1. Ο παρών Νόμος θα αναφέρηται ως ο περί Φαρμακοποιών (Σύλλογοι, Πειθαρχία και Ταμείον Συντάξεων) Νόμος του 1972.
2. – (1) Εν τω παρόντι Νόμω, εκτός εάν εκ του κειμένου προκύπτη διάφορος έννοια -
«Διευθυντής Φαρμακευτικών Υπηρεσιών» σημαίνει τον Διευθυντή Φαρμακευτικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Υγείας·
«Πρώτος Φαρμακοποιός» σημαίνει τον Πρώτον Φαρμακοποιό των Φαρμακευτικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Υγείας τον οριζόμενον υπό του Υπουργού Υγείας δια τους σκοπούς του παρόντος Νόμου·
«Επιτροπή» σημαίνει Επιτροπήν Τοπικού Φαρμακευτικού Συλλόγου εκλεγείσαν δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 8·
«Παγκύπριος Φαρμακευτικός Σύλλογος» περιλαμβάνει άπαντας τους φαρμακοποιούς της Δημοκρατίας·
«Συμβούλιον» σημαίνει το δυνάμει του άρθρου 12 καθιδρυόμενον Συμβούλιον·
«Ταμείο» σημαίνει το Ταμείο Σύνταξης Ιατρών, Οδοντιάτρων και Φαρμακοποιών που ιδρύεται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 15 και 15Α του περί Ιατρών (Σύλλογοι, Πειθαρχία και Ταμείον Συντάξεων) Νόμου ή όπως αυτό μετονομάζεται σύμφωνα με τις διατάξεις των περί Ιατρών (Συντάξεις και Χορηγήματα) Κανονισμών·
«Τοπικός Φαρμακευτικός Σύλλογος» περιλαμβάνει άπαντας τους Φαρμακοποιούς επαρχίας τινός·
«Υπουργός» σημαίνει τον Υπουργόν Υγείας·
«Φαρμακοποιός» σημαίνει πρόσωπον εγγεγραμμένον συμφώνως ταις διατάξεσι του περί Φαρμακευτικής και Δηλητηρίων Νόμου·
(2) Οι εν τω παρόντι Νόμω μη καθορισθέντες άλλως όροι κέκτηνται, εκτός εάν εκ του κειμένου προκύπτη διάφορος έννοια, την υπό των διατάξεων του περί Φαρμακευτικής και Δηλητηρίων Νόμου αποδοθείσαν αυτοίς έννοιαν.
3. – (1) Συνιστάται Πειθαρχικόν Συμβούλιον προς άσκησιν, τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου και των μη συγκρουομένων προς ταύτας διατάξεων του περί Φαρμακευτικής και Δηλητηρίων Νόμου, ελέγχου και πειθαρχικής εξουσίας επί Φαρμακοποιών.
(2) Το Πειθαρχικόν Συμβούλιον σύγκειται εκ Προέδρου Επαρχιακού Δικαστηρίου ή Ανωτέρου Επαρχιακού Δικαστού οριζομένου υπό του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ενός Δικηγόρου της Δημοκρατίας οριζομένου υπό του Γενικού Εισαγγελέως της Δημοκρατίας, του Διευθυντή Φαρμακευτικών Υπηρεσιών και του Πρώτου Φαρμακοποιόυ ως (ex-officio) μελών, και εκ τριών Φαρμακοποιών, εξ ων ο εις δέον να έχη τουλάχιστον δεκαετή άσκησιν του επαγγέλαμτος, εκλεγομένων ανά τριετίαν υπό της τακτικής γενικής συνελεύσεως του Παγκυπρίου Φαρμακευτικού Συλλόγου, ως αιρετών μελών :
(3) Η θητεία των αιρετών μελών είναι τριετής, ταύτα δε ασκούσι το λειτούργημα αυτών μέχρι της εκλογής νέων αιρετών μελών :
(4) Πρόεδρος του Πειθαρχικού Συμβουλίου είναι ο Πρόεδρος του Επαρχιακού Δικαστηρίου ή ο Ανώτερος Επαρχιακός Δικαστής, αναλόγως της περιπτώσεως, εν περιπτώσει δε απουσίας ή ανικανότητος αυτού καθήκοντα Προέδρου του Πειθαρχικού Συμβουλίου ασκεί ο υπό του Γενικού Εισαγγελέως της Δημοκρατίας οριζόμενος Δικηγόρος της Δημοκρατίας.
(5) Απαρτίαν συνιστώσι πέντε τουλάχιστον μέλη του Πειθαρχικού Συμβουλίου εις α δέον να συμπεριλαμβάνεται ο Πρόεδρος του Πειθαρχικού Συμβουλίου ή, εν περιπτώσει απουσίας ή ανικανότητος του Προέδρου, ο εκτελών καθήκοντα Προέδρου του Πειθαρχικού Συμβουλίου Δικηγόρος της Δημοκρατίας.
(6) Αι αποφάσεις του Πειθαρχικού Συμβουλίου λαμβάνονται κατά πλειοψηφίαν και εν περιπτώσει ισοψηφίας ο Πρόεδρος της συνεδριάσεως κέκτηται δευτέραν ή νικώσαν ψήφον :
4. –(1) Εάν Φαρμακοποιός καταδικασθή υπό Δικαστηρίου δι’ οιονδήποτε αδίκημα το οποίον, κατά την κρίσιν του Πειθαρχικού Συμβουλίου, ενέχει ηθικήν αισχρότητα ή εάν Φαρμακοποιός είναι, κατά την κρίσιν του Πειθαρχικού Συμβουλίου, ένοχος ατιμωτικής ή επονειδίστου διαγωγής ή διαγωγής ασυμβιβάστου προς το φαρμακευτικόν επάγγελμα ή εάν ούτος επέτυχε την εγγραφήν του ως Φαρμακοποιού δυνάμει του περί Φαρμακευτικής και Δηλητηρίων Νόμου διά ψευδών ή δολίων παραστάσεων, το Πειθαρχικόν Συμβούλιον δύναται-
(α) να διατάξη την εκ του Μητρώου Εγγραφής Φαρμακοποιών διαγραφήν του ονόματος αυτού.
(β) να διατάξη αναστολήν ασκήσεως του φαρμακευτικού επαγγέλματος διά τοιαύτην χρονικήν περίοδον οίαν το Πειθαρχικόν Συμβούλιον ήθελε κρίνει πρέπουσαν.
(γ) να διατάξη όπως ο Φαρμακοποιός πληρώση υπό τύπον προστίμου ποσόν μη υπερβαίνον τας πεντακοσίας λίρας.
(δ) να επιβάλη εις τον Φαρμακοποιόν την ποινήν της επιπλήξεως ή της εγγράφου επιπλήξεως.
(ε) να εκδώση τοιούτο διάταγμα όσον αφορά την πληρωμήν των εξόδων της πειθαρχικής διαδικασίας οίον το Πειθαρχικόν Συμβούλιον ήθελε κρίνει υπό τας περιστάσεις εύλογον :
Νοείται ότι εις λίαν εξαιρετικάς περιπτώσεις καθ’ ας νέα αθωωτικά αποδεικτικά στοιχεία μη διαθέσιμα κατά την ακρόασιν της ποινικής υποθέσεως καθίστανται διαθέσιμα και δύνανται να προσαχθώσιν ενώπιον του Πειθαρχικού Συμβουλίου κατά την πειθαρχικήν διαδικασίαν, το Πειθαρχικόν Συμβούλιον κέκτηται εξουσίαν όπως εξετάση τα εν λόγω αποδεικτικά στοιχεία και προβή εις επανεκτίμησιν των γεγονότων επί τη βάσει των οποίων ο Φαρμακοποιός κατεδικάσθη.
(2) Φαρμακοποιός διωχθείς διά ποινικόν αδίκημα και μη ευρεθείς ένοχος δεν δύναται να διωχθή πειθαρχικώς επί τη αυτή κατηγορία, δύναται όμως να διωχθή διά πειθαρχικόν αδίκημα προκύπτον εκ διαγωγής αυτού η οποία σχετίζεται μεν προς την ποινικήν υπόθεσιν αλλά δεν εγείρει το αυτό επίδικον θέμα ως το της κατηγορίας κατά την ποινικήν δίωξιν.
(3) Η διαπίστωσις των πραγματικών περιστατικών εν αποφάσει εκδοθείση εν αγωγή Πολιτικού Δικαστηρίου εις ην Φαρμακοποιός υπήρξε διάδικος γίνεται δεκτή υπό του Πειθαρχικού Συμβουλίου ως εκ πρώτης όψεως (prima facie) μαρτυρία.
5.–(1) Πειθαρχική διαδικασία ενώπιον του Πειθαρχικού Συμβουλίου άρχεται -
(α) υπό του Πειθαρχικού Συμβουλίου αυτεπαγγέλτως.
(β) υπό του Γενικού Εισαγγελέως της Δημοκρατίας.
(γ) υπό του Υπουργού.
(δ) επί τη προς το Πειθαρχικόν Συμβούλιον καταγγελία οιουδήποτε Δικαστηρίου ή του Συμβουλίου ή της Επιτροπής οιουδήποτε Τοπικού Φαρμακευτικού Συλλόγου.
(ε) δι’ αιτήσεως τη αδεία του Πειθαρχικού Συμβουλίου, οιουδήποτε ατόμου όπερ έχει εύλογον αιτίαν παραπόνου κατά της διαγωγής του Φαρμακοποιού.
(2) Το Πειθαρχικόν Συμβούλιον, εν τη ασκήσει της πειθαρχικής αυτού εξουσίας, κέκτηται, εφ’ όσον τούτο είναι πρακτικώς δυνατόν, πάσας τας υπό του Δικαστηρίου εν τη ακροάσει συνοπτικώς ποινικής υποθέσεως κεκτημένας εξουσίας και ασκεί την πειθαρχικήν αυτού εξουσίαν ως Δικαστήριον εν τη ασκήσει της συνοπτικής ποινικής αυτού διαδικασίας.
(3) Το Πειθαρχικόν Συμβούλιον δύναται να εκδίδη, τη εγκρίσει του Υπουργικού Συμβουλίου, Κανονισμούς ρυθμίζοντας την άσκησιν των ιδίων αυτού αρμοδιοτήτων, τα της εσωτερικής αυτού λειτουργίας, την ενώπιον αυτού διαδικασίαν και παν έτερον συναφές θέμα το οποίον δυνάμει του παρόντος Νόμου χρήζει ή είναι επιδεκτικόν ρυθμίσεως :
Νοείται ότι, μέχρις ότου εκδοθώσι τοιούτοι Κανονισμοί, αι σχετικαί πρόνοιαι των υπό του Συμβουλίου Φαρμακευτικής και Δηλητηρίων εκδοθεισών και δημοσιευθεισών υπ’ αριθμόν γνωστοποιήσεως 220 εις το Τρίτον Παράρτημα της επισήμου εφημερίδος της Δημοκρατίας της 2ας Ιουνίου 1949, μονίμων Διατάξεων θα εξακολουθήσωσιν εφαρμοζόμεναι εφ’ όσον δεν αντίκεινται προς τας διατάξεις του παρόντος Νόμου.
(4) Πάσα απόφασις του Πειθαρχικού Συμβουλίου θα θεωρήται ως Διάταγμα Δικαστηρίου ασκούντος συνοπτικήν διαδικασίαν και θα εκτελήται κατά τον αυτόν τρόπον ως και διάταγμα του Δικαστηρίου τούτου.
3.- (1) Συνίσταται Πειθαρχικόν Συμβούλιον προς άσκησιν ελέγχου και πειθαρχικής εξουσίας επί των φαρμακοποιών.
(2) Το Πειθαρχικόν Συμβούλιον αποτελείται:
(α) εξ ενός φαρμακοποιού ασκούντος το φαρμακευτικόν επάγγλεμα επί δεκαπενταετίαν τουλάχιστον, ως Προέδρου·
(β) εκ δέκα άλλων φαρμακοποιών, εξ ως οι τρεις τουλάχιστον να ανήκωσιν εις την δημόσιαν υπηρεσίαν της Δημοκρατίας, ασκούντων το φαρμακευτικόν επάγγλεμα επί επταετίαν τουλάχιστον,
απάντων διοριζομένων υπό του Συμβουλίου του Φαρμακευτικού Σώματος λαμβανομένων υπ' όψιν τυχόν εισηγήσεων των Τοπικών Φαρμακευτικών Συλλόγων.
(3) Κατά την ακρόασιν οιασδήποτε υποθέσεως ενώπιον του Πειθαρχικού Συμβουλίου θα παρίσταται δικηγόρος, οριζόμενος προς τούτο υπό του Συμβουλίου του Φαρμακευτικού Σώματος, διά να συμβουλεύη το Πειθαρχικόν Συμβούλιον επί νομικών θεμάτων εγειρομένων κατά την διαδικασίαν.
(4) (α) Η θητεία των μελών του Πειθαρχικού Συμβουλίου είναι τριετής, θα ασκώσι δε το λειτούργημά των μέχρι του διορισμού νέων μελών.
(β) Τα μέλη των οποίων η θητεία έληξε θα εξακολουθώσι να ασκώσιν το λειτούργημά των προς τον σκοπόν της συμπληρώσεως οιασδήποτε πειθαρχικής διαδικασίας αρξαμένης προ της λήξεως της θητείας των.
(5) Πέντε μέλη του Πειθαρχικού Συμβουλίου αποτελούσιν απαρτίαν.
(6) Αι αποφάσεις του Πειθαρχικού Συμβουλίου λαμβάνονται κατά πλειοψηφίαν των παρόντων και ψηφιζόντων μελών.
(7) Εν περιπτώσει απουσίας ή προσωρινού κωλύματος του Προέδρου ή άλλου μέλους του Πειθαρχικού Συμβουλίου το Συμβούλιον του Φαρμακευτικού Σώματος δύναται να διορίση, τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (1), έτερον φαρμακοποιόν διά να ασκή τας εξουσίας και να εκτελή τα καθήκοντα του Προέδρου ή μέλους, αναλόγως της περιπτώσεως, διαρκούσης της απουσίας ή του κωλύματος.
(8) Ο Πρόεδρος του Πειθαρχικού Συμβουλίου συγκαλεί τας συνεδριάσεις του και προεδρεύει αυτών, εν περιπτώσει δε απουσίας του τα παρόντα μέλη εκλέγουσιν ένα εξ αυτών διά να προεδρεύση της συνεδριάσεως.
(9) Το Συμβούλιον του Φαρμακευτικού Σώματος δύναται να καταβάλλη εις τον Πρόεδρον και τα μέλη του Πειθαρχικού Συμβουλίου τοιούτον επίδομα οδοιπορικών ή άλλο επίδομα, ως ήθελεν αποφασίσει.
4.—(1) Φαρμακοποιός υπόκειται εις πειθαρχικήν δίωξιν:
(α) εάν καταδικασθή υπό Δικαστηρίου δι' αδίκημα ενέχον έλλειψιν τιμιότητος ή ηθικήν αισχρότητα·
(β) εάν επέδειξε κατά την άσκησιν του επαγγέλματος του διαγωγήν επονείδιστον ή ασυμβίβαστον προς το Φαρμακευτικόν επάγγλεμα:
(γ) Εάν επέτυχε την εγγραφήν του ως Φαρμακοποιού δυνάμει του περί Φαρμακευτικής και Δηλητηρίων Νόμου διά ψευδών ή δολίων παραστάσεων.
5.—(1) Εάν καταγγελθή εις το Συμβούλιον, ή περιέλθη εις γνώσιν του Συμβουλίου, ότι φαρμακοποιός δυνατόν να έχη διαπράξει πειθαρχικόν αδίκημα, το Συμβούλιον ορίζει φαρμακοποιόν (εις το παρόν άρθρον αναφερόμενον ως ‘ο ερευνών λειτουργός') όπως διεξαγάγη έρευναν.
(2) Ο ερευνών λειτουργός διεξάγει την έρευναν το ταχύτερον κατά δε την υπ' αυτού διεξαγωγήν της ερεύνης ούτος κέκτηται εξουσίαν όπως ακούση οιουσδήποτε μάρτυρας ή λάβη εγγράφως καταθέσεις παρ' οιουδήποτε προσώπου, παν δε τοιούτο πρόσωπον οφείλει να δώση πάσαν πληροφορίαν περιελθούσαν εις γνώσιν του αναφορικώς προς τα γεγονότα της υποθέσεως.
(3) Ο καταγγελθείς φαρμακοποιός δικαιούται να γνωρίζη την κατ' αυτού υπόθεσιν, παρέχεται δε εις αυτόν η ευκαιρία όπως ακουσθή.
(4) Μετά την συμπλήρωσιν της ερεύνης, ο ερευνών λειτουργός υποβάλλει την έκθεσιν αυτού ομού μεθ' απάντων των σχετικών εγγράφων εις το Συμβούλιον.
(5) Εάν εκ της υποβληθείσης εκθέσεως και των σχετικών εγγράφων, το Συμβούλιον κρίνη ότι δύναται να διατυπωθή πειθαρχική κατηγορία κατά του καταγγελθέντος, προβαίνει εις την διατύπωσιν της κατηγορίας και αποστέλλει ταύτην εις το Πειθαρχικόν Συμβούλιον.
5Α—(1) Εντός δύο εβδομάδων από της ημερομηνίας της υπ' αυτού λήψεως της πειθαρχικής κατηγορίας, το Πειθαρχικόν Συμβούλιον μεριμνά όπως εκδοθή και επιδοθή προς τον καταγγελθέντα κλήσις κατά τον εις τον Πίνακα εμφαινόμενον τύπον κλήσεως και κατά τον εις τον Πίνακα προνοούμενον τρόπον επιδόσεως.
(2) Η υπό του Πειθαρχικού Συμβουλίου εκδίκασις της υποθέσεως διεξάγεται, τηρουμένων των αναλογιών, κατά τον αυτόν τρόπον ως η ακρόασις ποινικής υποθέσεως εκδικαζομένης συνοπτικώς:
(3) Το Πειθαρχικόν Συμβούλιον κέκτηται εξουσίαν όπως:
(α) καλή μάρτυρας και απαιτή την προσέλευσιν αυτών ως και την προσέλευσιν του καταγγελθέντος, ως εις συνοπτικώς διεξαγομένας δίκας.
(β) Απαιτή την πρασαγωγήν παντός εγγράφου σχετιζομένου προς την κατηγορίαν.
(4) Πάσα απόφασις του Πειθαρχικού Συμβουλίου δέον να είναι ητιολογημένη και να υπογράφεται υπό του προέδρου αυτού.
(5) Πάσα απόφασις του Πειθαρχικού Συμβουλίου θα θεωρήται ως διάταγμα δικαστηρίου ασκούντως συνοπτικήν διαδικασίαν και θα εκτελήται κατά τον αυτόν τρόπον ως και διάταγμα του δικαστηρίου τούτου.
5Β—(1) Το Πειθαρχικόν Συμβούλιον, εάν εύρη τον καταγγελθέντα ένοχον δύναται να επιβάλη εις αυτόν μίαν των ακολούθων ποινών:
(α) διαγραφήν του ονόματος αυτού εκ του Μητρώου Εγγραφής Φαρμακοποιών.
(β) Αναστολήν ασκήσεως του φαρμακευτικού επαγγέλματος διά χρονικήν περίοδον οίαν το Πειθαρχικόν Συμβούλιον ήθελε κρίνει πρέπουσαν.
(γ) Καταβολήν υπό τύπον προστίμου χρηματικού ποσού μη υπερβαίνοντος τας πεντακοσίας λίρας.
(δ) Προφορικήν ή έγγραφον επίπληξιν.
(2) Το Πειθαρχικόν Συμβούλιον δύναται να εκδώση τοιούτο διάταγμα όσον αφορά την πληρωμήν των εξόδων της Πειθαρχικής διαδικασίας οίον ήθελε κρίνει υπό τας περιστάσεις εύλογον.
(3) Παν ποσόν καταβαλλόμενον δυνάμει της παραγράφου (γ) του εδαφίου (1) κατατίθεται εις το Ταμείον του Συμβουλίου.
6. –(1) Διά τους σκοπούς του παρόντος Μέρους –
(α) Επαρχία ασκήσεως του επαγγέλματος λογίζεται η επαρχία ένθα ο φαρμακοποιός ασκεί το φαρμακευτικόν επάγγλεμα ή έχει την μόνιμον αυτού κατοικίαν· και
(β) η αρχαιότης των μελών Τοπικού Φαρμακευτικού Συλλόγου κρίνεται βάσει της ημερομηνίας της αδείας, πτυχίου ή διπλώματος φαρμακευτικής ή οιουδήποτε άλλου εγγράφου δυνάμει των οποίων εγένετο η εγγραφή εκάστου εξ αυτών συμφώνως προς τας διατάξεις του περί Φαρμακευτικής και Δηλητηρίων Νόμου.
7.-(1) Εν εκάστη επαρχία καθιδρύεται Τοπικός Φαρμακευτικός Σύλλογος συγκείμενος εξ απάντων των Φαρμακοποιών οίτινες ασκούσι το φαρμακευτικόν επάγγελμα εν τη επαρχία ταύτη :
(2) Ουδείς Φαρμακοποιός δύναται να είναι μέλος δύο Τοπικών Φαρμακευτικών Συλλόγων συγχρόνως.
(3) [Διαγράφηκε].
8.–(1) Μετά την πάροδον ενός μηνός, εν πάση περιπτώσει ουχί βραδύτερον των τριών μηνών, από της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος Νόμου καθ’ όσον αφορά το έτος 1972, καθ’ όσον δε αφορά έκαστον επόμενον τρίτον έτος κατά ή μετά την δεκάτην, ουχί δε βραδύτερον της τριακοστής πρώτης Ιανουαρίου εν εκάστω επομένω τρίτω έτει, το αρχαιότερον των μελών του Τοπικού Φαρμακευτικού Συλλόγου διά το έτος 1972 και ο Πρόεδρος της Επιτροπής του Τοπικού Φαρμακευτικού Συλλόγου δι’ εκάστην επομένην περίοδον τριών ετών, συγκαλεί άπαντα τα μέλη του τοιούτου Συλλόγου εις τακτικήν γενικήν συνέλευσιν εις χρόνος και τόπον καθορισθησόμενον υπ’ αυτού.
(2) Της τοιαύτης συνελεύσεως προεδρεύει το παριστάμενον εις ταύτην αρχαιότερον των μελών του Τοπικού Φαρμακευτικού Συλλόγου, απαρτίαν δε συνιστά το εν τέταρτον των συγκληθέντων μελών ή ο πλησιέστερος προς τούτο αριθμός :
(3) Η συνέλευσις εκλέγει εκ των μελών του Τοπικού Φαρμακευτικού Συλλόγου Επιτροπήν συγκειμένην εκ του Προέδρου και τεσσάρων μελών ων η θητεία διαρκεί μέχρι της επομένης εκλογής Επιτροπής του τοιούτου Συλλόγου:
(4) Μετά την εκλογήν της Επιτροπής η συνέλευσις προχωρεί και εκλέγει εκ των μελών του Τοπικού Φαρμακευτικού Συλλόγου, ουχί δε αναγκαίως εκ των μελών της Επιτροπής, αριθμόν Φαρμακοποιών ασκούντων το φαρμακευτικόν επάγγελμα επί πενταετίαν τουλάχιστον, ίνα ούτοι ομού μετά του Προέδρου του Τοπικού Φαρμακευτικού Συλλόγου εκπροσωπώσι τον οικείον Τοπικόν Φαρμακευτικόν Σύλλογον εις το Συμβούλιον μέχρι της επομένης εκλογής, ήτοι δύο Φαρμακοποιούς οσάκις ο αριθμός του Τοπικού Φαρμακευτικού Συλλόγου δεν υπερβαίνη τους είκοσι, τρεις οσάκις υπερβαίνη τους είκοσι αλλά δεν υπερβαίνη τους εξήκοντα και τέσσαρας εις πάσαν άλλην περίπτωσιν:
(5) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος άρθρου, η Επιτροπή δύναται να ρυθμίζη την άσκησιν των ιδίων αυτής αρμοδιοτήτων, τα της εσωτερικής αυτής λειτουργίας, και τον τρόπον διενεργείας εκλογών δυνάμει των εδαφίων (3) και (4), εισπράττει δε από τα μέλη του Τοπικού Φαρμακευτικού Συλλόγου την ετήσια συνδρομή που το Συμβούλιο καθορίζει με απόφασή του.
(5Α) Έκαστος ιδιώτης φαρμακοποιός, ο οποίος δεν είναι ιδιοκτήτης φαρμακείου, ανεξάρτητα αν εργοδοτείται σε φαρμακείο ή οπουδήποτε αλλού και έκαστος φαρμακοποιός, ο οποίος εργοδοτείται ως δημόσιος υπάλληλος καταβάλλει στον Τοπικό Φαρμακευτικό Σύλλογο ως ετήσια συνδρομή μέλους, το πενήντα τοις εκατόν (50%) του ποσού που καθορίζεται από το Συμβούλιο δυνάμει του εδαφίου (5) του παρόντος άρθρου· το ποσό αυτό καταβάλλεται κατά το μήνα Ιανουάριο κάθε ημερολογιακού έτους και αφορά στην ετήσια συνδρομή για το εν λόγω ημερολογιακό έτος:
(5Β) Σε περίπτωση που οποιοσδήποτε ιδιώτης φαρμακοποιός, ο οποίος είναι ιδιοκτήτης φαρμακείου ή οποιοσδήποτε υπάλληλος ιδιώτης φαρμακοποιός, ανεξάρτητα αν εργοδοτείται σε φαρμακείο ή οπουδήποτε αλλού, ή οποιοσδήποτε φαρμακοποιός ο οποίος εργοδοτείται ως δημόσιος υπάλληλος καθίσταται μέλος Τοπικού Φαρμακευτικού Συλλόγου κατά τη διάρκεια οποιουδήποτε ημερολογιακού έτους, καταβάλλει εντός ενός (1) μηνός από την εν λόγω εγγραφή ως τέλος εγγραφής στον Τοπικό Φαρμακευτικό Σύλλογο, το ποσό των εκατό ευρώ (€100) και επιπρόσθετα ως ετήσια συνδρομή, ποσό το οποίο αναλογεί στη χρονική περίοδο που αρχίζει από την εγγραφή του και καλύπτει περίοδο μέχρι και το τέλος του εν λόγω ημερολογιακού έτους· για τον υπολογισμό του ποσού αυτού, ο μήνας κατά τον οποίο ο εν λόγω φαρμακοποιός καθίσταται μέλος υπολογίζεται ως ολόκληρος μήνας.
(6) Η δυνάμει του εδαφίου (5) πληρωτέα συνδρομή δύναται να διεκδικηθή ως χρέος οφειλόμενον τη Επιτροπή άνευ δε επηρεασμού της υποχρεώσεως αυτού προς καταβολήν της συνδρομής ουδέν μέλος γίνεται δεκτόν εις οιανδήποτε συνέλευσιν συνερχομένην συμφώνως ταις διατάξεσι του παρόντος Νόμου, ουδέ είναι εκλέξιμον δυνάμει του αυτού Νόμου, εκτός εάν κατέβαλεν ήδη την δυνάμει του παρόντος Νόμου υπ’ αυτού πληρωτέαν συνδρομήν.
9. –(1) Τη εγγράφω αιτήσει του ενός τετάρτου τουλάχιστον του ολικού αριθμού των μελών Τοπικού Φαρμακευτικού Συλλόγου η Επιτροπή συγκαλεί έκτακτον γενικήν συνέλευσιν του τοιούτου Συλλόγου προς συζήτησιν και λήψιν αποφάσεως επί παντός θέματος αναγραφομένου επί της προσκλήσεως.
(2) Αι διατάξεις του εδαφίου (2) του άρθρου 8 αι αφορώσαι εις την απαρτίαν εφαρμόζονται και επί πάσης τοιαύτης συνελεύσεως, αι αποφάσεις δε εφ’ απάντων των θεμάτων λαμβάνονται διά πλειοψηφίας των παρόντων μελών. εν περιπτώσει ισοψηφίας ο Πρόεδρος της συνελεύσεως κέκτηται δευτέραν ή νικώσαν ψήφον.
10. –(1) Ο Διευθυντής Φαρμακευτικών Υπηρεσιών, ή εν περιπτώσει απουσίας ή ανικανότητος αυτού ο Πρώτος Φαρμακοποιός, ουχί βραδύτερον των τεσσάρων μηνών από της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος Νόμου καθ’ όσον αφορά το έτος 1972, και ο Πρόεδρος του Συμβουλίου ή, εν περιπτώσει απουσίας ή ανικανότητας αυτού, ο Αντιπρόεδρος του Συμβουλίου εν εκάστω επομένω τρίτω έτει ουχί βραδύτερον της εικοστής ογδόης Φεβρουαρίου, συγκαλεί άπαντας τους Φαρμακοποιούς της Δημοκρατίας εις τακτικήν γενικήν συνέλευσιν συγκροτηθησομένην εν Λευκωσία εις τόπον και χρόνον καθορισθησόμενον υπ’ αυτού.
(2) Αι διά την εν τω εδαφίω (1) αναφερομένην τακτικήν γενικήν συνέλευσιν προσκλήσεις αναφέρουσι τον τόπον και χρόνον της τοιαύτης συνελεύσεως, και αποστέλλονται εις άπαντα τα δικαιούμενα όπως παραστώσι κατ’ αυτήν και τα έχοντα δικαίωμα ψήφου πρόσωπα ουχί περισσότερον των δέκα τεσσάρων και ουχί ολιγώτερον των οκτώ ημερών προ της ημερομηνίας της συνελεύσεως :
(3) Ο Πρόεδρος του Συμβουλίου, ή εν περιπτώσει απουσίας ή ανικανότητος αυτού, ο Αντιπρόεδρος του Συμβουλίου, ή εν περιπτώσει απουσίας ή ανικανότητος του Προέδρου και Αντιπροσώπου, μέλος οριζόμενον επί τούτω υπό της γενικής Συνελέυσες προεδρεύει της συνελέυσες, τριάκοντα δε προσωπικών παριστάμενοι Φαρμακοποιοί συνιστώσιν απαρτίαν:
(4) Αι αποφάσεις εφ’ απάντων των θεμάτων λαμβάνονται διά πλειοψηφίας των παρόντων, εν περιπτώσει δε ισοψηφίας ο πρόεδρος της συνελεύσεως κέκτηται δευτέραν ή νικώσαν ψήφον.
(5) Η τακτική γενική Συνέλευσις του Παγκυπρίου Φαρμακευτικού Συλλόγου προβαίνει εν άλλοις εις την εκλογήν τριών φαρμακοποιών ως μελών του Συμβουλίου εκ των οποίων:
(ι) Δυο δέον να έχωσιν ασκήσει το φαρμακευτικόν επάγγελμα επί πενταετίαν τουλάχιστον:
(ιι) Είς να είναι Κυβερνητικός Φαρμακοποιός:
11. – (1) Το Συμβούλιον συγκαλεί έκτακτον γενικήν συνέλευσιν του Παγκυπρίου Φαρμακευτικού Συλλόγου οσάκις κρίνη τούτο σκόπιμον, ή υποχρεωτικώς τη καταθέσει παρά τω Γραμματεί εγγράφου αιτήσεως εκ μέρους δεκαπέντε τουλάχιστον Φαρμακοποιών.
(2) Εάν το Συμβούλιον εντός τεσσαράκοντα ημερών από της καταθέσεως της τοιαύτης αιτήσεως δεν προβή εις την προσήκουσαν σύγκλησιν της τοιαύτης συνελεύσεως, δέκα Φαρμακοποιοί εκ των υποβαλόντων την αίτησιν δύνανται να συγκαλέσωσιν έκτακτον γενικήν συνέλευσιν.
(3) Η αίτησις εκθέτει τον σκοπόν της τοιαύτης συνελεύσεως, υπογράφεται δε υπό των υποβαλόντων ταύτην.
(4) Αι διατάξεις των εδαφίων (3) και (4) του άρθρου 10 εφαρμόζονται, τηρουμένων των αναλογιών, επί πάσης γενικής συνελεύσεως συγκαλουμένης δυνάμει του παρόντος άρθρου :
Νοείται ότι εάν εντός ενός τετάρτου της ώρας από του καθωρισμένου χρόνου δεν σχηματισθή απαρτία, η συνέλευσις διαλύεται.
12. –(1) Καθιδρύεται Συμβούλιον του Φαρμακευτικού Σώματος συγκείμενον εκ των Φαρμακοποιών οίτινες εξελέγησαν ως εκπρόσωποι των Τοπικών Φαρμακευτικών Συλλόγων συμφώνως προς τας διατάξεις του εδαφίου (4) του άρθρου 8 και των τριών Φαρμακοποιών οίτινες εξελέγησαν υπό της τακτικής γενικής συνελεύσεως του Παγκυπρίου Φαρμακευτικού Συλλόγου συμφώνως προς τας διατάξεις της παραγράφου (α) του εδαφίου (5) του άρθρου 10:
Νοείται ότι ο Διευθυντής Φαρμακευτικών Υπηρεσιών και ο Πρώτος Φαρμακοποιός δικαιούνται να παρακάθηνται εις τα συνεδρίας του Συμβουλίου ως παρατηρηταί.
(2) Η θητεία των μελών του Φαρμακευτικού Συμβουλίου διαρκεί μέχρι της διενεργείας των επομένων εκλογών, άπαντα δε τα μέλη είναι επανεκλέξιμα.
(3) Το Φαρμακευτικόν Συμβούλιον εκλέγει εκ των ιδίων αυτού μελών τον Πρόεδρον, Αντιπρόεδρον, Γραμματέα και Ταμίαν.
(4) Το Φαρμακευτικόν Συμβούλιον συνέρχεται, αναβάλλει ή άλλως πως ρυθμίζει τας ιδίας αυτού συνεδρίας κατά το δοκούν.
(5) Επτά μέλη του Συμβουλίου συνιστώσιν απαρτίαν, αι αποφάσεις δε εφ’ απάντων των ενώπιον αυτού αναφυομένων ζητημάτων λαμβάνονται διά πλειοψηφίας. εν περιπτώσει ισοψηφίας ο πρόεδρος της συνεδρίας κέκτηται δευτέραν ή νικώσαν ψήφον.
(6) Εν περιπτώσει απουσίας ή ανικανότητος του Προέδρου ο Αντιπρόεδρος προεδρεύει της συνεδρίας, ή εν περιπτώσει απουσίας ή ανικανότητος του Προέδρου και Αντιπροέδρου, τα παρόντα μέλη του Συμβουλίου εκλέγουσι μεταξύ αυτών εν πρόσωπον όπως προεδρεύση της συνεδρίας.
(7) Ο Πρόεδρος του Συμβουλίου δύναται να συγκαλή το Συμβούλιον εις συνεδρίαν, υποχρεούται δε να πράξη τούτο τη αιτήσει του Αντιπροέδρου ή τη εγγράφω αιτήσει πέντε τουλάχιστον μελών του Συμβουλίου καθοριζούση τους σκοπούς της τοιαύτης συνεδρίας.
(8) Η εγκυρότης οιασδήποτε πράξεως ή εργασίας του Συμβουλίου δεν επηρεάζεται λόγω χηρείας θέσεως μέλους αυτού.
12Α. Ανεξαρτήτως των διατάξεων του εδαφίου (1) του άρθρου 12, η σύνθεσις του δυνάμει του ως είρηται εδαφίου καθιδρυθέντος Συμβουλίου θα συνίσταται, από της 31ης Δεκεμβρίου, 1981, επιπροσθέτως προς τα εν τω ρηθέντι εδαφίω αναφερόμενα πρόσωπα, και εκ των Προέδρων των Τοπικών Φαρμακευτικών Συλλόγων.
13.-(1) Το Συμβούλιον εξετάζει άπαντα τα εφαπτόμενα του φαρμακευτικού επαγγέλματος θέματα και λαμβάνει άπαντα τα μέτρα άτινα εκάστοτε ήθελε κρίνει σκόπιμα προς τούτο. άνευ δε επηρεασμού της γενικότητος της ανωτέρω διατάξεως ή οιασδήποτε ετέρας εξουσίας χορηγηθείσης εις αυτό υπό του παρόντος Νόμου, το Συμβούλιον κέκτηται τας ακολούθους εξουσίας :
(α) Να προστατεύη την τιμήν και την ανεξαρτησίαν του Παγκυπρίου Φαρμακευτικού Συλλόγου και να προασπίζη ταύτην εις τας σχέσεις αυτού προς την νομοθετικήν και εκτελεστικήν εξουσίαν.
(β) να ρυθμίζη διά κανονισμών την αφορώσαν εις την άσκησιν του φαρμακευτικού επαγγέλματος δεοντολογίαν.
(γ) να δίδη διευκρινίσεις και να αποφαίνεται επί θεμάτων αφορώντων εις την επαγγελματικήν δεοντολογίαν.
(δ) να εξετάζη και εάν κρίνη τούτο σκόπιμον, να υποβάλλη εισηγήσεις επί ισχυούσης νομοθεσίας και φαρμακευτικών θεμάτων υποβαλλομένων αυτώ προς εξέτασιν ή να υποβάλλη εισηγήσεις προς την Κυβέρνησιν επί του κατά πόσον είναι επιθυμητή η εισαγωγή νέας νομοθεσίας.
(ε) να εκπροσωπή το φαρμακευτικόν σώμα δι’ οιονδήποτε θέμα ως προς το οποίον η τοιαύτη εκπροσώπησις θεωρείται αναγκαία ή σκόπιμος.
(στ) να προωθή καλάς σχέσεις και κατανόησιν μεταξύ του Παγκυπρίου Φαρμακευτικού Συλλόγου και του κοινού.
(ζ) να καθορίζη το εις το Συμβούλιον πληρωτέον ποσοστόν εκ των επιβαλλομένων υπό των τοπικών φαρμακευτικών συλλόγων επί των μελών αυτών ετησίων συνδρομών δυνάμει του εδαφίου (5) του άρθρου 8 του παρόντος Νόμου.
(η) να καθορίζη κλίμακας αμοιβών Φαρμακοποιών δι’ επαγγελματικάς συμβουλάς, παρασχεθείσας υπηρεσίας ή εκτελεσθείσαν εργασίαν.
(θ) να ρυθμίζη παν θέμα αφορών εις τας ετησίας αδείας απουσίας των Φαρμακοποιών.
(ι) να εκδίδη Κανονισμούς διέποντος και ρυθμίζοντας οιονδήποτε των ως άνω θεμάτων υπό τον όρον ότι οι τοιούτοι Κανονισμοί θα τύχωσι της εγκρίσεως της πλειοψηφίας της γενικής συνελεύσεως του Παγκυπρίου Φαρμακευτικού Συλλόγου.
(ια) να εκδίδει Κανονισμούς διέποντας και ρυθμίζοντας τα της εκλογής ελεγκτών διά τον έλεγχον των λογαριασμών των Τοπικών Φαρμακευτικών Συλλόγων και των λογαριασμών του Συμβουλίου του Φαρμακευτικού Σώματος.
(2) Κανονισμοί εκδιδόμενοι δυνάμει της παραγράφου (ι) του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου -
(α) διά την ρύθμισιν θεμάτων προσβλεπομένων εν ταις παραγράφοις (α), (β), (γ), (δ), (ε), (στ), (ζ) και (θ) του εδαφίου (1) δημοσιεύονται υπό του Συμβουλίου εν τη επισήμω εφημερίδι της Δημοκρατίας και τίθενται εν ισχύι από της δημοσιεύσεώς των.
(β) διά την ρύθμισιν θεμάτων προβλεπομένων εν τη παραγράφω (η) του εδαφίου (1) ή διά την ρύθμισιν οιωνδήποτε άλλων θεμάτων πλην των εν τη παραγράφω (α) του παρόντος εδαφίου αναφερομένων, θα ισχύωσιν υπό τον όρον ότι οι τοιούτοι κανονισμοί, άμα τη εγκρίσει των υπό της πλειοψηφίας της Γενικής Συνελεύσεως του Παγκυπρίου Φαρμακευτικού Συλλόγου, θα εγκρίνωνται υπό του Υπουργικού Συμβουλίου εντός εξ μηνών από της υποβολής των εις αυτό και θα κατατίθενται εις την Βουλήν των Αντιπροσώπων. Εάν εντός τριάκοντα ημερών από της τοιαύτης καταθέσεως η Βουλή των Αντιπροσώπων δι’ αποφάσεως αυτής δεν τροποποιήση ή ακυρώση τους ούτω κατατεθέντας Κανονισμούς, εν όλω ή εν μέρει, τότε ούτοι αμέσως μετά την πάροδον της ως άνω προθεσμίας δημοσιεύονται εν τη επισήμω εφημερίδι της Δημοκρατίας και τίθενται εν ισχύι από της τοιαύτης δημοσιεύσεως. Εν περιπτώσει τροποποιήσεως τούτων, εν όλω ή εν μέρει, υπό της Βουλής των Αντιπροσώπων, ούτοι δημοσιεύονται εν τη επισήμω εφημερίδι της Δημοκρατίας ως ήθελον ούτω τροποποιηθή υπ’ αυτής και τίθενται εν ισχύϊ από της τοιαυτης δημοσιεύσεως.
(3) Κανονισμοί εκδιδόμενοι δυνάμει του παρόντος άρθρου είναι δεσμευτικοί δι’ άπαντας τους Φαρμακοποιούς.
(4) Πας Φαρμακοποιός όστις παραβαίνει ή δεν τηρεί Κανονισμούς εκδοθέντας συμφώνως τω παρόντι άρθρω θεωρείται ένοχος ασυμβιβάστου προς το φαρμακευτικόν επάγγελμα διαγωγής.
(5) Το Συμβούλιον είναι δυνατόν να εκπροσωπηθή ενώπιον οιουδήποτε Δικαστηρίου υφ’ οιουδήποτε των μελών αυτού ή υπό δικηγόρου δεόντως επί τούτω διοριζομένου.
(6) Το Συμβούλιον δύναται να ρυθμίζη τας ιδίας αυτού λειτουργίας, την πρακτικήν και την ενώπιον αυτού διαδικασίαν καθ’ ον τρόπον ήθελε τούτο κρίνει σκόπιμον.
14.-(1) Το Συμβούλιον θα δημιουργήση, το ταχύτερον δυνατόν μετά την εκλογήν του, τας ακολούθους επιτροπάς, επιπροσθέτως προς οιασδήποτε ετέρας επιτροπάς ως η σύστασις ήθελε κριθή επιθυμητή :
(α) Επιτροπήν Επαγγελματικής Δεοντολογίας ήτις θα συντάξη σχέδιον κανονισμών διεπόντων την αφορώσαν εις την ενάσκησιν του φαρμακευτικού επαγγέλματος εν τη Δημοκρατία δεοντολογίαν και ήτις θα συντονίζη και θα συμβουλεύη επί θεμάτων επαγγελματικής συμπεριφοράς.
(β) Εκτελεστικήν Επιτροπήν ήτις θα αποτελή μονίμως λειτουργούν σώμα εξουσιοδοτημένον όπως αποφασίζη ή εκτελή αποφάσεις εκ μέρους του Συμβουλίου επί θεμάτων άτινα θεωρούνται υπό της Εκτελεστικής Επιτροπής ως λίαν ασήμαντα διά να απαιτήται αναφορά των εις συνεδρίαν του Συμβουλίου ή οσάκις θεωρείται υπό της Εκτελεστικής Επιτροπής ότι η διεκπεραίωσίς των επείγει.
(2) Ενέργειαι των Επιτροπών υποβάλλονται τω Συμβουλίω προς έγκρισιν κατά την πρώτην πρόσφορον ευκαιρίαν.
15. (1)(α) Κατόπιν απόφασης που λαμβάνεται με πλειοψηφία των μελών της Γενικής Συνέλευσης του Παγκύπριου Φαρμακευτικού Συλλόγου, κάθε φαρμακοποιός που είναι εγγεγραμμένος σύμφωνα με τις διατάξεις των περί Φαρμακευτικής και Δηλητηρίων Νόμων, ο οποίος ασκεί το επάγγελμά του ως ελεύθερος επαγγελματίας ή ως μισθωτός, εξαιρουμένων των φαρμακοποιών που κατέχουν συντάξιμη θέση στη Δημοκρατία ή σε υπηρεσία οργανισμού δημόσιου δικαίου ή αρχής τοπικής διοίκησης, καθίσταται εισφορέας και θα είναι μέλος, με τους ίδιους όρους, δικαιώματα και υποχρεώσεις που έχουν οι ιατροί, μέλη του Ταμείου που έχει ιδρυθεί με βάση τις διατάξεις των περί Ιατρών (Σύλλογοι, Πειθαρχία και Ταμείο Συντάξεων) Νόμων του 1967 έως 2011.
(β) Η αναφερόμενη στην παράγραφο (α) απόφαση της Γενικής Συνέλευσης του Παγκύπριου Φαρμακευτικού Συλλόγου τίθεται σε εφαρμογή το αργότερο μέσα σε έξι μήνες από τη λήψη της, νοουμένου ότι εν τω μεταξύ το Συμβούλιο του Ιατρικού Σώματος θα εγκρίνει τη συμμετοχή των φαρμακοποιών στο Ταμείο, καθορίζοντας και την ημερομηνία από την οποία αρχίζει η υποχρεωτική εισφορά τους στο Ταμείο.
(2) Κανονισμοί που εκδίδονται με βάση το άρθρο 15 και τα εδάφια (1) και (2) του άρθρου 15Α του περί Ιατρών (Σύλλογοι, Πειθαρχία και Ταμείον Συντάξεων) Νόμου ρυθμίζουν τη διαδικασία, τους όρους συμμετοχής, τις υποχρεώσεις, τα δικαιώματα των φαρμακοποιών στο Ταμείο και οποιοδήποτε άλλο θέμα αφορά τη διοίκηση και λειτουργία του Ταμείου.
16.-(1) Ουδείς Φαρμακοποιός θα χρεώση οιονδήποτε των πελατών αυτού δι’ οιονδήποτε ποσόν πληρωθέν υπ’ αυτού ως εισφορά προς το Ταμείον ή θα λάβη το ποσόν τούτο παρ’ αυτού.
(2) Πας Φαρμακοποιός όστις παραβαίνει τας διατάξεις του εδαφίου (1) είναι ένοχος ασυμβιβάστου προς το φαρμακευτικόν επάγγελμα διαγωγής.
17. Η ισχύς του παρόντος Νόμου πλην του Μέρους V άρχεται από της δημοσιεύσεως αυτού εν τη επισήμω εφημερίδι της Δημοκρατίας, η δε του Μέρους V άρχεται από ημερομηνίας καθορισθησομένης υπό του Υπουργικού Συμβουλίου διά γνωστοποιήσεως δημοσιευθησομένης εν τη επισήμω εφημερίδι της Δημοκρατίας.
18. Ο περί Φαρμακευτικής και Δηλητηρίων Νόμος θα αναγινώσκηται, ερμηνεύηται και εφαρμόζηται ως υποκείμενος εις τας διατάξεις του παρόντος Νόμου, αίτινες και θα υπερισχύωσιν εν περιπτώσει συγκρούσεως μεταξύ αυτών και των διατάξεων του περί Φαρμακευτικής και Δηλητηρίων Νόμου.
ΠΙΝΑΞ (Άρθρον 5Α) Τύπος Κλήσεως |
1. Καλείσθε διά του παρόντος όπως εμφανισθήτε ενώπιον του Πειθαρχικού Συμβουλίου Φαρμακοποιών εις το γραφείον αυτού εν Λευκωσία την ……………… 19 ………. και ώραν …… π.μ./μ.μ. διά την ακρόασιν πειθαρχικής κατηγορίας διατυπωθείσης εναντίον σας επί του ότι……………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………… (εκθέσατε συντόμως το αδίκημα ή τα αδικήματα). |
2. Εάν επιθυμήτε να καλέσητε μάρτυρας όπως δώσωσι μαρτυρίαν ή προσαγάγωσιν αποδεικτικά στοιχεία ενώπιον του Πειθαρχικού Συμβουλίου δέον να προβήτε εις τας αναγκαίας διευθετήσεις όπως εξασφαλίσητε την προσέλευσιν των μαρτύρων τούτων ή την προσαγωγήν των αποδεικτικών τούτων στοιχείων. |
3. Εάν παραλείψετε να εμφανισθήτε ενώπιον του Πειθαρχικού Συμβουλίου εις τον προαναφερθέντα τόπον και χρόνον, το Πειθαρχικόν Συμβούλιον δύναται είτε να απαιτήση την προσωπικήν προσέλευσίν σας είτε να προχωρήση εις την ακρόασιν της υποθέσεως εν τη απουσία σας. |
.........................................19.............. (Υπογραφή)............................................................. Πρόεδρος Πειθαρχικού Συμβουλίου. |
Επίδοσις Κλήσεως Η κλήσις επιδίδεται διά αποστολής της διά διπλοσυστημένης επιστολής εις την τελευταίαν γνωστήν διεύθυνσιν του φαρμακοποιού ή την εν τω Φαρμακευτικώ Μητρώω εμφαινομένην διεύθυνσιν αυτού. |