23.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2) του παρόντος άρθρου, η αξία οιουδήποτε περιουσιακού στοιχείου θα λογίζηται ότι είναι το τίμημα όπερ κατά την γνώμην του Εφόρου θα απέφερεν εάν επωλείτο εν τη ελευθέρα αγορά κατά τον χρόνον του θανάτου του αποθανόντος, ουδεμία δε έκπτωσις θα γίνηται εις την εκτίμησιν λόγω του ότι η εκτίμησις εβασίσθη επί της προϋποθέσεως ότι ολόκληρος η περιουσία θα προσφερθή προς πώλησιν κατά τον αυτόν χρόνον:
Νοείται ότι οσάκις αποδεικνύηται προς ικανοποίησιν του Εφόρου ότι η αξία περιουσιακού τινος στοιχείου έχει υποστή υποτίμησιν ως εκ του θανάτου του αποθανόντος, ο Έφορος, κατά τον καθορισμόν της τιμής, θα λαμβάνη υπ’ όψιν του την τοιαύτην υποτίμησιν.
(2) Οσάκις εισόδημα περιουσιακού τινος στοιχείου κατέστη οφειλόμενον αλλά δεν εισεπράχθη υπό του αποθανόντος προ του θανάτου αυτού, η αξία του περιουσιακού τούτου στοιχείου, διά τους σκοπούς του παρόντος νόμου, θα είναι το άθροισμα της δυνάμει της παραγράφου (1) του παρόντος άρθρου υπολογισθείσης τιμής και του ποσού του τοιούτου εισοδήματος.
(3) Οσάκις το εκτιμηθησόμενον περιουσιακόν στοιχείον συνίσταται εξ αδιαιρέτου ιδανικής μερίδος ακινήτου περιουσίας η αξία της εξ αδιαιρέτου ταύτης ιδανικής μερίδος θα είναι ίση προς το αντίστοιχον ποσόν της αξίας του όλου ακινήτου ως αύτη εκτιμάται δυνάμει της παραγράφου (1) του παρόντος άρθρου, μειουμένη κατά ποσόν ίσον προς δέκα τοις εκατόν επί του τοιούτου αντιστοίχου ποσού.
(4) Οσάκις το εκτιμηθησόμενον περιουσιακόν στοιχείον σύγκειται εκ μετοχών εταιρείας εγγεγραμμένης εν τη Δημοκρατία, κατά τον καθορισμόν της αξίας των τοιούτων μετοχών διά τους σκοπούς, του παρόντος νόμου, θα λαμβάνηται υπ’ όψιν, μεταξύ άλλων παραγόντων, και η κατά τον χρόνον του θανάτου αγοραία αξία του ενεργητικού της εταιρείας.