8.–(1) Μετά την πάροδον ενός μηνός, εν πάση περιπτώσει ουχί βραδύτερον των τριών μηνών, από της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος Νόμου καθ’ όσον αφορά το έτος 1972, καθ’ όσον δε αφορά έκαστον επόμενον τρίτον έτος κατά ή μετά την δεκάτην, ουχί δε βραδύτερον της τριακοστής πρώτης Ιανουαρίου εν εκάστω επομένω τρίτω έτει, το αρχαιότερον των μελών του Τοπικού Φαρμακευτικού Συλλόγου διά το έτος 1972 και ο Πρόεδρος της Επιτροπής του Τοπικού Φαρμακευτικού Συλλόγου δι’ εκάστην επομένην περίοδον τριών ετών, συγκαλεί άπαντα τα μέλη του τοιούτου Συλλόγου εις τακτικήν γενικήν συνέλευσιν εις χρόνος και τόπον καθορισθησόμενον υπ’ αυτού.
(2) Της τοιαύτης συνελεύσεως προεδρεύει το παριστάμενον εις ταύτην αρχαιότερον των μελών του Τοπικού Φαρμακευτικού Συλλόγου, απαρτίαν δε συνιστά το εν τέταρτον των συγκληθέντων μελών ή ο πλησιέστερος προς τούτο αριθμός :
(3) Η συνέλευσις εκλέγει εκ των μελών του Τοπικού Φαρμακευτικού Συλλόγου Επιτροπήν συγκειμένην εκ του Προέδρου και τεσσάρων μελών ων η θητεία διαρκεί μέχρι της επομένης εκλογής Επιτροπής του τοιούτου Συλλόγου.
(4) Μετά την εκλογήν της Επιτροπής η συνέλευσις προχωρεί και εκλέγει εκ των μελών του Τοπικού Φαρμακευτικού Συλλόγου, ουχί δε αναγκαίως εκ των μελών της Επιτροπής, αριθμόν Φαρμακοποιών ασκούντων το φαρμακευτικόν επάγγελμα επί πενταετίαν τουλάχιστον, ίνα ούτοι ομού μετά του Προέδρου του Τοπικού Φαρμακευτικού Συλλόγου εκπροσωπώσι τον οικείον Τοπικόν Φαρμακευτικόν Σύλλογον εις το Συμβούλιον μέχρι της επομένης εκλογής, ήτοι δύο Φαρμακοποιούς οσάκις ο αριθμός του Τοπικού Φαρμακευτικού Συλλόγου δεν υπερβαίνη τους είκοσι, τρεις οσάκις υπερβαίνη τους είκοσι αλλά δεν υπερβαίνη τους εξήκοντα και τέσσαρας εις πάσαν άλλην περίπτωσιν.
(5) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος άρθρου, η Επιτροπή δύναται να ρυθμίζη την άσκησιν των ιδίων αυτής αρμοδιοτήτων, τα της εσωτερικής αυτής λειτουργίας, και τον τρόπον διενεργείας εκλογών δυνάμει των εδαφίων (3) και (4), δύναται δε να επιβάλλη επί των μελών του Συλλόγου ετησίαν συνδρομήν μη υπερβαίνουσαν τας εξ λίρας.
(6) Η δυνάμει του εδαφίου (5) πληρωτέα συνδρομή δύναται να διεκδικηθή ως χρέος οφειλόμενον τη Επιτροπή άνευ δε επηρεασμού της υποχρεώσεως αυτού προς καταβολήν της συνδρομής ουδέν μέλος γίνεται δεκτόν εις οιανδήποτε συνέλευσιν συνερχομένην συμφώνως ταις διατάξεσι του παρόντος Νόμου, ουδέ είναι εκλέξιμον δυνάμει του αυτού Νόμου, εκτός εάν κατέβαλεν ήδη την δυνάμει του παρόντος Νόμου υπ’ αυτού πληρωτέαν συνδρομήν.