44.-(1) Απλούς τόκος προς εννέα τοις εκατόν κατ’ έτος θα καταβάλληται επί παντός φόρου κληρονομίας από της παρόδου δεκαοκτώ μηνών από της ημερομηνίας του θανάτου του αποθανόντος μέχρι της ημερομηνίας της πληρωμής και θα εισπράττηται ως εάν απετέλει μέρος του εν υπερημερία φόρου κληρονομίας:
Νοείται ότι εις περιπτώσεις καθ’ άς δεν έχει γίνει η βεβαίωσις του πληρωτέου φόρου κληρονομίας, ο εκτελεστής ή οιονδήποτε έτερον πρόσωπον υπόχρεων εις την καταβολήν του φόρου δύναται να καταβάλη εις τον Έφορον παν ποσόν έναντι του μετέπειτα βεβαιοθησομένου θα καταλογίζηται κατά την βεβαίωσιν του φόρου έναντι του φόρου κληρονομίας του οφειλομένου υπό τοιούτου εκτελεστού ή ετέρου προσώπου, αναλόγως της περιπτώσεως.
Νοείται περαιτέρω ότι, στην περίπτωση κατά την οποία η βεβαίωση πληρωτέου φόρου κληρονομίας δε συμπληρώνεται πριν από την πάροδο δεκαοκτώ μηνών από την ημερομηνία του θανάτου του αποθανόντος και η καθυστέρηση αυτή δεν οφείλεται σε υπαιτιότητα του εκτελεστή ή οποιουδήποτε άλλου προσώπου που είναι υπόχρεο στην καταβολή φόρου, κανένας τόκος δεν επιβάλλεται επί του πληρωτέου φόρου κληρονομίας.
(2) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, ο ετήσιος τόκος υπολογίζεται με βάση τους συμπληρωμένους μήνες για τους οποίους καθυστερεί η καταβολή του φόρου και αφορά οφειλόμενο φόρο ο οποίος καταβάλλεται κατά ή μετά την 1η Σεπτεμβρίου 2020.