5.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος άρθρου, το Δικαστήριο δύναται να εκδίδει διάταγμα περίθαλψης ανήλικων τοξικομανών σε κέντρο (που στο εξής θα αναφέρεται ως “διάταγμα περίθαλψης ανηλίκου”).
(2) Η αίτηση υποβάλλεται από το νόμιμο κηδεμόνα του ανηλίκου και υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση του ίδιου του κηδεμόνα ή άλλου προσώπου.
(3) Το Δικαστήριο, αν ικανοποιηθεί από το περιεχόμενο της ένορκης δήλωσης ότι ο ανήλικος χρήζει άμεσης περίθαλψης και απεξάρτησης ως αποτέλεσμα της οποίας-
(α) Κινδυνεύει σοβαρά η ψυχική και φυσική του υγεία ή
(β) υπάρχουν προβλεπτοί κίνδυνοι για το μέλλον και τη ζωή του ή
(γ) ενδέχεται να προξενήσει σοβαρή βλάβη στον ίδιο τον εαυτό του ή σε άλλα προσκείμενα σ’ αυτό πρόσωπα,
εκδίδει προσωρινό διάταγμα, που δεν υπερβαίνει τις τρεις ημέρες για ιατρική παρακολούθηση σε κέντρο.
(4) Μετά την περάτωση της ιατρικής παρακολούθησης ο αρμόδιος ιατρικός λειτουργός ο οποίος εξέτασε και παρακολούθησε την κατάσταση του ανηλίκου εκδίδει πιστοποιητικό σχετικό με τα ευρήματα της παρακολούθησης, περιλαμβανομένης και γνωμάτευσης για τη σκοπιμότητα της θεραπείας όπως επίσης και της προβλεπόμενης διάρκειας της θεραπείας.
(5) Το Δικαστήριο δύναται να παρατείνει τη διάρκεια του προσωρινού διατάγματος παρακολούθησης, αλλά κάθε παράταση δε θα υπερβαίνει τις οκτώ ημέρες και στο σύνολο τους δε θα υπερβαίνουν τις σαράντα ημέρες.
(6) Το Δικαστήριο μετά την έκδοση του ιατρικού πιστοποιητικού δύναται, αν το κρίνει σκόπιμο, να εκδώσει διάταγμα περίθαλψης ανηλίκου, με σκοπό την έγκαιρη και αποτελεσματική αποτοξίνωση και απεξάρτηση του ανηλίκου.
(7) Το Δικαστήριο δύναται, αν το κρίνει σκόπιμο, πριν εκδώσει διάταγμα περίθαλψης ανηλίκου να εξασφαλίσει τις απόψεις του ανηλίκου.
(8) Το διάταγμα περίθαλψης ανηλίκου είναι καθορισμένης διάρκειας, αλλά η αρχική περίοδος δε θα υπερβαίνει τους τρεις μήνες. Η διάρκεια του διατάγματος δύναται να παρατείνεται κατόπιν ιατρικής γνωμάτευσης κάθε τρεις μήνες, νοουμένου ότι η ολική περίοδος θεραπείας δε θα υπερβαίνει τους είκοσι τέσσερις μήνες.
(9) Σχετικά με την υποβολή αίτησης δυνάμει του παρόντος άρθρου και μέχρις ότου εκδοθούν διαδικαστικοί κανονισμοί βάσει των διατάξεων του άρθρου 11 θα ισχύουν οι πιο κάτω διατάξεις:
(α) Όπου τη γονική μέριμνα ασκεί ένα πρόσωπο, η αίτηση υποβάλλεται μονομερώς (ex parte) με ειδοποίηση προς το Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας. Το ίδιο ισχύει και στις περιπτώσεις όπου τα πρόσωπα που ασκούν τη γονική μέριμνα είναι περισσότερα του ενός και η αίτηση υποβάλλεται από κοινού.
(β) Όπου τη γονική μέριμνα ασκούν περισσότερα του ενός προσώπου και δε συμφωνούν στην από κοινού υποβολή της αίτησης, τότε η αίτηση γίνεται με κλήση στην οποία το πρόσωπο το οποίο διαφωνεί όπως επίσης και ο Γενικός Εισαγγελέας καθίστανται ως οι καθ’ ων η αίτηση.
(γ) Το Δικαστήριο δεν εκδίδει διάταγμα δυνάμει του παρόντος άρθρου, όταν ο Γενικός Εισαγγελέας ενίσταται, εκτός αν το Δικαστήριο κρίνει ότι η έκδοση του διατάγματος επιβάλλεται προς το συμφέρον της υγείας και ευημερίας του ανηλίκου.