16.-(1) Μέλος τι διοριζόμενον εις κατά νόμον συντάξιμον θέσιν δύναται, εφ' όσον ο διορισμός του επικυρωθή, εντός περιόδου τριών μηνών από της ισχύος του παρόντος Νόμου ή από της ημερομηνίας της επικυρώσεως του διορισμού ή άλλης περαιτέρω περιόδου ην η Επιτροπή Διοικήσεως εις ειδικήν περίπτωσιν ήθελεν επιτρέψει, να εκλέξη:
(α) όπως η περίοδος της υπηρεσίας καθ' ην ήτο μέλος του Ταμείου προ του διορισμού του εις συντάξιμον θέσιν υπολογισθή ως συντάξιμος υπηρεσία, οπότε, άμα τη ασκήσει τοιαύτης εκλογής, καταβάλλεται εις αυτό ολόκληρον το ποσόν των εν τω Ταμείω εις πίστιν αυτού εισφορών μετά των τόκων υπολογιζομένων μέχρι του τέλους του μηνός του προηγουμένου εκείνου καθ' ον ασκείται η εκλογή, το δε ποσόν των καταθέσεων μετά των τόκων υπολογιζομένων ως ανωτέρω περιέρχεται εις την Συνέλευσιν, ή
(β) όπως η περίοδος της υπηρεσίας καθ' ην ήτο μέλος του Ταμείου προ του διορισμού του εις συντάξιμον θέσιν, ληφθή υπ' όψιν μόνον ως περίοδος υπηρεσίας απαιτουμένης προς προσδιορισμόν, δυνάμει του περί Συντάξεων Νόμου, κατά πόσον έχει αρκετήν υπηρεσίαν διά να δικαιούται συντάξεως ή φιλοδωρήματος, οπότε αι
διατάξεις του εδαφίου (2) του άρθρου 15 του παρόντος Νόμου εφαρμόζονται εις την περίπτωσιν του.
(2) Η απόφασις του μέλους τούτου όσον αφορά την ανωτέρω εκλογήν δέον να κοινοποιηθή εγγράφως προς την Επιτροπήν και πάσα τοιαύτη απόφασις είναι αμετάκλητος.