10.-(1) Πας όστις δικαιούται εις σύνταξιν δυνάμει του παρόντος Νόμου δύναται να ασκήση εκλογήν όπως αντί της τοιαύτης συντάξεως λάβη ηλαττωμένην σύνταξιν ίσην προς τα τρία τέταρτα της τοιαύτης συντάξεως ομού μετά φιλοδωρήματος ίσου προς δεκατέσσερις φορές το ποσόν κατά το οποίον ηλαττώθη η τοιαύτη σύνταξις. Εις τοιαύτην περίπτωσιν το εν λόγω φιλοδώρημα θα καταβάλλεται ευθύς άμα τη αποχωρήσει του δικαιουμένου εις σύνταξιν.
Νοείται ότι εις περίπτωσιν προσώπου το οποίον θα εδικαιούτο εις σύνταξιν εάν δεν απέθνησκε, η εν τω παρόντι εδαφίω εκλογή θα ασκήται υπό του νομίμου προσωπικού αντιπροσώπου αυτού.
Νοείται περαιτέρω ότι εις την περίπτωσιν των προσώπων των αναφερομένων εις την υπό του άρθρου 2 του περί Συντάξεων (Πρόεδρος και Αντιπρόεδρος της Δημοκρατίας, Πρόεδρος και Αντιπρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων, Υπουργοί και Μέλη της Βουλής των Αντιπροσώπων) (Τροποποιητικού) Νόμου του 1988 προστιθεμένην επιφύλαξιν εις το εδάφιον (1) του άρθρου 4 του βασικού νόμου, τα οποία έλαβον επί τη αποχωρήσει των το εις το παρόν εδάφιον αναφερόμενον φιλοδώρημα, γίνεται αναπροσαρμογή του ποσού του φιλοδωρήματος, λαμβανομένης υπ’ όψιν της προνοίας της ως προείρηται επιφυλάξεως, και η προκύπτουσα διαφορά καταβάλλεται ευθύς μετά την έναρξιν της ισχύος του ως προείρηται Νόμου.
Νοείται περαιτέρω ότι, ανεξάρτητα από τις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 3 του βασικού νόμου, οσάκις η υπηρεσία του Προέδρου και του Αντιπροέδρου της Δημοκρατίας στο λειτούργημά του υπερβαίνει τους τριάντα συμπληρωμένους μήνες, η εκάστοτε καταβαλλόμενη σε αυτόν μηνιαία ελαττωμένη σύνταξη δεν μπορεί να είναι χαμηλότερη του ποσού των δύο χιλιάδων πεντακοσίων είκοσι δύο λιρών (£2.522). Το ποσό αυτό αυξάνεται από την 1η Ιανουαρίου 2002 και εφεξής κατά το ποσοστό της εκάστοτε αυξήσεως των συντάξεων, όπως προνοείται στο εδάφιο (2) του άρθρου 11 του βασικού νόμου:
Νοείται έτι περαιτέρω ότι, ανεξάρτητα από τις διατάξεις των εδαφίων (1) του (1Α) του άρθρου 6 του βασικού νόμου, οσάκις Βουλευτής έχει συμπληρώσει συντάξιμη υπηρεσία, η εκάστοτε καταβαλλόμενη σε αυτόν μηνιαία ελαττωμένη σύνταξη δεν μπορεί να είναι χαμηλότερη του ποσού των τριακοσίων είκοσι πέντε λιρών (£325). Το ποσό αυτό αυξάνεται από την 1η Ιανουαρίου 2002 και εφεξής κατά το ποσοστό της εκάστοτε αυξήσεως των συντάξεων, όπως προνοείται στο εδάφιο (2) του άρθρου 11 του βασικού νόμου.
(2) Η εν τω εδαφίω (1) αναφερομένη εκλογή ασκείται δι’ εγγράφου απευθυνομένου προς τον Γενικόν Λογιστήν ουχί αργότερον των τριάκοντα ημερών από της ημερομηνίας αποχωρήσεως του δικαιουμένου εις σύνταξιν:
Νοείται ότι εάν ο δικαιούχος δεν ασκήση την ρηθείσαν εκλογήν εντός της καθοριζομένης προθεσμίας, ο Υπουργός Οικονομικών δύναται, εάν θεωρήση τούτο δίκαιον, αφού λάβη υπ’ όψιν όλας τας περιστάσεις, να επιτρέψη εις αυτόν να ασκήση την εκλογήν καθ’ οιονδήποτε χρόνον προ της ημερομηνίας χορηγήσεως της συντάξεως.
(3) Η εκλογή όταν ασκηθή είναι ανέκκλητος.