Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης

39. (1) Όταν στο πλαίσιο εξέτασης παραπομπής του Εφετείου ή αίτησης για χορήγηση άδειας εγείρεται ισχυρισμός για ύπαρξη ζητήματος που άπτεται του Ευρωπαϊκού Δικαίου το οποίο πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο προδικαστικής παραπομπής δυνάμει του Άρθρου 267 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η παραπομπή δεν κρίνεται δικαιολογημένη ή δεν χορηγείται η άδεια, το Δικαστήριο δεν υποβάλλει αίτημα για προδικαστική παραπομπή.

(2) Όταν πριν από την έναρξη της ακρόασης της υπόθεσης επί της ουσίας ή όταν κατά τη διεξαγωγή της ακροαματικής διαδικασίας της υπόθεσης, το Δικαστήριο αποφασίζει να υποβάλει προδικαστικό ερώτημα δυνάμει του Άρθρου 267 δίδει ανάλογες οδηγίες σε σχέση με τη μορφή της παραπομπής και την αναστολή της υπόθεσης (αλλά δύναται εάν το κρίνει σκόπιμο να διεκπεραιώσει άλλα μέρη της υπόθεσης που δεν επηρεάζονται από το προδικαστικό ερώτημα).

(3) Η απόφαση του Δικαστηρίου που εκδίδεται δυνάμει του παρόντος κανονισμού συντάσσεται και σφραγίζεται από τον Πρωτοκολλητή και καταγράφει οποιοδήποτε εκδοθέν διάταγμα.

(4) Η διαβίβαση της απόφασης στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης γίνεται από τον Αρχιπρωτοκολλητή προς τον Πρωτοκολλητή του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.