9.-(1) Η Επιτροπή Έρευνας (που στο εξής στο Νόμο αυτό αναφέρεται ως “η Επιτροπή”) η οποία διορίζεται βάσει της παραγράφου (γ) του άρθρου 8 του Νόμου αυτού συνίσταται από πρόεδρο και άλλα πρόσωπα όπως το Υπουργικό Συμβούλιο κρίνει ορθό να διορίσει, ή δύναται, αν το Υπουργικό Συμβούλιο κρίνει ορθό να συνίσταται από ένα πρόσωπο που διορίζεται από το Υπουργικό Συμβούλιο.
(2) Η Επιτροπή δύναται να ενεργεί παρά την οποιαδήποτε κενή θέση στη σύνθεση της.
(3) Η Επιτροπή ερευνά τα θέματα που παραπέμπονται σε αυτή και υποβάλλει την αναφορά της επί αυτών στο Υπουργικό Συμβούλιο. Υποβάλλεται επίσης οποιαδήποτε έκθεση μειοψηφίας.
(4) Η Επιτροπή δύναται, αν το κρίνει αναγκαίο, να εκδίδει προσωρινές εκθέσεις.
(5) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να μεριμνά ώστε να δημοσιεύονται από καιρό σε καιρό, κατά τέτοιο τρόπο όπως κρίνει ορθό, οποιεσδήποτε πληροφορίες που εξασφαλίζονται ή αποφάσεις που λαμβάνονται από την Επιτροπή ως αποτέλεσμα ή κατά την διεξαγωγή της έρευνας:
Νοείται ότι δεν περιλαμβάνεται σε οποιαδήποτε έκθεση ή δημοσίευση που γίνεται ή που εξουσιοδοτείται από την Επιτροπή ή το Υπουργικό Συμβούλιο οποιαδήποτε πληροφορία που λήφθηκε από την Επιτροπή κατά την διεξαγωγή της έρευνας αναφορικά με οποιαδήποτε εργατική ένωση ή αναφορικά με οποιαδήποτε ατομική επιχείρηση (είτε διεξάγεται από πρόσωπο, οίκο ή εταιρεία) η οποία δεν είναι προσιτή διαφορετικά παρά μέσω μαρτυρίας που δόθηκε κατά την έρευνα, παρά μόνο με τη συναίνεση του γραμματέα της εργατικής ένωσης ή του προσώπου, οίκου ή της εν λόγω εταιρείας, ούτε οποιοδήποτε μέλος της Επιτροπής ή οποιοδήποτε πρόσωπο που αναμείχθηκε στην έρευνα, χωρίς τη συναίνεση αυτή δεν αποκαλύπτει οποιαδήποτε τέτοια πληροφορία.