3.-(1) Τα ξενοδοχεία ή ξενοδοχειακές μονάδες διακρίνονται σε-
(α) Κυρίως ξενοδοχεία
(β) συγκροτήματα μικρών κατοικιών
(γ) παραδοσιακές οικοδομές ή/ και
(δ) οποιαδήποτε άλλα ξενοδοχειακά καταλύματα, καθώς και συνδυασμός των πιο πάνω μαζί, με ή χωρίς τουριστικά καταλύματα ως ήθελε καθοριστεί.
(2) Ως κυρίως ξενοδοχείο χαρακτηρίζεται ξενοδοχειακό κατάλυμα, του οποίου η κτιριακή συγκρότηση αποτελείται από ένα αυτοτελές κύριο κτίριο ή από περισσότερα κτίρια που συγκροτούν ένα ενιαίο σύνολο εντός ενιαίου χώρου, το οποίο ανεγέρθηκε ή διαρρυθμίστηκε ειδικά για τον σκοπό αυτό και το οποίο έχει ενιαία λειτουργική οργάνωση, που περιλαμβάνει τους χώρους, επίπλωση, εξοπλισμό και εγκαταστάσεις, όπως ορίζεται στις διατάξεις του παρόντος Νόμου και των Κανονισμών που εκδίδονται δυνάμει αυτού.
(3) Ως συγκρότημα μικρών κατοικιών χαρακτηρίζεται ξενοδοχειακό κατάλυμα που αποτελείται κατά το σύνολο ή μέρος αυτού από μεμονωμένες μικρές κατοικίες κτισμένες σε αραιά διάταξη εντός ενιαίου χώρου, το οποίο εξυπηρετείται μέσω ενός ή περισσότερων κεντρικών κτιρίων τα οποία διαθέτουν τους απαραίτητους κοινοχρήστους και βοηθητικούς χώρους, και έχουν τα χαρακτηριστικά που αναφέρονται στο εδάφιο (2).
(4) Ως παραδοσιακή οικοδομή χαρακτηρίζεται ξενοδοχειακό κατάλυμα που στεγάζεται σε αυτοτελές κτίριο ή τμήμα κτιρίου αναφορικά με το οποίο εκδόθηκε Διάταγμα Διατήρησης, δυνάμει του άρθρου 38 του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου, ή το οποίο έχει χαρακτηριστεί ως αρχαίο μνημείο σύμφωνα με τον περί Αρχαιοτήτων Νόμο, χαρακτηρίζεται ως παραδοσιακή οικοδομή από το Υφυπουργείο Τουρισμού ύστερα από αίτηση του ιδιοκτήτη και διαρρυθμίζεται κατάλληλα ώστε να παρέχει κατ’ επάγγελμα πρόσκαιρη διαμονή και ενδεχόμενα και διατροφή στους πελάτες που προσέρχονται σ’ αυτό.
4. Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 7, τα κυρίως ξενοδοχεία και τα συγκροτήματα μικρών κατοικιών κατατάσσονται από το Υφυπουργείο Τουρισμού, σε τάξεις ως ακολούθως-
(α) 5 αστέρων (*****),
(β) 4 αστέρων (****),
(γ) 3 αστέρων (***),
(δ) 2 αστέρων (**),
(ε) 1 αστέρος (*),
(στ) Άνευ αστέρος.
5. Οι περιοχές εντός των οποίων ρυθμίζεται η δυναμικότητα της ξενοδοχειακής ανάπτυξης καθορίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου.
6.-(1) Η άδεια λειτουργίας ξενοδοχείου εκδίδεται από το Υφυπουργείο Τουρισμού εντός δύο (2) μηνών από την ημερομηνία υποβολής της πλήρους αίτησης ή από τη συμπλήρωση της αίτησης με όλα τα απαραίτητα έντυπα που προνοούνται σύμφωνα με τους καθορισμένους τύπους, όρους και διαδικασία που καθορίζεται στους Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος Νόμου και με την καταβολή του καθορισμένου δικαιώματος όπως αυτό καθορίζεται με διάταγμα το οποίο εκδίδεται από το Υπουργικό Συμβούλιο και το οποίο δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.
(2) Για σκοπούς εξασφάλισης άδειας λειτουργίας από το Υφυπουργείο Τουρισμού, ο επιχειρηματίας υποβάλλει στο Υφυπουργείο Τουρισμού αίτηση σύμφωνα με τον τύπο όπως αυτός δύναται να καθοριστεί σε Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος Νόμου καθώς και πιστοποιητικά και άλλα έγγραφα που καθορίζονται σε Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος Νόμου.
(3) Τηρουμένων των εδαφίων (1) και (2), η άδεια λειτουργίας ισχύει για χρονική περίοδο τριών (3) ετών από την ημερομηνία έκδοσής της και ανανεώνεται αυτόματα για εκάστοτε περίοδο τριών (3) ετών, εφόσον καταβληθεί στο Υφυπουργείο Τουρισμού το καθορισμένο τέλος όπως καθορίζεται με διάταγμα το οποίο εκδίδεται από το Υπουργικό Συμβούλιο και το οποίο δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας και νοουμένου ότι προσκομιστούν τα εν ισχύ πιστοποιητικά που προβλέπονται στην παράγραφο (3) του Κανονισμού 3 των περί της Ρύθμισης της Ίδρυσης και Λειτουργίας Ξενοδοχείων και Τουριστικών Καταλυμάτων (Γενικών) Κανονισμών.
(4) H άδεια λειτουργίας ξενοδοχείου δύναται να ανακληθεί από το Υφυπουργείο Τουρισμού σε περίπτωση-
(α) Που η άδεια λειτουργίας χορηγήθηκε δυνάμει ψευδών ή παραπλανητικών στοιχείων που υπέβαλε ο επιχειρηματίας∙
(β) οριστικής παύσης των εργασιών της επιχείρησης∙
(γ) που κατόπιν αυτεπάγγελτου ελέγχου από Λειτουργό του Υφυπουργείου Τουρισμού διαπιστωθεί ότι οποιοδήποτε από τα απαραίτητα για την εξασφάλιση άδειας λειτουργίας πιστοποιητικά και έγγραφα, ως αυτά ορίζονται σε σχετικούς Κανονισμούς δεν έχουν ανανεωθεί∙
(δ) που ο επιχειρηματίας έχει καταδικαστεί για σοβαρά αδικήματα σύμφωνα με τον περί Ασφάλειας και Υγείας στην Εργασία Νόμο και τους Κανονισμούς που εκδόθηκαν δυνάμει αυτού, αφού προηγηθεί διαβούλευση με το Διευθυντή του Τμήματος Επιθεώρησης Εργασίας, καθώς και για αδικήματα που αφορούν παραβάσεις σε θέματα υγείας, όπως αυτές ρυθμίζονται από την οικεία νομοθεσία για την οποία έχει αρμοδιότητα ως προς την εφαρμογή της το Υπουργείο Υγείας.
(ε) θανάτου του επιχειρηματία ή με την έκδοση διατάγματος πτώχευσης σε περίπτωση φυσικού προσώπου, ή με το διορισμό εκκαθαριστή σε περίπτωση νομικού προσώπου·
(στ) έκδοσης προσωρινού διατάγματος ή οριστικοποίησης εκδοθέντος προσωρινού διατάγματος για παύση των λειτουργιών του ξενοδοχείου∙
(ζ) κατ’ εξακολούθησης παραβάσεων των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή των Κανονισμών που εκδίδονται δυνάμει αυτού ή οποιασδήποτε άλλης οικείας νομοθεσίας·
(η) που ο επιχειρηματίας έχει καταδικαστεί μετά την έκδοση της άδειας λειτουργίας για οποιοδήποτε από τα πιο κάτω αδικήματα-
(i) φόνο εκ προμελέτης, κατά παράβαση του άρθρου 203 του Ποινικού Κώδικα, ή για οποιοδήποτε αδίκημα, κατά παράβαση των άρθρων 144 μέχρι 177 του Ποινικού Κώδικα∙
(ii) ληστεία, κατά παράβαση των άρθρων 282 μέχρι 286 του Ποινικού Κώδικα∙
(iii) διάρρηξη, κατά παράβαση των άρθρων 291 μέχρι 296 του Ποινικού Κώδικα∙
(iv) πλαστογραφία, κατά παράβαση του άρθρου 333 του Ποινικού Κώδικα∙
(v) κλοπή, κατά παράβαση των άρθρων 255 μέχρι 272 του Ποινικού Κώδικα∙
(vi) συνωμοσία προς καταδολίευση, κατά παράβαση του άρθρου 302 του Ποινικού Κώδικα∙
(vii) κυκλοφορία πλαστού εγγράφου, κατά παράβαση του άρθρου 339 του Ποινικού Κώδικα∙
(viii) εξασφάλιση αγαθών ή πιστώσεων, κατά παράβαση των άρθρων 298 και 301, αντίστοιχα, του Ποινικού Κώδικα∙
(ix) απάτη, κατά παράβαση του άρθρου 300 του Ποινικού Κώδικα∙
(x) οποιοδήποτε αδίκημα, κατά παράβαση του περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμου∙
(xi) οποιοδήποτε αδίκημα, κατά παράβαση του περί Βίας στην Οικογένεια (Πρόληψη και Προστασία Θυμάτων) Νόμου, καθώς και του περί της Καταπολέμησης της Εμπορίας και της Εκμετάλλευσης Προσώπων και της Προστασίας των Θυμάτων Νόμου.
(5) Από το θάνατο του επιχειρηματία ή, σε περίπτωση νομικού προσώπου, από τη ημερομηνία διάλυσης του ή το διορισμό εκκαθαριστή, και σε περίπτωση φυσικού προσώπου από το διορισμό διαχειριστή της περιουσίας του πτωχεύσαντος, η άδεια λειτουργίας που εκδόθηκε παύει να ισχύει και δύναται να εκδίδεται από το Υφυπουργείο Τουρισμού, νέα άδεια λειτουργίας για την περίοδο που δεν έχει εκπνεύσει στο όνομα των εκτελεστών της διαθήκης ή διαχειριστών της περιουσίας του αποβιώσαντος επιχειρηματία ή του εκκαθαριστή ή του διαχειριστή της περιουσίας του πτωχεύσαντος, αναλόγως της περίπτωσης, χωρίς την καταβολή οποιουδήποτε δικαιώματος:
7.-(1) Η τελική κατάταξη των ξενοδοχείων διενεργείται από το Υφυπουργείο Τουρισμού εντός δύο (2) εβδομάδων από την έκδοση της άδειας λειτουργίας:
(α) Τον Κυπριακό Οργανισμό Προώθησης Ποιότητας, ο οποίος έχει οριστεί ως ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης δυνάμει του περί Διαπίστευσης, Τυποποίησης και Τεχνικής Πληροφόρησης Νόμου και του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008 ή
(β) φορέα διαπίστευσης άλλου κράτους μέλους ή φορέα που συμμετέχει στην Πολυμερή Συμφωνία (Multilateral Agreement-MLA) με την Ευρωπαϊκή Συνεργασία για την Διαπίστευση (European Co-operation for Accreditation - EA) που πληρεί τις πρόνοιες του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008.
(2) Το ξενοδοχείο δύναται να λειτουργεί κατόπιν έκδοσης της άδειας λειτουργίας και πριν τη διενέργεια της πρώτης κατάταξης νοουμένου ότι δεν χρησιμοποιεί τον όρο «αστέρι» ή άλλο όρο που προσδίδει έννοια κατάταξης του ξενοδοχείου δυνάμει των παραγράφων (α), (β), (γ), (δ), (ε) και (στ) του άρθρου 4:
(3) Το Υφυπουργείο Τουρισμού πραγματοποιεί επιτόπια επιθεώρηση στην επιχείρηση και προβαίνει σε αξιολόγηση για σκοπούς κατάταξης, βάσει των υποχρεωτικών και προαιρετικών κριτηρίων όπως αυτά ορίζονται σε Κανονισμούς που εκορίζεται στο σχέδιο της διασυνοριακής διάσπασης, εκτός εάν οι εν λόγω μέτοχοι διέθεσαν τις μετοχές τους σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 201ΛΘ·
(γ) τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις της διασπώμενης κεφαλαιουχικής εταιρείας τα οποία απορρέουν από συμβάσεις εργασίας ή σχέσεις εργασίας και τα οποία υφίστανται κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της διασυνοριακής διάσπασης, και κατανέμονται στην επωφελούμενη κεφαλαιουχική εταιρεία ή κεφαλαιουχικές εταιρείες σύμφωνα με το σχέδιο διασυνοριακής διάσπασης, μεταφέρονται στην αντίστοιχη επωφελούμενη κεφαλαιουχική εταιρεία ή κεφαλαιουχικές εταιρείες.
(3) Διασυνοριακή διάσπαση με διαχωρισμό έχει, από την ημερομηνία που προβλέπεται στις διατάξεις του άρθρου 201ΛΙΖ, τα ακόλουθα αποτελέσματα:
(α) Μέρος των στοιχείων ενεργητικού και παθητικού της διασπώμενης κεφαλαιουχικής εταιρείας, συμπεριλαμβανομένων των συμβάσεων, των πιστώσεων, των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων, μεταβιβάζονται στην επωφελούμενη κεφαλαιουχική εταιρεία ή κεφαλαιουχικές εταιρείες ενώ το υπόλοιπο μέρος συνεχίζει να είναι της διασπώμενης κεφαλαιουχικής εταιρείας σύμφωνα με την κατανομή που καθορίζεται στο σχέδιο διασυνοριακής διάσπασης·
(β) οι μετοχές της επωφελούμενης κεφαλαιουχικής εταιρείας ή κεφαλαιουχικών εταιρειών κατανέμονται στη διασπώμενη κεφαλαιουχική εταιρεία·
(γ) τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις της διασπώμενης κεφαλαιουχικής εταιρείας τα οποία απορρέουν από συμβάσεις εργασίας ή σχέσεις εργασίας και τα οποία υφίστανται κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της διασυνοριακής διάσπασης, και κατανέμονται στην επωφελούμενη κεφαλαιουχική εταιρεία ή τις επωφελούμενες κεφαλαιουχικές εταιρείες σύμφωνα με το σχέδιο της διασυνοριακής διάσπασης, μεταφέρονται στην αντίστοιχη επωφελούμενη κεφαλαιουχική εταιρεία ή κεφαλαιουχικές εταιρείες.
(4) Με την επιφύλαξη των διατάξεων του εδαφίου (2) του άρθρου 201ΛΙ, σε περίπτωση κατά την οποία ένα στοιχείο του ενεργητικού ή παθητικού της διασπώμενης κεφαλαιουχικής εταιρείας δεν κατανέμεται ρητά στο πλαίσιο του σχεδίου διασυνοριακής διάσπασης, όπως προβλέπεται στις διατάξεις της παραγράφου (ιβ) του εδαφίου (1) του άρθρου 201ΛΔ, και η ερμηνεία των όρων του εν λόγω σχεδίου δεν επιτρέπει τη λήψη απόφασης σχετικά με τη διάθεσή του, αυτό το στοιχείο ενεργητικού, η αντιπαροχή γι’ αυτό ή το στοιχείο παθητικού κατανέμεται σε όλες τις επωφελούμενες κεφαλαιουχικές εταιρείες ή, σε περίπτωση μερικής διάσπασης, ή διάσπασης μέσω διαχωρισμού σε όλες τις επωφελούμενες κεφαλαιουχικές εταιρείες και τη διασπώμενη κεφαλαιουχική εταιρεία κατ’ αναλογία του μεριδίου των καθαρών στοιχείων ενεργητικού που κατανέμεται σε καθεμία από τις εν λόγω κεφαλαιουχικές εταιρείες σύμφωνα με το σχέδιο της διασυνοριακής διάσπασης.
(5) Οι μετοχές επωφελούμενης κεφαλαιουχικής εταιρείας δεν μπορούν να ανταλλάσσονται με μετοχές της διασπώμενης κεφαλαιουχικής εταιρείας οι οποίες κατέχονται είτε από την ίδια την κεφαλαιουχική εταιρεία είτε από πρόσωπο που ενεργεί στο δικό του όνομα αλλά για λογαριασμό της κεφαλαιουχικής εταιρείας.
8.-(1) Κάθε ξενοδοχείο δύναται να λάβει από το Υφυπουργείο Τουρισμού τη διάκριση «boutique» νοουμένου ότι-
(α) Σε περίπτωση αστικού ξενοδοχείου ο αριθμός των δωματίων του δεν υπερβαίνει τα εκατό (100) και στα υπόλοιπα ξενοδοχεία ο αριθμός των δωματίων δεν υπερβαίνει τα ογδόντα (80), και
(β) ικανοποιεί τουλάχιστον ένα (1) από τα ακόλουθα κριτήρια-
(i) διαθέτει ιδιαίτερο θέμα ή χαρακτήρα διακόσμησης ή/και αρχιτεκτονικής στο σύνολο της επιχείρησης·
(ii) διαθέτει διαφορετική θεματική διακόσμηση σε κάθε δωμάτιο·
(iii) προσδιορίζει συγκεκριμένο διακοσμητικό θέμα για το κάθε κοινόχρηστο δωμάτιο.
(2) Κάθε ξενοδοχείο δύναται να λάβει από το Υφυπουργείο Τουρισμού τη διάκριση «suites» νοουμένου ότι το 80% των δωματίων του έχει εμβαδό τουλάχιστο σαράντα (40) τετραγωνικά μέτρα.
9.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων οποιαδήποτε άλλης οικείας νομοθεσίας, κάθε ξενοδοχείο έχει το ίδιο όνομα όπως αυτό φαίνεται στην άδεια λειτουργίας του:
(2) Το δικαίωμα κυριότητας και χρήσης του ονόματος στη Δημοκρατία ανήκει στον επιχειρηματία της ξενοδοχειακής επιχείρησης και σε περίπτωση μεταβίβασης της, μεταβιβάζεται και δικαίωμα επί του ονόματος και σε περίπτωση διακοπής της λειτουργίας της ξενοδοχειακής επιχείρησης ο κύριος του ονόματος διατηρεί τα δικαιώματα επί τούτου για μια διετία εντός της οποίας δύναται να χρησιμοποιήσει το όνομα εκ νέου, ή, σε περίπτωση οριστικής παύσης χρησιμοποίησης του ως ξενοδοχείο, δύναται όπως χρησιμοποιήσει το όνομα αυτό για άλλο ξενοδοχείο, ανάλογων προσόντων στην πόλη, χώρο ή περιοχή αυτή, μετά από έγκριση του Υφυπουργείου Τουρισμού.
(3) Οποιοσδήποτε χρησιμοποιεί όνομα ξενοδοχείου κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος άρθρου είναι ένοχος αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πέντε χιλιάδες ευρώ (€5.000) ή/και στις δύο ποινές μαζί και σε περίπτωση επανάληψης της παράβασης, υπόκειται σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τα πεντακόσια ευρώ (€500,00) για κάθε μέρα συνέχισης της παράβασης.
10.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων οποιασδήποτε άλλης οικείας νομοθεσίας, οι διατάξεις του παρόντος Νόμου και των Κανονισμών που εκδίδονται δυνάμει αυτού και οι οποίες διέπουν τις σχέσεις μεταξύ των ξενοδοχειακών επιχειρήσεων και των πελατών τους, υπερισχύουν, σε περίπτωση σύγκρουσης, των προνοιών συμφωνίας που έχει συναφθεί μεταξύ των ξενοδοχειακών επιχειρήσεων και των πελατών τους.
(2) Οι αρμόδιες αρχές οι οποίες επιλαμβάνονται παράπονα πελατών αναφορικά με ξενοδοχειακές επιχειρήσεις, ενημερώνουν το Υφυπουργείο Τουρισμού για οποιαδήποτε καταγγελία γίνει σε αυτές από πελάτη οποιασδήποτε ξενοδοχειακής επιχείρησης.
(3) Κάθε ξενοδοχείο απασχολεί το απαιτούμενο προσωπικό διαφόρων ειδικοτήτων για την παροχή ικανοποιητικού βαθμού υπηρεσιών στους πελάτες του και για την εν γένει κανονική λειτουργία του ξενοδοχείου.
11.-(1)(α) Ο επιχειρηματίας ευθύνεται για οποιαδήποτε ζημιά, καταστροφή ή απώλεια της περιουσίας που έφερε στο ξενοδοχείο οποιοσδήποτε πελάτης διαμένει σε αυτό και στον οποίο έχει διατεθεί δωμάτιο:
(β) Η ευθύνη περιορίζεται στο ποσό των δεκαπέντε χιλιάδων ευρώ (€15.000):
(2)(α) Η ευθύνη του επιχειρηματία είναι απεριόριστη σε περίπτωση που αυτός-
(i) Ανέλαβε τη φύλαξη της περιουσίας·
(ii) αρνήθηκε να παραλάβει περιουσία την οποία είναι υπόχρεος να παραλάβει για ασφαλή φύλαξη:
(β) Ο επιχειρηματίας ή ο διευθυντής της επιχείρησης δικαιούται να απαιτήσει όπως το αντικείμενο βρίσκεται σε κλειδωμένο ή σφραγισμένο κιβώτιο.
(3) Ο επιχειρηματίας δεν φέρει ευθύνη εφόσον η ζημιά, καταστροφή ή απώλεια οφείλεται:
(α) Στον ίδιο τον πελάτη, ή σε επισκέπτη, συνοδό ή υπάλληλο αυτού∙
(β) σε ανωτέρα βία ή εχθροπραξία∙
(γ) στη φύση του αντικειμένου.
(4) Ανεξαρτήτως των διατάξεων της παραγράφου (β) του εδαφίου (1), η ευθύνη του επιχειρηματία είναι απεριόριστη εάν η ζημιά, καταστροφή ή απώλεια προήλθε από εσκεμμένη πράξη, παράλειψη ή αμέλεια του ιδίου ή οποιουδήποτε προσώπου για τις πράξεις του οποίου είναι υπεύθυνος.
(5) Με εξαίρεση τις περιπτώσεις στις οποίες εφαρμόζονται οι διατάξεις του εδαφίου (4), η αξίωση του πελάτη προς αποζημίωση αποσβένεται, εάν όταν λάβει γνώση της ζημιάς, καταστροφής ή απώλειας καθυστερήσει αδικαιολόγητα να ενημερώσει τον επιχειρηματία ή τον διευθυντή.
(6) Οποιαδήποτε μονομερής γνωστοποίηση αποκλείει ή περιορίζει την ευθύνη του επιχειρηματία και η οποία δίδεται ή γίνεται πριν τη ζημιά, καταστροφή ή απώλεια, είναι άκυρη.
(7) Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζονται σε οχήματα, οποιαδήποτε περιουσία που βρίσκεται σε αυτά ή ζωντανά ζώα.
(8) Ο επιχειρηματίας ή ο διευθυντής της επιχείρησης έχει δικαίωμα παρακράτησης της περιουσίας που έφερε ο πελάτης στο ξενοδοχείο για τις νόμιμες απαιτήσεις που πηγάζουν από τη διαμονή του πελάτη στο ξενοδοχείο περιλαμβανομένων των συναφών παροχών στον πελάτη οι οποίες προκύπτουν από την διαμονή του στο ξενοδοχείο, εάν αυτό κριθεί απαραίτητο:
(9) Αδικαιολόγητη παρακράτηση της περιουσίας που έφερε ο πελάτης στο ξενοδοχείο αποτελεί ευθύνη του επιχειρηματία ή του διευθυντή, ανάλογα με την περίπτωση.