20.-(1) Νέα είναι η σύμπραξη που πραγματοποιείται μετά την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου.
(2) Όλες οι νέες συμπράξεις που εμπίπτουν στις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 4, εφόσο επιζητείται ατομική εξαίρεση τους κατ’ εφαρμογή του άρθρου 18 του παρόντος Νόμου, επιβάλλεται να γνωστοποιηθούν στην Επιτροπή κατά τα οριζόμενα στο επόμενο άρθρο.
(3) Εάν η Επιτροπή κρίνει ότι συντρέχουν όλες οι προϋποθέσεις του άρθρου 5 χορηγεί εξαίρεση κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 18 με αναδρομική ισχύ από της ημερομηνίας της γνωστοποίησης, η δε σύμπραξη καθίσταται κατά πάντα έγκυρη και κατά νόμο ισχυρή για τον καθορισμένο στην απόφαση της Επιτροπής χρόνο.
(4) Εάν η Επιτροπή κρίνει ότι δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 5 και αρνηθεί τη χορήγηση εξαίρεσης, η σύμπραξη είναι άκυρη εξ υπαρχής( η κατά το εδάφιο (4) του προηγούμενου άρθρου προσωρινή εγκυρότητα των δεόντως και εγκαίρως γνωστοποιουμένων παλαιών συμπράξεων δεν ισχύει προκειμένου περί των κατά το άρθρο αυτό γνωστοποιούμενων νέων συμπράξεων.
(5) Δεν επιτρέπεται η επιβολή προστίμου για σύμπραξη που γνωστοποιήθηκε κατά τα οριζόμενα στο εδάφιο (2) για το μετά τη γνωστοποίηση και μέχρι της εκδόσεως της οικείας απόφασης της Επιτροπής χρόνο.