ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Συνοπτικός τίτλος

1. Οι περί Εμπορικών Περιγραφών Νόμοι του 1987, 1992 και 1999 θα αναφέρονται μαζί ως οι περί Εμπορικών Περιγραφών Νόμοι του 1987 μέχρι 1999.

Ερμηνεία

2.-(1) Στον παρόντα Νόμο-

“αγαθά” περιλαμβάνει πλοία, αεροσκάφη, πράγματα προσαρτημένα στο έδαφος και καρπούς μη αποκοπέντες·

“Δημοκρατία” σημαίνει την Κυπριακή Δημοκρατία·

“διαφήμιση” περιλαμβάνει κατάλογο, εγκύκλιο και τιμοκατάλογο·

“εμπορικό σήμα” περιλαμβάνει εμπορικό σήμα εγγεγραμμένο ή μη, που προστατεύεται διά νόμου στη Δημοκρατία ή σ’ οποιαδήποτε άλλη χώρα με την οποία η Δημοκρατία έχει διευθέτηση για αμοιβαία προστασία εμπορικών σημάτων·

“εξουσιοδοτημένος λειτουργός” σημαίνει πρόσωπο που εξουσιοδοτείται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 24 του παρόντος Νόμου·

“καταναλωτής” σημαίνει-

(α) Σε σχέση με οποιαδήποτε αγαθά, κάθε πρόσωπο το οποίο θα επιθυμούσε να προμηθευτεί τα αγαθά για ιδιωτική χρήση ή κατανάλωση·

(β) σε σχέση με οποιεσδήποτε υπηρεσίες ή ευκολύνσεις, κάθε πρόσωπο το οποίο θα επιθυμούσε να του παρασχεθούν οι υπηρεσίες ή οι ευκολύνσεις για σκοπούς άλλους από αυτούς του επαγγέλματος του·

(γ) σε σχέση με οποιοδήποτε κατάλυμα, κάθε πρόσωπο το οποίο θα επιθυμούσε να χρησιμοποιήσει το κατάλυμα για σκοπούς άλλους από αυτούς του επαγγέλματος του·

“όνομα” περιλαμβάνει και σύντμηση ονόματος·

“πλοίο” περιλαμβάνει λέμβους και παντός είδους σκάφη που χρησιμοποιούνται στη ναυσιπλοϊα·

“προμηθεύω” και “προμήθεια” περιλαμβάνουν πώληση, ανταλλαγή, ενοικίαση ή ενοικιαγορά·

“τιμή”, σε σχέση με οποιαδήποτε αγαθά, υπηρεσίες, καταλύματα ή ευκολύνσεις, σημαίνει το σύνολο των ποσών που απαιτείται να καταβληθεί από τον καταναλωτή για την προμήθεια των αγαθών ή την παροχή των υπηρεσιών, καταλυμάτων ή ευκολύνσεων και περιλαμβάνει κάθε μέθοδο η οποία θα εφαρμοστεί ή έχει εφαρμοστεί για το καθορισμό του συνόλου αυτού·

“υπηρεσίες” σημαίνει την επί κέρδει ή επ’ αμοιβή ανάληψη και εκτέλεση υποχρεώσεων για οποιοδήποτε θέμα εκτός από την παραγωγή ή προμήθεια αγαθών, αλλά δεν περιλαμβάνει την παροχή υπηρεσιών προς εργοδότη δυνάμει σύμβασης εργοδοτήσεως·

“Υπουργός” σημαίνει τον εκάστοτε Υπουργό Εμπορίου και Βιομηχανίας·

“υποστατικά” περιλαμβάνει-

(α) τόπο στον οποίο διεξάγεται επιχείρηση, βιομηχανία, παραγωγή ή εμπόριο ή στον οποίο παρέχονται υπηρεσίες, καταλύματα ή ευκολύνσεις·

(β) τόπο στον οποίο αποθηκεύονται, φυλάσσονται ή εκτίθενται αγαθά·

(γ) κατοικία εφόσο οποιοδήποτε μέρος αυτής χρησιμοποιείται για σκοπούς διεξαγωγής επιχείρησης, βιομηχανίας, παραγωγής, εμπορίου ή παροχής υπηρεσιών, καταλυμάτων ή ευκολύνσεων·

(δ) τόπο στον οποίο φυλάσσονται λογιστικά βιβλία ή άλλα έγγραφα σχετιζόμενα με διεξαγωγή επιχείρησης, βιομηχανίας, παραγωγής ή εμπορίου ή παροχής υπηρεσιών·

και για τους σκοπούς του όρου αυτού “τόπος” περιλαμβάνει όχημα, πλοίο ή αεροσκάφος.

(2) Για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, εμπορική περιγραφή ή δήλωση που δημοσιεύεται σε οποιαδήποτε εφημερίδα, βιβλίο ή περιοδικό ή σε οποιαδήποτε κινηματογραφική ταινία ή ραδιοφωνική ή τηλεοπτική εκπομπή δε θεωρείται ως εμπορική περιγραφή που επιτέθηκε ή ως δήλωση που έγινε κατά τη διεξαγωγή εμπορίου, επιχείρησης, ή επαγγέλματος εκτός αν αυτή είναι ή αποτελεί μέρος διαφήμισης.

ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΑΝΑΚΡΙΒΩΝ ΕΜΠΟΡΙΚΩΝ ΠΕΡΙΓΡΑΦΩΝ
Απαγόρευση ανακριβούς εμπορικής περιγραφής

3.-(1) Ουδέν πρόσωπο κατά τη διεξαγωγή εμπορίου, επιχείρησης ή επαγγέλματος-

(α) επιθέτει ανακριβή εμπορική περιγραφή σε αγαθά· ή

(β) προμηθεύει ή προσφέρεται να προμηθεύσει αγαθά στα οποία έχει επιτεθεί ανακριβής εμπορική περιγραφή.

(2) Τα άρθρα 4 μέχρι 8 έχουν εφαρμογή για τους σκοπούς και για την ερμηνεία των όρων και φράσεων του παρόντος άρθρου, καθώς και οπουδήποτε αλλού απαντώνται στον παρόντα Νόμο.

Εμπορική περιγραφή

4.-(1) Εμπορική περιγραφή είναι μια ένδειξη άμεση ή έμμεση και ανεξάρτητα από τον τρόπο που δίδεται, οποιουδήποτε από τα ακόλουθα θέματα που αφορούν σε αγαθά ή μέρη αυτών, δηλαδή-

(α) ποσότητα, μέγεθος ή μέτρο·

(β) μέθοδο κατασκευής, παραγωγής, κατεργασίας ή επισκευής·

(γ) σύνθεση·

(δ) καταλληλότητα, αντοχή, λειτουργία, συμπεριφορά ή ακρίβεια·

(ε) φυσικά χαρακτηριστικά που δεν περιλαμβάνονται στις προηγούμενες παραγράφους·

(στ) δοκιμή που έγινε από οποιοδήποτε πρόσωπο και αποτελέσματα αυτής·

(ζ) έγκριση, εξουσιοδότηση ή άδεια που δόθηκε απ’ οποιοδήποτε πρόσωπο·

(η) πρόσωπο που κατασκευάζει, εμπορεύεται, παράγει ή κατεργάζεται ή επιδιορθώνει τα αγαθά, καθώς και τα προσόντα και τις ιδιότητες του προσώπου τούτου·

(θ) χώρα, τόπος ή ημερομηνία κατασκευής, παραγωγής, κατεργασίας ή επισκευής·

(ι) λοιπά στοιχεία προϊστορίας, περιλαμβανομένης της προηγούμενης ιδιοκτησίας ή χρησιμοποίησης·

(ια) όρους πώλησης, συμπεριλαμβανομένης της ύπαρξης εγγύησης, εξυπηρέτησης και επιδιόρθωσης μετά την πώληση·

(ιβ) συμμόρφωση με οποιοδήποτε πρότυπο που εγκρίθηκε από οποιοδήποτε πρόσωπο ή που καθιερώθηκε, αναγνωρίζεται ή χρησιμοποιείται γενικά·

(ιγ) ότι οποιαδήποτε αγαθά ή μέρη αυτών αποτελούν αντικείμενο υφιστάμενου προνομίου ευρεσιτεχνίας, δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας ή εμπορικού σήματος,

και περιλαμβάνει τη χρήση οποιουδήποτε αριθμού, λέξης, ψηφίου, σήματος ή συνδυασμού αυτών που γενικά εκλαμβάνεται ως ένδειξη των πιο πάνω θεμάτων.

(2) Τα θέματα του εδαφίου (1) θεωρούνται-

(α) Όταν πρόκειται για ζώα, ότι περιλαμβάνουν το φύλο, τη ράτσα, τη διασταύρωση, τη γονιμότητα και την υγεία·

(β) όταν πρόκειται για σπέρμα, ότι περιλαμβάνουν την ταυτότητα και τα χαρακτηριστικά του ζώου από το οποίο πάρθηκε το σπέρμα και την αναλογία διάλυσης.

(3) Στο παρόν άρθρο “ποσότητα” περιλαμβάνει μήκος, πλάτος, ύψος, επιφάνεια, όγκο, βάρος και αριθμό.

Ανακριβής εμπορική περιγραφή

5.-(1) Ανακριβής εμπορική περιγραφή είναι η εμπορική περιγραφή που είναι ανακριβής σε βαθμό που εξ αντικειμένου μπορεί να οδηγήσει σε παραπλάνηση.

(2) Εμπορική περιγραφή η οποία, άνκαι δεν είναι ανακριβής, είναι όμως παραπλανητική, δηλαδή είναι πιθανόν να εκληφθεί συμπερασματικά απ’ ό,τι αποκαλύπτει ή παραλείπει να αποκαλύψει, ως ένδειξη ενός οποιουδήποτε από τα θέματα που καθορίζονται στο άρθρο 4 και ως τέτοια ένδειξη ήθελε είναι ανακριβής σε βαθμό που εξ αντικειμένου μπορεί να οδηγήσει σε παραπλάνηση, θεωρείται ως ανακριβής εμπορική περιγραφή.

(3) Οτιδήποτε το οποίο, άνκαι δεν είναι εμπορική επιγραφή, είναι όμως πιθανόν να εκληφθεί συμπερασματικά απ’ ό,τι αποκαλύπτει ή παραλείπει να αποκαλύψει, ως ένδειξη οποιουδήποτε από τα θέματα που καθορίζονται στο άρθρο 4, και σαν τέτοια ένδειξη ήθελε είναι ανακριβής σε βαθμό που εξ αντικειμένου μπορεί να οδηγήσει σε παραπλάνηση, θεωρείται ως ανακριβής εμπορική περιγραφή.

(4) Ανακριβής ένδειξη, ή οτιδήποτε είναι πιθανόν να εκληφθεί ως ένδειξη η οποία ήθελε είναι ανακριβής, ότι οποιαδήποτε αγαθά συμμορφούνται με οποιοδήποτε πρότυπο που καθορίζεται ή αναγνωρίζεται από οποιοδήποτε πρόσωπο ή που προκύπτει από την έγκριση οποιουδήποτε προσώπου, θεωρείται ως ανακριβής εμπορική περιγραφή εφόσο δεν υπάρχει τέτοιο πρόσωπο ή τέτοιο πρότυπο που να έχει καθοριστεί, αναγνωριστεί ή προκύψει με τον πιο πάνω τρόπο.

Επίθεση εμπορικής περιγραφής

6.-(1) Πρόσωπο θεωρείται ότι επιθέτει εμπορική περιγραφή σε αγαθά αν-

(α) επικολλήσει ή προσαρτήσει ή με οποιοδήποτε τρόπο επισημάνει ή ενσωματώσει αυτή-

(ι) στα ίδια τα αγαθά, ή

(ιι) σ’ οποιοδήποτε αντικείμενο μέσα στο οποίο ή πάνω στο οποίο ή μαζί με το οποίο προμηθεύονται τα αγαθά· ή

(β) τοποθετήσει τα αγαθά μέσα, πάνω ή μαζί με οποιοδήποτε αντικείμενο στο οποίο έχει επικολληθεί, προσαρτηθεί, επισημανθεί ή ενσωματωθεί η εμπορική περιγραφή ή τοποθετήσει οποιοδήποτε τέτοιο αντικείμενο μαζί με τα αγαθά· ή

(γ) χρησιμοποιήσει την εμπορική περιγραφή με οποιοδήποτε τρόπο που πιθανόν να εκληφθεί ότι αναφέρεται στα αγαθά.

(2) Όταν προμηθεύονται αγαθά κατά παραγγελία στην οποία χρησιμοποιείται εμπορική περιγραφή και οι περιστάσεις είναι τέτοιες ώστε να καθιστούν εύλογο το συμπέρασμα ότι τα αγαθά προμηθεύονται ως αγαθά ανταποκρινόμενα στην εμπορική αυτή περιγραφή, το πρόσωπο που προμηθεύει τα αγαθά θεωρείται ότι έχει επιθέσει την εμπορική αυτή περιγραφή στα αγαθά.

Εμπορικές περιγραφές σε διαφημίσεις

7.-(1) Οι ακόλουθες διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται όταν σε ορισμένη διαφήμιση χρησιμοποιείται εμπορική περιγραφή αναφερόμενη σε κατηγορία αγαθών.

(2) Η εμπορική περιγραφή εκλαμβάνεται ότι αφορά σε όλα τα αγαθά της κατηγορίας, ανεξάρτητα από το αν υπάρχουν ή όχι κατά το χρόνο που δημοσιεύεται η διαφήμιση-

(α) για το σκοπό διαπίστωσης κατά πόσο έχει παραβιαστεί η απαγορευτική διάταξη της παραγράφου (α) του άρθρου 3· και

(β) επίσης για το σκοπό διαπίστωσης κατά πόσο έχει παραβιαστεί η απαγορευτική διάταξη της παραγράφου (β) του άρθρου 3, όταν αγαθά της κατηγορίας προμηθεύονται ή προσφέρονται για προμήθεια από πρόσωπο που δημοσιεύει ή εκθέτει τη διαφήμιση.

(3) Για τη διαπίστωση για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου κατά πόσο οποιαδήποτε αγαθά ανήκουν σε ορισμένη κατηγορία στην οποία αφορά μια εμπορική περιγραφή που χρησιμοποιήθηκε σε διαφήμιση, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη όχι μόνο η μορφή και το περιεχόμενο της διαφήμισης αλλά και ο χρόνος, τόπος, τρόπος και συχνότητα της δημοσίευσης της, καθώς και όλα τα λοιπά θέματα που καθιστούν πιθανόν ή απίθανον σε πρόσωπο στο οποίο προμηθεύονται τα αγαθά να σκεφθεί ότι αυτά ανήκουν στην κατηγορία στην οποία αφορά η εμπορική περιγραφή που χρησιμοποιήθηκε στη διαφήμιση.

Προσφορά για προμήθεια

8. Πρόσωπο που εκθέτει ή κατέχει αγαθά για προμήθεια θεωρείται ότι προσφέρει αυτά για προμήθεια.

ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΑΝΑΚΡΙΒΩΝ ΔΗΛΩΣΕΩΝ ΑΛΛΩΝ Ή ΑΝΑΚΡΙΒΩΝ ΕΜΠΟΡΙΚΩΝ ΠΕΡΙΓΡΑΦΩΝ
Απαγόρευση ανακριβών ή παραπλανητικών ενδείξεων για την τιμή αγαθών
[Καταργήθηκε]
Αδικήματα παραπλανητικής ένδειξης τιμής

9Α.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου, πρόσωπο διαπράττει αδίκημα αν, κατά τη διεξαγωγή εμπορίου, επιχείρησης ή επαγγέλματος, παρέχει με οποιοδήποτε τρόπο σε οποιουσδήποτε καταναλωτές οποιαδήποτε ένδειξη που είναι παραπλανητική ως προς την τιμή στην οποία διατίθενται οποιαδήποτε αγαθά, υπηρεσίες, καταλύματα ή ευκολύνσεις είτε γενικά είτε από ορισμένα πρόσωπα.

(2) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου, πρόσωπο διαπράττει αδίκημα αν-

(α) Κατά τη διεξαγωγή εμπορίου, επιχείρησης ή επαγγέλματος, παρέσχε σε οποιουσδήποτε καταναλωτές οποιαδήποτε ένδειξη η οποία, μετά την παροχή της, έχει καταστεί παραπλανητική όπως αναφέρεται στο εδάφιο (1) πιο πάνω· και

(β) ορισμένοι ή όλοι οι καταναλωτές θα αναμενόταν λογικά να βασισθούν στην ένδειξη σε χρόνο μεταγενέστερο του χρόνου κατά τον οποίο αυτή κατέστη παραπλανητική· και

(γ) το πρόσωπο αυτό παραλείπει να λάβει κάθε λογικό μέτρο για να εμποδίσει τους καταναλωτές αυτούς να βασισθούν στην ένδειξη αυτή.

(3) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου δεν έχει καμιά σημασία αν-

(α) Το πρόσωπο το οποίο παρέχει ή παρέσχε την ένδειξη, ενεργεί ή ενεργούσε για δικό του λογαριασμό ή για λογαριασμό άλλου·

(β) το πρόσωπο αυτό είναι το πρόσωπο που διαθέτει ή περιλαμβάνεται μεταξύ των προσώπων, που διαθέτουν τα αγαθά, τις υπηρεσίες, τα καταλύματα ή τις ευκολύνσεις·

(γ) η ένδειξη είναι ή κατέστη παραπλανητική αναφορικά με όλους τους καταναλωτές στους οποίους παρέχεται ή παρασχέθηκε ή αναφορικά με ορισμένους μόνο από αυτούς.

(4) Πρόσωπο το οποίο βρίσκεται ένοχο του αδικήματος το οποίο προβλέπεται στο εδάφιο (1) ή (2) υπόκειται στις ίδιες ποινές που προβλέπονται στο εδάφιο (1) του άρθρου 16 του βασικού νόμου.

(5) Σε ποινική διαδικασία για αδίκημα που διαπράχθηκε δυνάμει του εδαφίου (1), αποτελεί υπεράσπιση για τον κατηγορούμενο αν αποδείξει ότι-

(α) Η ένδειξη δεν αφορούσε τη διάθεση από τον ίδιο οποιωνδήποτε εμπορευμάτων, υπηρεσιών, καταλυμάτων ή ευκολύνσεων·

(β) η τιμή είχε υποδειχθεί σε κάθε πρόσωπο το οποίο, σύμφωνα με την ένδειξη, διέθετε τα εμπορεύματα, τις υπηρεσίες, τα καταλύματα ή τις ευκολύνσεις·

(γ) η ένδειξη αφορούσε την τιμή αυτή και ήταν παραπλανητική ως προς την τιμή αυτή αποκλειστικά λόγω παράλειψης οποιουδήποτε προσώπου να ακολουθήσει την τιμή που υποδείχθηκε·

(δ) ήταν εύλογο για το πρόσωπο που παρέσχε την ένδειξη να υποθέσει ότι η υπόδειξη ακολουθείτο κατά μεγάλο μέρος.

Έννοια παραπλανητικής ένδειξης τιμής

9Β.-(1) Για τους σκοπούς του άρθρου 9Α, ένδειξη η οποία παρέχεται σε καταναλωτές είναι παραπλανητική ως προς την τιμή αν ο,τιδήποτε μεταδίδεται με την ένδειξη, ή ο,τιδήποτε θα αναμενόταν λογικά από τους καταναλωτές αυτούς να συμπεράνουν από την ένδειξη ή οποιαδήποτε παράλειψη από αυτή, περιλαμβάνει οποιοδήποτε από τα ακόλουθα, ότι δηλαδή-

(α) Ότι η τιμή είναι μικρότερη απ’ ό,τι είναι στην πραγματικότητα·

(β) η εφαρμογή της τιμής δεν εξαρτάται από γεγονότα ή περιστάσεις από τις οποίες στην πραγματικότητα εξαρτάται·

(γ) η τιμή καλύπτει θέματα για τα οποία στην πραγματικότητα επιβάλλεται επιπρόσθετη χρέωση·

(δ) πρόσωπο το οποίο δεν έχει στην πραγματικότητα τέτοια προσδοκία-

(i) Αναμένει ότι η τιμή θα αυξηθεί ή θα μειωθεί, είτε μέσα σε ορισμένο ή μη χρόνο είτε κατά ορισμένο ή μη ποσό· ή

(ii) αναμένει ότι η τιμή, ή η τιμή όπως έχει αυξηθεί ή μειωθεί, θα διατηρηθεί για ορισμένη ή μη περίοδο·

(ε) τα γεγονότα ή οι περιστάσεις με βάση τις οποίες οι καταναλωτές θα αναμενόταν λογικά να κρίνουν το κύρος οποιασδήποτε σχετικής σύγκρισης που έγινε ή υπονοείτο με την ένδειξη δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα.

(2) Για τους σκοπούς της παραγράφου (ε) του εδαφίου (1), η σύγκριση είναι σχετική σύγκριση σε σχέση με τιμή, αν γίνεται μεταξύ της τιμής αυτής και οποιασδήποτε τιμής ή αξίας η οποία δηλώνεται ή υπονοείται ότι αναφέρεται ή είναι πιθανόν να αναφέρεται στα συγκεκριμένα αγαθά, υπηρεσίες, καταλύματα ή ευκολύνσεις ή σε οποιαδήποτε άλλα αγαθά, υπηρεσίες, καταλύματα ή ευκολύνσεις.

Κώδικας πρακτικής

9Γ.-(1) Ο Υπουργός μπορεί, ύστερα από διαβουλεύσεις με τις ενδιαφερόμενες οργανώσεις ή τους ενδιαφερόμενους συνδέσμους που, κατά την κρίση του εκπροσωπούν συμφέροντα που επηρεάζονται σημαντικά, με διάταγμα που θα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, να καθορίσει κώδικα πρακτικής με σκοπό-

(α) Την παροχή πρακτικής καθοδήγησης αναφορικά με τις προϋποθέσεις του άρθρου 9Α· και

(β) την προαγωγή των μεθόδων ή διαδικασιών οι οποίες φαίνονται στον Υπουργό ότι αποτελούν επιθυμητή πρακτική ως προς τις περιστάσεις και τον τρόπο με τον οποίο οποιοδήποτε πρόσωπο παρέχει ένδειξη ως προς την τιμή στην οποία διατίθενται οποιαδήποτε εμπορεύματα, υπηρεσίες, καταλύματα ή ευκολύνσεις ή την επισήμανση οποιουδήποτε άλλου θέματος για το οποίο η ένδειξη αυτή μπορεί να είναι παραπλανητική.

(2) Η παράβαση του κώδικα πρακτικής που καθορίζεται δυνάμει του παρόντος άρθρου δεν αποτελεί μόνη της βάση ποινικής ή αστικής ευθύνης, αλλά σε ποινική διαδικασία εναντίον προσώπου για αδίκημα που διαπράχθηκε σύμφωνα με το εδάφιο (1) ή (2) του άρθρου 9Α-

(α) Οποιαδήποτε παράβαση του κώδικα από το πρόσωπο αυτό μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε σχέση με οποιοδήποτε θέμα για σκοπούς απόδειξης της διάπραξης από το πρόσωπο αυτό του αδικήματος ή για σκοπούς εξουδετέρωσης οποιασδήποτε υπεράσπισης·

(β) τήρηση από το πρόσωπο αυτό του κώδικα μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε σχέση με οποιοδήποτε θέμα για να καταδειχθεί ότι η διάπραξη του αδικήματος από το πρόσωπο αυτό δεν έχει αποδειχθεί ή ότι το πρόσωπο αυτό έχει υπεράσπιση.

Κανονισμοί ενδείξεων τιμής

9Δ.-(1) Κανονισμοί που εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 35 μπορούν να περιέχουν διατάξεις για-

(α) Τη ρύθμιση των περιστάσεων και του τρόπου με τον οποίο οποιοδήποτε πρόσωπο-

(i) Παρέχει οποιαδήποτε ένδειξη ως προς την τιμή στην οποία οποιαδήποτε αγαθά, υπηρεσίες, καταλύματα ή ευκολύνσεις διατίθενται ή παρέχονται ή έχουν διατεθεί ή παρασχεθεί ή πρόκειται να διατεθούν ή παρασχεθούν· ή

(ii) επισημαίνει οποιοδήποτε άλλο θέμα σε σχέση με το οποίο οποιαδήποτε τέτοια ένδειξη δυνατόν να είναι παραπλανητική·

(β) τη διευκόλυνση της εφαρμογής των διατάξεων του άρθρου 9Α ή οποιωνδήποτε κανονισμών οι οποίοι εκδίδονται δυνάμει του παρόντος άρθρου.

(2) Χωρίς να επηρεάζεται η γενικότητα του εδαφίου (1), κανονισμοί που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος άρθρου μπορούν-

(α) Να απαγορεύουν οποιαδήποτε ένδειξη ως προς την τιμή να αναφέρεται σε θέματα που θα καθορισθούν στους κανονισμούς·

(β) να απαιτούν οποιαδήποτε ένδειξη ως προς την τιμή ή άλλο θέμα να συνοδεύεται ή να συμπληρώνεται με τις επεξηγήσεις ή τις πρόσθετες πληροφορίες που θα καθορισθούν στους κανονισμούς·

(γ) να απαιτούν πληροφορίες ή επεξηγήσεις σχετικές με οποιαδήποτε τιμή ή άλλο θέμα να δίδονται στον εξουσιοδοτημένο λειτουργό και να παρέχουν σ’ αυτόν εξουσία να ζητά να του δοθούν τέτοιες πληροφορίες ή επεξηγήσεις·

(δ) να απαιτούν οποιεσδήποτε πληροφορίες ή επεξηγήσεις που δίδονται για τους σκοπούς οποιωνδήποτε κανονισμών που εκδίδονται δυνάμει της παραγράφου (β) ή (γ) να είναι ακριβείς·

(ε) να απαγορεύουν τη συμπερίληψη σε ενδείξεις ως προς την τιμή ή άλλο θέμα δηλώσεων ότι οι ενδείξεις δεν προσφέρονται για να χρησιμοποιηθούν ως βάση·

(στ) να προβλέπουν ότι εκφράσεις που χρησιμοποιούνται σ’ οποιεσδήποτε ενδείξεις ως προς την τιμή ή άλλο θέμα θα ερμηνεύονται με συγκεκριμένο τρόπο για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου·

(ζ) να προβλέπουν ότι οποιαδήποτε παράβαση των διατάξεων των κανονισμών συνιστά αδίκημα για το οποίο οι προβλεπόμενες ποινές δεν μπορούν να υπερβαίνουν τις προβλεπόμενες στο εδάφιο (1) του άρθρου 16 του βασικού νόμου·

(η) να προβλέπουν την εφαρμογή οποιασδήποτε σχετικής με αδίκημα διάταξης του παρόντος Νόμου σε αδίκημα που διαπράττεται δυνάμει της παραγράφου (ζ).

Απαγόρευση ανακριβών παραστάσεων

10. Ουδέν πρόσωπο κατά τη διεξαγωγή εμπορίου, επιχείρησης ή επαγγέλματος παρέχει με οποιοδήποτε τρόπο ανακριβή ένδειξη, άμεση ή έμμεση, ότι οποιαδήποτε αγαθά που προμηθεύει ή οποιεσδήποτε υπηρεσίες που παρέχει είναι του είδους που προμηθεύονται ή παρέχονται σε οποιοδήποτε πρόσωπο.

Απαγόρευση ανακριβών ή παραπλανητικών δηλώσεων για υπηρεσίες

11.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων κάθε άλλου νόμου, κανένα πρόσωπο κατά τη διεξαγωγή εμπορίου, επιχείρησης ή επαγγέλματος-

ΕΝΔΕΙΞΗ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗΣ ‘Η ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ
Ένδειξη της χώρας κατασκευής κλπ. των αγαθών

12. [Διαγράφηκε]
Χώρα κατασκευής ή παραγωγής

13.-(1) Για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, τα αγαθά θα θεωρούνται ότι έχουν κατασκευαστεί ή παραχθεί στη χώρα όπου είχαν υποστεί την τελευταία επεξεργασία ή κατεργασία που οδήγησε σε ουσιαστική μεταβολή τους.

ΕΞΟΥΣΙΑ ΕΠΙΒΟΛΗΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΗΣ ΓΙΑ ΣΗΜΑΝΣΗ ΚΑΙ ΠΑΡΟΧΗ ΟΡΙΣΜΕΝΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ Ή ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ
Διατάγματα για υποχρεωτική σήμανση αγαθών

14.-(1) Όταν ο Υπουργός κρίνει απαραίτητο ή σκόπιμο, προς το συμφέρον των προσώπων στα οποία προμηθεύονται οποιαδήποτε αγαθά, ότι αυτά πρέπει να επισημένονται ή συνοδεύονται με οποιαδήποτε πληροφορία (άσχετα αν αυτή ισοδυναμεί ή περιέχει εμπορική περιγραφή) ή οδηγία σχετική με τα αγαθά, ο Υπουργός μπορεί, με διάταγμα που θα δημοσιευθεί στην επίσημη εφημερίδα της Δημοκρατίας, να επιβάλει απαιτήσεις που να εξασφαλίζουν ότι τα αγαθά έχουν επισημανθεί ή συνοδευθεί με τον πιο πάνω τρόπο, και να ρυθμίσει ή απαγορεύσει την προμήθεια αγαθών για τα οποία δεν τηρήθηκαν οι απαιτήσεις. Οι απαιτήσεις μπορούν να αφορούν στη μορφή και στον τρόπο με τον οποίο δίδεται η πληροφορία ή η οδηγία.

(2) Όταν δυνάμει του παρόντος άρθρου, εκδόθηκε και είναι σε ισχύ διάταγμα αναφορικά με αγαθά οποιασδήποτε περιγραφής, ουδέν πρόσωπο κατά τη διεξαγωγή εμπορίου, επιχείρησης ή επαγγέλματος προμηθεύει ή προσφέρεται να προμηθεύσει αγαθά της ίδιας περιγραφής κατά παράβαση του διατάγματος ή παρέχει πληροφορία που μπορεί να προκαλέσει σύγχυση με ονομασίες ή ενδείξεις αγαθών της ίδιας περιγραφής που καθορίζονται στο διάταγμα.

(3) Διάταγμα δυνάμει του παρόντος άρθρου μπορεί να περιέχει διαφορετική πρόνοια για διαφορετικές περιστάσεις και μπορεί, στην περίπτωση αγαθών που προμηθεύονται υπό περιστάσεις όπου η πληροφορία ή οδηγία που απαιτεί το διάταγμα δεν μπορεί να διαβιβασθεί παρά μόνο μετά την παράδοση, να απαιτεί όπως ολόκληρη ή μέρος αυτής εκτίθεται κοντά στα αγαθά.

Πληροφορίες που απαιτείται να περιέχονται στις διαφημίσεις

15.-(1) Όταν ο Υπουργός κρίνει απαραίτητο ή σκόπιμο, προς το συμφέρον των προσώπων στα οποία πρόκειται να προμηθευθούν οποιαδήποτε αγαθά ή να παρασχεθούν οποιεσδήποτε υπηρεσίες, καταλύματα ή ευκολύνσεις, ότι οποιαδήποτε μορφή διαφήμισης αυτών πρέπει να περιέχει ή να αναφέρει οποιαδήποτε πληροφορία (άσχετα αν αυτή περιέχει ή ισοδυναμεί με εμπορική περιγραφή ή δήλωση αναφορικά με οποιοδήποτε από τα θέματα που καθορίζονται στο εδάφιο (1) του άρθρου 11) σχετική με τα αγαθά ή τις υπηρεσίες, τα καταλύματα ή τις ευκολύνσεις, ο Υπουργός μπορεί, με διάταγμα που θα δημοσιευθεί στην επίσημη εφημερίδα της Δημοκρατίας, να επιβάλει την υποχρεωτική συμπερίληψη της πληροφορίας αυτής ή των μέσων με τα οποία αυτή μπορεί να εξασφαλισθεί, στις διαφημίσεις του είδους εκείνου που ήθελε καθορισθεί στο διάταγμα.

ΠΟΙΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Aδικήματα και ποινές

16.-(1) Πρόσωπο το οποίο παραβαίνει ή παραλείπει να τηρήσει οποιαδήποτε από τις διατάξεις:-

(α) του άρθρου 3(1)·

(β) του άρθρου 9(Α)·

(γ) του άρθρου 10·

(δ) του άρθρου 11(1)·

(ε) του άρθρου 14(2)· ή

(στ του άρθρου 15(3),

τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου, διαπράττει αδίκημα και υπόκειται, σε περίπτωση καταδίκης του, σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις £1000 ή σε φυλάκιση για χρονική περίοδο που δεν υπερβαίνει τους δώδεκα μήνες, ή και στις δυο αυτές ποινές· σε περίπτωση όμως δεύτερης ή μεταγενέστερης καταδίκης, σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις £1500 ή σε φυλάκιση για χρονική περίοδο που δεν υπερβαίνει τα δύο έτη, ή και στις δυο αυτές ποινές.

(2) Επιπρόσθετα το εκδικάζον δικαστήριο έχει εξουσία να διατάξει την κατάσχεση των αγαθών ή των αντικειμένων με τα οποία ή σε σχέση με τα οποία έχει διαπραχθεί το αδίκημα.

Ποινική ευθύνη αξιωματούχων νομικών προσώπων

17. Όταν αδίκημα δυνάμει του παρόντος Νόμου, το οποίο έχει διαπραχθεί από νομικό πρόσωπο, αποδεικνύεται ότι έχει διαπραχθεί με τη συγκατάθεση ή ανοχή, ή ότι οφείλεται σε αμέλεια, οποιουδήποτε διευθύνοντος συμβούλου, διευθυντή, γραμματέα ή άλλου παρόμοιου αξιωματούχου του νομικού προσώπου, ή οποιουδήποτε προσώπου το οποίο εμφανιζόταν ότι ενεργεί με οποιαδήποτε τέτοια ιδιότητα, το πρόσωπο αυτό καθώς και το νομικό πρόσωπο είναι ένοχο του αδικήματος τούτου και σε περίπτωση καταδίκης του υπόκειται στις ποινές που προβλέπει ο παρών Νόμος για το συγκεκριμένο αδίκημα.

Συνεργοί σε αδικήματα διαπραττόμενα στην αλλοδαπή

18.-(1) Πρόσωπο το οποίο στο έδαφος της Δημοκρατίας παρακινεί ή βοηθά στην τέλεση στο έδαφος άλλης χώρας πράξης σχετικής με αγαθά, η οποία αν ετελείτο στο έδαφος της Δημοκρατίας θα συνιστούσε παράβαση του άρθρου 3, είναι ένοχος αδικήματος εφόσον η σχετική ανακριβής εμπορική περιγραφή συνιστά ένδειξη, ή οτιδήποτε είναι πιθανόν να εκληφθεί ως ένδειξη, ότι τα αγαθά ή τμήματα αυτών έχουν κατασκευασθεί, παραχθεί, επεξεργασθεί ή επισκευασθεί στη Δημοκρατία.

(2) Πρόσωπο το οποίο ευρίσκεται ένοχο του αδικήματος που προβλέπει το εδάφιο (1) υπόκειται στις ίδιες ποινές που προβλέπει το εδάφιο (1) του άρθρου 16.

Αδικήματα λόγω υπαιτιότητας άλλου προσώπου

19. Όταν η διάπραξη απ’ οποιοδήποτε πρόσωπο ενός αδικήματος που προβλέπει ο παρών Νόμος οφείλεται σε πράξη ή παράλειψη ενός άλλου προσώπου, το άλλο αυτό πρόσωπο είναι ένοχος του αδικήματος και μπορεί δυνάμει του παρόντος άρθρου να διωχθεί ποινικά και καταδικασθεί για το αδίκημα ανεξάρτητα αν ασκήθηκε ή όχι ποινική δίωξη εναντίον του πρώτου αναφερόμενου προσώπου.

Παραγραφή

20. Ποινική δίωξη για αδίκημα που προβλέπει ο παρών Νόμος δεν μπορεί να χωρήσει μετά την πάροδο τριών ετών από τη διάπραξη του αδικήματος ή ενός έτους από την ανακάλυψη του από την αρμόδια κατηγορούσα αρχή, οποιοδήποτε από αυτά ήθελε συμβεί νωρίτερα.

ΥΠΕΡΑΣΠΙΣΕΙΣ
Υπεράσπιση λάθους, ατυχήματος κλπ.

21.-(1) Σε ποινική διαδικασία για αδίκημα δυνάμει του παρόντος Νόμου αποτελεί υπεράσπιση για τον κατηγορούμενο αν αποδείξει-

(α) ότι η διάπραξη του αδικήματος οφειλόταν σε λάθος ή στο γεγονός ότι βασίσθηκε σε πληροφορίες που του παρασχέθηκαν, ή σε πράξη ή παράλειψη άλλου προσώπου, σε ατύχημα ή άλλη αιτία πέρα από τον έλεγχο του· και

(β) ότι έλαβε κάθε λογική προφύλαξη και άσκησε κάθε επιμέλεια για να αποφευχθεί η διάπραξη του αδικήματος από τον ίδιο τον κατηγορούμενο ή από οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο που τελεί κάτω από τον έλεγχο του.

(2) Σε ποινική διαδικασία για αδίκημα κατά παράβαση του εδαφίου (1)(β) του άρθρου 3 αποτελεί υπεράσπιση για τον κατηγορούμενο αν αποδείξει ότι δεν γνώριζε και δεν μπορούσε, καταβάλλοντας λογική επιμέλεια, να εξακριβώσει-

(α) ότι τα αγαθά δεν ανταποκρίνονται προς την περιγραφή· ή

(β) ότι η περιγραφή είχε επιτεθεί στα αγαθά.

Καλόπιστη δημοσίευση διαφήμισης

22. Σε ποινική διαδικασία για οποιοδήποτε από τα αδικήματα δυνάμει του παρόντος Νόμου το οποίο διαπράττεται με τη δημοσίευση διαφήμισης, αποτελεί υπεράσπιση για τον κατηγορούμενο αν αποδείξει ότι είναι πρόσωπο που κατ’ επάγγελμα δημοσιεύει ή διευθετεί τη δημοσίευση διαφημίσεων και ότι παρέλαβε τη διαφήμιση για δημοσίευση μέσα στα πλαίσια της συνήθους άσκησης του επαγγέλματος του και ότι δε γνώριζε και ούτε είχε λόγο να υποπτεύεται ότι η δημοσίευση της θα συνιστούσε αδίκημα κατά τον παρόντα Νόμο.

Καλόπιστη ενέργεια ή πράξη υπαλλήλου

23. Σε ποινική διαδικασία για αδίκημα δυνάμει του παρόντος Νόμου αποτελεί υπεράσπιση για τον κατηγορούμενο αν αποδείξει ότι κατά τη διάπραξη του αδικήματος-

(α) τελούσε σε υπαλληλική σχέση προς εργοδότη και

(β) ενήργησε καλόπιστα υπακούοντας σε νόμιμες οδηγίες ή εντολές του εν λόγω εργοδότη.

Εξουσιοδοτημένη ενέργεια ή παράλειψη

23Α. Σε ποινική διαδικασία για αδίκημα που διαπράχθηκε δυνάμει του παρόντος Νόμου αναφορικά με οποιαδήποτε εμπορική περιγραφή, δήλωση ή ένδειξη, αποτελεί υπεράσπιση για τον κατηγορούμενο αν αποδείξει ότι για τις πράξεις ή παραλείψεις του είχε σχετική εξουσιοδότηση για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου από κανονισμούς που εκδόθηκαν δυνάμει του παρόντος Νόμου.

ΟΡΓΑΝΑ ΚΑΙ ΜΕΣΑ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ
Εξουσιοδότηση λειτουργών

24. Ο Υπουργός μπορεί, με γνωστοποίηση του δημοσιευόμενη στην επίσημη εφημερίδα της Δημοκρατίας, να εξουσιοδοτήσει κατάλληλο πρόσωπο ή πρόσωπα για να ενεργούν ως εξουσιοδοτημένοι λειτουργοί στην εφαρμογή του παρόντος Νόμου και των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων διαταγμάτων ή Κανονισμών.

Εξουσία για διενέργεια δοκιμαστικών αγορών κλπ.

25. Ο εξουσιοδοτημένος λειτουργός έχει εξουσία να προβαίνει σε αγορές αγαθών και να εξασφαλίζει την παροχή υπηρεσιών, καταλυμάτων ή ευκολύνσεων ως ήθελε κρίνει σκόπιμο για τη διαπίστωση κατά πόσο παραβιάζονται ή όχι οι διατάξεις του παρόντος Νόμου ή των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων διαταγμάτων ή Κανονισμών.

Εξουσία εισόδου σε υποστατικά, επιθεώρησης και κατάσχεσης αγαθών ή εγγράφων

26.-(1) Ο εξουσιοδοτημένος λειτουργός έχει εξουσία, κατά οποιαδήποτε εύλογη ώρα και επιδεικνύοντας το πιστοποιητικό της ιδιότητας του, εφόσο του ζητηθεί, να προβεί σε οποιαδήποτε από τις ακόλουθες ενέργειες, δηλαδή-

(α) για σκοπούς διαπίστωσης κατά πόσο έχει διαπραχθεί ή όχι αδίκημα δυνάμει του παρόντος Νόμου, να εισέρχεται σ’ οποιαδήποτε υποστατικά και να επιθεωρεί οποιαδήποτε αγαθά ή χώρους στους οποίους παρέχονται υπηρεσίες, καταλύματα ή ευκολύνσεις·

(β) αν έχει εύλογη αιτία να υποπτεύεται ότι έχει διαπραχθεί αδίκημα δυνάμει του παρόντος Νόμου, για σκοπούς διαπίστωσης τέτοιου αδικήματος, να ζητήσει από οποιοδήποτε πρόσωπο που διεξάγει εμπόριο, επιχείρηση ή επάγγελμα, ή που εργοδοτείται σε σχέση με εμπόριο, επιχείρηση ή επάγγελμα, να παρουσιάσει οποιαδήποτε βιβλία ή έγγραφα που αφορούν το εμπόριο, την επιχείρηση ή το επάγγελμα και να πάρει αντίγραφα του βιβλίου ή του εγγράφου αυτού ή οποιασδήποτε καταχώρησης σ’ αυτά·

(γ) αν έχει εύλογη αιτία να πιστεύει ότι έχει διαπραχθεί αδίκημα δυνάμει του παρόντος Νόμου, να κατάσχει και κατακρατήσει οποιαδήποτε αγαθά προς το σκοπό διαπίστωσης, κατόπιν δοκιμών ή άλλως πως, κατά πόσο έχει διαπραχθεί το αδίκημα·

(δ) να κατάσχει και κατακρατήσει οποιαδήποτε αγαθά και έγγραφα τα οποία έχει λόγο να πιστεύει ότι μπορεί να χρειασθούν για αποδεικτικούς σκοπούς σε ποινική διαδικασία για αδίκημα δυνάμει του παρόντος Νόμου·

(ε) προς το σκοπό άσκησης των δυνάμει του παρόντος εδαφίου εξουσιών του για κατάσχεση αγαθών, αλλά, μόνο αν και στο βαθμό που είναι εύλογα αναγκαίο για τη διασφάλιση της προσήκουσας τήρησης των διατάξεων του παρόντος Νόμου και των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων διαταγμάτων και Κανονισμών, να ζητήσει από οποιοδήποτε πρόσωπο που έχει εξουσία να πράξει τούτο, να διαρρήξει οποιοδήποτε εμπορευματοκιβώτιο ή να ανοίξει οποιαδήποτε μηχανή αυτόματης πώλησης και, αν το πρόσωπο αυτό δε συμμορφωθεί με την απαίτηση αυτή, να προβεί ο ίδιος στην ενέργεια αυτή.

(2) Εξουσιοδοτημένος λειτουργός που κατάσχει αγαθά ή έγγραφα κατά την άσκηση των εξουσιών του δυνάμει του παρόντος άρθρου, οφείλει να πληροφορεί σχετικά το πρόσωπο από το οποίο αυτά κατασχέθηκαν ή, στην περίπτωση αγαθών που κατάσχονται από μηχανή αυτόματης πώλησης, το πρόσωπο του οποίου το όνομα και η διεύθυνση αναγράφεται πάνω στη μηχανή ως ιδιοκτήτης ή αν δεν αναγράφεται όνομα και διεύθυνση, τον κάτοχο των υποστατικών στα οποία ευρίσκεται η μηχανή ή στα οποία αυτή είναι προσαρτημένη.

(3) Τηρουμένων κατά τα λοιπά των σχετικών για την έκδοση και εκτέλεση δικαστικών ενταλμάτων έρευνας διατάξεων της Ποινικής Δικονομίας, επαρχιακός δικαστής με βάση ένορκη καταγγελία-

(α) αφού ικανοποιηθεί ότι υπάρχει βάσιμος λόγος να πιστεύει-

(ι) ότι οποιαδήποτε αγαθά, βιβλία ή έγγραφα, τα οποία εξουσιοδοτημένος λειτουργός έχει εξουσία δυνάμει του παρόντος άρθρου να επιθεωρηθεί, βρίσκονται σε οποιαδήποτε υποστατικά και ότι η επιθεώρηση τους είναι πιθανόν να αποκαλύψει αποδεικτικά στοιχεία για τη διάπραξη αδικήματος δυνάμει του παρόντος Νόμου· ή

(ιι) ότι έχει διαπραχθεί ή είναι εν τω πράττεσθαι ή πρόκειται να διαπραχθεί αδίκημα δυνάμει του παρόντος Νόμου σε οποιαδήποτε υποστατικά· και

(β) αφού ικανοποιηθεί επίσης-

(ι) ότι η είσοδος στα υποστατικά έχει εμποδισθεί ή είναι πιθανόν να εμποδισθεί· ή

(ιι) ότι τα υποστατικά είναι κενά κατοχής ή ότι ο κάτοχος αυτών λείπει προσωρινά και ότι θα ματαιωνόταν ο σκοπός της εισόδου αν αναμένετο η επιστροφή του,

μπορεί να εκδώσει δικαστικό ένταλμα που να επιτρέπει στον εξουσιοδοτημένο λειτουργό να εισέλθει στα υποστατικά, ασκώντας και βία αν παραστεί ανάγκη.

(4) Εξουσιοδοτημένος λειτουργός που εισέρχεται σε υποστατικά δυνάμει του παρόντος άρθρου μπορεί να έχει μαζί του και άλλα πρόσωπα ή εξοπλισμό που αυτός θέλει θεωρήσει απαραίτητα· όταν εγκαταλείπει τα υποστατικά στα οποία έχει εισέλθει με ένταλμα δυνάμει του προηγούμενου εδαφίου, ο εξουσιοδοτημένος λειτουργός οφείλει, αν τα υποστατικά είναι κενά κατοχής ή αν ο κάτοχος αυτών λείπει προσωρινά, να τα εγκαταλείψει σε όποια ασφαλή κατάσταση τα βρήκε από την άποψη της έξωθεν παραβίασης τους.

(5) Αν οποιοδήποτε πρόσωπο αποκαλύψει σε άλλο πρόσωπο-

(α) οποιαδήποτε πληροφορία την οποία απέκτησε σε υποστατικά στα οποία εισήλθε δυνάμει του παρόντος άρθρου και η οποία αφορά σε κατασκευαστική διαδικασία ή εμπορικό μυστικό· ή

(β) οποιαδήποτε πληροφορία την οποία απέκτησε κατ’ εφαρμογή του παρόντος Νόμου, διαπράττει αδίκημα, εκτός αν η αποκάλυψη έγινε κατά ή για την εκπλήρωση από τον ίδιο ή απ’ οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο καθηκόντων δυνάμει του παρόντος Νόμου, και υπόκειται, σε περίπτωση καταδίκης του, σε φυλάκιση για περίοδο που δεν υπερβαίνει τους δώδεκα μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις £1000, ή και στις δυο αυτές ποινές.

(6) Αν οποιοδήποτε πρόσωπο, το οποίο δεν είναι δεόντως εξουσιοδοτημένος λειτουργός, παριστάνει ότι ενεργεί με τέτοια ιδιότητα δυνάμει του παρόντος άρθρου, διαπράττει αδίκημα και, σε περίπτωση καταδίκης, υπόκειται σε φυλάκιση για περίοδο που δεν υπερβαίνει τα δύο έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις £1500, ή και στις δυο αυτές ποινές.

(7) Καμιά διάταξη του παρόντος άρθρου δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι υποχρεώνει οποιοδήποτε δικηγόρο να παρουσιάσει έγγραφο που περιέχει προνομιούχα ανακοίνωση που έγινε από ή προς αυτόν υπό την ιδιότητα του αυτή ή ότι εξουσιοδοτεί την κατάσχεση τέτοιου εγγράφου που βρίσκεται στην κατοχή δικηγόρου.

Παρακώλυση εξουσιοδοτημένου λειτουργού

27.-(1) Πρόσωπο το οποίο-

(α) εσκεμμένα παρακωλύει εξουσιοδοτημένο λειτουργό από του να ενεργήσει σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο· ή

(β) εσκεμμένα παραλείπει να συμμορφωθεί με οποιαδήποτε απαίτηση που του επιβάλλει δικαιωματικά ο εξουσιοδοτημένος λειτουργός δυνάμει του άρθρου 26· ή

(γ) χωρίς εύλογη αιτία παραλείπει να παράσχει στον πιο πάνω λειτουργό οποιαδήποτε άλλη βοήθεια ή πληροφορία την οποία εύλογα θέλει ζητήσει ο λειτουργός προς το σκοπό εκπλήρωσης των καθηκόντων του δυνάμει του παρόντος Νόμου,

διαπράττει αδίκημα και, σε περίπτωση καταδίκης, υπόκειται σε φυλάκιση για περίοδο που δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις £450, ή και στις δυο αυτές ποινές.

(2) Πρόσωπο το οποίο, παρέχοντας οποιαδήποτε πληροφορία από τις αναφερόμενες στο εδάφιο (1), προβαίνει εν γνώσει του σε ανακριβή δήλωση, διαπράττει αδίκημα και υπόκειται, σε περίπτωση καταδίκης του, σε φυλάκιση για περίοδο που δεν υπερβαίνει τους δώδεκα μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις £1000, ή και στις δυο αυτές ποινές.

(3) Καμιά διάταξη του παρόντος άρθρου δεν μπορεί να ερμηνευθεί ότι επιβάλλει σε πρόσωπο την υποχρέωση να απαντήσει σ’ οποιαδήποτε ερώτηση ή να δώσει οποιαδήποτε πληροφορία με την οποία θα μπορούσε να αυτοενοχοποιηθεί.

Γνωστοποίηση δοκιμής και πρόθεσης για ποινική δίωξη

28. Όταν αγαθά που κατάσχονται ή αγοράζονται από εξουσιοδοτημένο λειτουργό σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο υποβάλλονται σε δοκιμή, τότε-

(α) στην περίπτωση κατάσχεσης των αγαθών, ο εξουσιοδοτημένος λειτουργός οφείλει να πληροφορήσει το πρόσωπο που αναφέρεται στο άρθρο 26(2) για το αποτέλεσμα της δοκιμής το ταχύτερο δυνατό και εν πάση περιπτώσει μέσα σε δέκα ημέρες από την ημέρα κατάσχεσης των αγαθών·

(β) στην περίπτωση αγοράς των αγαθών αν η δοκιμή οδηγεί στην ποινική δίωξη για αδίκημα δυνάμει του παρόντος Νόμου, ο εξουσιοδοτημένος λειτουργός οφείλει να πληροφορήσει το πρόσωπο από το οποίο αγοράσθηκαν τα εμπορεύματα, ή σε περίπτωση αγοράς αυτών από μηχανή αυτόματης πώλησης, το πρόσωπο που αναφέρεται στο άρθρο 26(2) για το αποτέλεσμα της δοκιμής·

και οφείλει επίσης, όταν ως αποτέλεσμα της δοκιμής ασκείται ποινική δίωξη εναντίον οποιουδήποτε προσώπου για αδίκημα δυνάμει του παρόντος Νόμου, να επιτρέψει στο πρόσωπο τούτο να υποβάλει τα αγαθά σε δοκιμή για λογαριασμό του, εφόσο τούτο είναι εύλογα πρακτικό.

Αποζημίωση για ζημιές κλπ. αγαθών που κατάσχονται δυνάμει του άρθρου 26

29.-(1) Όταν ο εξουσιοδοτημένος λειτουργός, ασκώντας τις εξουσίες του δυνάμει του άρθρου 26 κατάσχει και κατακρατήσει οποιαδήποτε αγαθά και ο ιδιοκτήτης αυτών υφίσταται ζημιά από την ενέργεια αυτή ή από το γεγονός ότι τα αγαθά κατά τη διάρκεια της κατακράτησης χάθηκαν, βλάφθηκαν ή χειροτέρευσαν, ο ιδιοκτήτης αυτών δικαιούται, εκτός αν καταδικαστεί για αδίκημα δυνάμει του παρόντος Νόμου αναφορικά με τα αγαθά, σε αποζημίωση για τη ζημία την οποία υπέστη.

ΠΟΙΚΙΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Απαγόρευση εισαγωγής

30.-(1) Αγαθά στα οποία έχει επιτεθεί οποιαδήποτε ανακριβής εμπορική περιγραφή απαγορεύεται να εισαχθούν στη Δημοκρατία, εκτός αν εισάγονται για ιδιωτική ή οικιακή χρήση του προσώπου που τα εισάγει.

(2) Με την επιφύλαξη των διατάξεων του εδαφίου (3), αγαθά των οποίων η εισαγωγή απαγορεύεται δυνάμει του εδαφίου υπόκεινται, κατά την εισαγωγή τους στη Δημοκρατία, σε κατάσχεση και δήμευση σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις των περί Τελωνείων και Φόρων Καταναλώσεως Νόμων.

(3) Όταν η εισαγωγή οποιωνδήποτε αγαθών στη Δημοκρατία απαγορεύεται δυνάμει του παρόντος άρθρου, ο Υπουργός ή εξουσιοδοτημένος λειτουργός, αφού ικανοποιηθεί ότι τα αγαθά μπορούν να επισημανθούν με τρόπο που να συνάδει με τις απαιτήσεις του παρόντος Νόμου ή των διαταγμάτων ή κανονισμών που εκδίδονται δυνάμει αυτού, μπορεί, με τους όρους που θα καθορίσει, να επιτρέψει στον εισαγωγέα να επισημάνει τα αγαθά αυτά με τρόπο ώστε να συνάδουν με τις απαιτήσεις αυτές.

Κανόνες ως προς την απόδειξη

31.-(1) Οποιοδήποτε τιμολόγιο ή άλλο έγγραφο το οποίο έχει υποβάλει ή χρησιμοποιήσει ο εισαγωγέας ή άλλο πρόσωπο για την εισαγωγή αγαθών σε σχέση με τα οποία ασκήθηκε ποινική δίωξη για αδίκημα δυνάμει του παρόντος Νόμου, μπορεί να προσάγεται ως μαρτυρική απόδειξη σ’ οποιαδήποτε ποινική διαδικασία χωρίς να καλείται το πρόσωπο που έχει καταρτίσει ή υπογράψει αυτό.

(2) Όταν, σ’ οποιαδήποτε ποινική δίωξη για αδίκημα δυνάμει του παρόντος Νόμου, η συγκατάθεση του ιδιοκτήτη ή του εγγεγραμμένου χρήστη εμπορικού σήματος τίθεται ως επίδικο ζήτημα, το βάρος απόδειξης της συγκατάθεσης του ιδιοκτήτη ή του εγγεγραμμένου χρήστη φέρει ο κατηγορούμενος.

Εμπορικά σήματα που περιέχουν εμπορικές περιγραφές

32.-(1) Το γεγονός ότι εμπορική περιγραφή αποτελεί εμπορικό σήμα, ή μέρος εμπορικού σήματος, ως τούτο ορίζεται στον περί Εμπορικών Σημάτων Νόμο, δεν την εμποδίζει όταν επιτεθεί σε αγαθά από του να είναι ανακριβής εμπορική περιγραφή, εκτός αν πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις, δηλαδή-

(α) ότι αυτή θα μπορούσε να έχει επιτεθεί νόμιμα στα αγαθά αν δεν είχε τεθεί σε ισχύ ο παρών Νόμος~ και

(β) ότι κατά την ημέρα έναρξης ισχύος του παρόντος Νόμου το εμπορικό σήμα είτε είναι εγγεγραμμένο δυνάμει του περί Εμπορικών Σημάτων Νόμου είτε χρησιμοποιείται προς ένδειξη εμπορικής σχέσης μεταξύ των εμπορευμάτων αυτών και του ιδιοκτήτη του εμπορικού σήματος~ και

(γ) ότι το εμπορικό σήμα, με τον τρόπο που έχει επιτεθεί, χρησιμοποιείται προς ένδειξη της εν λόγω σχέσης μεταξύ των αγαθών και του ιδιοκτήτη του εμπορικού σήματος ή του προσώπου που είναι εγγεγραμμένο δυνάμει του άρθρου 29 του περί Εμπορικών Σημάτων Νόμου ως εγγεγραμμένος χρήστης του εμπορικού σήματος~ και

(δ) ότι το πρόσωπο που είναι ο ιδιοκτήτης του εμπορικού σήματος είναι το ίδιο πρόσωπο, ή ο νόμιμος διάδοχος αυτού, που ήταν ιδιοκτήτης κατά την ημέρα έναρξης ισχύος του παρόντος Νόμου.

Διαφύλαξη συμβατικών υποχρεώσεων

33. Η σύμβαση για την προμήθεια αγαθών ή την παροχή υπηρεσιών, καταλυμάτων ή ευκολύνσεων δεν καθίσταται άκυρη ή ανίσχυρη εξ αναγκασμού για μόνο το λόγο ότι παραβιάζεται οποιαδήποτε διάταξη του παρόντος Νόμου.

Επιφυλάξεις

34.-(1) Ο παρών Νόμος δεν απαλλάσσει πρόσωπο από οποιαδήποτε αγωγή ή άλλη δικαστική διαδικασία που θα μπορούσε να κινηθεί εναντίον αυτού, αν δεν υπήρχαν οι διατάξεις του παρόντος Νόμου.

(2) Καμιά διάταξη του παρόντος Νόμου δεν παρέχει δικαίωμα σ’ οποιοδήποτε πρόσωπο να αρνηθεί να προβεί σε πλήρη αποκάλυψη ή να απαντήσει σ’ οποιαδήποτε ερώτηση ή ερωτηματολόγιο στα πλαίσια οποιασδήποτε αγωγής, αλλά η αποκάλυψη ή απάντηση αυτή σε καμιά περίπτωση δεν θα γίνεται δεκτή ως μαρτυρική απόδειξη εναντίον αυτού στα πλαίσια οποιασδήποτε ποινικής δίωξης για αδίκημα δυνάμει του παρόντος Νόμου.

Κανονισμοί

35.-(1) Το Υπουργικό Συμβούλιο έχει εξουσία να εκδίδει Κανονισμούς για την καλύτερη εφαρμογή γενικά των διατάξεων του παρόντος Νόμου και ειδικότερα για τον καθορισμό των μεθόδων δειγματοληψίας και ανάλυσης που πρέπει να εφαρμόζονται κατά τους ελέγχους που πραγματοποιούνται με βάση τις διατάξεις του Νόμου αυτού.

(2) Κανονισμοί που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος Άρθρου πρέπει να κατατίθενται στη Βουλή των Αντιπροσώπων. Αν εντός τριάκοντα ημερών από την κατάθεση αυτή η Βουλή με απόφαση της δεν τροποποιήσει ή ακυρώσει αυτούς ολικώς ή μερικώς, τότε αυτοί αμέσως μετά την πάροδον της πιο πάνω προθεσμίας δημοσιεύονται στην επίσημη εφημερίδα της Δημοκρατίας και τίθενται σε ισχύ, εφόσον δεν ορίζεται άλλως σ’ αυτούς, από την ημέρα της δημοσίευσης τους. Σε περίπτωση τροποποίησης τους ολικώς ή μερικώς από τη Βουλή, αυτοί θα δημοσιεύονται στην επίσημη εφημερίδα της Δημοκρατίας όπως έχουν τροποποιηθεί και θα τίθενται σε ισχύ, αν δεν ορίζεται άλλως σ’ αυτούς, από την ημέρα της δημοσίευσης τους.

Έναρξη ισχύος και καταργήσεις

36.-(1) Η ισχύς του παρόντος Νόμου αρχίζει από ημερομηνία που καθορίζει το Υπουργικό Συμβούλιο με γνωστοποίηση του που δημοσιεύεται στην επίσημη εφημερίδα της Δημοκρατίας.

(2) Από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος Νόμου καταργείται ο περί Σημάτων Εμπορευμάτων Νόμος.

Σημείωση
10 του Ν3/92Έναρξη ισχύος του παρόντος Νόμου

Η ισχύς του παρόντος Νόμου αρχίζει από την ημερομηνία που θα καθορίσει το Υπουργικό Συμβούλιο με γνωστοποίηση του που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.