14. Τα Οικογενειακά Δικαστήρια:
(α) Κατά την εκδίκαση αγωγών διαζυγίου, θα εφαρμόζουν το δίκαιο το οποίο καθορίζεται στην παράγραφο 2(Β) του Άρθρου 111 του Συντάγματος:
Νοείται ότι, εκτός αν ο εναγόμενος αποδείξει το αντίθετο, τεκμαίρεται ότι οι σχέσεις μεταξύ των συζύγων έχουν κλονισθεί ισχυρά και ότι είναι αφόρητη για τον ενάγοντα η εξακολούθηση της έγγαμης σχέσης για λόγο που αφορά το πρόσωπο του εναγόμενου σε περίπτωση διγαμίας ή μοιχείας ή εγκατάλειψης του ενάγοντα ή επιβουλής της ζωής του από τον εναγόμενο ή άσκησης βίας εναντίον του από τον εναγόμενο, κατά την έννοια που αποδίδεται στο όρο “βία” δυνάμει του περί Βίας στην Οικογένεια (Πρόληψη και Προστασία Θυμάτων) Νόμου:
Νοείται περαιτέρω ότι η συνεχής διάσταση των συζύγων για τέσσερα τουλάχιστο χρόνια συνιστά ισχυρό κλονισμό της έγγαμης σχέσης και το διαζύγιο δύναται να εκδοθεί έστω και αν ο λόγος του ισχυρού κλονισμού αφορά το πρόσωπο του ενάγοντα. Η συμπλήρωση του χρονικού διαστήματος δεν εμποδίζεται από μικρές διακοπές που έγιναν στα πλαίσια προσπάθειας αποκατάστασης των σχέσεων ανάμεσα στους συζύγους και οι οποίες στο σύνολο τους δεν υπερβαίνουν τους έξι μήνες.
(β) κατά την εκδίκαση οποιουδήποτε άλλου ζητήματος, θα εφαρμόζουν το δίκαιο το οποίο εφαρμοζόταν κατά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του περί της Πρώτης Τροποποίησης του Συντάγματος Νόμου του 1989, εκτός αν το ζήτημα που εκδικάζεται ρυθμιστεί διαφορετικά με νόμο.