7.-(1) Όταν υποβάλλεται παράπονο στο Υπουργικό Συμβούλιο ή στον κατακρατούντα λειτουργό ότι Βρεττανικό πλοίο είναι ανασφαλές, το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται, αν θεωρεί σκόπιμο, να απαιτήσει από τον παραπονούμενο να παράσχει ασφάλεια που να ικανοποιεί το Υπουργικό Συμβούλιο για τα έξοδα και την αποζημίωση την οποία η Κυβέρνηση δυνατό να καταστεί υπόχρεη να καταβάλει όπως αναφέρθηκε πιο πάνω:
Νοείται ότι η ασφάλεια αυτή δεν απαιτείται όταν το παράπονο υποβάλλεται από το ένα τέταρτο των ναυτικών του πλοίου οι οποίοι δεν είναι λιγότεροι από τρεις, και δεν είναι κατά τη γνώμη του Υπουργικού Συμβουλίου ή του κατακρατούντα λειτουργού αβάσιμο ή ενοχλητικό, και το Υπουργικό Συμβούλιο ή ο λειτουργός αυτός, αν το παράπονο υποβάλλεται εγκαίρως πριν από τον απόπλου του πλοίου, προβαίνει στα κατάλληλα διαβήματα για να διαπιστώσει κατά πόσο το πλοίο έπρεπε να κρατηθεί.
(2) Όταν πλοίο κρατείται συνεπεία οποιουδήποτε παραπόνου και οι περιστάσεις είναι τέτοιες ώστε η Κυβέρνηση να υποχρεούται βάσει του Νόμου αυτού να καταβάλει στον πλοιοκτήτη οποιαδήποτε έξοδα ή αποζημιώσεις, ο παραπονούμενος υποχρεούται να καταβάλει στην Κυβέρνηση όλα αυτά τα έξοδα και τις αποζημιώσεις στις οποίες υποβάλλεται η Κυβέρνηση ή τις οποίες υποχρεούται να καταβάλει αναφορικά με την κράτηση και επιθεώρηση του πλοίου.