22.-(1) Εάν, μετά την πάροδον της σχετικής προθεσμίας από του θανάτου ή της ευρέσεως πτώματος, ο θάνατος δεν καταχωρηθή λόγω παραλείψεως των αρμοδίων πληροφοριοδοτών όπως παράσχωσι πληροφορίας περί τούτου, ο Ληξίαρχος δύναται, δι’ εγγράφου ειδοποιήσεως, να καλέση οιονδήποτε τούτων όπως-
(α) εμφανισθή προσωπικώς εις το γραφείον του Ληξιάρχου ή εις έτερον υπό τούτου οριζόμενον τόπον εν τω χωρίω ή τη πόλει αυτού κατά τοιαύτην ημέραν (μεταγενεστέραν των επτά ημερών από της λήψεως της ειδοποιήσεως αλλά προγενεστέραν των δώδεκα μηνών από του θανάτου ή της ευρέσεως πτώματος) ως ήθελε καθορισθή εν τη ειδοποιήσει~ και
(β) παράσχη πληροφορίας, εξ όσων κάλλιον γνωρίζει και πιστεύει, περί των καταχωρητέων λεπτομερειών του θανάτου~ και
(γ) υπογράψη το Μητρώον επί τη παρουσία του Ληξιάρχου:
Νοείται ότι η τοιαύτη κλήσις ακυρούται εάν, προ της εν τη ειδοποιήσει καθοριζομένης ημέρας και προ της προς ταύτην συμμορφώσεως του προς ον αύτη απευθύνεται-
(i) ο θάνατος καταχωρηθή δεόντως~ή
(ii) διεξαχθή θανατική ανάκρισις.
(2) Εν τω παρόντι άρθρω η έκφρασις “σχετική προθεσμία” σημαίνει-
(α) εάν παρεσχέθη δεόντως ειδοποίησις προς τον Ληξίαρχον συμφώνως προς το άρθρον 21, δεκατέσσαρας ημέρας~
(β) εν πάση ετέρα περιπτώσει, πέντε ημέρας.