62ΣΤ.-(1) Σύνταξις τέκνων χορηγείται εάν υφίστανται τέκνα δικαιούμενα εις ταύτην και καταβάλλεται εφ’ όσον χρόνον ταύτα δικαιούνται.
(2) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος άρθρου, τέκνα δικαιούμενα εις σύνταξιν είναι τα τέκνα του αποθανόντος ή τέκνα συζύγου αυτού ως ορίζεται εις το εδάφιον (6).
(3) Δεν δικαιούνται εις σύνταξιν τέκνων επί τη βάσει του παρόντος άρθρου-
(α) τέκνα του αποθανόντος γεννηθέντα μετά πάροδον δέκα μηνών αφ’ ότου ούτος έπαυσε να είναι διδάσκαλος ή υιοθετηθέντα υπ’ αυτού αφ’ ότου ούτος έπαυσε να είναι διδάσκαλος~
(β) τέκνα συζύγου του αποθανόντος γεννηθέντα ή υιοθετηθέντα μετά την διάλυσιν του γάμου ή αφ’ ότου ο αποθανών έπαυσε να είναι διδάσκαλος.
(4) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (3), δεν χορηγείται σύνταξις διά-
(α) εξώγαμον τέκνον του αποθανόντος~ ή
(β) θετόν τέκνον του αποθανόντος και τέκνον συζύγου αυτού~ ή
(γ) θετόν, υιοθετηθέν ή εξώγαμον τέκνον συζύγου αυτού,
εκτός εάν το τέκνον εξηρτάτο πλήρως ή κυρίως εκ του αποθανόντος κατά τον χρόνον του θανάτου αυτού.
(5) Δεν χορηγείται σύνταξις τέκνων διά θήλυ τέκνον το οποίον κατά τον χρόνον του θανάτου του αποθανόντος ήτο έγγαμον και σύνταξις τέκνων χορηγηθείσα διά θήλυ τέκνον τερματίζεται όταν τούτο νυμφευθή.
(6) Διά τους σκοπούς του παρόντος άρθρου ο όρος “τέκνον” έχει την εις τον όρον τούτον αποδιδομένην έννοιαν υπό του εδαφίου (4) του άρθρου 56.
(7) Ανεξαρτήτως των προηγουμένων διατάξεων του παρόντος άρθρου, ο Υπουργός Οικονομικών δύναται να διατάξη-
(α) την συνέχισιν της καταβολής συντάξεως τέκνων διά τέκνον το οποίον, καίτοι έπαυσε δικαιούμενον ταύτης δυνάμει του παρόντος άρθρου, υπέστη, καθ’ ον χρόνον εδικαιούτο εις σύνταξιν τέκνων, πνευματικήν ή σωματικήν αναπηρίαν πιστοποιουμένην ιατρικώς και καθιστώσαν αυτό ανίκανον να κερδίζη τα προς το ζην~
(β) την καταβολήν συντάξεως τέκνων διά τέκνον το οποίον ανεξαρτήτως ηλικίας κατά τον χρόνον του θανάτου του πατρός του υποφέρει εκ πνευματικής ή σωματικής αναπηρίας πιστοποιουμένης ιατρικώς και καθιστώσης αυτό ανίκανον να κερδίζη τα προς το ζην:
Νοείται ότι ο Υπουργός Οικονομικών δύναται, εις εκατέραν των περιπτώσεων, να διατάξη τον τερματισμόν της συντάξεως και οιονδήποτε χρόνον εάν ικανοποιηθή δι’ ιατρικής αποδείξεως ότι η αναπηρία έπαυσεν υφισταμένη ή δεν εμποδίζει το εν λόγω τέκνον να κερδίζη τα προς το ζην.