6. –(1) Διά τους σκοπούς του παρόντος Μέρους –
(α) Φαρμακοποιός τις λογίζεται ασκών το φαρμακευτικόν επάγγελμα εν τινι επαρχία :
(i) εάν ούτος, ή οιοσδήποτε Φαρμακοποιός μεθ’ ου ούτος εργάζεται συνεταιρικώς, ασκή το φαρμακευτικόν επάγγελμα και διατηρή φαρμακείον, δεόντως εγγεγραμμένον δυνάμει των διατάξεων του περί Φαρμακευτικής και Δηλητηρίων Νόμου, εν τη επαρχία ταύτη ή
(ii) εάν ούτος είναι Διευθυντής Εταιρείας ήτις διατηρεί φαρμακείον, δεόντως εγγεγραμμένον δυνάμει των διατάξεων του περί Φαρμακευτικής και Δηλητηρίων Νόμου, εν τη επαρχία ταύτη. ή
(iii) εάν ούτος ασκή το φαρμακευτικόν επάγγελμα εν τινι φαρμακείω δεόντως εγγεγραμμένω δυνάμει των διατάξεων του περί Φαρμακευτικής και Δηλητηρίων Νόμου, ή εάν ασκή το φαρμακευτικόν επάγγελμα εις οιανδήποτε άλλην εργασία, ήτις δυνάμει των διατάξεων του ρηθέντος Νόμου δέον όπως διεξάγηται υπό φαρμακοποιού, εν τη επαρχία ταύτη.
(β) Κυβερνητικός Φαρμακοποιός έχων την έδραν αυτού εν τίνι επαρχία λογίζεται Φαρμακοποιός ασκών το φαρμακευτικόν επάγγελμα εν τη επαρχία ταύτη.
(γ) η αρχαιότης των μελών Τοπικού Φαρμακευτικού Συλλόγου κρίνεται βάσει της ημερομηνίας της αδείας, πτυχίου ή διπλώματος φαρμακευτικής ή οιουδήποτε άλλου εγγράφου δυνάμει των οποίων εγένετο η εγγραφή εκάστου εξ αυτών συμφώνως προς τας διατάξεις του περί Φαρμακευτικής και Δηλητηρίων Νόμου.