8.-(1) Αι αιτήσεις προς παροχήν αδείας ασφαλιστού εις τινα κλάδον ασφαλειών υποβάλλονται εις τον Έφορον εν τω καθωρισμένω τύπω, συνοδεύονται δε υπό του νενομισμένου τέλους και των εκάστοτε καθοριζομένων εγγράφων.
(2) Εφ' όσον ο Έφορος ήθελεν ικανοποηθή καθ' όσον αφορά εις την υποβαλούσαν την αίτησιν εταιρείαν ότι-
(α) αύτη κέκτηται καταβεβλημένον μετοχικόν κεφάλαιον διακοσίων τουλάχιστον χιλιάδων λιρών
(β) το περιθώριον φερεγγυότητος της εταιρείας δεν είναι τοιούτον ώστε η εταιρεία να θεωρήται δυνάμει του άρθρου 36 ανίκανος να εξοφλήση τας οφειλάς αυτής
(γ) ο κλάδος ασφαλειών εις ον αφορά η αίτησις θα ασκήται υπό της εταιρείας συμφώνως προς τας υγιείς ασφαλιστικάς αρχάς
(δ) αύτη έχει αντασφαλισθή ή έχει προβή εις διευθετήσεις διά να αντασφαλισθή παρ' ετέρα ασφαλιστική ή αντασφαλιστική εταιρεία αναφορικώς προς ασφαλιστήρια εκδοθέντα ή εκδοθησόμενα υπ' αυτής ή ότι αύτη δικαιολογείται όπως μη αντασφαλισθή ή προβή εις διευθετήσεις διά να αντασφαλισθή·
(ε) η επωνυμία της εταιρείας δεν είναι η αυτή μετά της επωνυμίας ετέρας εταιρείας, ήτις έτυχεν ήδη αδείας δυνάμει του παρόντος άρθρου, ή μετά της επωνυμίας εταιρείας, ήτις νομίμως ήσκει ασφαλιστικήν επιχείρησιν εν τη Δημοκρατία κατά τον χρόνον ενάρξεως της ισχύος του παρόντος Νόμου (ή τοσούτον προσομοιάζει προς τοιαύτην επωνυμίαν ώστε να δύναται να αγάγη εις πλάνην ή να προκαλέση σύγχυσιν) εκτός εάν εις αμφοτέρας τας περιπτώσεις η ήδη φέρουσα την επωνυμία εταιρεία είναι υπό διάλυσιν, ή πρόκειται να διαλυθή, ή έπαυσεν ή πρόκειται να παύση την άσκησιν ασφαλιστικής επιχειρήσεως εν τη Δημοκρατία, συναινεί δε όπως παραχωρηθή τη αιτητρία εταιρεία άδεια υπό την ως είρηται επωνυμίαν και
(στ) συμμορφούται προς τας διατάξεις του άρθρου 9,
ούτος παρέχει τη εταιρεία άδειαν ασφαλιστού περί τον αιτηθέντα κλάδον ασφαλειών, γνωστοποιεί δε αναλόγως το γεγονός εις την υποβαλούσαν την αίτησιν εταιρείαν.
(3) (α) Η παράγραφος (α) του εδαφίου (2) δεν τυγχάνει εφαρμογής μέχρι της 5ης Ιουνίου, 1985, επί ασφαλιστικής εταιρείας ήτις κατά τον χρόνον ενάρξεως της ισχύος του παρόντος εδαφίου, ήσκει ασφαλιστικήν επιχείρησιν εν τη Δημοκρατία εις τον κλάδον εις ον αφορά η γενομένη αίτησις και ης το καταβεβλημένον μετοχικόν κεφάλαιον είναι μικρότερον του ποσού των £200,000
(β) εν τη ενασκήσει της διακριτικής εξουσίας ην κέκτηται δυνάμει του εδαφίου (2) ο Έφορος δύναται τη εγκρίσει του Υπουργού όπως διά περίοδον μη υπερβαίνουσαν τους εξ μήνας μη εμμείνη εις την εφαρμογήν των διατάξεων της παραγράφου (β) του εν λόγω εδαφίου, εφ' όσον ήθελεν ούτος ικανοποιηθή εκ στοιχείων παρασχεθέντων αυτώ υπό της αιτητρίας εταιρείας, ότι η εταιρεία είναι άλλως φερέγγυος, εν τη περιπτώσει δε εταιρείας ης η έδρα κείται εις ετέραν χώραν εκτός της Δημοκρατίας, ότι η εταιρεία συνάδει προς τους ασφαλιστικούς νόμους της ως είρηται χώρας, νοουμένου ότι η περίοδος των εξ μηνών δεν τυγχάνει εφαρμογής μέχρι της 5ης Ιουνίου, 1985 επί ασφαλιστικής εταιρείας ήτις αναφέρεται εις την παράγραφον (α) του παρόντος εδαφίου.
(4) Επιφυλαττομένων των διατάξεων του εδαφίου (3), εφ' όσον ο Έφορος δεν ήθελεν ικανοποιηθή περί τινα ή πλείονας των εν εδαφίω (2) εκπεφρασμένων όρων, ούτος θα κοινοποιή τη αιτητρία εταιρεία προσηκόντως ητιολογημένην έγγραφον απόφασιν αυτού όπως απόρριψη την γενομένην αίτησιν, θα γνωστοποιή δε συγχρόνως εις αυτήν ότι δυνάμει του άρθρου 9 ή του άρθρου 14, αναλόγως της περιπτώσεως, δύναται να προσβάλη δι' εφέσεως την τοιαύτην απόφασιν.