18. Εις περιπτώσεις καθ’ άς ο Έφορος ικανοποιείται ότι ο φόρος κληρονομίας κατέστη επιβλητέος επί περιουσιακών στοιχείων συγκειμένων εξ ακινήτου περιουσίας ή εξ επιχειρήσεως (άλλης ή επιχειρήσεως ασκουμένης υπό ανωνύμου εταιρείας) ή επί συμφέροντος τινος επί ακινήτου περιουσίας ή τοιαύτης επιχειρήσεως, επί τω θανάτω προσώπου τινός, και ότι, μεταγενεστέρως, εντός πέντε ετών, φόρος κληρονομίας κατέστη και πάλιν επιβλητέος επί των ιδίων περιουσιακών στοιχείων ή μέρους τούτων επί τω θανάτω του προσώπου εις ο τα περιουσιακά ταύτα στοιχεία περιήλθον επί τω πρώτω θανάτω, το ποσόν του φόρου κληρονομίας του επιβλητέου επί τω δευτέρω θανάτω αναφορικώς προς τα ούτως περιερχόμενα περιουσιακά στοιχεία, θα μειούται ως ακολούθως-
(α) οσάκις ο δεύτερος θάνατος επισυμβαίνη εντός ενός έτους από του πρώτου θανάτου, κατά πεντήκοντα τοις εκατόν.
(β) οσάκις ο δεύτερος θάνατος επισυμβαίνη εντός δύο ετών από του πρώτου θανάτου, κατά τεσσαράκοντα τοις εκατόν.
(γ) οσάκις ο δεύτερος θάνατος επισυμβαίνη εντός τριών ετών από του πρώτου θανάτου, κατά τριάκοντα τοις εκατόν.
(δ) οσάκις ο δεύτερος θάνατος επισυμβαίνη εντός τεσσάρων ετών από του πρώτου θανάτου, κατά είκοσι τοις εκατόν.
(ε) οσάκις ο δεύτερος θάνατος επισυμβαίνη εντός πέντε ετών από του πρώτου θανάτου, κατά δέκα τοις εκατόν:
Νοείται ότι οσάκις η αξία των περιουσιακών στοιχείων κατά τον δεύτερον θάνατον, εφ’ ής θα καταβληθή φόρος, υπερβαίνη την αξίαν εφ’ ής επεβλήθη φόρος κατά τον πρώτον θάνατον, η τελευταία αξία θα υποκαταστήση την πρώτην προς τον σκοπόν προσδιορισμού το ποσού του φόρου εφ’ ου δέον να υπολογισθή η δυνάμει του παρόντος άρθρου έκπτωσις.