4.-(1) Καθιδρύεται αναθεωρητική αρχή αδειών έχουσα εξουσίαν και καθήκον την εξέτασιν ιεραρχικών προσφυγών ασκουμένων δυνάμει του άρθρου 4Α του παρόντος Νόμου.
(2) Η αναθεωρητική αρχή αδειών σύγκειται εξ ενός προέδρου κεκτημένου νομικήν κατάρτισιν και τεσσάρων ετέρων μελών εχόντων ειδικήν γνώσιν και πείραν περί τα θέματα μεταφορών, απάντων διοριζομένων υπό του Υπουργικού Συμβουλίου.
(3) Η θητεία της αναθεωρητικής αρχής αδειών θα είναι τριετής.
(4) Το Υπουργικόν Συμβούλιον δύναται καθ’ οιονδήποτε χρόνον να τερματίση τον διορισμόν οιουδήποτε μέλους της αναθεωρητικής αρχής αδειών.
(5) Παν μέλος της αναθεωρητικής αρχής αδειών δύναται να υποβάλη οποτεδήποτε ιδιογράφως παραίτησιν απευθυνομένην προς το Υπουργικόν Συμβούλιον.
(6) Εν περιπτώσει καθ’ ην θέσις κενούται εξ οιουδήποτε λόγου, το Υπουργικόν Συμβούλιον προβαίνει εις νέον διορισμόν διά το υπόλοιπον χρονικόν διάστημα της θητείας της αναθεωρητικής αρχής αδειών.
(7) Η εγκυρότης οιασδήποτε πράξεως ή εργασίας της αναθεωρητικής αρχής αδειών δεν επηρεάζεται λόγω χηρείας θέσεως μέλους αυτής εφ’ όσον ο αριθμός των μελών δεν είναι ολιγώτερος των τριών.
(8) Ο πρόεδρος και τα μέλη της αναθεωρητικής αρχής αδειών δεν δύνανται να κέκτηνται οιονδήποτε άμεσον ή έμμεσον οικονομικόν συμφέρον εν οιαδήποτε επιχειρήσει μεταφορών εν τη Δημοκρατία.
(9) Εις τον πρόεδρον και τα λοιπά μέλη της αναθεωρητικής αρχής αδειών δυνατόν να καταβάλλωνται τοιαύτα έξοδα παραστάσεως, ως ήθελον επί τούτω εκάστοτε καθορισθή υπό του Υπουργικού Συμβουλίου.
(10) Ο πρόεδρος συγκαλεί τας συνεδριάσεις της αναθεωρητικής αρχής αδειών και προεδρεύει τούτων και υπογράφει τα πρακτικά.
(11) Ο πρόεδρος καταρτίζει την ημερησίαν διάταξιν εκάστης συνεδριάσεως και μεριμνά όπως αύτη κοινοποιήται εις έκαστον μέλος δύο τουλάχιστον ημέρας προ της συνεδριάσεως. Εν περιπτώσει επειγούσης ανάγκης η ημερησία διάταξις δύναται να κυκλοφορήση μεταξύ των μελών αμέσως προ της συνεδριάσεως.
(12) Αποτελεί καθήκον του προέδρου να μεριμνά όπως πάσα απόφασις της αναθεωρητικής αρχής αδειών εκτελήται δεόντως.
(13) Εν περιπτώσει απουσίας ή προσωρινού κωλύματος του προέδρου καθήκοντα προέδρου ασκεί εν των μελών υποδεικνυόμενον υπό του Υπουργού.
(14) Ο πρόεδρος ή το ασκούν καθήκοντα προέδρου μέλος και έτερα δύο μέλη αποτελούν απαρτίαν.
(15) Αι αποφάσεις της αναθεωρητικής αρχής αδειών λαμβάνονται κατά πλειοψηφίαν, εν περιπτώσει δε ισοψηφίας ο πρόεδρος της συνεδριάσεως κέκτηται την νικώσαν ψήφον.
(16) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου και παντός Κανονισμού εκδοθέντος δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, η αναθεωρητική αρχή αδειών δύναται να ρυθμίζη τον τρόπον διεξαγωγής των εργασιών της, την τηρητέαν διαδικασίαν κατά την εξέτασιν των ιεραρχικών προσφυγών και την εσωτερικήν αυτής λειτουργίαν.