13.-(1) Ο Έφορος δύναται να προβαίνει σε βεβαίωση της φορολογίας κάθε προσώπου επί του αντικειμένου του φόρου του οποίου επιβάλλεται φόρος:
Νοείται ότι στην περίπτωση προσώπου που έχει υποχρέωση να υποβάλει τη δήλωση του αντικειμένου του φόρου εντός της προθεσμίας που καθορίζεται στην παράγραφο (i) της δεύτερης επιφύλαξης του εδαφίου (1) του άρθρου 5, το πρόσωπο τούτο καταβάλλει μαζί με την υποβολή της δήλωσης και οποιοδήποτε ποσό φόρου οφείλεται σύμφωνα με την εν λόγω δήλωση:
Νοείται περαιτέρω ότι στην περίπτωση προσώπου που υποχρεούται να υποβάλει τη δήλωση του αντικειμένου του φόρου εντός της προθεσμίας που καθορίζεται στην παράγραφο (ii) της δεύτερης επιφύλαξης του εδαφίου (1) του άρθρου 5, το πρόσωπο τούτο καταβάλλει τον υπ΄ αυτού υπολογιζόμενο φόρο προ ή κατά την 1η Αυγούστου του έτους, το οποίο έπεται του φορολογικού έτους και σε περίπτωση κατά την οποία η δήλωση υποβάλλεται μετά την ημερομηνία αυτή ο φόρος καταβάλλεται μαζί με τόκο σύμφωνα με το άρθρο 39:
Νοείται έτι περαιτέρω ότι, πρόσωπο το οποίο δεν εμπίπτει στις κατηγορίες προσώπων στις οποίες αφορά η πρώτη και δεύτερη επιφύλαξη, καταβάλλει τον υπολογιζόμενο από αυτό φόρο το αργότερο μέχρι την ημερομηνία λήξης της προθεσμίας, αυτής συμπεριλαμβανομένης, κατά την οποία αυτό έχει υποχρέωση να υποβάλει τη δήλωση του αντικειμένου του φόρου, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 5:
Νοείται έτι έτι περαιτέρω ότι, ανεξαρτήτως των διατάξεων του παρόντος εδαφίου, ο Έφορος δύναται με γνωστοποίησή του η οποία δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας να καθορίσει ημερομηνία μεταγενέστερη των προβλεπόμενων στο εδάφιο (1) προθεσμιών για την καταβολή του υπολογιζόμενου φόρου για το φορολογικό έτος 2017.
(2) Εις περιπτώσεις καθ' ας πρόσωπov τι επέδωκε δήλωσιv, o Διευθυvτής δύvαται-
(α) vα απoδεχθή τηv δήλωσιv και vα φoρoλoγήση βάσει ταύτης ή
(β) vα αρvηθή vα απoδεχθή τηv δήλωσιv και vα oρίση, κατά τηv κρίσιv αυτoύ, τo πoσόv τoυ αvτικειμέvoυ φόρoυ και vα φoρoλoγήση τo πρόσωπov τoύτo αvαλόγως.
(3) Σε περίπτωση κατά την οποία πρόσωπο παρέλειψε να υποβάλει δήλωση εντός της προθεσμίας που προβλέπεται από τον παρόντα Νόμο και ο Διευθυντής κρίνει ότι το πρόσωπο αυτό υπέχει υποχρέωσης καταβολής φόρου, ο Διευθυντής δύναται να προβεί σε βεβαίωση φόρου κατά την κρίση του με βάση τα ευρήματα ελέγχου που προέκυψαν μετά από σχετικό έλεγχο ή εξέταση ή έρευνα ή σύμφωνα με πληροφορίες και στοιχεία που έχει στη διάθεση του:
Νoείται ότι, η τoιαύτη φoρoλoγία oυδόλως επηρεάζει oιαvδήπoτε ετέραv ευθύvηv ηv δύvαται vα υπέχη τo τoιoύτov πρόσωπov ως εκ της αρvήσεως, παραλείψεως ή αμελείας παραδόσεως δηλώσεως.
(4) Ο Διευθυντής δύναται, για σκοπούς επιβολής φορολογίας για οποιοδήποτε έτος αναφορικά με το οποίο δύναται να επιβληθεί φορολογία δυνάμει οποιασδήποτε διάταξης του παρόντος Νόμου, να χρησιμοποιεί τα ευρήματα ελέγχου, εξέτασης ή έρευνας που προέκυψαν και που χρησιμοποιήθηκαν για τη φορολογία άλλου έτους, σε περίπτωση προσώπου που παρέλειψε να υποβάλει οποιεσδήποτε φορολογικές δηλώσεις ή να τηρήσει οποιαδήποτε βιβλία ή αρχεία ή έγγραφα ή να παράσχει τις απαραίτητες διευκολύνσεις για την επαλήθευση τους ή όταν ο Διευθυντής κρίνει ότι τέτοιες δηλώσεις είναι ελλιπείς ή ανακριβείς.