19.-(1) Αποδοχή είναι είτε-
(α) γενική~ είτε
(β) με όρους.
(2) Η γενική αποδοχή παρέχει συγκατάθεση χωρίς όρους στην εντολή του εκδότη. Η αποδοχή με ρητούς όρους μεταβάλλει το αποτέλεσμα της συναλλαγματικής όπως αυτή εκδόθηκε.
Ειδικότερα η αποδοχή είναι με όρους όταν-
(α) Υπόκειται σε όρους, δηλαδή, όταν εξαρτά την πληρωμή από τον αποδέκτη από την εκπλήρωση όρου που αναφέρεται σε αυτή~
(β) είναι μερική, δηλαδή, αποδοχή πληρωμής μέρους μόνο του ποσού για το οποίο εκδόθηκε η συναλλαγματική~
(γ) είναι τοπική, δηλαδή, αποδοχή πληρωμής μόνο σε ειδικά ορισμένο τόπο.
Αποδοχή πληρωμής σε συγκεκριμένο τόπο είναι γενική αποδοχή, εκτός αν ρητά δηλώνει ότι η συναλλαγματική θα πληρωθεί εκεί μόνο και όχι αλλού~
(δ) είναι με όρους όσον αφορά το χρόνο~
(ε) είναι η αποδοχή ενός ή περισσότερων από τους αποδέκτες, αλλά όχι από όλους.