70.-(1) Αν κατά τη δίκη οποιουδήποτε προσώπου εγείρεται το ερώτημα, είτε εκ μέρους της υπεράσπισης είτε εκ μέρους οποιουδήποτε άλλου ενδιαφερόμενου μέρους στη διαδικασία είτε εκ μέρους του δικαστηρίου, κατά πόσο ο κατηγορούμενος είναι ανίκανος λόγω ψυχικής διαταραχής σύμφωνα με το άρθρο 3 του περί Ψυχιατρικής Νοσηλείας Νόμου να παρακολουθήσει τη διαδικασία, το δικαστήριο, τηρουμένων των διατάξεων των εδαφίων (2) και (3) δύναται να διατάξει τη διεξαγωγή έρευνας, για να εξακριβώσει κατά πόσο ο κατηγορούμενος πάσχει από ψυχική διαταραχή που τον καθιστά ανίκανο να παρακολουθήσει τη διαδικασία. Αν, μετά τη διεξαγωγή της έρευνας, το δικαστήριο είναι της γνώμης ότι ο κατηγορούμενος είναι πράγματι ανίκανος να παρακολουθήσει τη διαδικασία, τότε διατάσσει αυτός να-
(α) Κρατηθεί σε κρατικό ψυχιατρικό κέντρο σύνηθες ή ασφαλούς κράτησης για τη νοσηλεία ψυχικά ασθενών προσώπων για χρονική περίοδο όπως αυτή ορίζεται στο εδάφιο (5)0 ή
(β) τεθεί υπό παρακολούθηση ψυχιάτρου για την παροχή της αναγκαίας νοσηλείας, μέχρις ότου βελτιωθεί η κατάσταση του σε σημείο που να δύναται να παρακολουθήσει τη διαδικασία. Το δικαστήριο στην περίπτωση αυτή αναβάλλει την υπόθεση για χρονικά διαστήματα τα οποία στο σύνολο τους δεν υπερβαίνουν τους τέσσερις μήνες. Αν στο τέλος της περιόδου αυτής ο κατηγορούμενος εξακολουθεί να μην είναι σε θέση να παρακολουθήσει τη διαδικασία, το δικαστήριο εκδίδει διάταγμα όπως αναφέρεται στην παράγραφο (α).
(2) Το δικαστήριο προτού διατάξει τη διεξαγωγή έρευνας βεβαιώνεται ότι υπάρχουν καταθέσεις και τυχόν άλλα αποδεικτικά στοιχεία τα οποία εύλογα στοιχειοθετούν το αδίκημα με το οποίο βαρύνεται ο κατηγορούμενος. Για το σκοπό αυτό το δικαστήριο επιθεωρεί και μελετά στην παρουσία του κατηγορουμένου ή του δικηγόρου του όλες τις καταθέσεις και τυχόν αποδεικτικά στοιχεία που βρίσκονται στη διάθεση της κατηγορούσας αρχής, επί των οποίων στηρίζεται η κατηγορία.
(3) Σε περίπτωση κατά την οποία το δικαστήριο κρίνει ότι η διαθέσιμη εναντίον του κατηγορουμένου μαρτυρία και τα άλλα αποδεικτικά στοιχεία δε στοιχειοθετούν το αδίκημα, απαλλάσσει τον κατηγορούμενο από τις κατηγορίες με τις οποίες βαρύνεται, ως αν αυτές να είχαν αποσυρθεί δυνάμει του άρθρου 92 του παρόντος Νόμου, προτού κληθεί ο κατηγορούμενος να απαντήσει στο κατηγορητήριο, ανεξάρτητα αν ο κατηγορούμενος απάντησε ή όχι στο κατηγορητήριο.
(4) Στις περιπτώσεις που πρόσωπο αθωώνεται κατόπιν δίκης δυνάμει του άρθρου 12 του Ποινικού Κώδικα, το δικαστήριο καταγράφει στην απόφαση του ότι ο κατηγορούμενος έχει τελέσει την πράξη που συνιστά το αδίκημα, αλλά αθωώνεται λόγω ψυχικής διαταραχής και ακολούθως εκδίδει διάταγμα για κράτηση του σε κρατικό ψυχιατρικό κέντρο σύνηθες ή ασφαλούς κράτησης για τη νοσηλεία ψυχικά ασθενών προσώπων ανάλογα με την κατάσταση του κατηγορουμένου.
(5) Η χρονική περίοδος κράτησης δυνάμει του παρόντος άρθρου ρυθμίζεται με τον ίδιο τρόπο ως αν ο κατηγορούμενος να είναι πρόσωπο για το οποίο εκδόθηκε διάταγμα διάρκειας δυνάμει του περί Ψυχιατρικής Νοσηλείας Νόμου και υπόκειται στις ίδιες διατάξεις σχετικά με την ανανέωση ή τον τερματισμό του.