5.-(1) Η Αναθεωρητική Επιτροπή συντίθεται εκ τριών προσώπων, εκ των οποίων οι δύο απαραιτήτως δέον να είναι νομικοί ή πρώην δικαστικοί, οριζομένων υπό της Επιτροπής Διοικήσεως επί διετεί θητεία.
(2) Ο Πρόεδρος της Αναθεωρητικής Επιτροπής ορίζεται διά της περί διορισμού των μελών αυτής αποφάσεως, προτιμωμένου του έχοντος νομικήν κατάρτισιν, δικαστικού ή άλλου νομικού. Εν εκ των μελών της Επιτροπής ορίζεται υπ’ αυτής ως Γραμματεύς.
(3) Εις τας συνεδριάσεις της Αναθεωρητικής Επιτροπής παρίστανται άνευ ψήφου παρέχοντες τα αναγκαία στοιχεία-
(α) ο Διευθυντής Γραφείου Παιδείας ή ο οικείος Τμηματάρχης,
(β) ο ενδιαφερόμενος καθηγητής, διδάσκαλος ή υπάλληλος,
(γ) εκπρόσωπος της οικείας σχολικής εφορείας προκειμένου περί καθηγητού ή υπαλλήλου,
(δ) ως παρατηρητής, εις εκπρόσωπος της οικείας οργανώσεως, ης ο καθηγητής, ο διδάσκαλος ή ο υπάλληλος είναι μέλος, κατέχων, ει δυνατόν, την ανωτάτην βαθμίδα εν τη εκπαιδευτική ή υπαλληλική ιεραρχία αναλόγως της περιπτώσεως.
Η Αναθεωρητική Επιτροπή συνεδριάζει και εν απουσία τινός ή πάντων τούτων, εάν ούτοι προσεκλήθησαν δεόντως.
(4) Η αρμοδιότης της Αναθεωρητικής Επιτροπής συνίσταται εις την εξέτασιν παραπόνων κατ’ αποφάσεων της Επιτροπής Διορισμών υποβαλλομένων υπό του δικαιουμένου προς τούτο καθηγητού, διδασκάλου ή υπαλλήλου κοινοτικού σχολείου. Η αρμοδιότης αύτη επεκτείνεται και εις πάσαν περίπτωσιν καθ’ ην κοινοτικός νόμος ή κανονισμός καθιεροί ειδικώς δικαίωμα προσφυγής εις την Επιτροπήν ταύτην.
(5) Η Αναθεωρητική Επιτροπή έχει αρμοδιότητα να εξετάση παράπονα εναντίον αποφάσεων του Πειθαρχικού Συμβουλίου προκειμένου περί περικοπής μισθού, καθυστερήσεως προσαυξήσεων, υποβιβασμού και προσωρινής ή οριστικής παύσεως.
(6) Η Αναθεωρητική Επιτροπή συνεδριάζει εν ολομελεία και αποφασίζει δι’ απολύτου πλειοψηφίας.
(7) Την Αναθεωρητικήν Επιτροπήν συγκαλεί ο Πρόεδρος αυτής δι’ εγγράφου προσκλήσεως αναγραφούσης τον τόπον και χρόνον συνεδριάσεως ως και τα συζητητέα θέματα και αποστελλομένης προς άπαντα τα μέλη της Επιτροπής ως και τους κατά νόμον δικαιουμένους να παρευρίσκωνται εις τας συνεδριάσεις, οκτώ τουλάχιστον ημέρας προ της συνεδριάσεως.
(8) Τας σχετικάς αιτήσεις ως και τα απαραίτητα διά την εξέτασιν της υποθέσεως στοιχεία συγκεντρώνει και ταξινομεί ο Πρόεδρος της Επιτροπής ή κατ’ εντολήν αυτού ο Γραμματεύς αυτής.
(9) Δι’ εκάστην περίπτωσιν παραπόνου, ανοίγεται ειδικός φάκελος εις ον τίθενται πλην του παραπόνου αντίγραφον της διοικητικής πράξεως ή των πράξεων καθ’ων στρέφεται το παράπονον, η επί της υποθέσεως έκθεσις του υπευθύνου Τμηματάρχου μετά των παρατηρήσεων του Διευθυντού Γραφείου Παιδείας ως και παν έγγραφον σχέσιν έχον με την υπόθεσιν, μέχρι της εκκαθαρίσεως αυτής. Οι τοιούτοι φάκελοι είναι εμπιστευτικοί υπό την ευθύνην του Προέδρου της Αναθεωρητικής Επιτροπής το δε περιεχόμενον τούτων δεν δύναται να αποκαλυφθή, ειμή μόνον εις τον Πρόεδρον της Συνελεύσεως ή την Επιτροπήν Διοικήσεως.
(10) Αι συνεδριάσεις της Αναθεωρητικής Επιτροπής είναι μυστικαί.
(11) Εις εκάστην συνεδρίασιν τηρούνται πρακτικά υπογραφόμενα μετά το πέρας της συνεδριάσεως υπό πάντων των μελών της Επιτροπής.
(12) Η Αναθεωρητική Επιτροπή δύναται εν συνεδριάσει κατά πάντα χρόνον να ζητήση την αποχώρησιν πάντων των κατά νόμον δικαιουμένων να παρίστανται εις την συνεδρίασιν, εφ’ όσον επιθυμή να διασκεφθή.
(13) Η διάσκεψις των μελών της Αναθεωρητικής Επιτροπής είναι εμπιστευτικής φύσεως απαγορευομένης της υφ’ οιουδήποτε μέλους γνωστοποιήσεως εις τρίτους της γνώμης οιουδήποτε μέλους της Επιτροπής, μηδέ της ιδίας αυτού γνώμης εξαιρουμένης.
(14) Προσφυγή ενώπιον της Αναθεωρητικής Επιτροπής δέον να κατατεθή εντός δεκαπέντε ημερών από της δημοσιεύσεως ή κοινοποιήσεως της πράξεως ή αποφάσεως καθ’ης η προσφυγή εις τον ενδιαφερόμενον. Η προθεσμία αύτη επεκτείνεται εις τριάκοντα ημέρας διά τους απουσιάζοντας εκ Κύπρου. Η προσφυγή δυνατόν να γίνη και πέραν των καθοριζομένων χρονικών ορίων, εάν ο αιτητής πείση τα μέλη της Αναθεωρητικής Επιτροπής ότι η καθυστέρησις της προσφυγής ωφείλετο εις λόγους ανεξαρτήτους της θελήσεως του.
(15) Η Αναθεωρητική Επιτροπή δέον να προβή εις εξέτασιν της προσφυγής εντός είκοσι ημερών από της υποβολής ταύτης και άπαξ επιληφθείσα ταύτης οφείλει να διατυπώση το επί ταύτης ητιολογημένον πόρισμα αυτής.
(16) Η Αναθεωρητική Επιτροπή απορρίπτει άνευ εξετάσεως οιανδήποτε προσφυγήν-
(α) εάν περιέχωνται εν αυτή εκφράσεις καταφανώς υβριστικαί,
(β) εάν δεν αναφέρεται εις συγκεκριμένην διοικητικήν πράξιν,
(γ) εάν ο προσφεύγων δεν έχη έννομον συμφέρον προσωπικόν και άμεσον˙
(δ) εάν υπεβλήθη εκπροθέσμως˙
(ε) εάν η υπόθεσις εκφεύγη της αρμοδιότητος της Επιτροπής˙
(στ) εάν αύτη αποκλείηται ειδικώς δι’ οιουδήποτε νόμου ή κανονισμού.
(17) Εις περίπτωσιν καθ’ ην η προσβληθείσα πράξις ηκυρώθη ή ετροποποιήθη ο ενδιαφερόμενος δεν δικαιούται οιασδήποτε αποζημιώσεως, εκτός εάν η Επιτροπή Διοικήσεως κατ’ αίτησιν αυτού αποφασίση άλλως.
(18) Τα μέλη της Αναθεωρητικής Επιτροπής δικαιούνται εξόδων παραστάσεως κατά συνεδρίασιν, καθοριζομένων υπό της επιτροπής Διοικήσεως.
(19) Οι κατά νόμον δικαιούμενοι όπως παρίστανται εις τας συνεδριάσεις της Επιτροπής, δικαιούνται αδείας απουσίας εκ της υπηρεσίας.