61.-(1) Εάν πρόσωπον τι ελλείψει του παρόντος άρθρου, θα εδικαιούτο συγχρόνως εις δύο ή πλείονας περιοδικώς καταβαλλομένας παροχάς δυνάμει του παρόντος Νόμου, δικαιούται να λαμβάνη μόνην την καθ’ ύψος μεγαλυτέραν των τοιούτων παροχών, εάν δε αι παροχαί είναι καταβλητέαι εις το αυτό ύψος την πρώτον χορηγηθείσαν παροχήν:
Νοείται ότι, τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2), το επίδομα ορφανίας, ως και σύνταξις αναπηρίας καταβαλλομένη συνεπεία επαγγελματικού ατυχήματος επισυμβάντος ή νόσου προκληθείσης προ της ορισθείσης ημερομηνίας, εξαιρουμένης τυχόν αυξήσεως αυτής δι’ εξαρτωμένους, καταβάλλεται ανεξαρτήτως της καταβολής ετέρας τινός περιοδικώς καταβαλλομένης παροχής.
(2) Πρόσωπον τι δικαιούται να λαμβάνη συγχρόνως δύο ή πλείονας συντάξεις αναπηρίας, προς εξεύρεσιν δε του ολικού ποσού των ούτω καταβαλλομένων συντάξεων λαμβάνεται υπ’ όψιν ο ολικός βαθμός των σχετικών αναπηριών και ο υψηλότερος των δύο ή πλειόνων εβδομαδιαίων μέσων όρων των πληρωθεισών και πιστωθεισών ασφαλιστέων αποδοχών των εξευρεθέντων διά τας σχετικάς συντάξεις συμφώνως προς το Μέρος IV του Πέμπτου Πίνακος:
Νοείται ότι ο λαμβανόμενος υπ’ όψιν ολικός βαθμός αναπηρίας δεν δύναται να υπερβαίνη το εκατόν επί τοις εκατόν και ότι εν ουδεμία περιπτώσει καταβάλλεται συμπληρωματική παροχή διά αναπηρίαν προκληθείσαν προ της ορισθείσης ημερομηνίας.
(3) Πρόσωπο το οποίο δικαιούται σύνταξη χηρείας, επίδομα αγνοουμένου με βάση το εδάφιο (1) του άρθρου 42 ή σύνταξη χήρας, δικαιούται να λαμβάνει συγχρόνως και επίδομα μητρότητας, ασθένειας, επίδομα ανεργίας ή επίδομα σωματικής βλάβης ανάλογα με την περίπτωση.