56Α.-(1) Πας συνταξιούχος διδάσκαλος, ο οποίος αφυπηρέτησε δυνάμει της παραγράφου (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 51, ή εις τον οποίον εχορηγήθη σύνταξις δυνάμει του εδαφίου (5) του άρθρου 51Β ή δυνάμει του εδαφίου (3) του άρθρου 51Γ, υποχρεούται όπως υποβάλλη εαυτόν εις ιατρικήν εξέτασιν υπό Κυβερνητικού Ιατροσυμβουλίου οσάκις κληθή προς τούτο υπό του Διευθυντού της Υπηρεσίας Δημοσίας Διοικήσεως και Προσωπικού.
Εάν το Ιατροσυμβούλιον κρίνη ότι ούτος απεθεραπεύθη και δύναται να ασκήση οιονδήποτε επάγγελμα, τότε ο Υπουργός Οικονομικών δύναται, λαμβανομένων υπ’ όψιν οιωνδήποτε ειδικών συνθηκών της περιπτώσεως του, να διατάξη την διακοπήν ολοκλήρου ή μέρους της συντάξεως του. Εις τοιαύτην περίπτωσιν η σύνταξις του διακόπτεται αναλόγως, επαναρχίζει δε να καταβάλλεται ευθύς μετά την συμπλήρωσιν της ηλικίας των πεντήκοντα πέντε ετών, εκτός εάν αποβιώση προ της ηλικίας ταύτης, ότε εφαρμόζονται αι διατάξεις του άρθρου 62Β ή του εδαφίου (6) του άρθρου 51Β ή του εδαφίου (4) του άρθρου 51Γ, αναλόγως της περιπτώσεως.
(2) Εάν ο συνταξιούχος διδάσκαλος ο οποίος εκλήθη να υποβληθή εις ιατρικήν εξέτασιν συμφώνως προς τας διατάξεις του εδαφίου (1), παρέλειψε να συμμορφωθή προς την κλήσιν άνευ ευλόγου τινός αιτίας και εντός ευλόγου τινός χρονικού διαστήματος η καταβολή της συντάξεως αυτού αναστέλλεται μέχρι συμμορφώσεως του προς την τοιαύτην κλήσιν.
(3) Εάν ο συνταξιούχος διδάσκαλος, του οποίου η σύνταξις διεκόπη δυνάμει του εδαφίου (1), ασθενήση εκ νέου καθ’ οιονδήποτε χρόνον προ της συμπληρώσεως της ηλικίας των πεντήκοντα πέντε ετών, ο Υπουργός Οικονομικών, εάν ικανοποιηθή εξ εκθέσεως Κυβερνητικού Ιατροσυμβουλίου ότι ούτος υποφέρει από σωματικήν ή πνευματικήν αναπηρίαν η οποία είναι κατά πάσαν πιθανότητα μόνιμος και η οποία είναι τοιαύτης φύσεως ώστε να μη δύναται ούτος να ασκήση οιονδήποτε επάγγελμα, δύναται να επιτρέψη όπως η καταβολή της συντάξεως επαναρχίση, οπότε το ύψος της τοιαύτης συντάξεως θα είναι ως εάν αύτη δεν είχε διακοπή.