44.-(1) Ευθύς ως οι δεδουλευμένοι και μη υπερβαίνοντες τας εκατόν λίρας μισθοί ναυτικού ή μαθητευομένου καταστώσι πληρωτέοι, ούτος ή ο υπ’ αυτού δεόντως εξουσιοδοτηθείς δύναται να διεκδικήση τους τοιούτους μισθούς δι’ αγωγής εκδικαζομένης συνοπτικώς εν τω προβλεπομένω εν Διαδικαστικώ Κανονισμώ τρόπω ενώπιον παντός εν τη Δημοκρατία αρμοδίου δικαστηρίου~ το επί τούτω εκδιδόμενον δικαστικόν διάταγμα είναι τελεσίδικον.
(2) Ουδέν των εν τω παρόντι Μέρει διαλαμβανομένων θα ερμηνεύηται ως περιορίζον την δικαιοδοσίαν δικαστηρίου τινός όπως αρνηθή την εκδίκασιν αγωγής διά μισθούς, εγερθείσης είτε υπό του πλοιάρχου είτε υπό μέλους του πληρώματος πλοίου, εάν το πλοίον δεν είναι Κυπριακόν.
(3) Ο πλοίαρχος, εφ’ όσον επιτρέπεται υπό των περιστάσεων, κέκτηται τα αυτά δικαιώματα, δύναται να προσφύγη εις τα αυτά δικαστικά μέτρα και έχει το αυτό ναυτικόν προνόμιον αναφορικώς προς την διεκδίκησιν των μισθών του ως και οιοσδήποτε ναυτικός δυνάμει του παρόντος Νόμου.
(4) Ο πλοίαρχος και παν έτερον πρόσωπον όπερ νομίμως αναπληροί τούτον εν περιπτώσει θανάτου ή ανικανότητος του πλοιάρχου εκ τινος ασθενείας, εφ’ όσον επιτρέπεται υπό των περιστάσεων, κέκτηται τα αυτά δικαιώματα, δύναται να προσφύγη εις τα αυτά δικαστικά μέτρα και έχει το αυτό ναυτικόν προνόμιον αναφορικώς προς την διεκδίκησιν των προσηκόντως γενομένων υπ’ αυτού δαπανών, ή αναληφθεισών υποχρεώσεων διά λογαριασμόν του πλοίου εν τη ιδιότητι αυτού ως πλοιάρχου, ως και ο πλοίαρχος διά την διεκδίκησιν των μισθών του.