15.-(1) Εάν μέλος τι διορισθή εις κατά νόμον συντάξιμον θέσιν εις την υπηρεσίαν της Συνελεύσεως αι διατάξεις του άρθρου 11 του παρόντος Νόμου εφαρμόζονται ως εάν η υπηρεσία αυτού να είχε τερματισθή υπό τας περιστάσεις τας οριζομένας εν τω άρθρω 12(1):
Νοείται ότι ο λογαριασμός αυτού εξακολουθεί να πιστούται διά τόκου συμφώνως προς τας διατάξεις των άρθρων 8 και 11(1) του παρόντος Νόμου.
(2) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου, όταν το ούτω διοριζόμενον μέλος αργότερον εγκαταλείψη την υπηρεσίαν της Συνελεύσεως ή όταν αποθάνη ενώ ευρίσκεται εν τη υπηρεσία αυτής τότε οιονδήποτε εις πίστιν του ποσόν εν τω Ταμείω καταβάλλεται εις το μέλος τούτο ή εις οιονδήποτε άλλο πρόσωπον εις ο δύναται να καταβληθή δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή άλλως πως.
(3) Το ούτω διοριζόμενον μέλος εάν υπηρετή υπό δοκιμασίαν δύναται να εκλέξη όπως εξακολουθήση διαρκούσης της περιόδου δοκιμασίας να υπόκειται εις τας διατάξεις του παρόντος Νόμου, εν τοιαύτη δε περιπτώσει θεωρείται ως μέλος του Ταμείου:
Νοείται ότι εάν ο διορισμός του μέλους τούτου επικυρωθή οποτεδήποτε αι διατάξεις των εδαφίων (1) και (2) του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται εις αυτό από της ημέρας της τοιαύτης επικυρώσεως. Οιαδήποτε εκλογή δυνάμει του παρόντος εδαφίου δέον να γίνη εγγράφως προς την Επιτροπήν και είναι αμετάκλητος.