60.-(1) Το Συμβούλιον εισπράττει το σύνολον του καθαρού προϊόντος εκ πωλήσεων ελαιοκομικών προϊόντων διενεργηθεισών υπό του Συμβουλίου διά λογαριασμόν των παραγωγών και διασφαλίζει ότι τα ούτω εισπραχθέντα χρηματικά ποσά κατανέμονται εις τους παραγωγούς κατά τοιούτον τρόπον, εις τοιαύτην αναλογίαν και εις τοιούτους χρόνους ως το Συμβούλιον ήθελεν εκάστοτε αποφασίσει και καθορίσει.
(2) Διά τους σκοπούς του εδαφίου (1) το Συμβούλιον δύναται, αναφορικώς προς ελαιοκομικά προϊόντα γενόμενα αποδεκτά και πωληθέντα υπό του Συμβουλίου, να προβή εις μεταγενεστέρας ή τελικάς πληρωμάς, ή αμφοτέρας, συμφώνως προς σύστημα κοινοπραξίας δυνάμει του οποίου το καθαρόν προϊόν πωλήσεων δύναται να συγκεντρωθή υπό του Συμβουλίου, βάσει του χρόνου, της κατηγορίας, της διαβαθμίσεως και του επιπέδου ποιότητος, και να κατανεμηθή εις τους παραγωγούς αναλόγως της συμμετοχής των εις εκάστην σχετικήν συγκέντρωσιν προϊόντων.
(3) Το Συμβούλιον δύναται να συμψηφίση μετά των αναλογούντων εις οιονδήποτε παραγωγόν χρημάτων το ποσόν οιασδήποτε βασικής τιμής καταβληθείσης εις αυτόν δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 59 και το ποσόν των εισφορών και τελών των καθορισθέντων δυνάμει των άρθρων 67 και 68 αντιστοίχως ή οιαδήποτε χρηματικά ποσά οφειλόμενα υπ’ αυτού εις το Συμβούλιον.
(4) Προς τον σκοπόν εξακριβώσεως του καθαρού προϊόντος πωλήσεως το οποίον δέον να καταβληθή εις οιονδήποτε παραγωγόν ελαιοκομικών προϊόντων παραδοθέντων εις το Συμβούλιον και γενομένων αποδεκτών υπ’ αυτού και γενικώς διά τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, η απόφασις του Συμβουλίου, ως προς την κατηγορίαν και το επίπεδον ποιότητος ελαιοκομικών προϊόντων, την μέθοδον καθορισμού των κατακρατήσεων αναφορικώς προς εισφοράς, τέλη και δαπάνας διενεργηθείσας κατά την υπό του Συμβουλίου εμπορίαν και πώλησιν των τοιούτων ελαιοκομικών προϊόντων διά λογαριασμόν του παραγωγού ή σχετικώς προς αυτάς, και γενικώς διά την μέθοδον καθορισμού του ποίον είναι πράγματι το καθαρόν προϊόν της πωλήσεως, είναι τελεσίδικος.