28. Όταν η ιδιοκτησία βαρύνεται με υποθήκη-
(α) ο εκ δικαστικής αποφάσεως πιστωτής δύναται, σε οποιοδήποτε χρόνο, αφού το ενυπόθηκο χρέος καταστεί πληρωτέο, να πληρώσει στον ενυπόθηκο δανειστή εκ μέρους του εκ δικαστικής αποφάσεως οφειλέτη χρέους, όλα τα ασφαλισμένα με την υποθήκη χρήματα και δύναται να προσθέσει τα χρήματα που πληρώθηκαν με τον τρόπο αυτό στο ποσό του χρέους από δικαστική απόφαση· και το δικαστήριο όταν ικανοποιηθεί ότι τα ασφαλιζόμενα με την υποθήκη χρήματα έχουν πληρωθεί, δύναται να διατάξει την πώληση της ιδιοκτησίας
(β) αν ο ενυπόθηκος δανειστής αρνηθεί να δεχτεί την προσφορά των ασφαλισμένων με την υποθήκη χρημάτων που έγινε σε αυτόν από τον εκ δικαστικής αποφάσεως πιστωτή, το Δικαστήριο δύναται με αίτηση του εκ δικαστικής αποφάσεως πιστωτή να διατάξει όπως η ιδιοκτησία πωληθεί υπό τέτοιους όρους ως προς την πληρωμή από τον εκ δικαστικής αποφάσεως πιστωτή στο Δικαστήριο ή την εξασφάλιση του ενυπόθηκου χρέους από αυτόν με άλλο τρόπο, όπως το Δικαστήριο θα κρίνει σκόπιμο
(γ) ο εκ δικαστικής αποφάσεως πιστωτής δύναται αντί να πληρώσει ή να προσφέρει στον ενυπόθηκο δανειστή τα ασφαλισμένα με την υποθήκη χρήματα, να γνωστοποιήσει σε αυτόν την πρόθεση του να ζητήσει από το Δικαστήριο έκδοση εντάλματος πώλησης· στην αίτηση αυτή και αφού ο εκ δικαστικής αποφάσεως πιστωτής παράσχει ασφάλεια που ικανοποιεί το Δικαστήριο για τα έξοδα τα οποία θα προκύψουν κατά την πώληση ή σε σχέση με αυτήν, δύναται να εκδοθεί ένταλμα για πώληση της ιδιοκτησίας, το οποίο ορίζει την επιφυλαχθείσα από το Δικαστήριο προσφορά για την εξασφάλιση των χρημάτων τα οποία οφείλονται ή θα οφείλονται δυνάμει της υποθήκης· και αν δεν υπάρξει προσφορά ίση με την επιφυλαχθείσα η ιδιοκτησία δεν πωλείται
(δ) το ποσό χρημάτων το οποίο εισπράττεται κατόπι πώλησης δυνάμει της παραγράφου (γ), εφόσον αυτό επαρκεί, διατίθεται για πληρωμή πρώτα του οφειλόμενου βάσει της υποθήκης ποσού· δεύτερο, των εξόδων της πώλησης· τρίτο, του εκ δικαστικής αποφάσεως χρέους· και το υπόλοιπο, αν υπάρχει ανήκει στον εκ δικαστικής αποφάσεως οφειλέτη χρέους
(ε) αν το ποσό που εισπράχτηκε με τον τρόπο αυτό δεν επαρκεί για την αποπληρωμή ολόκληρου του ενυπόθηκου χρέους και των εξόδων την πώλησης, ο εκ δικαστικής αποφάσεως πιστωτής είναι υπεύθυνος για το έλλειμα, αλλά δύναται, αν το Δικαστήριο θεωρήσει σκόπιμο να διατάξει κατ’ αυτό τον τρόπο, να προσθέσει το ποσό του ελλείμματος στο ποσό του εκ δικαστικής αποφάσεως χρέους ως έξοδα εκτέλεσης:
Νοείται ότι όταν το ακίνητο βαρύνεται με δύο ή περισσότερες υποθήκες-
(α) οι διατάξεις των παραγράφων (α), (γ), (δ) και (ε) θα εφαρμόζονται σε όλες αυτές τις υποθήκες, στα χρηματικά ποσά που ασφαλίζονται με αυτές και στους αντίστοιχους ενυπόθηκους δανειστές
(β) αν ο ενυπόθηκος δανειστής οποιασδήποτε τέτοιας υποθήκης αρνηθεί να αποδεχθεί πληρωμή του ασφαλισμένου με την υποθήκη αυτή χρηματικού ποσού, με την προσφορά αυτού από τον εκ δικαστικής αποφάσεως πιστωτή όπως προνοείται στην παράγραφο (α), οι διατάξεις της παραγράφου (β) του άρθρου αυτού θα εφαρμόζονται στον πιο πάνω ενυπόθηκο δανειστή, στην αντίστοιχη υποθήκη και στο ασφαλισμένο με αυτή χρηματικό ποσό: