1. Οι περί Εμπορικής Ναυτιλίας (Πλοίαρχοι και Ναυτικοί) Νόμοι του 1963, 1965, 1968, 1969, 1976, 1984 και 1997 θα αναφέρονται μαζί ως οι περί Εμπορικής Ναυτιλίας (Πλοίαρχοι και Ναυτικοί) Νόμοι του 1963 μέχρι 1997, και θα αναγιγνώσκονται και ερμηνεύονται ομού μετά του περί Εμπορικής Ναυτιλίας (Νηολόγησις, Πώλησις και Υποθήκευσις Πλοίων) Νόμου του 1963, του Κώδικος, και του περί Εμπορικής Ναυτιλίας (Κανονισμοί Ασφαλείας και Ναυτικοί) Νόμου.
2.-(1) Εν τω παρόντι Νόμω, εκτός εάν άλλως προκύπτη εκ του κειμένου-
“αξιωματικός” οσάκις χρησιμοποιήται εν σχέσει προς τι πλοίον, σημαίνει πλοίαρχον, αξιωματικόν, μηχανικόν, μηχανοδηγόν, ασυρματιστήν, ή δόκιμον αξιωματικόν~
“Αρμοδία Αρχή” σημαίνει τον Υπουργόν Συγκοινωνιών και Έργων και παν έτερον επί τούτω εξουσιοδοτηθέν υπ’ αυτού προςωπον~
“Γενικαί υπηρεσίαι” σημαίνει την Υγειονομικήν την των Τηλεπικοινωνιών, των Οικονομικών, της Τροφοδοσίας και την υπηρεσίαν Ενδιαιτημάτων και Μαγειρείου~
“Δημοκρατία” σημαίνει την Κυπριακήν Δημοκρατίαν~
“Διευθυντής” σημαίνει τον Διευθυντήν του Τμήματος Λιμένων του Υπουργείου Συγκοινωνιών και Έργων, περιλαμβάνει δε πάντα Λιμενικόν Λειτουργόν, όστις ήθελεν εξουσιοδοτηθή υπό του Διευθυντού όπως ενασκή τας δυνάμει του παρόντος Νόμου αρμοδιότητας αυτού~
“επιβατικόν πλοίον” σημαίνει πλοίον κατεσκευασμένον, ή ουσιαστικώς ή συνήθως εις τακτικά ή μη διαστήματα χρησιμοποιούμενον διά την μεταφοράν πλειόνων των δώδεκα επιβατών~
“επιβάτης” σημαίνει παν πρόσωπον μεταφερόμενον επί πλοίου, εξαιρουμένων των ακολούθων:
(α) παντός προσώπου εργαζομένου ή υπηρετούντος υφ’ οιανδήποτε ιδιότητα επί του πλοίου εις τινα των υπηρεσιών αυτού~
(β) παντός προσώπου όπερ ευρίσκεται επί του πλοίου είτε συνεπεία της υποχρεώσεως ην ενέχει ο πλοίαρχος προς μεταφοράν ναυαγών, προσώπων εν κινδύνω ή ετέρων προσώπων, ή λόγω περιστάσεων άτινας ούτε ο πλοίαρχος ούτε ο πλοιοκτήτης ούτε ο τυχόν ναυλωτής ηδύνατο να παρεμποδίση ή προλάβη~
(γ) παιδίου μη συμπληρώσαντος το εν έτος.
“Κυπριακόν πλοίον” κέκτηται την έννοιαν, ην απέδωκεν εις τον τοιούτον όρον το άρθρον 5 του περί Εμπορικής Ναυτιλίας (Νηολόγησις, Πώλησις και Υποθήκευσις Πλοίων) Νόμου του 1963~
“Κώδιξ” σημαίνει τους περί Εμπορικής Ναυτιλίας Νόμους του 1894 έως το 1954, του Ηνωμένου Βασιλείου, καθ’ ην έκτασιν ούτοι εφαρμόζονται εν τη Δημοκρατία, και υπό τας αναγκαίας ως εκ τους Συντάγματος τροποποιήσεις αυτών~
“Λιμενικός Λειτουργός” σημαίνει τον υπεύθυνον διά τινα λιμένα υπάλληλον~
“Λιμενικός Υγειονομικός Λειτουργός” σημαίνει τον Ιατρικόν Λειτουργόν τον ασκούντα υγειονομικά καθήκοντα εν τω λιμένι~
“μαθητευόμενος” σημαίνει μαθητευόμενον εις ναυτικήν υπηρεσίαν~
“ναυτικός” περιλαμβάνει πάντα όστις (εξαιρουμένων των πλοιάρχων, πλοηγών και των προσηκόντως μισθωθέντων και ναυτολογηθέντων μαθητευομένων) εργάζεται ή υπηρετεί υφ’ οιανδήποτε ιδιότητα επί τινος πλοίου~
“ναυτολόγιον” σημαίνει το δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου τηρούμενον βιβλίον εν ω εγγράφονται ο πλοίαρχος και άπαντες οι επί του πλοίου υπηρετούντες ναυτικοί ως και οι όροι της μισθώσεως αυτών~
“πλήρωμα” περιλαμβάνει τους αξιωματικούς και τους λοιπούς ναυτικούς~
“πλοηγός” σημαίνει παν αδειούχον πρόσωπον όπερ μη ανήκον εις το πλοίον υποβοηθεί τον πλοίαρχον εις ωρισμένας περιοχάς διά την ναυσιπλοϊαν, όρμισιν, μεθόρμισιν ή απόπλουν του πλοίου~
“πλοίαρχος” περιλαμβάνει παν πρόσωπον, πλην του πλοηγού, όπερ κυβερνά ή είναιι υπεύθυνον διά τι πλοίον~
“πλοίον εξωτερικού” περιλαμβάνει παν Κυπριακόν πλοίον όπερ ασκεί εμπόριον εις τόπον ή τόπους κειμένους εκτός των καθωρισμένων ορίων ή όπερ πλέει εις τοιούτους τόπους~
“προξενικός υπάλληλος της Δημοκρατίας” σημαίνει το επί τούτω υποδειχθέν υπό του Υπουργικού Συμβουλίου μέλος της προξενικής υπηρεσίας της Δημοκρατίας, περιλαμβάνει δε παν έτερον πρόσωπον, όπερ ήθελεν υποδειχθή υπό του Υπουργικού Συμβουλίου ως προξενικός υπάλληλος της Δημοκρατίας διά τους σκοπούς του παρόντος Νόμου~
“Προσωπικόν του πλοίου” σημαίνει τον πλοίαρχον και το πλήρωμα του πλοίου~
“Υπουργός” σημαίνει τον Υπουργόν Συγκοινωνιών και Έργων, περιλαμβάνει δε παν πρόσωπον όπερ ήθελεν εξουσιοδοτηθή δεόντως υπό του Υπουργού δι’ οιονδήποτε των σκοπών του παρόντος Νόμου.
(2) Οι εν τω παρόντι Νόμω μη άλλως καθοριζόμενοι όροι κέκτηνται, εκτός εάν άλλως προκύπτη εκ του κειμένου, την έννοιαν ην ο περί Εμπορικής Ναυτιλίας (Νηολόγησις, Πώλησις και Υποθήκευσις Πλοίων) Νόμος του 1963, και ο Κώδιξ απέδωκαν εις τους όρους τούτους.
- 46/1963
- 33/1965
- 69/1968
- 85/1984
3.-(1) Το προσωπικόν των κυπριακών πλοίων αποτελείται εκ πλοιάρχου και ναυτικών κεκτημένων το κατά τον παρόντα Νόμον αναγκαίον πιστοποιητικόν ναυτικής ικανότητος και πιστοποιητικό εξειδικευμένης εκπαίδευσης ή και εξ ετέρων επαγγελματιών μη ναυτικών, εφωδιασμένων όμως δι’ ειδικής αδείας ασκήσεως του επαγγέλματος αυτών, και ναυτολογουμένων κατόπιν εγκρίσεως της αρμοδίας αρχής.
(2) Η οργανική σύνθεσις του προσωπικού των Κυπριακών πλοίων, η εξασφαλίζουσα τα κατώτατα όρια ασφαλείας πλου θέλει καθορισθή διά Κανονισμών εκδοθησομένων κατά τας προνοίας του παρόντος Νόμου.
(3) Ο πλοίαρχος ασκεί την διακυβέρνησιν του πλοίου και παν ό,τι είναι αναγκαίον διά τον ασφαλή πλουν αυτού. Ο πλοίαρχος οφείλει να διακυβερνά το πλοίον αυτοπροσώπως κατά τον εις λιμένας, όρμους, διώρυγας ή ποταμούς είσπλουν, δίοδον ή έκπλουν.
(4) Το πλήρωμα ασκεί τα κατά τον παρόντα Νόμον ή διά Κανονισμών εκδοθησομένων δυνάμει του παρόντος Νόμου, ανατιθέμενα εις εν έκαστον μέλος αυτού καθήκοντα.
(5) Όστις ναυτολογεί πλοίαρχον ή μέλος του πληρώματος κατά παράβασιν των διατάξεων του παρόντος Νόμου, ή των επί τούτω εκδοθησομένων Κανονισμών, καθ’ όσον αφορά εις την οργανικήν σύνθεσιν του προσωπικού ή τα αναγκαία προς ναυτολόγησιν προσόντα, είναι ένοχος αδικήματος και εν περιπτώσει καταδίκης υπόκειται εις φυλάκισιν διά διάστημα μη υπερβαίνον το εν έτος ή εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας 1000 ή εις αμφοτέρας τας ποινάς της φυλακίσεως και της χρηματικής τοιαύτης.
- 46/1963
- 85/1984
- 103(I)/1997
4.-(1) Ουδείς πλοίαρχος ή ναυτικός θεωρείται ότι κέκτηται τα αναγκαία κατά τον παρόντα Νόμον προσόντα, εκτός εάν κατέχη το αναλογούν εις την θέσιν του πιστοποιητικόν ναυτικής ικανότητος.
(2) Διά τους σκοπούς του παρόντος άρθρου πιστοποιητικόν ναυτικής ικανότητος σημαίνει πιστοποιητικόν ναυτικής ικανότητος διά βαθμόν ανάλογον προς την επί του πλοίου θέσιν του κατόχου αυτού, ή δι’ ανώτερον τοιούτον, αρμοδίως παρασχεθέν εις την Δημοκρατίαν, την Ελλάδα, την Τουρκίαν, το Ηνωμένον Βασίλειον, ή εις οιανδήποτε άλλην χώραν, το πιστοποιητικόν της οποίας ήθελε κηρυχθή διά Διατάγματος του Υπουργικού Συμβουλίου ανεγνωρισμένον πιστοποιητικόν διά τους σκοπούς του παρόντος Νόμου.
(3) Οι βαθμοί αναφορικά με τους οποίους παρέχονται πιστοποιητικά ναυτικής ικανότητας κατατάσσονται ως ακολούθως:
(α) Προσωπικό Καταστρώματος
(i) Αξιωματικοί:
Δίπλωμα Πλοιάρχου
Δίπλωμα Υποπλοιάρχου
Δίπλωμα Αξιωματικού Καταστρώματος
Δίπλωμα Πρακτικού Πλοιάρχου
Πιστοποιητικό Κυβερνήτη (Μικρών Σκαφών)
Δίπλωμα Κυβερνήτη Αλιευτικού (Ανοικτής Θάλασσας)
Δίπλωμα Κυβερνήτη Αλιευτικού (Περιορισμένης Έκτασης)
Δίπλωμα Αξιωματικού Φυλακής Γέφυρας Αλιευτικού (Ανοικτής Θάλασσας)
Δίπλωμα Αξιωματικού Φυλακής Αλιευτικού (Περιορισμένης Έκτασης).
(ii) Κατώτερο Πλήρωμα Καταστρώματος Α’ Τάξης:
Πιστοποιητικό Ναυκλήρου
Πιστοποιητικό Κατώτερου Πληρώματος Καταστρώματος Πρώτης Τάξης
Πιστοποιητικό Προσοντούχου Ναύτη (ΑΒ)
Πιστοποιητικό Κατώτερου Πληρώματος για Εκτέλεση Καθηκόντων Φυλακής Γέφυρας.
(iii) Κατώτερο Πλήρωμα Καταστρώματος Β’ Τάξης:
Πιστοποιητικό Κατώτερου Πληρώματος Καταστρώματος Δεύτερης Τάξης
Πιστοποιητικό Απλού Ναύτη (ΟS).
(β) Προσωπικό Μηχανής:
(i) Αξιωματικοί:
Δίπλωμα Πρώτου Μηχανικού
Δίπλωμα Δεύτερου Μηχανικού
Δίπλωμα Αξιωματικού Μηχανής
Δίπλωμα Ηλεκτρολόγου
Δίπλωμα Πρακτικού Μηχανικού
Δίπλωμα Πρώτου Μηχανικού Αλιευτικού
Δίπλωμα Δεύτερου Μηχανικού Αλιευτικού.
(ii) Κατώτερο Πλήρωμα Μηχανής Α’ Τάξης:
Πιστοποιητικό Μηχανοδηγού
Πιστοποιητικό Κατώτερου Πληρώματος Μηχανής Πρώτης Τάξης
Πιστοποιητικό Κατώτερου Πληρώματος για Εκτέλεση Καθηκόντων Φυλακής Μηχανής
Πιστοποιητικό Λιπαντή
Πιστοποιητικό Θερμαστή.
(iii) Κατώτερο Πλήρωμα Μηχανής Β’ Τάξης
Πιστοποιητικό Κατώτερου Πληρώματος Μηχανής Δεύτερης Τάξης.
(γ) Κατώτερο Προσωπικό Καταστρώματος/Μηχανής:
Πιστοποιητικό Κατώτερου Πληρώματος Πολλαπλών Καθηκόντων.
(δ) Προσωπικό Τηλεπικοινωνιών:
Δίπλωμα Ραδιοτηλεγραφητού
Δίπλωμα Ραδιοηλεκτρονικών Α
Δίπλωμα Ραδιοηλεκτρονικών Β
Πιστοποιητικό Χειριστού Γενικής Έκτασης
Πιστοποιητικό Χειριστού Περιορισμένης Έκτασης
Δίπλωμα Ραδιοηλεκτρονικών Α’ Αλιευτικού
Δίπλωμα Ραδιοηλεκτρονικών Β’ Αλιευτικού
Πιστοποιητικό Χειριστού Γενικής Έκτασης Αλιευτικού
Πιστοποιητικό Χειριστού Περιορισμένης Έκτασης Αλιευτικού.
(ε) Προσωπικό Γενικών Υπηρεσιών:
Πιστοποιητικό Αρχιλογιστή
Πιστοποιητικό Φροντιστή
Πιστοποιητικό Λογιστή
Πιστοποιητικό Αρχιθαλαμηπόλου
Πιστοποιητικό Θαλαμηπόλου
Πιστοποιητικό Αρχιμαγείρου
Πιστοποιητικό Μαγείρου.
(στ)Οι κάτοχοι πιστοποιητικών ναυτικής ικανότητας κατώτερου πληρώματος καταστρώματος Α’ Τάξης και κατώτερου πληρώματος μηχανής Α’ Τάξης πρέπει να είναι κάτοχοι και πιστοποιητικών κατώτερου πληρώματος για εκτέλεση καθηκόντων φυλακής γέφυρας ή μηχανής, αντίστοιχα. Οι δε κάτοχοι πιστοποιητικών ναυτικής ικανότητας κατώτερου πληρώματος πολλαπλών καθηκόντων πρέπει να είναι κάτοχοι και πιστοποιητικών κατώτερου πληρώματος για εκτέλεση καθηκόντων φυλακής γέφυρας και μηχανής.
(4) Η Αρμόδια Αρχή δύναται να θέτει περιορισμούς όσον αφορά την έκδοση πιστοποιητικών ναυτικής ικανότητας με βάση τον τύπο, τη χωρητικότητα και την ισχύ της μηχανής του πλοίου, την περιοχή που ταξιδεύει ή τη διάρκεια του ταξιδιού του.
(5) Όστις-
(α) εν γνώσει αυτού χρησιμοποιεί πιστοποιητικόν ή αντίγραφον πιστοποιητικού ναυτικής ικανότητος, το οποίον έχει πλαστογραφηθή, νοθευθή, ακυρωθή ή ανασταλή, ή εις το οποίον ούτος δεν δικαιούται~ ή
(β) δολίως δανείζει τούτο ή επιτρέπει την χρήσιν αυτού υφ’ ετέρου προσώπου, είναι ένοχος αδικήματος και εν περιπτώσει καταδίκης υπόκειται εις φυλάκισιν διά διάστημα μη υπερβαίνον το εν έτος ή εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας 1000 ή εις αμφοτέρας τας ποινάς της φυλακίσεως και της χρηματικής τοιαύτης.
- 46/1963
- 85/1984
- 103(I)/1997
4Α.-(1) Ουδείς πλοίαρχος ή ναυτικός θεωρείται ότι κατέχει τα αναγκαία κατά τον παρόντα Νόμο προσόντα, εκτός εάν κατέχει το πιστοποιητικό εξειδικευμένης εκπαίδευσης που αναλογεί στη θέση του.
(2) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, “πιστοποιητικό εξειδικευμένης εκπαίδευσης” σημαίνει το πιστοποιητικό εξειδικευμένης εκπαίδευσης που απαιτείται από τις Διεθνείς Συμβάσεις, Κώδικες ή άλλη νομοθεσία που ισχύει στη Δημοκρατία και το οποίο παρασχέθηκε αρμοδίως σ’ αυτή ή σε οποιαδήποτε άλλη χώρα, το πιστοποιητικό της οποίας θέλει κηρύσσεται, με διάταγμα του Υπουργικού Συμβουλίου, αναγνωρισμένο πιστοποιητικό για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου.
- 46/1963
- 103(I)/1997
5.-(1) Τηρουμένων των εκάστοτε εν ισχύι συλλογικών συμβάσεων, ο πλοίαρχος παντός Κυπριακού πλοίου ή ο αντιπρόσωπος του πλοιοκτήτου, πριν ή προβή εις εργοδότησιν οιουδήποτε μέλους του πληρώματος, οφείλει όπως προσαγάγη εις την αρμοδίαν αρχήν ή εις προξενικόν υπάλληλον της Δημοκρατίας, το πιστοποιητικόν ναυτικής ικανότητος και πιστοποιητικό εξειδικευμένης εκπαίδευσης, το οποίον έκαστος ναυτικός υποχρεούται δυνάμει του παρόντος Νόμου να κατέχη.
(2) Απαγορεύεται ο απόπλους του πλοίου εάν ο πλοίαρχος ή ο αντιπρόσωπος του πλοιοκτήτου παραλείψη να συμμορφωθή προς τας διατάξεις του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου.
- 46/1963
- 33/1965
- 85/1984
- 103(I)/1997
6.-(1) Επιτρέπεται, μετ’ έγκρισιν της αρμοδίας αρχής, εις όλας τας κατηγορίας και ειδικότητας του προσωπικού του πλοίου, η διά χρονικόν διάστημα μη υπερβαίνον τους εξ μήνας, ναυτολόγησις Κυπρίων ή και αλλοδαπών ναυτικών, μη κεκτημένων άπαντα τα υπό των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή των δυνάμει τούτου εκδοθησομένων Κανονισμών προβλεπόμενα προσόντα, εις περιπτώσεις καθ’ ας, διαπιστώσει της αρμοδίας αρχής ή προξενικού υπαλλήλου της Δημοκρατίας, όπου υπάρχει τοιούτος, εις τον λιμένα κατάπλου είναι δυσχερής η ταχεία εξεύρεσις καταλλήλων και ικανών Κυπρίων ή και αλλοδαπών εισέτι ναυτικών κεκτημένων τα υπό των οικείων διατάξεων προβλεπόμενα προσόντα.
(2) Η κατά το εδάφιον (1) του παρόντος άρθρου έγκρισις ναυτολογήσεως παρέχεται αμελλητί, καταχωρίζεται δε εις το ναυτολόγιον και το ημερολόγιον του πλοίου~ αύτη παρέχεται μόνον αναφορικώς προς ναυτικόν κατέχοντα τυπικά προσόντα διά την αμέσως κατωτέραν της απαιτουμένης θέσιν. Εάν όμως δεν προσφέρεται ναυτικός προς ναυτολόγησιν κατέχων προσόντα της αμέσως κατωτέρας θέσεως, η αρμοδία αρχή δύναται να επιτρέψη την ναυτολόγησιν ναυτικού διά χρονικόν διάστημα ενός, κατ’ ανώτατον όριον, μηνός, εφ’ όσον πεισθή ότι τα προσόντα του ή η εμπειρία του είναι επαρκή διά την τοιαύτην ναυτολόγησιν.
(3) Εις τους κατά τα ανωτέρω ναυτολογουμένους ναυτικούς καταβάλλεται ο αναλογών εις την θέσιν, εις την οποίαν είναι ναυτολογημένοι, μισθός.
(4) Άμα τη εξευρέσει ναυτικών κεκτημένων το αναλογούν εις την θέσιν των πιστοποιητικόν ναυτικής ικανότητος, οι κατά το εδάφιον (1) του παρόντος άρθρου ναυτολογηθέντες αντικαθίστανται, δικαιούμενοι μόνον εξόδων παλινοστήσεως. Απόλυσις ναυτικού κατά τας διατάξεις του παρόντος εδαφίου δεν συνιστά άδικον απόλυσιν εν τη εννοία του άρθρου 42 του παρόντος Νόμου, παρέχουσαν δικαίωμα προς αποζημίωσιν.
(5) Ειδικώς προκειμένου περί των Πλοιάρχου, Μηχανικού, Προισταμένου Μηχανοστασίου και Ασυρματιστού, Κυπρίου ή αλλοδαπού, ούτοι δέον όπως κέκτηνται οπωσδήποτε το οικείον δίπλωμα, εκτός περιστάσεων ανωτέρας βίας αλλά και εις την περίπτωσιν ταύτην, μόνον διά την ελαχίστην δυνατήν χρονικήν περίοδον.
- 46/1963
- 85/1984
6Α.-(1) Εξαιρετικώς επιτρέπεται ελλειπής κατ’ αριθμόν σύνθεσις του πληρώματος μετ’ έγκρισιν της αρμοδίας αρχής, παρεχομένην αμελλητί, και καταχωριζομένην εις το ημερολόγιον και το ναυτολόγιον του πλοίου.
(2) Εφ’ όσον, ως εκ της ελλειπούς κατ’ αριθμόν συνθέσεως του πληρώματος, τα λοιπά μέλη του πληρώματος ειργάσθησαν προς αναπλήρωσιν των ελλειπόντων, ούτοι δικαιούνται κατ’ επιλογήν είτε εις υπερωριακήν αμοιβήν είτε εις τον μισθόν των ελλειπόντων κατά δικαίαν αναλογίαν κατανεμόμενον.
- 46/1963
- 85/1984
6Β. Επιτρέπεται εις εξαιρετικάς περιπτώσεις, μετ’ έγκρισιν της αρμοδίας αρχής, καθορισμός ειδικής συνθέσεως του πληρώματος προς εκτέλεσιν μεμονωμένου πλου ή πλόων, ως και ο καθορισμός ειδικής συνθέσεως του πληρώματος προκειμένου περί πλοίου διαθέτοντος αυτοματισμόν.
- 46/1963
- 85/1984
6Γ.-(1) Υπό την επιφύλαξιν των διατάξεων των άρθρων 6, 6Α και 6Β του παρόντος Νόμου, απαγορεύεται ο απόπλους πλοίου μη έχοντος την καθωρισμένην οργανικήν σύνθεσιν.
(2) Εάν πλοίον αποπλεύση ή αποπειραθή να αποπλεύση καίτοι απηγορεύθη ο απόπλους αυτού κατά τας διατάξεις του παρόντος Νόμου, ο πλοίαρχος, ο πλοιοκτήτης, ο αντιπρόσωπος αυτού, ή πας έτερος όστις συνέπραξε προς τούτο, είναι ένοχος αδικήματος και εν περιπτώσει καταδίκης υπόκειται εις φυλάκισιν διά διάστημα μη υπερβαίνον τα δύο έτη ή εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας πέντε χιλιάδας (.5,000) λίρας ή εις αμφοτέρας τας ποινάς της φυλακίσεως και της χρηματικής τοιαύτης.
(3) Ο πλοίαρχος όστις συνεχίζει τους πλους καίτοι η οργανική σύνθεσις του πληρώματος είναι ελλειπής κατά προσόντα ή κατ’ αριθμόν άνευ της αδείας της αρμοδίας αρχής, είναι ένοχος αδικήματος και εν περιπτώσει καταδίκης υπόκειται εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας .1000.
- 46/1963
- 85/1984
7. Ο Διευθυντής θα παρέχη πάσαν δυνατήν βοήθειαν εις πρόσωπα επιθυμούντα να εκπαιδεύσωσι παιδία εις την θαλασσίαν υπηρεσίαν, ή έχοντα ανάγκην τοιούτων μαθητευομένων.
8.-(1) Πάσα σύμβασις μαθητείας θα συνάπτηται εις διπλούν εν τω καθωρισμένω τύπω, και θα εξαιρήται του τέλους χαρτοσήμου.
(2) Πάσα σύμβασις μαθητείας συναφθείσα εν τη Δημοκρατία και πάσα εκχώρησις ή ακύρωσις αυτής, ως και εις περίπτωσιν καθ’ ην ο αναλαβών την υποχρέωσιν μαθητευόμενος αποθνήσκει ή λιποτακτεί, το γεγονός του θανάτου ή της λιποταξίας θα τυγχάνουν καταχωρήσεως.
(3) Επί τω τέλει καταχωρήσεως-
(α) το πρόσωπον έναντι ούτινος ανέλαβεν υποχρέωσιν ο μαθητευόμενος οφείλει όπως εντός επτά ημερών από της συνάψεως της συμβάσεως προσκομίση ή διαβιβάση εις τον Διευθυντήν την συναφθείσαν σύμβασιν εις διπλούν, ο δε Διευθυντής οφείλει να φυλάξη και καταχωρήση το εν αντίτυπον της συμβάσεως, να σημειώση δε επί του ετέρου το γεγονός ότι αύτη κατεχωρήθη και να επιστρέψη τούτο εις τον πλοίαρχον του μαθητευομένου
(β) ο πλοίαρχος οφείλει να γνωστοποιή εις τον Διευθυντήν πάσαν εκχώρησιν ή ακύρωσιν της συμβάσεως ή τον θάνατον ή λιποταξίαν του μαθητευομένου, εντός επτά μεν ημερών από του συμβεβηκότος εάν τούτο επεσυνέβη εν τη Δημοκρατία, ή το ταχύτερον υπό τας περιστάσεις εάν επεσυνέβη αλλαχού.
(4) Πας όστις δεν συμμορφούται προς οιανδήποτε των απαιτήσεων του παρόντος άρθρου είναι ένοχος αδικήματος, και εν περιπτώσει καταδίκης υπόκειται εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας .250.
(5) Αναφορικώς προς την γενομένην δυνάμει του παρόντος άρθρου καταχώρησιν της συμβάσεως μαθητείας, καταβάλλονται τα καθωρισμένα τέλη.
9.-(1) Ο πλοίαρχος Κυπριακού πλοίου οφείλει όπως, πριν ή ο μαθητευόμενος αναχωρήση εκ τινος λιμένος της Δημοκρατίας, μεριμνήση διά την ενώπιον του Διεθυντού εμφάνισιν του μαθητευομένου, και προσκομίση εις τον Διευθυντήν την σύμβασιν δυνάμει της οποίας ο μαθητευόμενος ανέλαβεν υποχρέωσιν έναντι αυτού, ως και πάσαν εκχώρησιν αυτής.
(2) Το όνομα του μαθητευομένου ομού μετά της ημερομηνίας της συμβάσεως μαθητείας και της τυχόν εκχωρήσεως αυτής, ως και τα ονόματα των λιμένων εν οις κατεχωρήθη αύτη, εγγράφονται εν τη συμβάσει μετά του πληρώματος.
(3) Πας πλοίαρχος όστις άνευ ευλόγου αιτίας παραλείπει να συμμορφωθή προς οιανδήποτε των διατάξεων του παρόντος άρθρου, είναι ένοχος αδικήματος, και εν περιπτώσει καταδίκης υπόκειται εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας .250.
10.-(1) Η σύμβασις μισθώσεως πλοιάρχου συνάπτεται μετά του πλοιοκτήτου, ή του προσηκόντως εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου αυτού, περατούται δε διά της εγγραφής αυτής εν τω ναυτολογίω εν τω καθωρισμένω τρόπω.
(2) Πάσα τοιαύτη σύμβασις δύναται να καταγγελθή υπό του πλοιοκτήτου ή του ποσηκόντως εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου αυτού χωρίς να απαιτήται οιαδήποτε προειδοποίησις, ή καταβολή αποζημιώσεως, εκτός εάν η σύμβασις διαλαμβάνη ρητώς ρήτραν περί του αντιθέτου.
11.-(1) Ο πλοίαρχος παντός Κυπριακού πλοίου, εξαιρουμένων των κάτω των πέντε κόρων πλοίων άτινα χρησιμοποιούνται αποκλειστικώς εις την άσκησιν εμπορίου εντός των καθωρισμένων ορίων, οφείλει όπως συνάπτη-
(α) σύμβασιν συμφώνως τω παρόντι Μέρει μετά παντός ναυτικού τον οποίον προσλαμβάνει εκ τινος λιμένος~
(β) κατά την σύναψιν της τοιαύτης συμβάσεως εκδίδη και παραδίδη βιβλίον λογαριασμών εν τω νενομισμένω τύπω, εν ω καταγράφονται τα καθωρισμένα στοιχεία.
(2) Εάν ο πλοίαρχος Κυπριακού πλοίου αποπλεύση μετά τινος ναυτικού άνευ συμμορφώσεως προς οιανδήποτε των διατάξεων του εδαφίου (1), ούτος ως και ο πλοιοκτήτης είναι ένοχοι αδικήματος, και εν περιπτώσει καταδίκης υπόκεινται εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας .500.
12.-(1) Πάσα σύμβασις μετά του πληρώματος συνάπτεται εν τω καθωρισμένω τύπω, φέρει την ημερομηνίαν καθ’ ην το πρώτον υπεγράφη και υπογράφεται υπό του πλοιάρχου ή του αντιπροσώπου αυτού, ή του αντιπροσώπου του πλοιοκτήτου πριν ή υπογραφή υπό του ναυτικού:
Νοείται ότι εάν ο ναυτικός είναι αναλφάβητος, η υπογραφή αυτού βεβαιούται υπό του Διευθυντού ή του προξενικού υπαλλήλου της Δημοκρατίας.
(2) Η σύμβασις μετά του πληρώματος περατούται διά της εγγραφής αυτής εν τω ναυτολογίω γενομένης υπό του Διευθυντού ή του προξενικού υπαλλήλου της Δημοκρατίας.
(3) Η σύμβασις μετά του πληρώματος διαλαμβάνει τα ακόλουθα στοιχεία ως όρους αυτής:
(α) το πλήρες όνομα του ναυτικού, τόπον και χρόνον γεννήσεως ως και την κατοικίαν (domicile) αυτού~
(β) είτε την φύσιν και, εφ’ όσον είναι πρακτικώς δυνατόν, την διάρκειαν του σκοπουμένου πλου ή μισθώσεως, ή την μεγίστην χρονικήν διάρκειαν του πλου ή της μισθώσεως, ως και τους τυχόν τόπους ή μέρη εις α δεν δύναται να εκταθή ο πλους ή η μίσθωσις~
(γ) τον τόπον και τον χρόνον καθ’ ον έκαστος ναυτικός οφείλει να επιβιβασθή του πλοίου ή να αρχίση εργασίαν~
(δ) την ιδιότητα υφ’ ην ο ναυτικός θα υπηρετή και την φύσιν των καθηκόντων αυτού~
(ε) τον μισθόν ον έκαστος ναυτικός θα λαμβάνη~
(στ) κλίμακα των παρεχομένων εις έκαστον ναυτικόν προμηθειών~
(ζ) κανονισμούς εγκριθέντας υπό του Υπουργικού Συμβουλίου και υιοθετηθέντας υπό των μερών, αναφορικώς προς την επί του πλοίου συμπεριφοράν, τα πρόστιμα, τας μειωμένας προμηθείας, ή ετέρας νομίμους κυρώσεις επιβαλλομένας διά παράπτωμα τι.
(4) Η σύμβασις μετά του πληρώματος δύναται να συναφθή δι’ ένα ή πλείονας πλους καθοριζομένους εν τη συμβάσει, ή διά καθωρισμένον χρόνον:
Νοείται ότι-
(α) ο πλους περιλαμβάνει και τον πλουν υπό έρμα μέχρι του λιμένος φορτώσεως~
(β) ο πλους τερματίζεται άμα τη εκφορτώσει του φορτίου εν τω λιμένι προορισμού ως προνοείται εν τη συμβάσει~
(γ) εάν ο εν τη συμβάσει προνοούμενος καθωρισμένος χρόνος παρέλθη διαρκούντος του πλου, ο χρόνος παρατείνεται μέχρις ου περατωθή η αποβίβασις των επιβατών, ή η εκφόρτωσις του φορτίου, ή αμφότεραι, εν τω λιμένι του προορισμού.
(5) Η σύμβασις μετά του πληρώματος διατυπούται κατά τοιούτον τρόπον ώστε να είναι δυνατόν να διαληφθώσιν αι μεταξύ του πλοιάρχου και του ναυτικού εν εκάστη περιπτώσει συμφωνούμεναι, και εις τον νόμον μη αντικείμεναι, ρήτραι.
(6) Εν τη συμβάσει μετά του πληρώματος δυνατόν να αναφέρωνται ή να ενσωματούνται οι όροι συλλογικής συμβάσεως.
13.-(1) Η σύμβασις μετά του πληρώματος λύεται-
(α) επί τη παρόδω του χρόνου δι’ ην συνήφθη η σύμβασις, ή τω τερματισμώ του πλου δι’ ον συνήφθη η σύμβασις, διά της αποβιβάσεως των επιβατών ή της εκφορτώσεως του φορτίου ή διά της αποβιβάσεως των επιβατών και της εκφορτώσεως του φορτίου~
(β) επί τη απωλεία του πλοίου~
(γ) επί τω ναυαγίω αυτού ή τη απωλεία της Κυπριακής σημαίας~
(δ) επί τη πωλήσει του πλοίου διά δημοσίου πλειστηριασμού.
(2) Ο πλοίαρχος δύναται να καταγγείλη την σύμβασιν-
(α) εάν ο ναυτικός άνευ ευλόγου αιτίας παραλείψη να επιβιβασθή του πλοίου την ημέραν της υπογραφής αυτής, ή επί αδικαιολογήτου απουσίας αυτού καθ’ οιονδήποτε χρόνον~
(β) λόγω βαρέος παραπτώματος του ναυτικού ως εκ του οποίου τίθεται εν κινδύνω η ασφάλεια του πλοίου ή η τήρησις της προσηκούσης πειθαρχίας ή τάξεως επ’ αυτού~
(γ) όταν το πλοίον καταστή ακατάλληλον προς πλουν~
(3) Ο ναυτικός δύναται να καταγγείλη την σύμβασιν-
(α) εάν αύτη εγένετο δι’ ωρισμένον χρόνον διά της επιδόσεως ειδοποιήσεως εν τω καθορισμένω τύπω μετά πάροδον έτους από της συνάψεως αυτής ή εάν το πλοίον είναι παρωπλισμένον εις Κυπριακόν λιμένα διά περίοδον πέραν των τριών μηνών~
(β) κατά πάντα χρόνον εάν ο πλοίαρχος είναι ένοχος βαρείας παραβάσεως των καθηκόντων αυτού έναντι του ναύτου.
14.-(1) Ο πλοίαρχος παντός πλοίου εξωτερικού, ούτινος το πλήρωμα εμισθώθη ενώπιον του Διευθυντού ή προξενικού τινος υπαλλήλου της Δημοκρατίας οφείλει όπως, πριν ή τελικώς αποπλέη λιμένος τινός, αποστέλλη εις τον Διευθυντήν ή τον προξενικόν υπάλληλον της Δημοκρατίας πλήρη και επακριβή έκθεσιν εν τω καθωρισμένω τύπω, περί πάσης μεταβολής ήτις ήθελε χωρήσει εις το πλήρωμα αυτού πριν ή τελικώς αποπλεύση λιμένος τινός~ η έκθεσις αύτη γίνεται δεκτή ως αποδεικτικόν στοιχείον εν ω τρόπω προβλέπεται εν τω παρόντι Νόμω.
(2) Πας πλοίαρχος, όστις άνευ ευλόγου αιτίας δεν συμμορφούται προς το παρόν άρθρον, είναι ένοχος αδικήματος, και εν περιπτώσει καταδίκης υπόκειται εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας .500.
15. Πας όστις δολίως παραποιεί ή διενεργεί ψευδή εγγραφήν εις βιβλίον λογαριασμών, δελτίον ταυτότητος ή σύμβασιν μετά του πληρώματος, ή παραδίδει ψευδές αντίγραφον των άνω εγγράφων, θα είναι ένοχος αδικήματος και εν περιπτώσει καταδίκης θα υπόκειται εις φυλάκισιν διά διάστημα μη υπερβαίνον τα δύο έτη ή εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας .1500, ή εις αμφοτέρας τας ποινάς της φυλακίσεως και της χρηματικής τοιαύτης.
16. Πάσα διαγραφή, διαστίχωσις ή παραποίησις γενομένη εις την σύμβασιν μετά του πληρώματος ή βιβλίον λογαριασμών εξαιρουμένων των προσθηκών των γενομένων επί τω τέλει επιβιβάσεως αναπληρωτών ή προσώπων μισθωθέντων μετά τον πρώτον απόπλουν του πλοίου, είναι άνευ οιασδήποτε ισχύος, εκτός εάν αποδειχθή ότι εγένετο τη συναινέσει απάντων των εις την διαγραφήν, διαστίχωσιν ή παραποίησιν ενδιαφερομένων προσώπων και βεβαιούται εγγράφως-
(α) υπό τινος Λιμενικού Λειτουργού, εάν εγένετο εν τη Δημοκρατία~
(β) υπό του προξενικού υπαλλήλου της Δημοκρατίας, ή ελλείψει αυτού, υπό δύο ευυπολήπτων Κυπρίων ή ετέρων εν τη Κοινοπολιτεία εμπόρων, εάν αύτη εγένετο αλλαχού.
17. Εις πάσαν νομικήν ή ετέραν διαδικασίαν, ο ναύτης δύναται να προσαγάγη αποδεικτικά στοιχεία αποδεικνύοντα το περιεχόμενον οιασδήποτε συμβάσεως μετά του πληρώματος, ή άλλως υποστηρίζοντα την υπόθεσιν αυτού δεν υποχρεούται δε να προσαγάγη την σύμβασιν ή αντίγραφον αυτής, ούτε και να δώση ειδοποίησιν προς προσαγωγήν αυτής.
18.-(1) Eκτός ως προνοείται εν άρθρω 13 αναφορικώς προς την λύσιν της συμβάσεως μετά του πληρώματος, ο πλοίαρχος δεν δύναται να απολύση εν τη Δημοκρατία ναυτικόν Κυπριακού ή αλλοδαπού πλοίου άνευ της εγκρίσεως του Λιμενικού Λειτουργού ή του προξενικού υπαλλήλου, όστις τυχόν εκπροσωπεί το κράτος εις ο ανήκει το τοιούτο πλοίον, και εάν δεν λάβη επαρκή πρόνοιαν διά την συντήρησιν και διατροφήν του ναυτικού ικανοποιούσαν τον Λιμενικόν Λειτουργόν εις την περίπτωσιν Κυπριακού πλοίου ή αλλοδαπού ούτινος η σημαία δεν εκπροσωπείται εν τη Δημοκρατία διά προξενικού υπαλλήλου, ή ικανοποιούσαν τον προξενικόν υπάλληλον εις την περίπτωσιν πλοίου ούτινος η σημαία τυγχάνει τοιαύτης εκπροσωπήσεως. Πας δε πλοίαρχος, όστις απολύει ναύτην κατά παράβασιν του παρόντος εδαφίου, είναι ένοχος αδικήματος, και υπόκειται εν περιπτώσει καταδίκης εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας .500:
Νοείται ότι δεν απαιτείται η λήψις τοιούτων μέτρων προνοίας αναφορικώς προς ναυτικόν ούτινος η μίσθωσις εγένετο εν τη Δημοκρατία και όστις απολύεται συμφώνως προς τους όρους της μετ’ αυτού συμβάσεως.
(2) Άνευ της εγκρίσεως του Λιμενικού Λειτουργού, ουδείς ναυτικός απολύεται εκ Κυπριακού πλοίου ή αλλοδαπού τοιούτου, ούτινος η σημαία δεν εκπροσωπείται διά προξενικού υπαλλήλου διαμένοντος εν τη Δημοκρατία, ειμή εν τω Λιμενικώ Γραφείω.
(3) Οσάκις ναυτικός πλοίου ευρισκομένου εντός της Δημοκρατίας απολύεται εν τω Λιμενικώ Γραφείω, ο πλοίαρχος του τοιούτου πλοίου οφείλει να δώση εις τον ναυτικόν κατά τον χρόνον της απολύσεως αυτής έγγραφον απολύσεως εν ω καθορίζεται ο χρόνος και η φύσις της υπηρεσίας αυτού, ο χρόνος και ο τόπος απολύσεως, υπογεγραμμένον υπ’ αυτού, ωσαύτως δε επακριβή έγγραφον έκθεσιν περί των μισθών αυτού και των εξ αυτών γενομένων κρατήσεων~ εάν δε ο πλοίαρχος παραλείψη να συμμορφωθή προς την διάταξιν ταύτην, είναι ένοχος αδικήματος, και εν περιπτώσει καταδίκης υπόκειται εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας .750.
(4) Ο πλοίαρχος οφείλει ωσαύτως όπως, κατά την απόλυσιν αξιωματικού ή ναυτικού, ούτινος το πιστοποιητικόν ικανότητος παρεδόθη εις αυτόν και κρατείται υπ’ αυτού, επιστρέψη το πιστοποιητικόν εις τον αξιωματικόν ή ναυτικόν~ εάν δε άνευ ευλόγου αιτίας παραλείψη να συμμορφωθή προς την διάταξιν ταύτην, είναι ένοχος αδικήματος, και εν περιπτώσει καταδίκης υπόκειται εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας .500.
(5) Ο πλοίαρχος, ή έτερον πρόσωπον ανήκον εις Κυπριακόν πλοίον, όστις αδίκως αποβιβάζει βιαίως και εγκαταλείπει, ή άλλως δολίως και αδίκως εγκαταλείπει εν τη Δημοκρατία ναυτικόν ή μαθητευόμενον ανήκοντα εις το τοιούτο πλοίον, πριν ή συμπληρωθή ο πλους δι’ ον εμισθώθη ο ναυτικός ή ο μαθητευόμενος, είναι ένοχος αδικήματος, και εν περιπτώσει καταδίκης υπόκειται εις φυλάκισιν διά διάστημα μη υπερβαίνον του εξ μήνας, ή εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας .450, ή εις αμφοτέρας τας ποινάς της φυλακίσεως και της χρηματικής τοιαύτης.
19.-(1) Οσάκις απολύεται ναυτικός ενώπιον Λιμενικού Λειτουργού, ο πλοίαρχος οφείλει να συντάττη και υπογράφη εν τω καθορισμένω τύπω πιστοποιητικόν περί την διαγωγήν, χαρακτήρα και προσόντα του απολυομένου ναυτικού, ή δύναται να εκθέση εν τω αυτώ τύπω ότι αρνείται να εκφέρη οιανδήποτε άποψιν περί απάντων, ή περί τινων των τοιούτων στοιχείων.
(2) Εάν ο ναυτικός ζητήση τούτο, ο Λιμενικός Λειτουργός ενώπιον ούτινος εχώρησεν η απόλυσις, οφείλει να δώση εις αυτόν αντίγραφον του τοιούτου πιστοποιητικού ή να προβή εις την σημείωσιν του τοιούτου αντιγράφου επί του εγγράφου απολύσεως αυτού.
20. Πας όστις-
(α) συντάσσει ψευδές πιστοποιητικόν χαρακτήρος δυνάμει του παρόντος Νόμου, γνωρίζων ότι τούτο είναι ψευδές~
(β) πλαστογραφεί, ή δολίως παραποιεί έγγραφον απολύσεως, ή πιστοποιητικόν χαρακτήρος ή αντίγραφον τοιούτου πιστοποιητικού~
(γ) συνεργεί εις την διάπραξιν τινος των προμνησθέντων αδικημάτων, ή προάγει την διάπραξιν αυτού~ ή
(δ) δολίως χρησιμοποιεί πλαστογραφημένον, παραποιημένον ή μη ανήκον εις αυτόν έγγραφον απολύσεως ή πιστοποιητικόν χαρακτήρος ή αντίγραφον τοιούτου πιστοποιητικού,
είναι ένοχος αδικήματος, και εν περιπτώσει καταδίκης υπόκειται εις φυλάκισιν διά διάστημα μη υπερβαίνον τα δύο έτη, ή εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας .1500, ή εις αμφοτέρας τας ποινάς της φυλακίσεως και της χρηματικής τοιαύτης.
21.-(1) Οσάκις απολύεται ναυτικός ενώπιον του Λιμενικού Λειτουργού, ή του προξενικού υπαλλήλου της Δημοκρατίας, εκτός εάν άλλως διατάξη το Δικαστήριον, ούτος θα λαμβάνη τους μισθούς αυτού μέσω ή τη παρουσία του Λιμενικού Λειτουργού ή του προξενικού υπαλλήλου της Δημοκρατίας.
(2) Εις τοιαύτην περίπτωσιν ο πλοιοκτήτης, ή ο πλοίαρχος, όστις πληρώνει τους μισθούς του ναυτικού εντός της Δημοκρατίας καθ’ οιονδήποτε έτερον τρόπον, είναι ένοχος αδικήματος, και εν περιπτώσει καταδίκης υπόκειται εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας .125.
22.-(1) Ο πλοίαρχος παντός πλοίου οφείλει όπως, πριν ή προβή εις την αποπληρωμήν ναυτικού ή την απόλυσιν αυτού, παραδίδει εις αυτόν καθ’ ον χρόνον και εν ω τρόπω προβλέπεται εν τω παρόντι Νόμω πλήρη και επακριβή έκθεσιν εν τω καθωρισμένω τύπω περί των μισθών του ναυτικού και περί πάσης κατακρατήσεως δι’ οιονδήποτε λόγον γενομένης εκ του μισθού.
(2) Η τοιαύτη έκθεσις παραδίδεται-
(α) εις αυτόν τούτον τον ναυτικόν είκοσι τέσσαρας τουλάχιστον ώρας προ της απολύσεως ή αποπληρωμής αυτού, εάν η απόλυσις δεν λαμβάνη χώραν ενώπιον του Λιμενικού Λειτουργού, ή του προξενικού υπαλλήλου της Δημοκρατίας~ και
(β) είτε εις αυτόν τούτον τον ναυτικόν κατά ή προ του χρόνου καθ’ ον ούτος εγκαταλείπει το πλοίον, είτε εις τον Λιμενικόν Λειτουργόν ή τον προξενικόν υπάλληλον της Δημοκρατίας, είκοσι τέσσαρας τουλάχιστον ώρας προ της απολύσεως ή αποπληρωμής αυτού, εάν η απόλυσις λαμβάνη χώραν ενώπιον του Λιμενικού Λειτουργού, ή του προξενικού υπαλλήλου της Δημοκρατίας.
(3) Πας πλοίαρχος, όστις άνευ ευλόγου αιτίας δεν συμμορφούται προς το παρόν άρθρον, είναι ένοχος αδικήματος, και εν περιπτώσει καταδίκης υπόκειται εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας .125.
23.-(1) Απαγορεύεται η διενέργεια κατακρατήσεων εκ των μισθών εξοφληθέντος ή απολυθέντος ναυτικού εφ’ όσον αι τοιαύται κατακρατήσεις δεν περιελήφθησαν εν τη παραδοθείση συμφώνως τω άρθρω 22 εκθέσει, εκτός εάν αύται γίνωνται αναφορικώς προς ζητήματα επισυμβάντα μετά την τοιαύτην παράδοσιν.
(2) Κατά την διάρκειαν του πλου ο πλοίαρχος εγγράφει τα διάφορα ζητήματα αναφορικώς προς άτινα διενεργούνται κατακρατήσεις, ομού μετά του ποσού των σχετικών κατακρατήσεων ως αύται διενεργούνται, εις βιβλίον ειδικώς επί τούτω τηρούμενον, και εάν τούτο ζητηθή εξ αυτού, προσαγάγει το βιβλίον κατά τον χρόνον της πληρωμής των μισθών, ωσαύτως δε κατά την υπό της αρμοδίας αρχής εκδίκασιν καταγγελίας ή ζητήματος αφορώντος εις την τοιαύτην πληρωμήν.
24.-(1) Οσάκις ο πλοίαρχος Κυπριακού πλοίου υποβιβάζη ναυτικόν, ούτος οφείλει να εγγράφη πάραυτα εν τω ημερολογίω του πλοίου, ή να διατάττη την εγγραφήν εκθέσεως περί τον γενόμενον υποβιβασμόν, και να παρέχη εις τον ναυτικόν αντίγραφον της γενομένης εγγραφής.
(2) Απαγορεύεται η μείωσις του μισθού ην συνεπάγεται ο υποβιβασμός πριν ή γενή η τοιαύτη εγγραφή και παρασχεθή το αντίγραφον αυτής.
(3) Η μείωσις του μισθού, ην συνεπάγεται ο υποβιβασμός, λογίζεται κατακράτησις εκ του μισθού εν τη εννοία των άρθρων 22 και 23.
25.-(1) Ο πλοίαρχος, ή ο πλοιοκτήτης Κυπριακού πλοίου καταβάλλει εις έκαστον ναυτικόν μισθόν συμφώνως προς τους όρους της συμβάσεως μετά του πληρώματος~ άμα τη λύσει ταύτης, ή επί τη απολύσει του ναυτικού ούτος καταβάλλει άπαντας τους εις τον ναυτικόν οφειλομένους μισθούς.
(2) Εάν ο πλοίαρχος, ή ο πλοιοκτήτης παραλείψη άνευ ευλόγου αιτίας να προβή εις την καταβολήν του μισθού κατά τον προσήκοντα χρόνον, ούτος θα καταβάλη εις τον ναυτικόν ποσόν μη υπερβαίνον τον μισθόν δύο ημερών δι’ εκάστην ημέραν καθ’ ην ούτος ευρίσκεται εν υπερημερία πληρωμής, το πληρωτέον όμως ποσόν δεν δύναται να υπερβαίνη δέκα ημερών διπλούς μισθούς.
(3) Το πληρωτέον δυνάμει του παρόντος άρθρου ποσόν δύναται να διεκδικηθή ως μισθός.
26.-(1) Εις περίπτωσιν καθ’ ην ο ναυτικός απολύεται εκ Κυπριακού πλοίου και ο διακανονισμός των μισθών αυτού διενεργείται ενώπιον του Λιμενικού Λειτουργού ή του προξενικού υπαλλήλου της Δημοκρατίας, ούτος υπογράφει τη παρουσία του Λιμενικού Λειτουργού ή του προξενικού υπαλλήλου της Δημοκρατίας, εξοφλητικήν απόδειξιν εν τω καθωρισμένω τύπω περί πάσης αξιώσεως αυτού αναφορικώς προς παρελθόντα πλουν ή μίσθωσιν~ η εξοφλητική απόδειξις υπογράφεται ωσαύτως υπό του πλοιάρχου ή του πλοιοκτήτου και βεβαιούται υπό του Λιμενικού Λειτουργού, ή του προξενικού υπαλλήλου της Δημοκρατίας.
(2) Η ούτω υπογραφείσα και βεβαιωθείσα εξοφλητική απόδειξις επάγεται αμοιβαίαν απόσβεσιν απασών των μεταξύ των μερών υφισταμένων αξιώσεων και διακανονισμόν αυτών αναφορικώς προς παρελθόντα πλουν ή μίσθωσιν.
(3) Η εξοφλητική απόδειξις κρατείται υπό του Λιμενικού Λειτουργού, ή του προξενικού υπαλλήλου της Δημοκρατίας, άμα δε τη προσαγωγή αυτής εκ του τόπου ένθα φυλάττεται, γίνεται δεκτή ως αποδεικτικόν στοιχείον περί την εξόφλησιν ή απόσβεσιν των αξιώσεων αναφορικώς προς ας αύτη εδόθη.
(4) Εις περίπτωσιν καθ’ ην γίνεται οιαδήποτε πληρωμή υπό του πλοιάρχου ενώπιον του Λιμενικού Λειτουργού, ή του προξενικού υπαλλήλου της Δημοκρατίας, ο Λιμενικός Λειτουργός, ή ο προξενικός υπάλληλος της Δημοκρατίας, υπογράφει, εάν ζητηθή τούτο εξ αυτού, και παραδίδει εις τον πλοίαρχον έκθεσιν περί παντός ούτω πληρωθέντος ποσού~ μεταξύ δε του πλοιάρχου και του εργοδότου αυτού η έκθεσις γίνεται δεκτή ως αποδεικτικόν στοιχείον του γεγονότος ότι ο πλοίαρχος διενήργησε τας εν αυτή μνημονευομένας πληρωμάς.
(5) Ο ναυτικός δύναται να εξαιρέση της υπ’ αυτού δυνάμει του παρόντος άρθρου υπογραφομένης εξοφλητικής αποδείξεως ειδικήν τινά αξίωσιν ή απαίτησιν ην ούτος ήθελεν έχει εναντίον του πλοιοκτήτου ή του πλοιάρχου, επί της εξοφλητικής όμως αποδείξεως σημειούται το γεγονός ότι εγένετο η εξαίρεσις της τοιαύτης αξιώσεως ή απαιτήσεως.
(6) Η τοιαύτη εξοφλητική απόδειξις δεν επάγεται απόσβεσιν ή συμβιβασμόν των ούτω σημειουμένων αξιώσεων ή απαιτήσεων.
27. Οσάκις ο ναυτικός συμφωνή μετά του πλοιάρχου Κυπριακού πλοίου ότι η πληρωμή των μισθών αυτού θα γίνεται εις εγχώριον νόμισμα, ή εις οιονδήποτε έτερον τοιούτον, πάσα πληρωμή μισθών, ή έναντι των μισθών αυτού, γενομένη εις οιονδήποτε έτερον νόμισμα πλην του συμπεφωνημένου τοιούτου, ανεξαρτήτως οιασδήποτε ρήτρας εν τη συμφωνία, γίνεται εις την τρέχουσαν αξίαν του εν τη συμφωνία προβλεπομένου νομίσματος εν ω χρόνω και τόπω γίνεται η πληρωμή.
28.-(1) Εις πάσαν περίπτωσιν καθ’ ην η σύμβασις μετά του πληρώματος αναγκαίως περιβάλλεται καθωρισμένον τινά τύπον-
(α) η σύμβασις δύναται να διαλαμβάνη ρήτραν προνοούσαν ότι, υπό τον όρον ότι ο ναυτικός θα αναχωρήση μετά του πλοίου συμφώνως τη συναφθείση συμβάσει, θα καταβάλληται εις αυτόν, ή εις έτερον εκ μέρους αυτού, ποσόν μη υπερβαίνον τον πληρωτέον εις αυτόν δυνάμει της συμβάσεως μισθόν ενός μηνός~ και
(β) αι αφορώσαι εις την παραχώρησιν των μισθών του ναυτικού ρήτραι δύνανται να συναφθώσι συμφώνως τω παρόντι Μέρει.
(2) Εξαιρουμένης της ανωτέρω διατάξεως, πάσα συμφωνία υπό ή εκ μέρους του εργοδότου ναυτικού προνοούσα την καταβολήν χρηματικού ποσού εις τον ναυτικόν, ή εις έτερον εκ μέρους του ναυτικού, υπό τον όρον ότι ο ναυτικός θα αναχωρήση μετά του πλοίου εξ οιουδήποτε λιμένος της Δημοκρατίας, είναι άκυρος, το καταβληθέν δε δυνάμει της τοιαύτης συμφωνίας ποσόν δεν δύναται να κατακρατηθή εκ του μισθού του ναυτικού~ δεν παρέχεται δε δικαίωμα αγωγής ή συμψηφισμού εναντίον του ναυτικού ή του εκδοχέως αυτού αναφορικώς προς χρηματικόν ποσόν ούτω καταβληθέν, ή όπερ φέρεται ως ούτω καταβληθέν.
29.-(1) Η υπό τινος ναυτικού κατά την έναρξιν του πλου συνομολογηθείσα ρήτρα δυνάμει του άρθρου 28 διά την παραχώρησιν μέρους του μισθού του ναυτικού κατά την απουσίαν αυτού, παρεντίθεται εν τη συμβάσει μετά του πληρώματος, καθορίζει δε το ποσόν και τον χρόνον των διενεργηθησομένων πληρωμών.
(2) Εις πάσαν περίπτωσιν καθ’ ην η σύμβασις αναγκαίως περιβάλλεται καθωρισμένον τινα τύπον, ο ναυτικός δύναται να ζητήση όπως παρεντεθή εν τη συμβάσει, υπό μορφήν εντολής παραχωρήσεως, ρήτρα περί παραχωρήσεως μέρους τινος του μισθού αυτού μη υπερβαίνοντος το ήμισυ του τοιούτου μισθού, προς όφελος στενού τινος συγγενούς αυτού ή Ταμιευτηρίου.
(3) Αι περί παραχωρήσεως εντολαί δέον όπως γίνωνται εν τω καθωρισμένω τύπω.
(4) Καθ’ όσον αφορά τους σκοπούς των διατάξεων του παρόντος Νόμου εν σχέσει προς τας περί παραχωρήσεως εντολάς-
(α) “στενός συγγενής” σημαίνει τα ακόλουθα πρόσωπα, ήτοι την σύζυγον, πατέρα, μητέρα, πάππον, μάμμην, τέκνον, εγγονόν, αδελφόν ή αδελφήν του ναύτου, και
(β) “Ταμιευτήριον” σημαίνει καθωρισμένον ταμιευτήριον.
(5) Επί τω τέλει πραγματώσεως του σκοπού των διατάξεων του παρόντος άρθρου, ο Διευθυντής του Τμήματος Λιμένων, ή ο προξενικός υπάλληλος της Δημοκρατίας θα ερωτώσι τον ναυτικόν, αφού ούτος υπογράψη την σύμβασιν, εάν επιθυμή την συνομολόγησιν ρήτρας περί παραχωρήσεως υπό μορφήν εντολής παραχωρήσεως, εάν δε ούτος τω όντι επιθυμή την τοιαύτην συνομολόγησιν, εν τη συμβάσει μετά του πληρώματος εντίθεται η οικεία ρήτρα ήτις και θεωρείται ως συνομολογηθείσα μετά του πλοιάρχου.
30.-(1) Η παραχώρησις προς όφελος Ταμιευτηρίου γίνεται μόνον προς όφελος καθωρισμένων προσώπων και διενεργείται μόνον εν τω καθωρισμένω τύπω.
(2) Το υπό Ταμιευτηρίου λαμβανόμενον ποσόν δυνάμει παραχωρήσεως τινος θα καταβάλλεται μόνον κατόπιν αιτήσεως υποβαλλομένης μέσω του Διευθυντού, ή μέσω του προξενικού υπαλλήλου της Δημοκρατίας, υπ’ αυτού τούτου του ναυτικού, ή εν περιπτώσει θανάτου αυτού, υπό του προσώπου εις ο δυνάμει του παρόντος Μέρους δύναται να καταβληθή η περιουσία, της οποίας η αξία δεν υπερβαίνει τας επτακοσίας πεντήκοντα λίρας, ην ούτος κατέλιπεν.
31.-(1) Εις τους ναυτικούς και τους εις ναυτικήν υπηρεσίαν μαθητευομένους θα παρέχωνται διευκολύνσεις διά να εμβάζωνται οι μισθοί αυτών ως και έτερα χρηματικά ποσά εις τους συγγενείς των, ή εις έτερα πρόσωπα, διά ναυτικών εντολών πληρωμής εκδιδομένων υπό Λιμενικών Λειτουργών συμφώνως τω παρόντι Νόμω.
(2) Το Υπουργικόν Συμβούλιον δύναται να εκδώση Κανονισμούς αφορώντας εις τας ναυτικάς εντολάς πληρωμής, ειδικώς δε εν τοις τοιούτοις Κανονισμοίς δύναται να καθορίση τον χρόνον και τον τρόπον πληρωμής, ως και τα πρόσωπα υφ’ ων, ή εις άτινα, γίνεται η πληρωμή εν όσω δε οι Κανονισμοί είναι εν ισχύϊ δεσμεύουσιν άπαντα τα πρόσωπα άτινα κέκτηνται, ή αξιούσιν ότι κέκτηνται, συμφέρον επί των εντολών, ως και άπαντας τους υπαλλήλους οίτινες ασχολούνται εις την έκδοσιν ή την πληρωμήν αυτών.
32.-(1) Εκτός εάν αποδειχθή εν τω καθωρισμένω υπό του παρόντος Νόμου τρόπω ότι ο ναυτικός απεστερήθη του μισθού του ή ότι έπαυσε να δικαιούται εις την καταβολήν του μισθού εξ ου θα διενεργείτο η πληρωμή του παραχωρηθέντος ποσού, το πρόσωπον προς όφελος του οποίου εξεδόθη δυνάμει του παρόντος Μέρους η προς παραχώρησιν εντολή, δύναται να διεκδικήση τα παραχωρηθέντα ποσά, καθ’ ον χρόνον και τρόπον είναι ταύτα πληρωτέα, ομού μετά των εξόδων, εκ του πλοιοκτήτου του πλοίου δι’ ο εγένετο η μίσθωσις, ή εκ του εξουσιοδοτήσαντος την παραχώρησιν αντιπροσώπου αυτού, εν τω αυτώ Δικαστηρίω, και καθ’ ον τρόπον δύναται να διεκδικήση δυνάμει του παρόντος Νόμου τους μισθούς αυτού:
Νοείται ότι η σύζυγος ναυτικού απόλλυσι παν δικαίωμα διά περαιτέρω πληρωμάς δυνάμει παραχωρήσεως γενομένης προς όφελος αυτής, εάν εγκαταλείπη τα τέκνα της ή επιδείξη τοιαύτην διαγωγήν ώστε να κρίνεται ανάξιος οιασδήποτε διατροφής εκ μέρους του συζύγου αυτής.
(2) Εις πάσαν δικαστικήν διαδικασίαν αφορώσαν εις την τοιαύτην διεκδίκησιν, είναι επαρκής απόδειξις το γεγονός ότι ο ενάγων είναι το εν τη εντολή αναγραφόμενον πρόσωπον, και το γεγονός ότι η εντολή εξεδόθη υπό του πλοιοκτήτου ή του πλοιάρχου ή ετέρου τινός εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου~ ο ναυτικός δε τεκμαίρεται ως προσηκόντως κερδαίνων τον μισθόν αυτού, μέχρις ου αποδειχθή το εναντίον κατά τρόπον ικανοποιούντα το Δικαστήριον-
(α) δι’ επισήμου εκθέσεως γενομένης και υπογραφομένης υπό του πλοιάρχου ως απαιτείται υπό του παρόντος Νόμου, περί της προκληθείσης ως εκ της απουσίας αυτού μεταβολής του πληρώματος~ ή
(β) διά κεκυρωμένου αντιγράφου εγγραφής γενομένης εν τω επισήμω ημερολογίω δι’ ης δεικνύεται ότι ούτος εγκατέλειψε το πλοίον~ ή
(γ) δι’ αξιοπίστου επιστολής του πλοιάρχου δηλούσης το αυτό~ ή
(δ) διά τοιούτων ετέρων αποδεικτικών στοιχείων ως το Δικαστήριον, εν τη ενασκήσει απολύτου διακριτικής εξουσίας, ήθελε θεωρήσει επαρκή διά την απόδειξιν του γεγονότος ότι ο ναυτικός έπαυσε να δικαιούται εις τον μισθόν, εξ ου θα διενεργείτο η πληρωμή του παραχωρηθέντος μισθού.
33. Αι δυνάμει της προς παραχώρησιν εντολής πληρωμαί άρχονται άμα τη παρόδω ενός μηνός από της ημερομηνίας της συμβάσεως μετά του πληρώματος, διενεργούνται δε άμα τη παρόδω ενός εκάστου επομένου μηνός μετά τον πρώτον μήνα, εν σχέσει δε μόνον προς τους δεδουλευμένους προ της ημερομηνίας πληρωμής μισθούς.
34. Το επί μισθών και ειδών διατροφής δικαίωμα ναυτικού ανήκοντος εις το πλήρωμα Κυπριακού πλοίου άρχεται αφ’ ης το πρώτον ήθελεν επισυμβή οιονδήποτε των ακολούθων συμβεβηκότων, ήτοι είτε από της ενάρξεως της εργασίας αυτού, είτε από του καθωρισμένου εν τη συμβάσει χρόνου ενάρξεως της εργασίας αυτού, είτε από της επί του πλοίου επιβιβάσεως αυτού.
35.-(1) Απαγορεύεται η συμβατική αφαίρεσις του επί του πλοίου ναυτικού προνομίου ναυτικού ανήκοντος εις το πλήρωμα Κυπριακού πλοίου, ή η διά συμβάσεως αποστέρησις αυτού εξ οιουδήποτε δικαστικού μέτρου προς διεκδίκησιν των μισθών αυτού, εις ο προνόμιον ή μέτρον θα εδικαιούτο ελλείψει εναντίας συμφωνίας~ απαγορεύεται ωσαύτως η συμβατική εγκατάλειψις του δικαιώματος αυτού επί μισθών εν περιπτώσει απωλείας του πλοίου, ή η συμβατική εγκατάλειψις παντός δικαιώματος όπερ ούτος κέκτηται ή λαμβάνει υπό μορφήν σώστρων~ είναι δε άκυρος πάσα ρήτρα αντικειμένη προς οιανδήποτε των διατάξεων του παρόντος Νόμου, ήτις συνομολογείται εν τινι συμβάσει.
(2) Ουδέν των εν τω παρόντι άρθρω διαλαμβανομένων εφαρμόζεται επί συμφωνίας γενομένης μετά ναύτου ανήκοντος εις το πλήρωμα Κυπριακού πλοίου όπερ, συμφώνως προς τους όρους της συμβάσεως, θα χρησιμοποιήται εις ναυαγοσωστικήν υπηρεσίαν, εν σχέσει προς την αμοιβήν ήτις θα καταβάλληται εις αυτόν διά την επιθαλάσσιον αρωγήν ήτις θα παρέχεται υπό του πλοίου τούτου εις οιονδήποτε έτερον πλοίον.
36.-(1) Το δικαίωμα μισθού ναυτικού ανήκοντος εις το πλήρωμα Κυπριακού πλοίου ουδόλως εξαρτάται εκ των εκ ναύλων εσόδων.
(2) Οι ναυτικοί και οι μαθητευόμενοι οίτινες θα εδικαιούντο να απαιτήσωσι και λάβωσι μισθόν εάν το πλοίον εις ο υπηρέτουν απέδιδε ναύλον, τηρουμένων απάντων των κανόνων δικαίου και των όρων των εφαρμοστέων εις την περίπτωσιν, θα δικαιούνται να απαιτήσωσι και λάβωσι τούτον και εάν έτι δεν εξεδουλεύθη ναύλος.
(3) Εις πάσαν περίπτωσιν ναυαγίου ή απωλείας πλοίου, απόδειξις του γεγονότος ότι ο ναυτικός δεν έπραξε τα καθ’ εαυτόν διά την σωτηρίαν του πλοίου παρακωλύει την προς λήψιν μισθού αξίωσιν αυτού.
(4) Οσάκις ναυτικός ή μαθητευόμενος όστις, εάν δεν επεσυνέβαινε ο θάνατος αυτού, θα εδικαιούτο δυνάμει του παρόντος άρθρου να απαιτήση και λάβη μισθούς, αποθνήσκη προ της πληρωμής αυτών, οι μισθοί θα καταβάλλωνται και χρησιμοποιώνται εν τω προβλεπομένω υπό του παρόντος Μέρους τρόπω αναφορικώς προς τους μισθούς ναυτικού αποβιώσαντος διαρκούντος του πλου.
37.-(1) Εάν η υπηρεσία ναυτικού υπηρετούντος επί Κυπριακού πλοίου τερματισθή προ της προβλεπομένης εν τη συμβάσει ημερομηνίας, λόγω ναυαγίου, απωλείας ή της διά δημοσίου πλειστηριασμού πωλήσεως πλοίου, ούτος θα δικαιούται να λαμβάνη δι’ εκάστην ημέραν καθ’ ην ούτος είναι εν τη πραγματικότητι άνευ εργασίας διαρκούσης της περιόδου των δύο μηνών από της ημερομηνίας καθ’ ην ετερματίσθη η υπηρεσία αυτού, τους μισθούς εις ους εδικαιούτο μέχρι της ημερομηνίας ταύτης.
(2) Εάν ο πλοιοκτήτης αποδείξη ότι η ανεργία του ναυτικού δεν οφείλεται εις το ναυάγιον, την απώλειαν του πλοίου ή την διά δημοσίου πλειστηριασμού πώλησιν αυτού, ο ναυτικός δεν θα δικαιούται εις την λήψιν μισθού δυνάμει του παρόντος άρθρου~ δεν θα δικαιούται ωσαύτως εις την λήψιν μισθών δυνάμει του παρόντος άρθρου αναφορικώς προς οιανδήποτε ημέραν, καθ’ ην ο πλοιοκτήτης δύναται να αποδείξη ότι ο ναυτικός ηδύνατο να εύρη κατάλληλον εργασίαν.
(3) Εν τω παρόντι άρθρω “ναυτικός” περιλαμβάνει παν πρόσωπον εργαζόμενον ή υπηρετούν υφ’ οιανδήποτε ιδιότητα επί πλοίου, εις την περίπτωσιν όμως πλοίου ούτινος η χωρητικότης δεν υπερβαίνει τους πεντήκοντα κόρους, δεν περιλαμβάνει πρόσωπα άτινα δικαιούνται εις αντιμισθίαν μόνον διά συμμετοχής εις τα εκ της εκμεταλλεύσεως του πλοίου προκύπτοντα κέρδη, ή διά συμμετοχής εις τας ακαθαρίστους εισπράξεις αυτού.
38.-(1) Εάν η υπηρεσία ναυτικού ανήκοντος εις το πλήρωμα Κυπριακού πλοίου τερματισθή προ της προβλεπομένης εν τη συμβάσει ημερομηνίας, λόγω του ότι ούτος απεβιβάσθη του πλοίου εις οιονδήποτε τόπον εκτός της Κύπρου δυνάμει του χορηγουμένου κατά τον προβλεπόμενον εν τω Κώδικι τρόπον πιστοποιητικού ακαταλληλότητος ή ανικανότητος προς συνέχισιν του πλου, ούτος θα δικαιούται εις την λήψιν μισθών μέχρι του χρόνου καθ’ ον επεσυνέβη ο τοιούτος τερματισμός, ουχί όμως διά περαιτέρω περίοδον.
(2) Ο πλοίαρχος Κυπριακού πλοίου δεν θα εγκαταλείπη ναυτικόν εις οιονδήποτε μέρος εκτός της Δημοκρατίας, εις την ξηράν ή εν θαλάσση (εκτός οσάκις ο ναυτικός απολύεται δυνάμει του παρόντος Νόμου) εκτός εάν προηγουμένως διά σημειώσεως γενομένης επί της συμβάσεως μετά του πληρώματος πιστοποιηθή υπό των τελωνειακών ή λιμενικών αρχών του μέρους τούτου η αιτία δι’ ην εγκατέλειψε το ναυτικόν, και εάν η τοιαύτη αιτία ήτο ακαταλληλότης ή ανικανότης προς συνέχισιν του πλου, λιποταξία ή ετέρα τις αιτία.
39. Εάν ναυτικός ανήκων εις το πλήρωμα Κυπριακού πλοίου είναι λόγω ασθενείας ανίκανος να εκτελέση τα καθήκοντα αυτού, και αποδειχθή ότι η ασθένεια προεκλήθη υπαιτιότιτι αυτού, ούτος δεν θα δικαιούται εις την λήψιν μισθών διά το χρονικόν διάστημα καθ’ ο είναι ανίκανος να εκτελή τα καθήκοντα αυτού ως εκ της τοιαύτης ασθενείας.
40. Ο ανήκων εις το πλήρωμα Κυπριακού πλοίου ναυτικός ή μαθητευόμενος δεν δικαιούται εις την λήψιν μισθού διά το χρονικόν διάστημα καθ’ ο ούτος παρανόμως αρνείται ή αμελεί να εργασθή καίτοι υπόχρεως προς τούτο, είτε προ, είτε μετά τον καθωρισμένον εν τη συμβάσει χρόνον ενάρξεως της τοιαύτης εργασίας~ εκτός δε εάν άλλως διατάξη το δικάσαν την υπόθεσιν δικαστήριον, ούτος δεν δικαιούται εις την λήψιν μισθών διά το διάστημα καθ’ ο ούτος νομίμως τελεί εν φυλακίσει διά αδίκημα διαπραχθέν υπ’ αυτού.
41. Οσάκις εις δικαστικήν διαδικασίαν αφορώσαν εις τους μισθούς ναυτικού, αποδεικνύεται ότι ο ανήκων εις Κυπριακόν πλοίον ναυτικός ή μαθητευόμενος κατεδικάσθη διαρκούντος του πλου υπό αρμοδίου δικαστηρίου δι’ αδίκημα τι και ότι δικαίως τω επεβλήθη διά το τοιούτον αδίκημα η ποινή της φυλακίσεως ή ετέρα τοιαύτη, το δικάζον την υπόθεσιν δικαστήριον δύναται να διατάξη όπως μέρος των οφειλομένων εις τον ναυτικόν μισθών, μη υπερβαίνον τους μισθούς ενός μηνός, χρησιμοποιηθή διά την κάλυψιν των εξόδων άτινα προσηκόντως υπέστη ο πλοίαρχος διά να επιτύχη την καταδίκην και την επιβολήν ποινής εις αυτόν.
42. Εάν ναυτικός, υπογράψας σύμβασιν υπηρεσίας επί Κυπριακού πλοίου, απολυθή κατά τρόπον αντικείμενον προς τους όρους του παρόντος Νόμου προ της ενάρξεως του πλου, ή πριν ή δουλευθώσι μισθοί ενός μηνός, άνευ ιδίου πταίσματος δικαιολογούντος την τοιαύτην απόλυσιν, και άνευ της συναινέσεως αυτού, ούτος θα δικαιούται να λάβη εκ του πλοιάρχου ή του πλοιοκτήτου, επιπροσθέτως των δεδουλευμένων μισθών, δικαίαν αποζημίωσιν διά την ζημίαν ην υπέστη ως εκ της απολύσεως, μη υπερβαίνουσαν ενός μηνός μισθούς, εάν η απόλυσις εγένετο εν τη Δημοκρατία, δύο δε μηνών μισθούς εάν εγένετο αλλαχού~ ούτος δύναται να διεκδικήση την αποζημίωσιν ως εάν επρόκειτο περί προσηκόντως δεδουλευμένων μισθών.
43.-(1) Αναφορικώς προς μισθούς οφειλομένους εις ναυτικόν ή μαθητευόμενον ανήκοντα εις το πλήρωμα Κυπριακού πλοίου, ή μισθούς κερδαινομένους υπ’ αυτού, ισχύουν τα ακόλουθα:
(α) ούτοι δεν υπόκεινται εις κατάσχεσιν επιβαλλομένην υπό Δικαστηρίου εν τη Δημοκρατία~
(β) η πώλησις ή εκχώρησις αυτών, γενομένη πριν ή ούτοι καταστώσι δεδουλευμένοι μισθοί, ουδόλως δεσμεύει το διενεργήσαν την τοιαύτην πράξιν πρόσωπον~
(γ) το αφορών εις την λήψιν αυτών πληρεξούσιον έγγραφον είναι μετακλητόν~ και
(δ) η γενομένη εις τον ναυτικόν ή μαθητευόμενον πληρωμή μισθών είναι νομικώς έγκυρος, ανεξαρτήτως του γεγονότος ότι προηγουμένως εχώρησε πώλησις, εκχώρησις των τοιούτων μισθών ή κατάσχεσις ή επιβάρυνσις αυτών.
(2) Ουδέν των εν τω παρόντι άρθρω διαλαμβανομένων επηρεάζει τας διατάξεις του παρόντος Μέρους αναφορικώς προς τας εντολάς παραχωρήσεως.
44.-(1) Ευθύς ως οι δεδουλευμένοι και μη υπερβαίνοντες τας εκατόν λίρας μισθοί ναυτικού ή μαθητευομένου καταστώσι πληρωτέοι, ούτος ή ο υπ’ αυτού δεόντως εξουσιοδοτηθείς δύναται να διεκδικήση τους τοιούτους μισθούς δι’ αγωγής εκδικαζομένης συνοπτικώς εν τω προβλεπομένω εν Διαδικαστικώ Κανονισμώ τρόπω ενώπιον παντός εν τη Δημοκρατία αρμοδίου δικαστηρίου~ το επί τούτω εκδιδόμενον δικαστικόν διάταγμα είναι τελεσίδικον.
(2) Ουδέν των εν τω παρόντι Μέρει διαλαμβανομένων θα ερμηνεύηται ως περιορίζον την δικαιοδοσίαν δικαστηρίου τινός όπως αρνηθή την εκδίκασιν αγωγής διά μισθούς, εγερθείσης είτε υπό του πλοιάρχου είτε υπό μέλους του πληρώματος πλοίου, εάν το πλοίον δεν είναι Κυπριακόν.
(3) Ο πλοίαρχος, εφ’ όσον επιτρέπεται υπό των περιστάσεων, κέκτηται τα αυτά δικαιώματα, δύναται να προσφύγη εις τα αυτά δικαστικά μέτρα και έχει το αυτό ναυτικόν προνόμιον αναφορικώς προς την διεκδίκησιν των μισθών του ως και οιοσδήποτε ναυτικός δυνάμει του παρόντος Νόμου.
(4) Ο πλοίαρχος και παν έτερον πρόσωπον όπερ νομίμως αναπληροί τούτον εν περιπτώσει θανάτου ή ανικανότητος του πλοιάρχου εκ τινος ασθενείας, εφ’ όσον επιτρέπεται υπό των περιστάσεων, κέκτηται τα αυτά δικαιώματα, δύναται να προσφύγη εις τα αυτά δικαστικά μέτρα και έχει το αυτό ναυτικόν προνόμιον αναφορικώς προς την διεκδίκησιν των προσηκόντως γενομένων υπ’ αυτού δαπανών, ή αναληφθεισών υποχρεώσεων διά λογαριασμόν του πλοίου εν τη ιδιότητι αυτού ως πλοιάρχου, ως και ο πλοίαρχος διά την διεκδίκησιν των μισθών του.
45. Εις πάσαν αγωγήν εγερθείσαν υπό του πλοιάρχου, ή εις πάσαν ετέραν δικαστικήν διαδικασίαν αρξαμένην υπ’ αυτού, προς διεκδίκησιν παντός ποσού οφειλομένου αυτώ δίκην μισθού, το δικαστήριον εάν κρίνη ότι η καθυστέρησις εις την πληρωμήν των μισθών δεν οφείλεται εις πράξιν ή παράλειψιν του πλοιάρχου, ή εις εύλογον τινα διαφοράν περί την υποχρέωσιν προς καταβολήν αυτών, ή εις ετέραν αιτίαν, αλλ’ εις άδικον πράξιν ή παράλειψιν του υπόχρεου προς καταβολήν αυτών προσώπου, δύναται να διατάξη το πρόσωπον τούτο όπως καταβάλη επιπροσθέτως του οφειλομένου τω πλοιάρχω ποσού διά μισθούς, δικαίαν αποζημίωσιν διά την χωρήσασαν καθυστέρησιν, άνευ επηρεασμού οιασδήποτε αξιώσεως ην ο πλοίαρχος ήθελε προβάλει διά ταύτην.
46.-(1) Εν η περιπτώσει ήρξατο διαδικασία ενώπιον δικαστηρίου αφορώσα εις διαφοράν μεταξύ του πλοιοκτήτου ή πλοιάρχου και του ναυτικού ή μαθητευομένου, προκύψασαν εκ της μεταξύ αυτών σχέσεως ή σχετιζομένην προς ταύτην, ή εν η περιπτώσει η τοιαύτη διαδικασία ήρξατο διά τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, εάν το δικαστήριον λαμβάνον υπ’ όψιν απάσας τας περιστάσεις της υποθέσεως, κρίνη ότι ενδείκνυται να ακυρώση σύμβασιν συναφθείσαν μεταξύ του πλοιοκτήτου ή του πλοιάρχου και του ναυτικού ή μαθητευομένου, ή οιανδήποτε σύμβασιν μαθητείας, δύναται να πράξη τούτο επιβάλλον συνάμα τους όρους ους κρίνει δίκαιον να επιβάλη.
(2) Το δικαστήριον κέκτηται την προς τούτο εξουσίαν επιπροσθέτως οιασδήποτε ετέρας δικαιοδοσίας ην, ανεξαρτήτως του παρόντος άρθρου, δύναται να ενασκήση.
47.-(1) Εάν ναυτικός ή μαθητευόμενος ανήκων εις Κυπριακόν πλοίον, ούτινος το πλήρωμα πρόκειται να απολυθή εν τη Δημοκρατία, ή ούτινος ο τελικός λιμήν προορισμού κείται εν τη Δημοκρατία, αποθάνη διαρκούντος του πλου, ο πλοίαρχος του πλοίου αναλαμβάνει την φύλαξιν των επί του πλοίου χρημάτων ή αντικειμένων αυτού.
(2) Ο πλοίαρχος εάν κρίνη τούτο σκόπιμον, δύναται να διατάξη την διά πλειστηριασμού διενεργουμένου επί της πρώρας του πλοίου, ή την διά δημοσίου τοιούτου, πώλησιν τινών των τοιούτων αντικειμένων.
(3) Ο πλοίαρχος εγγράφει εν τω επισήμω ημερολογίω τα ακόλουθα στοιχεία:
(α) Το ποσόν των καταλειφθέντων χρημάτων και περιγραφήν των αντικειμένων~
(β) εν η περιπτώσει ήθελε χωρήσει πώλησις, περιγραφήν εκάστου των πωληθέντων αντικειμένων και το ληφθέν διά τούτο ποσόν~
(γ) το οφειλόμενον εις τον αποθανόντα ποσόν διά μισθούς, ως και το ποσόν των τυχόν διενεργηθησομένων κατακρατήσεων εκ των τοιούτων μισθών.
(4) Αι γενόμεναι εγγραφαί υπογράφονται υπό του πλοιάρχου και προσυπογράφονται υπό τινος αξιωματικού και ετέρου τινός μέλους του πληρώματος.
(5) Εν τω παρόντι Μέρει, τα προμνησθέντα χρήματα, τα αντικείμενα ως και το οφειλόμενον υπόλοιπον μισθών, αναφέρονται ως η περιουσία του ναυτικού ή του μαθητευομένου.
48.-(1) Οσάκις ναυτικός ή μαθητευόμενος αποθνήσκη υπό τας ανωτέρω συνθήκας, ο πλοίαρχος οφείλει όπως εντός τεσσαράκοντα οκτώ ωρών από της αφίξεως του πλοίου εις τον εν τη Δημοκρατία λιμένα του προορισμού αυτού παραδώση και καταβάλη την περιουσίαν αυτού εις τον Λιμενικόν Λειτουργόν του λιμένος τούτου.
(2) Εις πάσαν περίπτωσιν καθ’ ην ο ναυτικός ή ο μαθητευόμενος αποθνήσκει διαρκούντος του πλου ή της μισθώσεως ο πλοίαρχος οφείλει να λογοδοτήση εις τον Λιμενικόν Λειτουργόν περί της περιουσίας του αποθανόντος, διά της παραθέσεως τοιούτων λογαριασμών και εν τοιούτω τύπω, ως ο Λιμενικός Λειτουργός ήθελε απαιτήσει παρ’ αυτού.
(3) Εάν ο πλοίαρχος προβάλλη εν τη λογοδοσία αυτού οιανδήποτε αξίωσιν διά κατακράτησιν εκ του μισθού, η τοιαύτη αξίωσις δεν θα εγκρίνεται, εκτός εάν επιβεβαιούται δι’ εγγραφής εν τω ημερολογίω γενομένης και προσυπογραφομένης συμφώνως προς τας διατάξεις του παρόντος Νόμου, εφ’ όσον επιβάλλεται η τήρησις ημερολογίου, ωσαύτως δε διά τοιούτων ετέρων αποδείξεων ως ο Λιμενικός Λειτουργός ήθελεν ευλόγως απαιτήσει.
(4) Ευθύς ως τηρηθώσιν άπασαι αι διατάξεις του παρόντος άρθρου αι αφορώσαι εις τας εν τω λιμένι του προορισμού διενεργηθησομένας πράξεις, ο Λιμενικός Λειτουργός χορηγεί εις τον πλοίαρχον πιστοποιητικόν εμφαίνον το γεγονός τούτο, το γνωστοποιεί δε ωσαύτως εις τον Πρωτοκολλητήν επί των Διαθηκών.
49.-(1) Ο πλοίαρχος πλοίου εμπίπτοντος εντός των διατάξεων του άρθρου 47 όστις δεν συμμορφούται προς τας διατάξεις του παρόντος Μέρους καθ’ όσον αφορά εις-
(α) την φύλαξιν της περιουσίας αποθανόντος ναυτικού ή μαθητευομένου~
(β) την διενέργειαν των απαιτουμένων αναφορικώς προς ταύτην εγγράφων εν τω επισήμω ημερολογίω~
(γ) την εξασφάλισιν της προσηκούσης προσυπογραφής των εγγραφών τούτων ως απαιτείται υπό του παρόντος Μέρους~ ή
(δ) την καταβολήν ή παράδοσιν της περιουσίας,
είναι υπόλογος διά την περιουσίαν έναντι του Λιμενικού Λειτουργού, οφείλει δε να καταβάλη και παραδώση ταύτην αναλόγως~ επιπροσθέτως είναι ένοχος αδικήματος, εν περιπτώσει δε καταδίκης υπόκειται εις χρηματικήν ποινήν ίσην προς την εις τριπλούν αξίαν της περιουσίας αναφορικώς προς ην παρέλειψε να λογοδοτήση, ή εάν η τοιαύτη αξία δεν είναι εξηκριβωμένη εις χρηματικήν ποινήν .500.
(2) Εάν ο πλοίαρχος δεν καταβάλη ή παραδώση την ως είρηται περιουσίαν, ή λογοδοτήση προσηκόντως διά ταύτην, ο πλοιοκτήτης οφείλει να καταβάλη, παραδώση και λογοδοτήση διά ταύτην, ήτις δυνατόν να διεκδικηθή εξ αυτού αναλόγως~ εάν δε ούτος παραλείψη να λογοδοτήση και παραδώση ή καταβάλη ταύτην, επιπροσθέτως της προς τούτο αστικής ευθύνης, είναι ένοχος αδικήματος, και εν περιπτώσει καταδίκης υπόκειται εις χρηματικήν ποινήν ίσην προς την εις τριπλούν αξίαν της μη παραδοθείσης ή μη καταβληθείσης περιουσίας, αναφορικώς προς ην παρελείφθη η λογοδοσία, ή εάν η τοιαύτη αξία δεν είναι εξηκριβωμένη, εις χρηματικήν ποινήν .500.
(3) Η διεκδίκησις της περιουσίας χωρεί εν τω αυτώ δικαστηρίω και εν τω αυτώ τρόπω ως και η δυνάμει του παρόντος Νόμου χωρούσα διεκδίκησις των μισθών ναυτικού.
50.-(1) Εάν ναυτικός ή μαθητευόμενος ανήκων εις το πλήρωμα πλοίου εμπίπτοντος εντός των διατάξεων του άρθρου 47 απωλεσθή ομού μετά του πλοίου εις το πλήρωμα ούτινος ανήκει, ο Λιμενικός Λειτουργός του εν τη Δημοκρατία λιμένος προορισμού του πλοίου δύναται να διεκδικήση εκ του πλοιοκτήτου τους οφειλομένους τω ναυτικώ ή μαθητευομένω μισθούς, η δε διεκδίκησις χωρεί εν τω αυτώ δικαστηρίω και εν τω αυτώ τρόπω ως και η διεκδίκησις των μισθών ναυτικού. Ο Λιμενικός Λειτουργός διαχειρίζεται τους μισθούς τούτους εν τω αυτώ τρόπω ως πράττει δυνάμει του παρόντος Μέρους διά τους μισθούς αποθανόντων ναυτικών ή μαθητευομένων.
(2) Εις δικαστικήν διαδικασίαν αφορώσαν εις την διεκδίκησιν μισθών, εάν αποδειχθή διά της προσαγωγής επισήμου εκθέσεως τελούσης υπό την φύλαξιν του Λιμενικού Λειτουργού, ή δι’ ετέρων αποδεικτικών στοιχείων, ότι το πλοίον δώδεκα μήνας προ της ενάρξεως της διαδικασίας απέπλευσε λιμένος τινός, εκτός εάν αποδειχθή ότι ελήφθησαν ειδήσεις περί αυτού εντός δώδεκα μηνών από του απόπλου, τούτο θα θεωρήται απωλεσθέν αύτανδρον, είτε αμέσως μετά το χρόνικόν σημείον καθ’ ο ελήφθησαν αι τελευταίαι ειδήσεις περί αυτού, είτε μεταγενεστέρως, και εις το χρονικόν σημείον καθ’ ο κατά την κρίσιν του εκδικάζοντος την υπόθεσιν δικαστηρίου επεσυνέβη η απώλεια.
(3) Το δυνάμει του παρόντος Μέρους ή του Κώδικος συνταχθέν αντίγραφον συμβάσεως, ή η δυνάμει αυτών παραδοθείσα έκθεσις περί την επενεχθείσαν μεταβολήν του πληρώματος κατά τον τελευταίον απόπλουν του πλοίου εκ της Δημοκρατίας ή το εμφανιζόμενον ως πιστοποιητικόν προξενικού ή ετέρου δημοσίου υπαλλήλου παρ’ οιωδήποτε λιμένι εκτός της Δημοκρατίας, δι’ ου πιστοποιείται ότι ωρισμένοι ναυτικοί ή μαθητευόμενοι επεβιβάσθησαν του πλοίου εκ του ως είρηται λιμένος, εάν τελούντα υπό την επιφύλαξιν του Λιμενικού Λειτουργού προσαχθώσιν ως αποδεικτικά στοιχεία, συνιστώσιν, ελλείψει αποδείξεως περί του εναντίου, επαρκή απόδειξιν του γεγονότος ότι οι εν αυτοίς αναγραφόμενοι ως ανήκοντες εις το πλήρωμα του πλοίου ναυτικοί και μαθητευόμενοι ευρίσκοντο επί του πλοίου καθ’ ον χρόνον τούτο απωλέσθη.
51. Εάν ναυτικός ή μαθητευόμενος ανήκων εις το πλήρωμα πλοίου εμπίπτοντος εντός των διατάξεων του άρθρου 47 αποθνήσκων εν τη Δημοκρατία είχεν κατά τον χρόνον του θανάτου αυτού οιανδήποτε αξίωσιν κατά του πλοιάρχου ή του πλοιοκτήτου του πλοίου εν ω υπηρέτει, διά προσωπικά αντικείμενα ή μη καταβληθέντας μισθούς, ο πλοιοκτήτης ή πλοίαρχος οφείλει να καταβάλη τους μισθούς και παραδώση τα τοιαύτα αντικείμενα, ή να λογοδοτήση περί την τοιαύτην περιουσίαν, εις τον Λιμενικόν Λειτουργόν του λιμένος ένθα απελύθη ο ναυτικός ή μαθητευόμενος, ή ένθα ούτος επρόκειτο να απολυθή.
52.-(1) Εάν περιουσία αποθανόντος ναυτικού ή μαθητευομένου ανήκοντος εις το πλήρωμα πλοίου εμπίπτοντος εντός των διατάξεων του άρθρου 47 περιέλθη εις χείρας του Λιμενικού Λειτουργού, ούτος οφείλει να μεταβιβάση ταύτην εις τον Πρωτοκολλητήν επί των Διαθηκών αφού προηγουμένως αφαιρέση εν κατά την γνώμην του εύλογον ποσόν διά την κάλυψιν των εξόδων άτινα εγένοντο αναφορικώς προς τον ναυτικόν ή μαθητευόμενον ή την περιουσίαν αυτού.
(2) Παν πρόσωπον εις ο καταβάλλεται ή παραδίδεται το τοιούτον υπόλοιπον οφείλει να χρησιμοποιήση τούτο συμφώνως προς τους κανόνας της καλής διαχειρίσεως.
53.-(1) Εάν τρία ή πλείονα μέλη του πληρώματος Κυπριακού πλοίου ευρισκομένου εν τη Δημοκρατία φρονώσιν ότι τα προοριζόμενα διά χρήσιν του πληρώματος τρόφιμα, ή το ύδωρ είναι κατά τινα χρόνον κακής ποιότητος, ακατάλληλα προς χρήσιν ή ανεπαρκή, δύνανται να καταγγείλωσι το γεγονός εις τον Λιμενικόν Λειτουργόν ή εις τινα Λιμενικόν Υγειονομικόν Υπάλληλον, όστις δύναται είτε να εξετάση τα τρόφιμα ή το ύδωρ δι’ α εγένετο η καταγγελία, είτε να μεριμνήση διά την υφ’ ετέρων εξέτασιν αυτών.
(2) Εάν ο λειτουργός ούτος, ή το διενεργούν την εξέτασιν πρόσωπον, εύρη ότι τα τρόφιμα ή το ύδωρ είναι κακής ποιότητος, ακατάλληλα προς χρήσιν ή ανεπαρκή, πιστοποιεί το γεγονός τούτο εγγράφως εις τον πλοίαρχον, όστις εάν επί τούτω δεν προμηθεύση έτερα τρόφιμα ή ύδωρ εις αντικατάστασιν των πιστοποιηθέντων ως κακής ποιότητος ή ακαταλλήλων προς χρήσιν τοιούτων, ή δεν παράσχη την αναγκαίαν ποσότητα τροφίμων ή ύδατος, ή εάν χρησιμοποιήση τρόφιμα ή ύδωρ πιστοποιηθέντα ως κακής ποιότητος ή ως ακατάλληλα προς χρήσιν, είναι ένοχος αδικήματος, εν περιπτώσει δε καταδίκης υπόκειται εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας .750.
(3) Ο λειτουργός ούτος, ή το διενεργούν την εξέτασιν πρόσωπον εγγράφει το αποτέλεσμα της εξετάσεως εν τω επισήμω ημερολογίω του πλοίου, και αποστέλλει έκθεσιν περί τούτου εις τον Λιμενικόν Λειτουργόν~ η τοιαύτη έκθεσις γίνεται δεκτή ως αποδεικτικόν στοιχείον εν ω τρόπω προνοείται εν τω παρόντι Νόμω.
(4) Εάν ο λειτουργός ούτος, ή το διενεργούν την εξέτασιν πρόσωπον πιστοποιήση εν τη γενομένη εν τω επισήμω ημερολογίω εγγραφή ότι η καταγγελία δεν ήτο δικαιολογημένη, εκ του μισθού εκάστου των υποβαλόντων την καταγγελίαν προσώπων θα κατάσχεται υπέρ του πλοιοκτήτου ποσόν μη υπερβαίνον τον μισθόν μιας εβδομάδος.
54.-(1) Ο επιθεωρών υπάλληλος δύναται να επιθεωρήση, είτε επί του πλοίου είτε προ της φορτώσεως αυτών επί του πλοίου, τα τρόφιμα (εξαιρουμένων των υπ’ αυτών τούτων των μελών του πληρώματος γενομένων προμηθειών) ή το ύδωρ, άτινα προορίζονται διά χρήσιν του πληρώματος Κυπριακού πλοίου πλέοντος εξ οιουδήποτε λιμένος της Δημοκρατίας και δι’ ο απαιτείται δυνάμει του παρόντος Νόμου η σύναψις συμβάσεως μετά του πληρώματος, και εάν εύρη ότι τα τρόφιμα ή το ύδωρ είναι ελαττωματικά, θα κατακρατήται το πλοίον μέχρις ου διορθωθώσι τα τοιαύτα ελαττώματα κατά τρόπον ικανοποιητικόν:
Νοείται ότι η δυνάμει του παρόντος άρθρου επιθεώρησις τροφίμων ή ύδατος θα διενεργήται προ της φορτώσεως εφ’ όσον τούτο είναι πρακτικώς δυνατόν~ και εάν ο πλοιοκτήτης, ο αντιπρόσωπος ή ο πλοίαρχος του πλοίου ειδοποιήση τον επιθεωρούντα υπάλληλον ότι τα τρόφιμα ή το ύδωρ είναι έτοιμα προς επιθεώρησιν, ούτος δεν θα δύναται να επιθεωρήση δυνάμει του παρόντος άρθρου τοιαύτα τρόφιμα ή ύδωρ εφ’ όσον κείνται εις πρόσφορον δι’ επιθεώρησιν τόπον, παρά μόνον εντός τεσσαράκοντα οκτώ ωρών αφ’ ης επεδόθη η ειδοποίησις~ η διάταξις αύτη ουδόλως επηρεάζει την εξουσίαν του επιθεωρούντος υπαλλήλου όπως επιθεωρήση τρόφιμα ή ύδωρ μη δηλωθέντα εν τη ειδοποιήσει, ή εφ’ όσον η επιθεώρησις δεν επάγεται άσκοπον καθυστέρησιν του πλοίου, όπως επιβιβασθή αυτού ίνα εξακριβώση εάν δεν παρεβιάσθησαν αι διατάξεις του παρόντος άρθρου διά της αντικαταστάσεως των τροφίμων ή του ύδατος άτινα υπέστησαν επιθεώρησιν επί της ξηράς, ή άτινα εδηλώθησαν εν τη ειδοποιήσει ως τρόφιμα ή ύδωρ προοριζόμενα διά το πλοίον δι’ ετέρων τοιούτων, ή εάν αι τοιαύται διατάξεις παρεβιάσθησαν κατά τινα έτερον τρόπον.
(2) Εάν αποδειχθή ότι τα τρόφιμα ή το ύδωρ είναι ελαττωματικά δυνάμει του παρόντος άρθρου, ο πλοίαρχος είναι ένοχος αδικήματος και εν περιπτώσει καταδίκης υπόκειται εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας .1000, εκτός εάν το εκδικάζον την υπόθεσιν δικαστήριον αποφασίση ότι το πόρισμα του επιθεωρούντος υπαλλήλου δεν ήτο δικαιολογημένον. Εάν όμως ο πλοίαρχος αποδείξη επαρκώς εις το δικαστήριον ότι την ευθύνην διά τα ελαττωματικά τρόφιμα ή ύδωρ φέρει ο πλοιοκτήτης ή ο αντιπρόσωπος αυτού είτε το προμηθεύσαν τα τρόφιμα ή το ύδωρ πρόσωπον, το φέρον την ευθύνην πρόσωπον θα υπόκειται εις καταδίκην διά το αδίκημα αντί του πλοιάρχου όστις θα απαλάττηται πάσης ευθύνης.
(3) Ο πλοίαρχος και ο υπεύθυνος διά τα υποκείμενα εις επιθεώρησιν δυνάμει του παρόντος άρθρου τρόφιμα ή ύδωρ, οφείλουσιν να παρέχωσιν εις τον επιθεωρούντα υπάλληλον πάσαν ευλόγως δυνατήν διευκόλυνσιν διά την διενέργειαν της επιθεωρήσεως δυνάμει του παρόντος άρθρου, εάν δε ο πλοίαρχος ή έτερος υπεύθυνος αρνηθή ή παραλείψη να πράξη ούτω, ούτος είναι ένοχος αδικήματος και εν περιπτώσει καταδίκης υπόκειται εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας .750.
(4) Διά πάσαν επιθεώρησιν τροφίμων διενεργουμένην δυνάμει του παρόντος άρθρου είτε προ της φορτώσεως, είτε επί του πλοίου, καταβάλλονται τα καθωρισμένα τέλη:
Νοείται ότι ουδέν τέλος καταβάλλεται διά την πιστοποίησιν των σφραγίδων αίτινες επετέθησαν επί τροφίμων επιθεωρηθέντων και σφραγισθέντων υπό επιθεωρούντος υπαλλήλου, άτινα ευρίσκονται επί του πλοίου εντός του καθωρισμένου διά την ισχύν των σφραγίδων χρονικού διαστήματος.
(5) Ο Υπουργός δύναται να διορίση υπαλλήλους διά τους σκοπούς οιασδήποτε δυνάμει του παρόντος άρθρου γενομένης επιθεωρήσεως, οσάκις δε η έκφρασις “επιθεωρών υπάλληλος” συναντάται, σημαίνει ούτω διορισθέντα υπάλληλον.
55. Εν εκατέρα των ακολούθων περιπτώσεων, ήτοι-
(α) οσάκις Κυπριακόν πλοίον ευρίσκεται εντός της Κύπρου, εάν διαρκούντος του πλου μειωθή η συμπεφωνημένη διά της μετά του ναύτου συμβάσεως μερίς τροφίμων· ή
(β) εάν αποδειχθή ότι διαρκούντος του πλου παντός τοιούτου πλοίου ως εν τοις ανωτέρω, τα τρόφιμα είναι, ή ήσαν κακής ποιότητος ή ακατάλληλα προς χρήσιν,
ο ναυτικός θα λαμβάνη υπό μορφήν αποζημιώσεως διά την μείωσιν ταύτην ή την χορηγηθείσαν κακήν ποσότητα, τα καθωρισμένα ποσά, εάν όμως αποδειχθή επαρκώς εις το εκδικάζον την υπόθεσιν δικαστήριον ότι τα τρόφιμα, ων η μερίς υπέστη μείωσιν, δεν ήτο δυνατόν να παρασχεθώσιν εις κανονικάς ποσότητας και ότι παρεσχέθησαν αντ’ αυτών κανονικαί και ισοδύναμοι έτεραι προμήθειαι, το δικαστήριον δύναται να λάβη υπ’ όψιν τας τοιαύτας περιστάσεις και να ελαττώση ή αρνηθή παντελώς οιανδήποτε αποζημίωσιν ως το δικαστήριον ήθελεν εν εκάστη περιπτώσει επιβάλει.
- 46/1963
- 33/1965
56.-(1) Επί Κυπριακού πλοίου ευρισκομένου εν τη Δημοκρατία αι ποσότητες των διανεμομένων διαφόρων τροφίμων και ειδών θα καθορίζωνται διά της χρήσεως των προσηκόντων μέτρων και σταθμών άτινα φυλάττονται επί του πλοίου υπό του πλοιάρχου~ ο πλοίαρχος θα χρησιμοποιή ταύτα κατά τον χρόνον της διανομής τη παρουσία ενός μάρτυρος οσάκις εγείρεται διαφορά αναφορικώς προς τας διανεμομένας ποσότητας.
(2) Εάν ο πλοίαρχος παντός τοιούτου πλοίου άνευ ευλόγου αιτίας παραλείψη να συμμορφωθή προς το παρόν άρθρον, ούτος είναι ένοχος αδικήματος και εν περιπτώσει καταδίκης υπόκειται εις χρηματικήν ποινήν .500.
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 46/1963
- 233(I)/2002
59.-(1) Εάν ο πλοίαρχος Κυπριακού πλοίου, ή ο ανήκων εις το πλήρωμα αυτού ναυτικός ή μαθητευόμενος υποστή σωματικήν βλάβην ή πληγωθή εν τη υπηρεσία του πλοίου, ή καθ’ οιονδήποτε τρόπον ασθενήση (εφ’ όσον η ασθένεια δεν οφείλεται εις ιδίαν δολίαν πράξιν ή παράλειψιν ή εις παράπτωμα αυτού) τα έξοδα παροχής της αναγκαίας χειρουργικής και ιατρικής νοσηλείας και φαρμάκων ως και τα έξοδα συντηρήσεως αυτού μέχρι της αποθεραπείας, ή του θανάτου ή της επανόδου αυτού είτε εις τον λιμένα εν ω επεβιβάσθη, είτε εις τινα λιμένα της χώρας εις ην ούτος ανήκει ως και τα έξοδα της μεταφοράς του εις τον τοιούτον λιμένα, εν περιπτώσει δε θανάτου, τα έξοδα της κηδείας, θα βαρύνωσι τον πλοιοκτήτην όστις δεν δικαιούται να κατακρατήση τα τοιαύτα έξοδα εκ των μισθών του πλοιάρχου, ναυτικού ή μαθητευομένου:
Νοείται ότι ουδέν των εν τω παρόντι άρθρω διαλαμβανομένων επηρεάζει τα δικαιώματα του πλοιάρχου, του ναυτικού ή του μαθητευομένου δυνάμει του περί Εργατικών Αποζημιώσεων Νόμου~ οπωσδήποτε, ουδείς δικαιούται εις περιοδικάς πληρωμάς δυνάμει του ως άνω νόμου αναφορικώς προς την χρονικήν περίοδον καθ’ ην ο πλοιοκτήτης ενέχεται εις την καταβολήν των εξόδων συντηρήσεως του προσώπου τούτου δυνάμει του παρόντος Μέρους.
(2) Εάν ο ως είρηται πλοίαρχος, ναυτικός ή μαθητευόμενος, απομακρυνθή προσωρινώς του πλοίου λόγω ασθενείας τινός και ίνα αποφευχθή λοίμωξις, ή εφ’ όσον τούτο είναι αναγκαίον διά την καλήν λειτουργίαν του πλοίου, μεταγενεστέρως δε αναλάβη τα καθήκοντα του τα έξοδα μετακινήσεως και της παροχής της αναγκαίας νοσηλείας και φαρμάκων, ως και της συντηρήσεως αυτού ενόσω ήτο μακράν του πλοίου, καλύπτονται εν τω προνοουμένω εν εδαφίω (1) τρόπω.
(3) Τα έξοδα απάντων των φαρμάκων και της χειρουργικής και ιατρικής νοσηλείας της παρασχεθείσης εις τον ως είρηται πλοίαρχον, ναυτικόν ή μαθητευόμενον ενόσω ούτος ευρίσκεται επί του πλοίου καλύπτονται εν τω προνοουμένω εν εδαφίω (1) τρόπω.
(4) Εις πάσαν ετέραν περίπτωσιν, πάσα εύλογος δαπάνη προσηκόντως διενεργηθείσα υπό του πλοιοκτήτου τοιούτου πλοίου εν όσω ευρίσκεται εν τη Δημοκρατία, αναφορικώς προς την ασθένειαν ναυτικού ή μαθητευομένου, ή αναφορικώς προς την κηδείαν ναύτου ή μαθητευομένου αποθνήσκοντος ενόσω εν υπηρεσία, εάν αποδειχθή επαρκώς, κατακρατείται εκ του μισθού του ναυτικού ή του μαθητευομένου.
60.-(1) Ο πλοίαρχος ή ο πλοιοκτήτης του πλοίου, εις ο ανήκει ο ναυτικός ή ο μαθητευόμενος ως εκ της ασθενείας, πληγής ή σωματικής βλάβης του οποίου αρχή τις προέβη εκ μέρους της Κυβερνήσεως εις δαπάνας, αίτινες δυνάμει του παρόντος Μέρους καταβάλλονται υπό του πλοιάρχου ή πλοιοκτήτου, οφείλει να αποδώση το ποσόν των διενεργηθεισών δαπανών εις την αρχήν ήτις διενήργησε ταύτας~ ούτος αποδίδει ωσαύτως το ποσόν πάσης ετέρας δαπάνης διενεργηθείσης υπό της τοιαύτης αρχής αναφορικώς προς την ασθένειαν, πληγήν, ή σωματικήν βλάβην ναυτικού ή μαθητευομένου Κυπριακού πλοίου, διά τους μισθούς του οποίου δεν δίδονται δυνάμει του παρόντος Μέρους λογαριασμοί εις την εν λόγω αρχήν.
(2) Εάν δαπάνη τις δεν αποδοθή ως επιβάλλεται υπό του εδαφίου (1), το ποσόν ταύτης ομού μετά των εξόδων βαρύνουσι το πλοίον και δύνανται να διεκδικηθώσιν εκ του πλοιάρχου, ή εκ του εκάστοτε πλοιοκτήτου, ή εάν το πλοίον απωλέσθη, εκ του κατά τον χρόνον της απωλείας πλοιοκτήτου, ή εάν το πλοίον μετεβιβάσθη εις αλλοδαπόν, είτε εκ του εκάστοτε πλοιοκτήτου είτε εκ του προσώπου όπερ ήτο πλοιοκτήτης κατά τον χρόνον της μεταβιβάσεως, ως χρέος οφειλόμενον τη Κυβερνήσει, είτε διά της συνήθους νομίμου διαδικασίας, είτε ενώπιον δικαστηρίου και εν τω αυτώ τρόπω καθ’ ον δύνανται οι ναυτικοί ή μαθητευόμενοι να διεκδικήσωσι δυνάμει του παρόντος Νόμου τους μισθούς αυτών.
(3) Εις πάσαν διαδικασίαν αφορώσαν εις την τοιαύτην διεκδίκησιν, πιστοποιητικόν εμφαίνον τα γεγονότα και υπογεγραμμένον υπό της ως είρηται αρχής, ομού μετά των τυχόν αναγκαίων εν εκάστη περιπτώσει αποδείξεων, συνιστώσιν επαρκή απόδειξιν του γεγονότος ότι αι δαπάναι αναφορικώς προς ας ήρξατο η διαδικασία κατεβλήθησαν δεόντως υπό της αρχής ταύτης.
61. Εις τους ναυτικούς και μαθητευομένους δέον όπως παρέχεται η καθωρισμένη ενδιαίτησις, δύναται δε να καθορισθή τρόπος επιθεωρήσεως αυτής ως και τα πληρωτέα αναφορικώς προς την τοιαύτην επιθεώρησιν τέλη.
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 46/1963
- 233(I)/2002
63.-(1) Εάν πλοίον μεταφέρον επιβάτας ευρεθή κατά την άφιξιν αυτού εν Κύπρω εις ρυπαράν και ανθυγιεινήν κατάστασιν, ο πλοίαρχος του πλοίου είναι ένοχος αδικήματος, και εν περιπτώσει καταδίκης υπόκειται εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας χιλίας λίρας.
(2) Ο Λιμενικός Υγιειονομικός Λειτουργός δύναται να επιθεωρήση το τοιούτον πλοίον κατά την άφιξιν αυτού ίνα εξακριβώση την υγιειονομικήν κατάστασιν αυτού~ προς τούτο ούτος κέκτηται απάσας τας εξουσίας ας κέκτηνται οι επόπται δυνάμει του παρόντος Νόμου.
64. Τη αιτήσει του πλοιοκτήτου ή πλοιάρχου παντός Κυπριακού πλοίου και τη υπ’ αυτού καταβολή των καθωρισμένων τελών, ο Λιμενικός Υγιειονομικός Λειτουργός προβαίνει εις την εξέτασιν παντός ναυτικού όστις ζητεί να προσληφθή επί του πλοίου τούτου, δίδει δε εις τον Λιμενικόν Λειτουργόν έκθεσιν υπογεγραμμένην υπ’ αυτού, δηλούσαν εάν ούτος είναι κατάλληλος δι’ υπηρεσίαν εν θαλάσση~ αντίγραφον της τοιαύτης εκθέσεως παραδίδεται εις τον πλοίαρχον ή τον πλοιοκτήτην.
65.-(1) Εάν η υπηρεσία ναυτικού ανήκοντος εις το πλήρωμα Κυπριακού πλοίου τερματισθή εις λιμένα κείμενον εκτός της Δημοκρατίας, ο πλοίαρχος του πλοίου οφείλει να δώση εις τον ναυτικόν πιστοποιητικόν απολύσεως εν τω καθωρισμένω τύπω, και να του επιστρέψη το πιστοποιητικόν ικανότητος αυτού~ εάν δε η απόλυσις γίνεται άνευ της συναινέσεως του ναυτικού διαρκούσης της ισχύος της συμβάσεως, ο πλοίαρχος οφείλει όπως, εκτός της πληρωμής των μισθών εις ους ο ναυτικός δικαιούται, λάβη την δέουσαν πρόνοιαν διά την συντήρησιν και επάνοδον αυτού είτε εις τον λιμένα εν ω εγένετο η επιβίβασις του ναυτικού, είτε εις λιμένα της χώρας εις ην ούτος ανήκει, είτε εις τον συμφωνηθέντα κατά την απόλυσιν λιμένα~ ο προξενικός υπάλληλος της Δημοκρατίας σημειοί επί της συμβάσεως μετά του πληρώματος του πλοίου όπερ ο ναυτικός εγκαταλείπει, λεπτομερή στοιχεία της ούτω ληφθείσης προνοίας.
(2) Εάν ο πλοίαρχος άνευ ευλόγου αιτίας παραλείψη να συμμορφωθή προς το παρόν άρθρον, τα έξοδα συντηρήσεως και παλιννοστήσεως-
(α) εάν εγένετο υπό του ναυτικού δύνανται να διεκδικηθώσιν ως μισθοί οφειλόμενοι αυτώ~
(β) εάν εγένοντο υπό του προξενικού υπαλλήλου της Δημοκρατίας ή υπό τινος ετέρου προσώπου, ταύτα βαρύνουσι το πλοίον εις το πλήρωμα ούτινος ο ναυτικός ανήκει, και διεκδικούνται εκ του προσώπου όπερ είναι, ή εν περιπτώσει απωλείας ή μεταβιβάσεως ήτο, πλοιοκτήτης του πλοίου.
(3) Αι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται επί παντός ναυτικού ανήκοντος εις το πλήρωμα Κυπριακού πλοίου, όστις απολύεται κατά την μεταβίβασιν ή διάθεσιν του πλοίου εις λιμένα κείμενον εκτός της Δημοκρατίας.
(4) Αι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται επί παντός αλλοδαπού ναυτικού, όστις τυγχάνει πολίτης χώρας τινός της Κοινοπολιτείας, ή πολίτης του Βασιλείου της Ελλάδος ή της Δημοκρατίας της Τουρκίας.
66.-(1) Ο πλοίαρχος οφείλει να καταβάλη τους μισθούς τους οφειλόμενους εις ναυτικόν παραμένοντα εκτός του πλοίου επί τω λόγω της ακαταλληλότητος ή ανικανότητος αυτού προς υπηρεσίαν εν θαλάσση.
(2) Η τοιαύτη πληρωμή γίνεται εις τον προξενικόν υπάλληλον της Δημοκρατίας εις ον ο πλοίαρχος παραδίδει ωσαύτως λογαριασμόν εις διπλούν περί των οφειλομένων μισθών~ το εν αντίτυπον κρατείται υπό του προξενικού υπαλλήλου και διαβιβάζεται εις τον Διευθυντήν του Τμήματος Λιμένων, το δε έτερον επιστρέφεται εις τον πλοίαρχον φέρον σημείωσιν επ’ αυτού περί του καταβληθέντος ποσού. Ο πλοίαρχος άμα τη επιστροφή αυτού εις την Δημοκρατίαν παραδίδει το τοιούτον αντίτυπον εις τον Διευθυντήν του Τμήματος Λιμένων.
(3) Εάν ο ναυτικός μεταγενεστέρως εξεύρη εργασίαν εις τον λιμένα εις ον εγένετο η πληρωμή, ή εάν εγκαταλείψη τον τοιούτον λιμένα, ο προξενικός υπάλληλος της Δημοκρατίας αφού αφαιρέση τας δαπάνας συντηρήσεως του ναυτικού άτινας ούτος διενήργησε δυνάμει του Κώδικος, καταβάλλει το υπόλοιπον εις τον ναυτικόν, εις πάσαν δε ετέραν περίπτωσιν λογοδοτεί εις τον Υπουργόν.
67. Το Υπουργικόν Συμβούλιον θα εκδώση Κανονισμούς αναφορικώς προς την παροχήν αρωγής, την συντήρησιν και παλιννόστησιν ναυαγησάντων ή άλλως δεινοπαθούντων ναυτικών ευρισκομένων εν οιωδήποτε τόπω εκτός της Δημοκρατίας.
68.-(1) Πάσα δαπάνη γενομένη δυνάμει των διατάξεων του Κώδικος, ή των δυνάμει αυτού ή του παρόντος Νόμου γενομένων Κανονισμών, διά την παροχήν αρωγής εις δεινοπαθούντας ναυτικούς οίτινες κατά τον χρόνον καθ’ ον παρέχεται η τοιαύτη αρωγή έχουν ως μόνιμον αυτών κατοικίαν (domicile) την Δημοκρατίαν, και πάσα δαπάνη γενομένη αλλαχού διά την παροχήν αρωγής εις τοιούτους δεινοπαθούντας ναυτικούς και την επάνοδον αυτών εις την Δημοκρατίαν, βαρύνουν την Δημοκρατίαν.
(2) Ο Υπουργός Οικονομικών δύναται να διατάξη όπως πληρωθή εκ των γενικών δημοσίων προσόδων πάσα δαπάνη γενομένη εν τη Δημοκρατία διά την παροχήν αρωγής και την παλιννόστησιν ναυτικών ως οι προμνησθέντες.
(3) Ο Υπουργός Οικονομικών δύναται να διατάξη όπως πληρωθή εκ των γενικών δημοσίων προσόδων παν ποσόν δαπανηθέν δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1), ή υπό της Κυβερνήσεως οιασδήποτε χώρας ή υπό τινος προξενικού υπαλλήλου εν οιαδήποτε αλλοδαπή χώρα, διά την παροχήν αρωγής και την παλιννόστησιν ναυτικών ως οι προμνησθέντες τα δε ποσά ταύτα θα αποπληρώνωνται εν ω τρόπω ο Υπουργός των Οικονομικών ήθελε διατάξει.
69.-(1) Εάν ναυτικός ή μαθητευόμενος, ενόσω είναι επί Κυπριακού πλοίου ευρισκομένου εν τη Δημοκρατία, δηλώση εις τον πλοίαρχον ότι επιθυμή να καταγγείλη τι εις τον Λιμενικόν Λειτουργόν ή εις τινα δικαστήν εναντίον του πλοιάρχου ή οιουδήποτε μέλους του πληρώματος, ο πλοίαρχος οφείλει ευθύς ως το επιτρέψη η υπηρεσία του πλοίου-
(α) εάν μεν το πλοίον ευρίσκεται τότε εις τινα λιμένα εν τη Δημοκρατία~ ή
(β) εάν το πλοίον δεν ευρίσκεται τότε εις τοιούτον λιμένα, ευθύς άμα τη πρώτη αφίξει αυτού εις οιονδήποτε τοιούτον λιμένα, να επιτρέψη εις τον παραπονούμενον όπως αποβιβασθή εις την ξηράν ή να τον αποστείλη εις την ξηράν προσηκόντως συνοδευόμενον, ίνα δυνηθή να υποβάλη το παράπονον αυτού.
(2) Εάν ο πλοίαρχος άνευ ευλόγου αιτίας παραλείψη να συμμορφωθή προς το παρόν άρθρον, είναι ένοχος αδικήματος, και εν περιπτώσει καταδίκης υπόκειται εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας .750.
70. Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου, η εκχώρησις ή πώλησις σώστρων πληρωτέων εις ναυτικόν ή μαθητευόμενον ανήκοντα εις το πλήρωμα Κυπριακού πλοίου, η γενομένη πριν ή ταύτα καταστώσι δεδουλευμένα, ουδόλως δεσμεύει το πρόσωπον υφ’ ου εγένετο~ το δε πληρεξούσιον έγγραφον διά την λήψιν των τοιούτων σώστρων είναι μετακλητόν.
71. Χρέος υπερβαίνον τας τρεις λίρας συναφθέν υπό ναυτικού ανήκοντος εις το πλήρωμα Κυπριακού πλοίου μετά την μίσθωσιν αυτού, δεν αναζητείται πριν ή περατωθή η συμπεφωνημένη υπηρεσία.
72. Εάν πρόσωπον τι απαιτήση ή λάβη εκ τινος ναυτικού ή μαθητευομένου πληρωμήν αναφορικώς προς την μετά ή άνευ τροφής διαμονήν αυτού εν τη οικία του προσώπου τούτου διά περίοδον μεγαλυτέραν εκείνης καθ’ ην ο ναυτικός ή μαθητευόμενος παρέμεινεν εν τη πραγματικότητι, είναι ένοχος αδικήματος και εν περιπτώσει καταδίκης υπόκειται εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας .125.
73.-(1) Εάν πρόσωπον τι δεχθή ή λάβη υπό την κατοχήν ή έλεγχον αυτού χρήματα ή προσωπικά αντικείμενα ναυτικού ή μαθητευομένου, και, καίτοι εζητήθη τούτο υπό του ναυτικού ή μαθητευομένου, δεν επιστρέψη ταύτα ούτε καταβάλλει την αξίαν αυτών αφού προηγουμένως αφαιρέση παν ποσόν δικαίως οφειλόμενον αυτώ υπό του ναυτικού ή μαθητευομένου αναφορικώς προς την μετά ή άνευ τροφής διαμονήν, ή παν ποσόν άλλως οφειλόμενον αυτώ, ή εάν φύγη συναποκομίζων ταύτα, είναι ένοχος αδικήματος και εν περιπτώσει καταδίκης υπόκειται εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας .250.
(2) Ανεξαρτήτως οιουδήποτε περιορισμού επί της συνήθους δικαιοδοσίας δικαστηρίου εκδικάζοντος αδίκημα προνοούμενον εν εδαφίω (1)-
(α) το δικαστήριον δύναται πλην της επιβολής χρηματικής ποινής να διατάξη όπως, αφού προηγουμένως διενεργηθώσιν αι εν τοις ανωτέρω αφαιρέσεις, πάραυτα καταβληθώσιν ή παραδόσωσι εις τον ναυτικόν ή μαθητευόμενον τα χρήματα ή τα προσωπικά αντικείμενα αυτού, ή η χρηματική αξία αυτών~ και
(β) εάν το πρόσωπον εις ο απευθύνεται το τοιούτο διάταγμα παραλείψη να συμμορφωθή προς τούτο, το δικαστήριον κέκτηται διακριτικήν εξουσίαν όπως επιβάλη την πληρωμήν ποσού (όπερ διά τους σκοπούς της Ποινικής Δικονομίας λογίζεται ως χρηματική ποινή επιβαλλομένη δυνάμει νόμου τινός) μη υπερβαίνοντος τας .25 δι’ εκάστην ημέραν καθ’ ην ούτος τελεί εν υπερημερία πληρωμής, ή φυλάκισιν μέχρις ου αρθή η τοιαύτη υπερημερία, εν ουδεμιά όμως περιπτώσει μη συμμόρφωσις προς το τοιούτο διάταγμα επάγεται δυνάμει του παρόντος άρθρου φυλάκισιν διά διάστημα ή διαστήματα υπερβαίνοντα εν τω συνόλω των τους δύο μήνας, ή την καταβολήν ποσών άτινα υπερβαίνουσιν κατ’ άθροισμα τας .750.
74. Εάν εντός εικοσιτεσσάρων ωρών από της αφίξεως πλοίου εις τινα λιμένα της Δημοκρατίας, πρόσωπον ευρισκόμενον τότε επί του πλοίου παροτρύνη ναυτικόν να διαμείνη εις την οικίαν ετέρου παρέχοντος διαμονήν επί μισθώματι, ή εξαγάγη του πλοίου προσωπικά αντικείμενα ναυτικού, εκτός εάν τούτο γίνεται κατόπιν προσωπικών οδηγιών του ναυτικού και τη αδεία του πλοιάρχου, είναι ένοχον αδικήματος και εν περιπτώσει καταδίκης υπόκειται εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας .125.
75. Εάν πλοίαρχος, ναυτικός ή μαθητευόμενος ανήκων εις το πλήρωμα Κυπριακού πλοίου διά δολίας παραβάσεως καθήκοντος, ή δι’ αμελείας περί την εκτέλεσιν του καθήκοντος ή λόγω μέθης-
(α) πράξη τι συμβάλλον εις την άμεσον απώλειαν ή καταστροφήν πλοίου, ή την επαγωγήν σοβαράς ζημίας επ’ αυτού, ή αμέσως συμβάλλον εις το να τεθή εν κινδύνω η ζωή ή η σωματική ακεραιότης προσώπου ανήκοντος εις το πλήρωμα του πλοίου ή ευρισκομένου επ’ αυτού~
(β) αρνηθή ή παραλείψη να πράξη οιανδήποτε νόμιμον πράξιν ήτις προσηκόντως και αναγκαίως έδει να εγένετο υπ’ αυτού διά την προφύλαξιν του πλοίου εξ αμέσου απωλείας, καταστροφής ή σοβαράς ζημίας, ή διά την προφύλαξιν προσώπου ανήκοντος εις το πλήρωμα του πλοίου ή ευρισκομένου επ’ αυτού, εξ αμέσου κινδύνου επαπειλούντος την ζωήν ή την σωματικήν ακεραιότητα αυτού,
είναι ένοχος αδικήματος και εν περιπτώσει καταδίκης υπόκειται εις φυλάκισιν διά διάστημα μη υπερβαίνον τα δύο έτη, ή εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας . 1500, ή εις αμφοτέρας τας ποινάς της φυλακίσεως και της χρηματικής τοιαύτης.
76. Εάν νομίμως μισθωθείς ναυτικός ή μαθητευόμενος ανήκων εις το πλήρωμα Κυπριακού πλοίου, είτε μόνος είτε συμπράττων μεθ’ ετέρου προσώπου, διαπράξη οιονδήποτε των ακολούθων αδικημάτων όπερ συμβάλλει ή δυνατόν να συμβάλη εις το να τεθή εν κινδύνω η ασφάλεια του πλοίου ή της ζωής ή σωματικής ακεραιότητος των επί του πλοίου προσώπων, τιμωρείται, εν περιπτώσει καταδίκης, ως ακολούθως:
(α) Εάν λιποτακτήση εκ του πλοίου του ούτος είναι ένοχος του αδικήματος της λιποταξίας, τα δε επί του πλοίου εγκαταλειφθέντα προσωπικά αυτού αντικείμενα και οι δεδουλευμένοι μισθοί υπόκεινται εις κατάσχεσιν, ενέχεται δε διά την πληρωμήν οιασδήποτε διαφοράς των μισθών ους κατέβαλεν ο πλοιοκτήτης ή ο πλοίαρχος του πλοίου εις οιονδήποτε πρόσωπον μισθωθέν εις αντικατάστασιν αυτού επί μισθώ υψηλοτέρω τω συμπεφωνημένω διά τον λιποτακτήσαντα ναυτικόν~ εν περιπτώσει καταδίκης υπόκειται ωσαύτως εις φυλάκισιν μη υπερβαίνουσαν το εν έτος ή εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας .1000 ή εις αμφοτέρας τας ποινάς ταύτας.
(β) Εάν άνευ ευλόγου αιτίας παραλείψη ή αρνηθή να επανέλθη εις το πλοίον του ή να αποπλεύση μετά του πλοίου του, ή απουσιάζη άνευ αδείας κατά τινα χρόνον εντός της αμέσως προηγουμένης του απόπλου του πλοίου περιόδου των εικοσιτεσσάρων ωρών, είτε κατά την έναρξιν είτε διαρκούντος του πλου, ή καθ’ οιονδήποτε χρόνον απουσιάζη εκ του πλοίου ή του καθήκοντος αυτού άνευ αδείας και άνευ επαρκούς αιτίας, ούτος εφ’ όσον το υπ’ αυτού διαπραχθέν αδίκημα δεν συνιστά λιποταξίαν, ή εάν δεν θεωρήθη ως λιποταξία υπό του πλοιάρχου, είναι ένοχος του αδικήματος της άνευ αδείας απουσίας, εκ του μισθού δε αυτού κατάσχεται ποσόν μη υπερβαίνον δύο ημερών μισθούς, επιπροσθέτως δε διά κάθε εικοσιτετράωρον απουσίαν κατάσχεται ποσόν μη υπερβαίνον εξ ημερών μισθούς, ή τα προσηκόντως διενεργηθέντα έξοδα διά την μίσθωσιν αντικαταστάτου αυτού~ εν περιπτώσει δε καταδίκης υπόκειται ωσαύτως εις φυλάκισιν μη υπερβαίνουσαν τους εξ μήνας, ή εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας .450, ή εις αμφοτέρας τας ποινάς ταύτας.
(γ) Εάν ούτος καταδικασθή είτε δυνάμει της παραγράφου (α) είτε δυνάμει της παραγράφου (β) του παρόντος άρθρου, ο Λιμενικός Λειτουργός δύναται να διατάξη την κατακράτησιν του εγγράφου απολύσεως του ναυτικού διά περίοδον καθοριζομένην υπ’ αυτού κατά το δοκούν, διαρκούσης δε της τοιαύτης κατακρατήσεως ο Λιμενικός Λειτουργός ως και παν έτερον πρόσωπον έχον υπό την φύλαξιν αυτού τα αναγκαία έγγραφα δύναται, ανεξαρτήτως παντός εν τω παρόντι ή εν οιωδήποτε ετέρω νόμω διαλαμβανομένου, να αρνηθή να παράσχη αντίγραφον του εγγράφου απολύσεως αυτού, ή επικεκυρωμένον αντίγραφον πιστοποιητικού περί την υπηρεσίαν ή τον χαρακτήρα αυτού.
- 46/1963
- 24/1976
79. Εάν νομίμως μισθωθείς ναυτικός ή μαθητευόμενος, ανήκων εις το πλήρωμα Κυπριακού πλοίου, διαπράξη οιονδήποτε των ακολούθων αδικημάτων (εν τω παρόντι Νόμω αναφερομένων ως “πειθαρχικά αδικήματα”) υπόκειται εν περιπτώσει καταδίκης εις τας ακολούθους ποινάς:
(α) Εάν μεταφέρη εμπορεύματα επί του πλοίου, ή προκαλέση την φόρτωσιν εμπρευμάτων, άνευ της προς τούτο εγγράφου συναινέσεως του πλοιάρχου, εκ του μισθού αυτού κατάσχεται ποσόν μη υπερβαίνον τον μισθόν μιας εβδομάδος.
(β) Εάν εγκαταλείψη άνευ αδείας το πλοίον μετά την άφιξιν αυτού εις τον λιμένα παραδόσεως, και πριν ή τούτο προσορμισθή εν ασφαλεία, εκ των μισθών αυτού κατάσχεται ποσόν μη υπερβαίνον μισθόν ενός μηνός.
(γ) Εάν είναι ένοχος δολίας ανυπακοής εις δοθείσας νομίμους διαταγάς ή συνεχούς δολίας αμελείας περί την εκτέλεσιν του καθήκοντος και η τοιαύτη ανυπακοή ή αμέλεια συμβάλλη ή είναι δυνατόν να συμβάλη εις το να τεθή εν κινδύνω η ασφάλεια του πλοίου ή της ζωής ή σωματικής ακεραιότητος των επί του πλοίου προσώπων, υπόκειται εις φυλάκισιν μη υπερβαίνουσαν τους εξ μήνας ή εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας .450 ή εις αμφοτέρας τας ποινάς ταύτας.
(δ) Εάν επιτεθή εναντίον του πλοιάρχου, ή αξιωματικού τινος του πλοίου, υπόκειται εις φυλάκισιν διά διάστημα μη υπερβαίνον το εν έτος, ή εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας .1000, ή εις αμφοτέρας τας ποινάς της φυλακίσεως και της χρηματικής τοιαύτης.
(ε) (i) Εάν συμπράξη μεθ’ ετέρου μέλους του πληρώματος εν τη προκλήσει σωματικής βλάβης εις τον πλοίαρχον ή εις οιονδήποτε αξιωματικόν υπόκειται εις φυλάκισιν μη υπερβαίνουσαν τα τρία έτη ή εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας .1500 ή εις αμφοτέρας τας ποινάς ταύτας.
(ii) Εάν συμπράξη μεθ’ ετέρου μέλους του πληρώματος εν τη επιδείξει ανυπακοής εις δοθείσας νομίμους διαταγάς, ή εν τη επιδείξει αμελείας περί το καθήκον του, ή εν τη παρεμποδίσει της διακυβερνήσεως του πλοίου ή της συνεχίσεως του πλου, και η τοιαύτη ανυπακοή, αμέλεια ή παρεμπόδισις συμβάλλει ή είναι δυνατόν να συμβάλη εις το να τεθή εν κινδύνω η ασφάλεια του πλοίου ή της ζωής ή σωματικής ακεραιότητος των επί του πλοίου προσώπων, υπόκειται εις φυλάκισιν μη υπερβαίνουσαν το εν έτος ή εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας .1000 ή εις αμφοτέρας τας ποινάς ταύτας.
(στ) Εάν ούτος δολίως προκαλέση ζημίαν εις το πλοίον, ή ανεντίμως καταχρασθή ή οικειοποιηθή τας προμηθείας ή το φορτίον του πλοίου, ή δολίως προκαλέση ζημίαν ή επιδείξη ποινικώς αξιόποινον κατάχρησιν εμπιστοσύνης αναφορικώς προς τας τοιαύτας προμηθείας ή φορτίον, εκ των μισθών αυτού κατάσχεται ποσόν ίσον προς επενεχθείσαν ζημίαν, υπόκειται δε ωσαύτως εις φυλάκισιν διά διάστημα μη υπερβαίνον το εν έτος ή εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας .1000 ή εις αμφοτέρας τας ποινάς της φυλακίσεως και χρηματικής τοιαύτης.
(ζ) Εάν καταδικασθή διά τινα πράξιν λαθρεμπορίου επαγομένην απώλειαν ή ζημίαν εις τον πλοίαρχον ή πλοιοκτήτην του πλοίου, υποχρεούται να πληρώσει εις τον πλοίαρχον ή τον πλοιοκτήτην ποσόν επαρκές διά την ανόρθωσιν της επενεχθείσης απωλείας ή ζημίας~ δυνατόν δε να κατακρατηθή ολόκληρος ο μισθός του ή ανάλογον μέρος αυτού προς ικανοποίησιν ή έναντι της ως είρηται υποχρεώσεως, άνευ επηρεασμού οιουδήποτε ετέρου μέτρου εις ο δυνατόν να χωρήση προσφυγή.
- 46/1963
- 24/1976
80. Ουδέν των εν άρθρω 79, ή των εν τοις αφορώσι τα αδικήματα της λιποταξίας ή της άνευ αδείας απουσίας άρθροις, διαλαμβανομένων, αφαιρεί ή περιορίζει το δικαίωμα προς προσφυγήν ασκουμένην δι’ αγωγής ή άλλως, όπερ ανεξαρτήτως των διατάξεων τούτων, ήθελεν ο πλοίαρχος ή πλοιοκτήτης έχει διά συμβατικάς παραβάσεις αναφορικώς προς ζητήματα συνιστώντα αδίκημα δυνάμει των τοιούτων άρθρων~ μόνον άπαξ όμως ο πλοίαρχος ή πλοιοκτήτης αποζημιούται αναφορικώς προς την αυτήν ζημίαν.
81. Εάν ναυτικός κατά ή προ της μισθώσεως αυτού δολίως και απατηλώς προβή εις ψευδή δήλωσιν περί το όνομα του τελευταίου πλοίου εις ο ούτος υπηρετεί, ή εις ο ισχυρίζεται ότι υπηρετεί, ή δολίως και απατηλώς προβή εις ψευδή δήλωσιν περί το όνομα αυτού, είναι ένοχος αδικήματος και εν περιπτώσει καταδίκης υπόκειται εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας .500.
82. Εάν επί Κυπριακού πλοίου, ή αναφορικώς προς τούτο, διαπραχθή εν τη εννοία του παρόντος Μέρους το αδίκημα της λιποταξίας ή της άνευ αδείας απουσίας ή πειθαρχικόν τοιούτον, ή διαπραχθή παράπτωμα τι δι’ ο η μετά του διαπράξαντος το αδίκημα σύμβασις προβλέπει χρηματικήν ποινήν, εάν σκοπείται η επιβολή της τοιαύτης ποινής-
(α) το αδίκημα ή παράπτωμα εγγράφεται εν τω επισήμω ημερολογίω όπερ υπογράφεται υπό του πλοιάρχου και προσυπογράφεται υπό αξιωματικού ή μέλους τινός του πληρώματος~
(β) προ της αμέσως επομένης αφίξεως του πλοίου εις τινα λιμένα, ή εάν τούτο ευρίσκεται εν τινι λιμένι, προ του απόπλου αυτού εκ του τοιούτου λιμένος, εις τον ένοχον, εάν ευρίσκεται εισέτι επί του πλοίου, είτε παρέχεται αντίγραφον της γενομένης εγγραφής, είτε αύτη αναγιγνώσκεται εις αυτόν σαφώς και ευκρινώς ούτος δε δύναται να απαντήση κατά το δοκούν~
(γ) ωσαύτως εγγράφεται και υπογράφεται εν τω αυτώ τρόπω έκθεσις δηλούσα το γεγονός ότι παρεσχέθη ως ανωτέρω το αντίγραφον της τοιαύτης εγγραφής ή ότι εγένετο η ανάγνωσις ταύτης, και εν εκατέρα περιπτώσει την τυχόν δοθείσαν υπό του ενόχου απάντησιν~ και
(δ) εις πάσαν μεταγενεστέραν δικαστικήν διαδικασίαν επιβάλλεται, εφ’ όσον τούτο είναι πρακτικώς δυνατόν, η προσαγωγή ή απόδειξις των δυνάμει του παρόντος άρθρου γενομένων εγγραφών, άλλως το εκδικάζον την υπόθεσιν δικαστήριον δύναται κατά το δοκούν να αρνηθή να διεξαγάγη αποδεικτικήν διαδικασίαν περί το αδίκημα ή το παράπτωμα.
83.-(1) Εάν προκύψη ζήτημα κατασχέσεως των μισθών ναυτικού ή μαθητευομένου δυνάμει του παρόντος Μέρους διά λιποταξίαν εκ Κυπριακού πλοίου, είναι αρκετόν διά τον ζητούντα την κατάσχεσιν να αποδείξη ότι ο ναυτικός ή μαθητευόμενος εμισθώθη δεόντως, ή ότι ανήκε εις το πλήρωμα του πλοίου, ότι είτα εγκατέλειψε το πλοίον πριν ή περατωθή ο πλους ή λήξη η μίσθωσις και ότι το γεγονός της λιποταξίας κατεγράφη δεόντως εν τω επισήμω ημερολογίω.
(2) Επί τούτω λιποταξία θεωρείται αποδειχθείσα καθ’ όσον αφορά εις την κατάσχεσιν μισθών δυνάμει του παρόντος Μέρους, εκτός εάν ο ναυτικός ή μαθητευόμενος δυνηθή να προσκομίση κανονικόν έγγραφον απολύσεως, ή άλλως δυνηθή να αποδείξη ικανοποιητικώς εις το δικαστήριον ότι είχεν επαρκείς λόγους διά να εγκαταλείψη το πλοίον.
84.-(1) Οσάκις δυνάμει του παρόντος Μέρους κατάσχωνται μισθοί ή προσωπικά αντικείμενα λόγω λιποταξίας, τα τοιαύτα αντικείμενα δύνανται να πωληθώσιν~ οι μισθοί δε ούτοι και τα προσωπικά αντικείμενα ή τα εκ της πωλήσεως προκύπτοντα χρήματα χρησιμοποιούνται προς αποζημίωσιν του πλοιάρχου ή πλοιοκτήτου διά τα έξοδα άτινα προεκλήθησαν ως εκ της λιποταξίας, καταβάλλονται δε εις το δημόσιον ταμείον υπό τον όρον καταβολής της τοιαύτης αποζημιώσεως.
(2) Οσάκις κατάσχωνται μισθοί δυνάμει του παρόντος Νόμου διά λόγον έτερον ή την λιποταξίαν, ελλείψει ειδικής διατάξεως περί του εναντίου, η κατάσχεσις γίνεται προς όφελος του πλοιάρχου ή του πλοιοκτήτου υφ’ ου είναι πληρωτέοι οι τοιούτοι μισθοί.
85. Εις πάσαν νομίμως διεξαγομένην δικαστικήν διαδικασίαν αφορώσαν εις τους μισθούς ναυτικού ή μαθητευομένου δύναται να εκδοθή απόφασις επί παντός ζητήματος αφορώντος εις κατασχέσεις ή κατακρατήσεις τοιούτων μισθών γενομένας δυνάμει του παρόντος Νόμου, ανεξαρτήτως του γεγονότος ότι το αδίκημα αναφορικώς προς ο προέκυψεν το τοιούτο ζήτημα δεν απετέλεσε το αντικείμενον οιασδήποτε ποινικής δίκης καίτοι τούτο τιμωρείται υπό του παρόντος Νόμου τόσον διά φυλακίσεως όσον και διά κατασχέσεως.
86. Εάν η σύμβασις του ναυτικού προβλέπη μισθούς κατά πλουν, ή διά συμμετοχής εις τα κέρδη, και ουχί κατά μήνα ή ετέραν καθωρισμένην χρονικήν περίοδον, το ποσόν της δυνάμει του παρόντος Νόμου διενεργουμένης κατασχέσεως έχει τον αυτόν λόγον προς τους ολικούς μισθούς ή το μερίδιον αυτού εις τα κέρδη, ως ο μην, ή αναλόγως της περιπτώσεως, η εν τοις ανωτέρω διά τον καθορισμόν της τοιαύτης κατασχέσεως μνησθείσα χρονική περίοδος έχει προς ολόκληρον το χρονικόν διάστημα όπερ ηναλώθη εις τον πλουν, εάν δε ολόκληρος ο ούτω αναλωθείς χρόνος δεν υπερβαίνη την χρονικήν περίοδον αναφορικώς προς ην κατάσχεται ο μισθός, η κατάσχεσις θα καλύπτη ολόκληρον το ποσόν των μισθών ή του μεριδίου αυτού εις τα κέρδη.
87.-(1) Το πρόστιμον όπερ επιβάλλεται επί ναυτικού ανήκοντος εις το πλήρωμα Κυπριακού πλοίου διά παράπτωμα τιμωρούμενον δυνάμει της συμβάσεως αυτού διά προστίμου, κατακρατείται υπό του πλοιάρχου ή πλοιοκτήτου εκ των μισθών του ενόχου, εάν η απόλυσις αυτού λαμβάνη χώραν εν τη Δημοκρατία και το αδίκημα και η αναφορικώς προς τούτο γενομένη εγγραφή εν τω επισήμω ημερολογίω δυνάμει του Κώδικος, ή αναλόγως της περιπτώσεως, δυνάμει του παρόντος Νόμου, αποδειχθώσιν κατά τρόπον ικανοποιούντα τον Λιμενικόν Λειτουργόν.
(2) Παν ούτω κατακρατούμενον πρόστιμον καταβάλλεται εις τον Λιμενικόν Λειτουργόν.
(3) Πας πλοίαρχος ή πλοιοκτήτης πλοίου όστις παραλείπει άνευ ευλόγου αιτίας να προβή εις πληρωμήν του προστίμου ως απαιτείται υπό του παρόντος άρθρου, είναι ένοχος αδικήματος και εν περιπτώσει καταδίκης υπόκειται εις πρόστιμον μη υπερβαίνον το εξαπλάσιον του ούτω μη καταβληθέντος τοιούτου.
(4) Το τιμωρηθέν διά προστίμου καταβληθέντος ή κατακρατηθέντος εκ των μισθών ναύτου παράπτωμα εις ουδεμίαν ετέραν ποινήν υπόκειται δυνάμει του παρόντος Νόμου.
88.-(1) Πας όστις διά της χρήσεως οιασδήποτε φύσεως μέσων πείθει ή πειράται να πείση ναυτικόν ή μαθητευόμενον όπως παραλείψη, ή αρνηθή να επιβιβασθή του πλοίου, ή αποπλεύση μετ’ αυτού, ή όπως λιποτακτήση ή άλλως εγκαταλείψη το καθήκον αυτού, είναι ένοχος αδικήματος και εν περιπτώσει καταδίκης υπόκειται εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας .500 αναφορικώς προς έκαστον ναύτην ή μαθητευόμενον ον ούτος ούτω έπεισεν ή επειράθη να πείση.
(2) Πας όστις δολίως παρέχει άσυλον ή αποκρύπτει ναυτικόν ή μαθητευόμενον, όστις δολίως ημέλησεν ή ηρνήθη να επιβιβασθή του πλοίου του ή ελιποτάκτησεν εξ αυτού, γνωρίζων τούτο ή έχων λόγους να πιστεύη τούτο, είναι ένοχος αδικήματος και εν περιπτώσει καταδίκης υπόκειται εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας .750 αναφορικώς προς έκαστον ναυτικόν ή μαθητευόμενον εις ον ούτος ούτω παρέσχεν άσυλον ή απέκρυψεν.
89. Πας όστις αποκρύπτει εαυτόν επί πλοίου έχων την πρόθεσιν να ταξιδεύση επί του τοιούτου πλοίου άνευ της συναινέσεως είτε του πλοιοκτήτου, αντιπροσώπου ή πλοιάρχου, είτε αξιωματικού ή του υπευθύνου διά το πλοίον ή ετέρου τινός προσώπου έχοντος το δικαίωμα να παράσχη τοιαύτην συναίνεσιν είναι ένοχος αδικήματος και εν περιπτώσει καταδίκης υπόκειται εις φυλάκισιν διά διάστημα μη υπερβαίνον τους εξ μήνας ή εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας .450 ή εις αμφοτέρας τας ποινάς της φυλακίσεως και της χρηματικής τοιαύτης.
89Α. Παρά τας διατάξεις οιουδήποτε Νόμου ή οιωνδήποτε Κανονισμών προνοούντων περί του εναντίου, ουδεμία αναγκαστική εργασία δύναται να επιβληθή εις οιονδήποτε καταδικασθέντα εις φυλάκισιν-
(α) δι’ οιονδήποτε αδίκημα δυνάμει του άρθρου 76 ή της παραγράφου (γ) του άρθρου 79~
(β) διά το αδίκημα συμπράξεως μεθ’ ετέρου μέλους του πληρώματος εν τη επιδείξει ανυπακοής εις δοθείσας νομίμους διαταγάς δυνάμει της υποπαραγράφου (ii) της παραγράφου (ε) του άρθρου 79.
- 46/1963
- 24/1976
90. Εν τω παρόντι Μέρει, εκτός εάν άλλως προκύπτη εκ του κειμένου:
“Επιθεωρητής Εργασίας” σημαίνει δημόσιον υπάλληλον του Υπουργείου Εργασίας, επί τούτω υποδεικνυόμενον υπό του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων~
“νεαρόν πρόσωπον” σημαίνει πρόσωπον συμπληρώσαν το δέκατον έκτον, ουχί όμως το δέκατον όγδοον έτος της ηλικίας του~
“παιδίον” σημαίνει πρόσωπον μη συμπληρώσαν το δέκατον έκτον έτος της ηλικίας του.
91. Ανεξαρτήτως παντός διαλαμβανομένου εν τω παρόντι Νόμω ή εν οιωδήποτε ετέρω Νόμω, αι διατάξεις του παρόντος Μέρους εφαρμόζονται επί μισθώσεως ή εργασίας παιδίων ή νεαρών προσώπων επί Κυπριακών πλοίων.
92.-(1) Απαγορεύεται η επί Κυπριακού πλοίου μίσθωσις ή εργασία παιδίου εκτός εάν τούτο είναι Κυπριακόν πλοίον εφ’ ου εργάζονται μόνον πρόσωπα ανήκοντα εις την αυτήν οικογένειαν.
(2) Απαγορεύεται η επί Κυπριακού πλοίου μίσθωσις ή εργασία νεαρού προσώπου ως ανθρακέως (trimmer) ή θερμαστού.
(3) Απαγορεύεται η μίσθωσις ή εργασία νεαρού προσώπου υφ’ οιανδήποτε ετέραν ιδιότητα εν τω μηχανοστασίω Κυπριακού πλοίου, εκτός εάν υποστή την τελικήν δοκιμασίαν εις ανεγνωρισμένην μαθητείαν περί την εργασίαν εν τω μηχανοστασίω.
(4) Ανεξαρτήτως των απαγορεύσεων ή περιορισμών των προβλεπομένων εν τοις προηγουμένοις εδαφίοις ή εν οιαδήποτε διατάξει του παρόντος Μέρους, ο Επιθεωρητής Εργασίας δύναται εις οιανδήποτε επί μέρους περίπτωσιν να απαγορεύση ή θέση περιορισμούς επί της μισθώσεως ή εργασίας νεαρού προσώπου επί ειδικού τινος Κυπριακού πλοίου ή εις ειδικάς επιχειρήσεις, εάν η επί τοιούτου πλοίου ή εις τοιαύτας επιχειρήσεις μίσθωσις ή εργασία συνεπάγεται ειδικούς κινδύνους διά την ζωήν ή υγείαν του ατόμου.
93.-(1) Ο πλοίαρχος και άπαντες οι ανώτεροι του νεαρού προσώπου ναυτικοί επέχουν υποχρέωσιν όπως μεριμνώσιν ίνα μη νεαρά πρόσωπα ασχολώνται εις εργασίας ανωτέρας των φυσικών αυτών δυνάμεων.
(2) Ο πλοίαρχος οφείλει-
(α) να λαμβάνη τας αναγκαίας προφυλάξεις και να εκδίδη τας αναγκαίας οδηγίας διά την προστασίαν της ζωής, υγείας και ηθών των επί του πλοίου εργαζομένων νεαρών προσώπων~
(β) να πληροφορή τα επί του πλοίου εργαζόμενα νεαρά πρόσωπα και προ της μισθώσεως αυτών, περί των κινδύνων σωματικής βλάβης ή νόσων εις ους θα εκτίθενται διαρκούσης της μισθώσεως ή εργασίας αυτών, ειδικώτερον επί εργασιών σχετιζομένων με τας μηχανάς, ή διεξαγομένων εις επικινδύνους τόπους εργασίας, και κατά διαστήματα να καθοδηγή τα πρόσωπα ταύτα περί του τρόπου χρήσεως συσκευών ή ετέρων μέτρων προστασίας κατά τοιούτων κινδύνων, ως και περί των κανόνων συμπεριφοράς οίτινες δέον να τηρώνται διαρκούσης της τοιαύτης μισθώσεως ή εργασίας.
94. Αι διατάξεις αι αφορώσαι τας εν θαλάσση ή εις λιμένας ώρας εργασίας νεαρών προσώπων εφαρμόζονται υπό τας ακολούθους τροποποιήσεις:
Επί Κυπριακών πλοίων ανεγνωρισμένων υπό του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και του Υπουργού ως πλοίων εκπαιδευτικών, νεαρά πρόσωπα δύνανται, διά την εκπαίδευσιν αυτών, να εργάζωνται πέραν των καθ’ ημέραν ωρών εργασίας εν θαλάσση μέχρι δύο ωρών ημερησίως κατά μέσον όρον, του μέσου τούτου όρου υπολογιζομένου καθ’ εβδομάδα, συμφώνως προς Κανονισμούς καθορίζοντας την εκπαίδευσιν δι’ εργασίαν ναυτικών επί πλοίων εξωτερικού.
95.-(1) Νεαρά πρόσωπα δύνανται να εργάζωνται καθ’ υπερωρίαν κατά τρόπον όμως ώστε η περίοδος εργασίας να μη υπερβαίνη τας εννέα ώρας ημερησίως, και τας πεντήκοντα ώρας εβδομαδιαίως.
(2) Νεαρά πρόσωπα εργάζονται καθ’ υπερωρίαν μόνον εφ’ όσον δεν είναι διαθέσιμα ενήλικα μέλη του πληρώματος.
(3) Δι’ έκαστην ώραν υπερωριακής εργασίας νεαρών προσώπων καταβάλλεται επιμίσθιον ως ήθελε καθορισθή.
96.-(1) Έκαστον νεαρόν πρόσωπον όπερ ασχολείται εις συνεχή εργασίαν πλέον των τεσσάρων και ημισείας ωρών, δικαιούται διαλείμματος ημισείας τουλάχιστον ώρας προς ανάπαυσιν, ή δύο διαλειμμάτων εξ ενός τετάρτου τουλάχιστον εκάστου, άτινα και θα καθορίζωνται εκ των προτέρων.
(2) Ουδέν νεαρόν πρόσωπον θα εργοδοτήται ή θα ασχολήται συνεχώς πλέον των τεσσάρων και ημισείας ωρών άνευ διαλείμματος προς ανάπαυσιν διαρκείας τουλάχιστον δεκαπέντε λεπτών.
97. Απαγορεύεται η εργασία νεαρών προσώπων εν καιρώ νυκτός μεταξύ της ογδόης μεταμεσημβρινής και της έκτης πρωϊνής, εκτός οσάκις τα πρόσωπα ταύτα ασκώσι καθήκοντα φυλάκων.
98.-(1) Άπαξ καθ’ εκάστην εβδομάδα, και εφ’ όσον τούτο είναι δυνατόν καθ’ εκάστην Κυριακήν, έκαστον νεαρόν πρόσωπον δικαιούται εις εικοσιτεσσάρων τουλάχιστον ωρών συνεχή περίοδον αναπαύσεως, της περιόδου ταύτης αρχομένης αμέσως μετά την νυκτερινήν ανάπαυσιν.
(2) Παρέχεται ωσαύτως τοιαύτη περίοδος αναπαύσεως καθ’ εκάστην εορτήν ήτις συμπίπτει εις εργάσιμον ημέραν.
(3) Εάν εκ λόγων υπηρεσιακών δεν δύναται να παρασχεθή η προνοουμένη εν εδαφίω (1) περίοδος αναπαύσεως εις νεαρόν πρόσωπον εις ο ανετέθησαν καθήκοντα φύλακος διά μίαν ολόκληρον εβδομάδα εν θαλάσση, η τοιαύτη περίοδος αναπαύσεως συμπληρούται εις μίαν των επομένων εβδομάδων~ εάν εκ λόγων υπηρεσιακών τούτο δεν δύναται να γίνη προ της ενάρξεως της ετησίας αδείας, η άδεια παρατείνεται κατά τον αριθμόν των μη παρασχεθεισών περιόδων αναπαύσεως.
99.-(1) Εν παντί Κυπριακώ πλοίω τηρούνται εν τω νενομισμένω και υπό του Υπουργού εγκεκριμένω τύπω εν επίσημον ημερολόγιον, εν ημερολόγιον μηχανοστασίου και εν ημερολόγιον ασυρμάτου.
(2) Τα τοιαύτα επίσημα ημερολόγια άτινα διαφέρουσιν αναλόγως της κατηγορίας του πλοίου, εμπεριέχουσι τον αναγκαίον χώρον διά την διενέργειαν των υπό του παρόντος Νόμου επιβαλλομένων εγγραφών.
(3) Το ημερολόγιον μηχανοστασίου τηρείται υπό του Πρώτου Μηχανικού, και το ημερολόγιον ασυρμάτου υπό του ασυρματισμού. Αι εν τω ημερολογίω εγγραφαί διενεργούνται καθ’ εκάστην ημέραν και υπογράφονται υπό του έχοντος την φύλαξιν αυτών.
(4) Ο πλοίαρχος ή ο πλοιοκτήτης αποφασίζει κατά το δοκούν εάν το επίσημον ημερολόγιον θα είναι διακεκριμένον του συνήθους ημερολογίου του πλοίου ή ενιαίον μετ’ αυτού, εν πάση όμως περιπτώσει τα φύλλα του επισήμου ημερολογίου δέον όπως πληρούνται προσηκόντως.
(5) Αι υπό του παρόντος Νόμου απαιτούμεναι εγγραφαί εν τω επισήμω ημερολογίω γίνονται το ταχύτερον δυνατόν μετά το συμβεβηκός εις ο αύται αφορώσιν, εάν δε δεν γενώσι την αυτήν ημέραν μετά του συμβεβηκότος, εγγράφεται τόσον η ημερομηνία καθ’ ην επεσυνέβη το συμβεβηκός ως και η ημερομηνία καθ’ ην εγένετο η αφορώσα εις τούτο εγγραφή~ εάν δε αφορά εις συμβεβηκός επισυμβάν προ της αφίξεως του πλοίου εις τον λιμένα εκφορτώσεως αυτού, η εγγραφή γίνεται ουχί βραδύτερον των εικοσιτεσσάρων ωρών από της τοιαύτης αφίξεως.
(6) Πάσα εγγραφή εν τω επισήμω ημερολογίω υπογράφεται υπό του πλοιάρχου και προσυπογράφεται υπό του αξιωματικού ή ετέρου μέλους του πληρώματος, ωσαύτως δε-
(α) εάν αφορά εις ασθένειαν, σωματικήν βλάβην ή θάνατον, υπό του τυχόν ευρισκομένου επί του πλοίου χειρούργου ή ιατρού~
(β) εάν αφορά εις μισθούς οφειλομένους εις αποθανόντα ναυτικόν ή μαθητευόμενον, υπό του αξιωματικού και υπό τινος μέλους του πληρώματος επιπλέον του πλοιάρχου.
(7) Εγγραφαί γενόμεναι εν τω επισήμω ημερολογίω κατά τον προβλεπόμενον υπό του παρόντος Νόμου τρόπον γίνονται δεκταί ως αποδεικτικά στοιχεία.
100. Εν τω επισήμω ημερολογίω εγγράφονται υπό του πλοιάρχου, ή κατ’ επιταγήν αυτού, τα ακόλουθα ζητήματα:
(α) αι ναυτιλιακαί και μετεωρολογικαί ενδείξεις, ως και έκθεσις περί παντός ουσιώδους συμβεβηκότος~
(β) αι καταδίκαι μέλους του πληρώματος υπό δικαστηρίου, ως και αι επιβληθείσαι ποιναί~
(γ) τα υπό μελών του πληρώματος διαπραχθέντα αδικήματα ων σκοπείται η ποινική δίωξις, ή αναφορικώς προς άτινα σκοπείται η επιβολή κατασχέσεως, ή η επιβολή προστίμου, ως και δήλωσις περί την παροχήν αντιγράφου ή την ανάγνωσιν της τοιαύτης εγγραφής, και την τυχόν δοθείσαν απάντησιν εις την προσαχθείσαν κατηγορίαν, ως επιβάλλεται υπό του παρόντος Νόμου, ή αναλόγως της περιπτώσεως, υπό του Κώδικος~
(δ) τα επί του πλοίου τιμωρούμενα αδικήματα, ως και η επιβληθείσα τιμωρία~
(ε) έκθεσις περί την συμπεριφοράν, χαρακτήρα και προσόντα ενός εκάστου μέλους του πληρώματος, ή περί την άρνησιν αυτού όπως εκφέρη γνώμην επί των στοιχείων τούτων~
(στ) ασθένεια και σωματικαί βλάβαι μελών του πληρώματος, η φύσις αυτών και η τυχόν υιοθετηθείσα ιατρική θεραπεία~
(ζ) γάμοι τελούμενοι επί του πλοίου, το όνομα και η ηλικία των εις γάμον συνερχομένων~
(η) το όνομα παντός ναυτικού ή μαθητευομένου όστις απώλεσε την ιδιότητα αυτού ως μέλους του πληρώματος άλλως ή λόγω θανάτου, ομού μετά του τόπου, χρόνου, τρόπου και αιτίας δι’ ην εχώρησε το τοιούτον γεγονός~
(θ) μισθοί οφειλόμενοι εις αποβιώσαντα διαρκούντος του πλου ναυτικόν ή μαθητευόμενον, και το ολικόν ποσόν των εκ τοιούτων μισθών γενομένων κατακρατήσεων~
(ι) η πώλησις των προσωπικών αντικειμένων ναυτικού ή μαθητευομένου αποβιώσαντος διαρκούντος του πλου~
(κ) αι μεθ’ ετέρων πλοίων συγκρούσεις, και αι περιστάσεις υφ’ ας έλαβον χώραν αι τοιαύται συγκρούσεις~
(λ) τα δυστυχήματα άτινα το πλοίον υπέστη ή προεκάλεσεν, και άτινα είχον ως αποτέλεσμα απώλειαν ζωής ή σοβαράν σωματικήν βλάβην προσώπου τινός, ή ουσιώδη ζημίαν εις το πλοίον επηρεάζουσαν την πλοϊμότητα αυτού ή την ικανότητα αυτού καθ’ όσον αφορά ταο σκάφος, τον εξοπλισμόν ή τα μηχανήματα αυτού ως και πάσα προσάραξις του πλοίου~
(μ) παν έτερον ζήτημα ούτινος η εγγραφή επιβάλλεται υπό του παρόντος Νόμου ή καθορίζεται ύστερον.
101.-(1) Εν παντί Κυπριακώ πλοίω τηρείται το καθωρισμένον ναυτολόγιον διά την κατηγορίαν εις ην το πλοίον τούτο ανήκει.
(2) Εν τω ναυτολογίω του πλοίου εγγράφονται άπαντες οι μισθωθέντες επί του πλοίου ναυτικοί ως και οι όροι της μισθώσεως αυτών και έτερα καθωρισμένα ζητήματα.
(3) Το ναυτολόγιον του πλοίου παραδίδεται εν τω καθωρισμένω τρόπω υπό του Λιμενικού Λειτουργού εις τον πλοίαρχον προ του απόπλου του πλοίου εκ του λιμένος.
(4) Ο πλοίαρχος οφείλει να επιτρέπη διαρκούντος του πλου την υπό παντός ενδιαφερομένου μέλους του πληρώματος εξέτασιν του ναυτολογίου.
102.-(1) Εάν επίσημον ημερολόγιον ή το ναυτολόγιον, ούτινος η τήρησις επιβάλλεται υπό του παρόντος Μέρους, δεν τηρήται εν ω τρόπω επιβάλλει το τοιούτον Μέρος, ή εάν αι υπό του παρόντος Νόμου επιβαλλόμεναι εγγραφαί δεν γίνωνται καθ’ ον χρόνον και εν ω τρόπω επιβάλλει ο παρών Νόμος, ο πλοίαρχος είναι ένοχος αδικήματος δι’ εκάστην τοιαύτην παράλειψιν, εν περιπτώσει δε καταδίκης υπόκειται εις χρηματικήν ποινήν ήτις, εξαιρουμένων των περιπτώσεων των προβλεπομένων υπό των άρθρων 104 και 106, δεν δύναται να υπερβαίνη τας . 250.
(2) Πας όστις προβαίνει εις εγγραφήν, ή προάγει ή συνδράμει έτερον εις την διενέργειαν εγγραφής ως εν τοις ανωτέρω εν τινι επισήμω ημερολογίω ή εν τω ναυτολογίω, αναφορικώς προς συμβεβηκός γενόμενον προ της αφίξεως του πλοίου εις τον τελικόν λιμένα εκφορτώσεως αυτού μετά την πάροδον εικοσιτεσσάρων ωρών από της τοιαύτης αφίξεως, είναι ένοχος αδικήματος και εν περιπτώσει καταδίκης υπόκειται εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας .500.
(3) Πας όστις δολίως καταστρέφει, παραποιεί ή καθιστά δυσανάγνωστον οιανδήποτε των εν τοις ανωτέρω εγγραφών εν τω επισήμω ημερολογίω ή εν τω ναυτολογίω του πλοίου, ή δολίως διενεργεί, ή προάγει ή συνδράμει έτερον εις την διενέργειαν ψευδούς ή δολίας εγγραφής ή παραλείψεως εγγραφής εν τοιούτω ημερολογίω ή ναυτολογίω, είναι ένοχος αδικήματος και εν περιπτώσει καταδίκης υπόκειται εις φυλάκισιν διά διάστημα μη υπερβαίνον το εν έτος, ή εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας .1000, ή εις αμφοτέρας τας ποινάς της φυλακίσεως και της χρηματικής τοιαύτης.
103.-(1) Ο πλοίαρχος παντός πλοίου εξωτερικού οφείλει όπως εντός εικοσιτεσσάρων ωρών προ του απόπλου ή μετά την άφιξιν πλοίου εις τινα λιμένα, ή άμα τη απολύσει του πληρώματος, οιονδήποτε των τοιούτων γεγονότων ήθελεν επισυμβή πρώτον, παραδώση ή υποβάλη εις τον Λιμενικόν Λειτουργόν ή τον προξενικόν υπάλληλον της Δημοκρατίας τα επίσημα ημερολόγια και το ναυτολόγιον περί τον σχετικόν πλουν.
(2) Ο πλοίαρχος ή ο πλοιοκτήτης παντός Κυπριακού πλοίου, εξαιρουμένων των πλοίων εξωτερικού, οφείλει όπως εντός είκοσι και μιας ημερών από της τριακοστής Ιουνίου και της τριακοστής πρώτης Δεκεμβρίου εκάστου έτους, υποβάλλη ή παραδίδη εις τον Λιμενικόν Λειτουργόν τα επίσημα ημερολόγια και το ναυτολόγιον του πλοίου, τα αφορώντα εις το αμέσως προηγούμενον εξάμηνον.
(3) Ο Λιμενικός Λειτουργός ή ο προξενικός υπάλληλος της Δημοκρατίας άμα ως παραδοθή ή υποβληθή αυτώ συμφώνως τω παρόντι άρθρω επίσημον ημερολόγιον ή ναυτολόγιον πλοίου, εκδίδει εις τον πλοίαρχον ή τον πλοιοκτήτην πιστοποιητικόν πιστοποιούν το γεγονός τούτο, δύναται δε να παρεμποδίση τον απόπλουν πλοίου εμπίπτοντος εις τας διατάξεις του παρόντος άρθρου μέχρις ου πληρωθώσιν οι όροι εκ της πληρώσεως των οποίων ήρτηται η έκδοσις του πιστοποιητικού.
(4) Ο Λιμενικός Λειτουργός ή ο προξενικός υπάλληλος της Δημοκρατίας προ του απόπλου του πλοίου παραδίδει εις τον πλοίαρχον το επίσημον ημερολόγιον και το ναυτολόγιον επιθεωρημένα και επικεκυρωμένα εν τω καθωρισμένω τρόπω.
(5) Ο πλοίαρχος ή ο πλοιοκτήτης όστις άνευ ευλόγου αιτίας παραλείπει να παραδώση ή υποβάλη επίσημον ημερολόγιον ή ναυτολόγιον πλοίου συμφώνως τω παρόντι άρθρω, είναι ένοχος αδικήματος και εν περιπτώσει καταδίκης υπόκειται εις χρηματικήν ποινήν εκ .250.
104.-(1) Οσάκις λόγω μεταβιβάσεως της πλοιοκτησίας Κυπριακού πλοίου ή λόγω μεταβολής του τρόπου εκμεταλλεύσεως αυτού, τα επίσημα ημερολόγια και το ναυτολόγιον δεν είναι πλέον αναγκαία δι’ αυτό, ή δεν χρειάζονται συγχρόνως, ο πλοίαρχος ή ο πλοιοκτήτης του πλοίου οφείλει όπως, εάν μεν το πλοίον ευρίσκεται εν τη Δημοκρατία εντός ενός μηνός, εάν δε ευρίσκεται αλλαχού εντός εξ μηνών από του τοιούτου γεγονότος, παραδώση ή υποβάλη εις τον Λιμενικόν Λειτουργόν τα επίσημα ημερολόγια και το ναυτολόγιον του πλοίου προσηκόντως τηρηθέντα μέχρι του χρόνου καθ’ ον επεσυνέβη το τοιούτον γεγονός.
(2) Ο πλοίαρχος ή πλοιοκτήτης απωλεσθέντος ή εγκαταλειφθέντος Κυπριακού πλοίου οφείλει όπως το ταχύτερον, εφ’ όσον τούτο είναι πρακτικώς δυνατόν, παραδώση ή υποβάλη εις τον Λιμενικόν Λειτουργόν τα επίσημα ημερολόγια και το ναυτολόγιον του πλοίου προσηκόντως τηρηθέντα μέχρι του χρόνου καθ’ ον επεσυνέβη η απώλεια ή εγκατάλειψις.
(3) Ο πλοίαρχος ή πλοιοκτήτης όστις άνευ ευλόγου αιτίας δεν συμμορφούται προς τας διατάξεις του παρόντος άρθρου, είναι ένοχος αδικήματος και εν περιπτώσει καταδίκης υπόκειται εις χρηματικήν ποινήν εκ .250.
105. Ο Διευθυντής τη βοηθεία των υποβαλλομένων αυτώ συμφώνως τω παρόντι Νόμω εγγράφων και διά παντός ετέρου μέσου εν τη κατοχή αυτού, τηρεί παρά τω γραφείω αυτού και εν τω καθωρισμένω τύπω μητρώον απάντων των επί Κυπριακών πλοίων υπηρετούντων προσώπων.
106.-(1) Ο πλοίαρχος παντός Κυπριακού πλοίου καταχωρεί το ταχύτερον δυνατόν εν τω επισήμω ημερολογίω ή άλλως πως το γεγονός της γεννήσεως ή του θανάτου προσώπου επισυμβάντος επί του πλοίου, ως και τα αφορώντα εις την γέννησιν ή θάνατον καθωρισμένα ή γνωστά αυτώ στοιχεία.
(2) Άμα τη αφίξει τοιούτου πλοίου εις τινα λιμένα της Δημοκρατίας ο πλοίαρχος παραδίδει ή υποβάλλει εις τον Διευθυντήν έκθεσιν εν τω καθωρισμένω τύπω περί απάντων των υπ’ αυτού καταχωρηθέντων στοιχείων αναφορικώς προς την γέννησιν ή τον θάνατον προσώπου τινός επί του τοιούτου πλοίου.
(3) Ο Διευθυντής αποστέλλει κεκυρωμένον αντίγραφον των αφορωσών εις γεννήσεις ή θανάτους εκθέσεων, εις τον επί των γεννήσεων και θανάτων Ληξίαρχον της Δημοκρατίας, όστις προβαίνει εις την καταχώρησιν αυτών~ τα τοιαύτα κεκυρωμένα αντίγραφα λογίζονται δι’ άπαντας τους σκοπούς του περί Εγγραφής Γεννήσεων και Θανάτων Νόμου ως κεκυρωμένον αντίγραφον ληξιαρχικής πράξεως.
(4) Ο πλοίαρχος παντός πλοίου όστις δεν συμμορφούται προς οιανδήποτε των διατάξεων του παρόντος άρθρου είναι ένοχος αδικήματος και εν περιπτώσει καταδίκης υπόκειται εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας .500.
107. Ο Λιμενικός Λειτουργός ή ο προξενικός υπάλληλος της Δημοκρατίας έχει υπό την φύλαξιν αυτού άπαντα τα έγγραφα άτινα δυνάμει του παρόντος Νόμου παραδίδονται ή υποβάλλονται εις αυτόν, ή κατακρατούνται υπ’ αυτού, και φυλάττει αυτά διά τοσούτον χρόνον ως ήθελε κριθή αναγκαίος διά την διευθέτησιν πάσης υποθέσεως ήτις ήθελε προκύψει εν τω λιμένι της αρμοδιότητος αυτού, ή δι’ οιονδήποτε έτερον νόμιμον σκοπόν, και εφ’ όσον είναι αναγκαίον προσάγει αυτά δι’ οιονδήποτε των τοιούτων σκοπών~ είτα δε υποβάλλει τα τοιαύτα έγγραφα εις τον Διευθυντήν όστις καταχωρεί και διαφυλάττει ταύτα~ τα τοιαύτα έγγραφα γίνονται δεκτά ως αποδεικτικά στοιχεία εν ω τρόπω προβλέπεται εν τω παρόντι Νόμω, και τη καταβολή του καθωρισμένου τέλους υπόκεινται ελευθέρως εις εξέτασιν υπό παντός προσώπου.
108.-(1) Εάν διαρκούντος του πλου Κυπριακού πλοίου, ο πλοίαρχος απομακρυνθή, αντικατασταθή ή άλλως εγκαταλείψη το πλοίον, και έτερον πρόσωπον αναλάβη την διακυβέρνησιν του πλοίου, ούτος παραδίδει εις τον διάδοχον αυτού άπαντα τα υπό την φύλαξιν αυτού έγγραφα άτινα αφορώσιν εις την διακυβέρνησιν του πλοίου και το πλήρωμα αυτού~ εάν άνευ ευλόγου αιτίας παραλείψη να πράξη τούτο είναι ένοχος αδικήματος και εν περιπτώσει καταδίκης υπόκειται εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας .750.
(2) Ο διάδοχος παντός πλοιάρχου ευθύς ως αναλάβη την διακυβέρνησιν του πλοίου εγγράφει εν τω επισήμω ημερολογίω κατάλογον των ούτω παραδοθέντων αυτώ εγγράφων.
109.-(1) Το Υπουργικόν Συμβούλιον θα εκδώση Κανονισμούς δημοσιευθησομένους εν τη επισήμω εφημερίδι της Δημοκρατίας προνοούντας περί απάντων των ακολούθων ζητημάτων:
(α) περί του καθορισμού παντός ζητήματος όπερ δυνάμει του παρόντος Νόμου χρήζει, ή είναι δεκτικόν καθορισμού·
(β) περί παντός ζητήματος δι’ ο δύνανται να εκδοθώσι κανονισμοί δυνάμει του παρόντος Νόμου·
(γ) περί της συνθέσεως και αριθμού του πληρώματος εκάστης κατηγορίας πλοίων·
(δ) [Διαγράφηκε].
(ε) περί δοκίμων αξιωματικών και των διεπόντων αυτούς όρων·
(στ) περί ωρών εργασίας, ωρών αναπαύσεως και περί αδειών·
(ζ) περί του εδεσματολογίου του πληρώματος και περί ετέρων ζητημάτων αφορώντων εις την ευημερίαν του πληρώματος·
(η) περί της εκδόσεως δελτίων ταυτότητος του πληρώματος, περί του τύπου των τοιούτων δελτίων, ως και περί των προϋποθέσεων εκδόσεως και ανακλήσεως αυτών·
(θ) περί εγγράφων και εντύπων της αποδεικτικής ισχύος, και της εκ παντός τέλους χαρτοσήμου εξαιρέσεως αυτών·
(ι) περί του καθορισμού των πληρωτέων τελών αναφορικώς προς οιονδήποτε ζήτημα δυνάμει του παρόντος Νόμου.
(2) Το Υπουργικόν Συμβούλιον δύναται να εκδώση Κανονισμούς δημοσιευθησομένους εν τη επισήμω εφημερίδι της Δημοκρατίας διά την καλυτέραν γενικώς εφαρμογήν των διατάξεων και επιδιώξεων του παρόντος Νόμου.
(3) Οι τοιούτοι Κανονισμοί δύνανται να προνοώσι ότι παράβασις παντός τοιούτου Κανονισμού επάγεται ποινήν φυλακίσεως διά διάστημα μη υπερβαίνον τους εξ μήνας, ή χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας· 450, ή αμφοτέρας τας ποινάς της φυλακίσεως και της χρηματικής τοιαύτης.
- 46/1963
- 25/1969
- 101(I)/2002
110. Το Ανώτατον Δικαστήριον δύναται να εκδώση Διαδικαστικόν Κανονισμόν δημοσιευόμενον εν τη επισήμω εφημερίδι της Δημοκρατίας δι’ ου θα ρυθμίζεται η πρακτική και η δικονομία η διέπουσα οιανδήποτε διαδικασίαν ήτις ήθελεν αχθή ενώπιον παντός δικαστηρίου δυνάμει του παρόντος Νόμου.
111. Αίρεται η εν τη Δημοκρατία εφαρμογή του Μέρους ΙΙ του περί Εμπορικής Ναυτιλίας Νόμου του 1895 εν ω διαλαμβάνονται τα άρθρα 92 έως 266, αμφοτέρων των άρθρων τούτων περιλαμβανομένων, ως και η εφαρμογή των άρθρων 31, 32, 40 και 45 του περί Εμπορικής Ναυτιλίας Νόμου του 1906.
Ο παρών Νόμος [Σ.Σ.: δηλαδή ο Ν. 101(Ι)/2002] τίθεται σε ισχύ κατά την ημερομηνία προσχώρησης της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Ο παρών Νόμος [Σ.Σ.: δηλαδή ο Ν. 233(Ι)/2002] τίθεται σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου του 2003.