κοινοτικής σημασίας, της ειδικής ζώνης διατήρησης ή ζώνης ειδικής προστασίας και δεν θα προκαλέσει αλλοίωση του χαρακτήρα τους, και εισηγείται σχετικούς όρους για μετριασμό των όποιων άλλων επιπτώσεων δύναται να επηρεάσουν τον τόπο κοινοτικής σημασίας, την ειδική ζώνη διατήρησης ή την ζώνη ειδικής προστασίας.

(9) Η Γνωμοδότηση της Περιβαλλοντικής Αρχής είναι-

(α) αρνητική σε περίπτωση που η διαδικασία ειδικής οικολογικής αξιολόγησης καταλήξει στο συμπέρασμα ότι οι επιπτώσεις από το έργο θα είναι αρνητικές και μη αναστρέψιμες για τα είδη και ενδιαιτήματα του τόπου κοινοτικής σημασίας, της ειδικής ζώνης διατήρησης ή ζώνης ειδικής προστασίας.

(β) θετική και αφού ληφθούν υπόψη όλες οι δεσμευτικές διαπιστώσεις οι οποίες προέκυψαν από τη διαδικασία της ειδικής οικολογικής αξιολόγησης στην οποία έχει προβεί.