73.-(1) Το Υπουργικόν Συμβούλιον δύναται να εκδώση Κανονισμούς διά την καλυτέραν εν γένει εφαρμογήν των διατάξεων του παρόντος Νόμου, άνευ δε επηρεασμού της γενικότητος ταύτης, να προβή διά τοιούτων Κανονισμών εις τον καθορισμόν ή ρύθμισιν παντός θέματος χρήζοντος ή δεκτικού καθορισμού ή ρυθμίσεως, ειδικώτερον δε τον καθορισμόν ή ρύθμισιν:-
(α) του ύψους των αμελητέων αποδοχών˙
(β) του ύψους των βασικών ασφαλιστέων αποδοχών και του ανωτάτου ορίου ασφαλιστέων αποδοχών˙
(γ) του ποσού των ασφαλιστέων αποδοχών οιασδήποτε κατηγορίας μισθωτών˙
(δ) της κατατάξεως αυτοτελώς εργαζομένων προσώπων εις επαγγελματικάς κατηγορίας˙
(ε) του κατωτάτου ποσού ασφαλιστέων αποδοχών εκάστης επαγγελματικής κατηγορίας αυτοτελώς εργαζομένων προσώπων˙
(στ) του τρόπου υπολογισμού των ασφαλιστέων αποδοχών των αυτοτελώς εργαζομένων μέχρι και του ανωτάτου ορίου ασφαλιστέων αποδοχών˙
(ζ) της εγγραφής των ησφαλισμένων και εργοδοτών˙
(η) οιωνδήποτε ζητημάτων συναφών προς την καταβολήν και είσπραξιν των εισφορών περιλαμβανομένων-
(i) του τρόπου υπολογισμού ή εκτιμήσεως των ασφαλιστέων αποδοχών ειδικών τάξεων ή κατηγοριών μισθωτών˙
(ii) του συντονισμού τούτων προς την καταβολήν και είσπραξιν εισφορών δυνάμει ετέρων Νόμων˙
(iii) των προθεσμιών διά την καταβολήν εισφορών˙
(iv) των περιστάσεων υφ’ ας αχρεωστήτως καταβληθείσαι εισφοραί δύνανται να επιστρέφωνται˙
(v) των όρων επιστροφής εισφορών καταβληθεισών υπό ησφαλισμένου δι’ οιονδήποτε έτος εισφορών επί ασφαλιστέων αποδοχών υπερβαινουσών το ετήσιον ανώτατον όριον ασφαλιστέων αποδοχών˙
(θ) της επιβολής προσθέτου τέλους μέχρις δεκαπέντε επί τοις εκατόν του ποσού των οφειλομένων εισφορών εν περιπτώσει παραλείψεως καταβολής εισφορών κατά παράβασιν των διατάξεων του παρόντος Νόμου˙
(ι) παροχής υπό ιατρού νοσηλεύοντος ή καλουμένου να επισκεφθή ασθενή όστις πιστεύεται ότι πάσχει εκ νόσου τινος υφ’ ης προσεβλήθη εκ της απασχολήσεως αυτού, τοιούτων στοιχείων ως ήθελε καθορισθή˙
(ια) των περιστάσεων υφ’ ας πρόσωπον τι δεν λογίζεται ως εργαζόμενον επί κέρδει.
(2) Κανονισμοί γινόμενοι δυνάμει του παρόντος άρθρου κατατίθενται εις την Βουλήν των Αντιπροσώπων. Εάν μετά πάροδον τριάκοντα ημερών από της τοιαύτης καταθέσεως η Βουλή των Αντιπροσώπων δι’ αποφάσεως αυτής δεν τροποποιήση ή ακυρώση τους ούτω κατατεθέντας Κανονισμούς εν όλω ή εν μέρει, τότε ούτοι αμέσως μετά την πάροδον της ως άνω προθεσμίας δημοσιεύονται εν τη επισήμω εφημερίδι της Δημοκρατίας και τίθενται εν ισχύϊ από της τοιαύτης δημοσιεύσεως. Εν περιπτώσει τροποποιήσεως τούτων εν όλω ή εν μέρει υπό της Βουλής των Αντιπροσώπων ούτοι δημοσιεύονται εν τη επισήμω εφημερίδι της Δημοκρατίας ως ήθελον ούτω τροποποιηθή υπ’ αυτής και τίθενται εν ισχύϊ από της τοιαύτης δημοσιεύσεως.