79.-(1) Κάθε πρόσωπο το οποίο σκόπιμα παρεμποδίζει το Διευθυντή ή οποιοδήποτε εκτιμητή στην άσκηση των εξουσιών ή εκτέλεση των καθηκόντων του δυνάμει του Νόμου αυτού είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε φυλάκιση για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις τετρακόσιες πενήντα λίρες ή και τις δύο αυτές ποινές.
(2) Κάθε πρόσωπο το οποίο σκόπιμα αρνείται ή παραλείπει χωρίς εύλογη δικαιολογία να παράσχει στον εκτιμητή τις πληροφορίες που αναφέρονται στα άρθρα 70 ή 71, ή την έγγραφη έκθεση αντίστοιχα, εντός δέκα ημερών από την ημερομηνία κατά την οποία ο εκτιμητής απαίτησε από αυτόν να πράξει με τον τρόπο αυτό, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πενήντα λίρες.
(3) Κάθε πρόσωπο το οποίο εν γνώσει προβαίνει σε ψευδή δήλωση στις πληροφορίες ή στην έκθεση που παρασχέθηκαν από αυτόν δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 70 ή 71, αντίστοιχα, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε φυλάκιση για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις τετρακόσιες πενήντα λίρες ή και στις δύο αυτές ποινές.
(4) Κάθε πρόσωπο το οποίο καταρτίζει ή εξουσιοδοτεί την κατάρτιση οποιουδήποτε πλαστού επίσημου εγγράφου ή εγγράφου, ή παραποιεί οποιοδήποτε επίσημο έγγραφο ή έγγραφο στην κατοχή ή υπό τον έλεγχο του και προσάγει το πλαστό αυτό ή παραποιηθέν επίσημο έγγραφο ή έγγραφο στο Διευθυντή ή τον εκτιμητή όταν απαιτηθεί να πράξει με τον τρόπο αυτό δυνάμει των διατάξεων των άρθρων 60, 70 ή 71, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε φυλάκιση για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει το ένα έτος ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις χίλιες λίρες ή και στις δύο αυτές ποινές.