9.-(1) Στις περιπτώσεις όπου πρόσωπο το οποίο καταδικάστηκε σε φυλάκιση ή εκτίει ποινή φυλάκισης χρήζει θεραπευτικής αγωγής η οποία παρέχεται καλύτερα και αποτελεσματικότερα σε κέντρο, το Δικαστήριο δύναται να εκδώσει ένταλμα μεταφοράς του σε κέντρο, σύμφωνα με τις πρόνοιες του παρόντος άρθρου.
(2) Η αίτηση για έκδοση του εντάλματος μεταφοράς υποβάλλεται οποτεδήποτε στο Δικαστήριο από το Διευθυντή των Φυλακών αυτεπάγγελτα ή από τον τοξικομανή μέσω του Διευθυντή των Φυλακών. Σε περίπτωση που ο Διευθυντής αρνείται να υποβάλει ή να διαβιβάσει αίτηση, ο τοξικομανής δικαιούται να υποβάλει απευθείας στο Δικαστήριο αίτηση δυνάμει του παρόντος άρθρου.
(3) Το Δικαστήριο, προτού αποφασίσει σχετικά με την αίτηση, δύναται να απαιτήσει την παρουσίαση ιατρικής μαρτυρίας σχετικά με την αναγκαιότητα της αιτούμενης μεταφοράς και οποιαδήποτε άλλη μαρτυρία κρίνει αναγκαία και σχετική, περιλαμβανομένων και πληροφοριών αναφορικά με την ασφαλή κράτηση του καταδίκου σε κέντρο.
(4) Η έκδοση διατάγματος μεταφοράς αποτελεί επαρκή εξουσιοδότηση-
(α) Για οποιοδήποτε αστυνομικό, κηδεμονευτικό λειτουργό ή άλλο πρόσωπο προς το οποίο απευθύνεται για τη μεταφορά του καταδίκου στο κέντρο, και
(β) για τον υπεύθυνο του εν λόγω κέντρου να δεχτεί την εισδοχή και κράτηση του καταδίκου για τους σκοπούς και για την περίοδο που εκδόθηκε.
(5) Η κράτηση καταδίκου σε κέντρο λογίζεται ως κράτηση στις φυλακές, νοουμένου ότι, σε περίπτωση που η περίοδος φυλάκισης λήγει προτού συμπληρωθεί η θεραπευτική αγωγή, η κράτηση του στο κέντρο δύναται να συνεχιστεί, κατόπιν ειδικής εξουσιοδότησης του Δικαστηρίου, για τόση περίοδο και υπό τέτοιους όρους όπως το Δικαστήριο θα επιβάλει.