16.-(1) Πρόσωπο το οποίο παραβαίνει ή παραλείπει να τηρήσει οποιαδήποτε από τις διατάξεις:-
(α) του άρθρου 3(1)·
(β) του άρθρου 9(Α)·
(γ) του άρθρου 10·
(δ) του άρθρου 11(1)·
(ε) του άρθρου 14(2)· ή
(στ του άρθρου 15(3),
τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου, διαπράττει αδίκημα και υπόκειται, σε περίπτωση καταδίκης του, σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις £1000 ή σε φυλάκιση για χρονική περίοδο που δεν υπερβαίνει τους δώδεκα μήνες, ή και στις δυο αυτές ποινές· σε περίπτωση όμως δεύτερης ή μεταγενέστερης καταδίκης, σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις £1500 ή σε φυλάκιση για χρονική περίοδο που δεν υπερβαίνει τα δύο έτη, ή και στις δυο αυτές ποινές.
(2) Επιπρόσθετα το εκδικάζον δικαστήριο έχει εξουσία να διατάξει την κατάσχεση των αγαθών ή των αντικειμένων με τα οποία ή σε σχέση με τα οποία έχει διαπραχθεί το αδίκημα.