5.-(1) Όταν, μετά από αίτηση του Γενικού Εισαγγελέα, παρουσιάζεται προς ικανοποίηση του Δικαστηρίου ότι η έκδοση ή η κυκλοφορία στασιαστικού δημοσιεύματος σχεδιάζεται ή σκοπείται ή ότι στασιαστικό δημοσίευμα εκδόθηκε ή κυκλοφόρησε, το Δικαστήριο εκδίδει διάταγμα (καλούμενο στο Νόμο αυτό “απαγορευτικό διάταγμα”) που απαγορεύει την έκδοση ή κυκλοφορία τέτοιου δημοσιεύματος (καλούμενο στο Νόμο αυτό “απαγορευμένο δημοσίευμα”) και που απαιτεί από κάθε πρόσωπο που έχει στην κατοχή, εξουσία ή έλεγχο του οποιοδήποτε αντίγραφο του απαγορευμένου δημοσιεύματος να παραδίδει αμέσως κάθε τέτοιο αντίγραφο στη φύλαξη του υπεύθυνου αξιωματικού του πλησιέστερου αστυνομικού σταθμού.
(2) Διάταγμα βάσει του άρθρου αυτού δύναται να εκδίδεται με αίτηση χωρίς ειδοποίηση μετά από αίτηση του Γενικού Εισαγγελέα.
(3) Είναι αρκετό αν το διάταγμα περιγράφει κατά τέτοιο τρόπο το απαγορευμένο δημοσίευμα ώστε να μπορεί να αναγνωριστεί από ένα λογικό πρόσωπο το οποίο συγκρίνει το απαγορευμένο δημοσίευμα με την περιγραφή στο απαγορευτικό διάταγμα.
(4) Απαγορευτικό διάταγμα δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας και έπειτα κάθε πρόσωπο το οποίο έχει στην κατοχή, εξουσία ή έλεγχο του οποιοδήποτε αντίγραφο του απαγορευμένου δημοσιεύματος, παραδίδει αμέσως κάθε τέτοιο αντίγραφο στη φύλαξη του υπεύθυνου αξιωματικού του πλησιέστερου αστυνομικού σταθμού, και αν παραλείψει να ενεργήσει με τον τρόπο αυτό είναι ένοχο αδικήματος κατά παράβαση του Νόμου αυτού.
(5) Το Δικαστήριο δύναται, αν θεωρεί αυτό αναγκαίο να εκδίδει ένταλμα που εξουσιοδοτεί οποιοδήποτε μέλος της αστυνομίας όχι κάτω από το βαθμό του λοχία και τους βοηθούς του να ανοίγουν βίαια, εισέρχονται και ερευνούν, είτε κατά την ημέρα ή κατά τη νύχτα, οποιοδήποτε κτίριο ή χώρο που καθορίζεται στο διάταγμα, και οποιοδήποτε περίφραγμα, δωμάτιο, κιβώτιο, δοχείο, ή πράγμα σε τέτοιο κτίριο ή χώρο, και να κατάσχουν και απομακρύνουν κάθε απαγορευμένο δημοσίευμα που βρέθηκε σε αυτά, και να χρησιμοποιούν τέτοια βία όπως δυνατό να είναι αναγκαία για το σκοπό αυτό.
(6) Αντίγραφο του απαγορευτικού διατάγματος και του εντάλματος έρευνας αφήνεται σε εμφανή θέση σε κάθε κτίριο ή χώρο στον οποίο πραγματοποιείται είσοδος με τον τρόπο αυτό.
(7) Ο ιδιοκτήτης οποιουδήποτε απαγορευμένου δημοσιεύματος που παραδίνεται ή κατάσχεται βάσει του Νόμου αυτού δύναται σε οποιοδήποτε χρόνο εντός δεκατεσσάρων ημερών μετά την παράδοση ή κατάσχεση να υποβάλει αίτηση στο Δικαστήριο για την ακύρωση του απαγορευμένου διατάγματος, και το Δικαστήριο, αν, μετά την ακρόαση της αίτησης, αποφασίσει ότι το απαγορευτικό διάταγμα όφειλε να μην είχε εκδοθεί, ακυρώνει το διάταγμα και διατάσσει όπως το απαγορευμένο δημοσίευμα που παραδόθηκε ή κατασχέθηκε από τον αιτητή να επιστραφεί σε αυτόν.
(8) Απαγορευμένο δημοσίευμα που παραδίνεται ή κατάσχεται βάσει του άρθρου αυτού αναφορικά με το οποίο δεν καταχωρίζεται αίτηση εντός του χρόνου που προαναφέρθηκε ή το οποίο δεν διατάσσεται να επιστραφεί στον ιδιοκτήτη, εκλαμβάνεται ως κατασχεμένο και θα αντιμετωπίζεται με τέτοιο τρόπο όπως το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να διατάξει.
(9) Για τους σκοπούς του άρθρου αυτού το Δικαστήριο σημαίνει το Ανώτατο Δικαστήριο ή Δικαστή αυτού.