4.-(1) Το Δικαστήριο δύναται σε οποιοδήποτε χρόνο, ενώ εκκρεμεί σε αυτό αγωγή, να εκδίδει διάταγμα για τη μεσεγγύηση, διατήρηση, φύλαξη, πώληση, κατακράτηση ή επιθεώρηση περιουσίας που αποτελεί το αντικείμενο της αγωγής ή διάταγμα για την παρεμπόδιση οποιασδήποτε απώλειας, ζημιάς ή δυσμενούς επηρεασμού που δυνατό, αν δεν εκδοθεί το διάταγμα αυτό, να προξενηθούν σε πρόσωπο ή περιουσία, ενόσω εκκρεμεί τελική δικαστική απόφαση σε ζήτημα που επηρεάζει το πρόσωπο αυτό ή περιουσία ή ενόσω εκκρεμεί η εκτέλεση της δικαστικήςαπόφασης.
(2) Το διάταγμα μεσεγγύησης που αναφέρθηκε πιο πάνω σημαίνει διάταγμα που ορίζει πρόσωπο ή πρόσωπα για να εισέλθουν σε ακίνητη ιδιοκτησία, που ορίζεται στο διάταγμα, η οποία είναι στην κατοχή του προσώπου εναντίον του οποίου εκδίδεται το διάταγμα, και να συλλέξουν, παραλάβουν και αναλάβουν στα χέρια τους τα μισθώματα και τις προσόδους αυτής, καθώς και τα αγαθά και την κινητή περιουσία του εν λόγω προσώπου και να τα κρατούν για όσο χρόνο ορίζεται στο διάταγμα ή μέχρι νεώτερου διατάγματος του Δικαστηρίου.
(3) Το διάταγμα παρέχει στο πρόσωπο που ορίζεται με τον τρόπο αυτό πλήρη εξουσία να ενεργεί καθετί το οποίο διατάσσεται να διενεργηθεί με το διάταγμα αυτό καθώς και κάθε συντελεστικό με αυτό0 και, από την κοινοποίηση του διατάγματος προς το πρόσωπο εναντίον του οποίου εκδόθηκε, αυτό στερεί το πρόσωπο αυτό από κάθε τέτοια εξουσία, τηρουμένου μόνο του δικαιώματος του να κατέχει την ακίνητη περιουσία που τελεί υπό μεσεγγύηση, και να συνεχίζει τη διεξαγωγή της εργασίας του σε αυτή και να χρησιμοποιεί την κινητή περιουσία η οποία δυνατό να βρίσκεται σε αυτή για τους σκοπούς της κατοχής αυτής και της διεξαγωγής της εργασίας του.