6.- (1) Το ποσόν του πληρωτέου φόρου κληρονομίας επί της περιουσίας αποθανόντος προσώπου θα υπολογίζηται συμφώνως ταις διατάξεσι του παρόντος νόμου επί τη βάσει του συντελεστού ή των συντελεστών των αναφερομένων εν τω Πίνακι του παρόντος Νόμου ως εφαρμοστέων διά το κλιμάκιον εντός των ορίων του οποίου εμπίπτει η αξία της περιουσίας του προσώπου τούτου:
Νοείται ότι, οσάκις, ως εκ του ότι η αξία της περιουσίας υπερβαίνει το μείζον των δυο ορίων οιουδήποτε κλιμακίου καθοριζομένου εν τω Πίνακι, δέον να καταβληθή φόρος κληρονομίας επί τη βάσει του υψηλοτέρου συντελεστού του καθοριζομένου διά το αμέσως επόμενον κλιμάκιον εν των ειρημένω Πίνακι, το ποσόν του πληρωτέου φόρου κληρονομίας δεν θα υπερβαίνη το άθροισμα-
(α) του ποσού όπερ θα επεβάλλετο επί της περιουσίας εάν η αξία ταύτης ήτο ίση προς, αλλά δεν υπερέβαινε, το μείζον των δυο προμνησθέντων ορίων. και
(β) του ποσού δι’ ου η αξία της περιουσίας υπερβαίνει το μείζον τούτο όριον:
Νοείται, περαιτέρω, ότι, εν ουδεμιά περιπτώσει το ποσόν του πληρωτέου φόρου κληρονομίας θα υπερβαίνη το ποσόν καθ’ ό η αξία της περιουσίας υπερβαίνει τας τρεις χιλιάδας λίρας.
(2) Προς προσδιορισμόν της αξίας της περιουσίας αποθανόντος προσώπου, άπαντα τα περιουσιακά στοιχεία εξ ών αύτη συνίσταται θα συνυπολογίζωνται ως αποτελούνται μίαν περιουσίαν:
Νοείται, όμως, ότι περιουσιακόν στοιχείον συνιστών μέρος της περιουσίας, εφ’ ου ουδείς φόρος κληρονομίας είναι επιβλητέος δεν θα συνυπολογίζηται προς τον σκοπόν του προσδιορισμού της αξίας της περιουσίας.
(3) Περιουσιακά στοιχεία περιερχόμενα εις άλλους επί τω θανάτω δεν θα συνυπολογίζωνται πλέον της μιας φοράς ούτε θα επιβάλληται φόρος κληρονομίας αναφορικώς προς ταύτα πλέον της μιας φοράς επί τω αυτώ θανάτω.
(4) Το ποσοστόν του φόρου κληρονομίας το πληρωνόμενον εφ’ οιουδήποτε περιουσιακού στοιχείου συνιστώντος μέρος της περιουσίας αποθανόντος προσώπου θα είναι το ποσοστόν το εξευρισκόμενον βάσει του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου αναφορικώς προς την περιουσίαν ταύτην.