19.-(1) Κάθε ένταλμα συλλήψεως φέρει την υπογραφή του δικαστή που το εκδίδει, την ημερομηνία και ώρα εκδόσεως, καθώς επίσης και βεβαίωση του δικαστή ότι έχει ικανοποιηθεί λογικά για την ύπαρξη της ανάγκης εκδόσεως του εντάλματος.
(2) Κάθε τέτοιο έγγραφο αναφέρει σε συντομία το ποινικό αδίκημα ή ζήτημα για το οποίο εκδίδεται, κατονομάζει ή με άλλο τρόπο περιγράφει το πρόσωπο που θα συλληφθεί και διατάσσει τον αστυνομικό ή άλλο πρόσωπο προς το οποίο αυτό απευθύνεται να συλλάβει το πρόσωπο εναντίον του οποίου εκδίδεται και να προσάγει αυτό ενώπιο του Δικαστηρίου που έκδωσε το ένταλμα ή άλλου Δικαστηρίου αρμόδιου για την περίπτωση, για να απολογηθεί στο ποινικό αδίκημα ή ζήτημα που αναφέρεται στο ένταλμα και να τύχει περαιτέρω μεταχείρισης σύμφωνα με το νόμο.
(3) Κάθε τέτοιο ένταλμα συνήθως απευθύνεται γενικά προς όλους τους αστυνομικούς, αλλά ο Δικαστής που εκδίδει τέτοιο ένταλμα δύναται, αν είναι αναγκαία η άμεση εκτέλεση του και δεν υπάρχει αμέσως διαθέσιμος αστυνομικός, να απευθύνει αυτό προς οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο ή πρόσωπα, και το πρόσωπο αυτό ή πρόσωπα το εκτελούν, όταν δε το ένταλμα απευθύνεται σε περισσότερους από ένα αστυνομικούς ή περισσότερα από ένα πρόσωπα, αυτό δύναται να εκτελεστεί από όλους ή από οποιοδήποτε ή από περισσότερους του ενός από αυτούς.
(4) Κάθε τέτοιο ένταλμα παραμένει σε ισχύ μέχρις ότου εκτελεστεί ή ακυρωθεί από δικαστή.