13.-(1) Όταν σύμβαση πώλησης υπόκειται σε οποιοδήποτε ουσιώδη όρο που πρέπει να εκπληρωθεί από τον πωλητή, ο αγοραστής δύναται να παραιτηθεί από τον ουσιώδη όρο ή να επιλέξει να θεωρήσει την παράβαση ουσιώδους όρου παράβαση εγγυητικής διαβεβαίωσης και όχι λόγο καταγγελίας της σύμβασης ως τερματισθείσας.
(2) Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 43, όταν σύμβαση πώλησης δεν είναι δεκτική διαχωρισμού και ο αγοραστής έχει αποδεχτεί τα αγαθά ή μέρος αυτών ή όταν η σύμβαση αφορά συγκεκριμένα αγαθά των οποίων η κυριότητα έχει περιέλθει στον αγοραστή, η παράβαση οποιουδήποτε ουσιώδους όρου που πρέπει να εκπληρωθεί από τον πωλητή δύναται να θεωρηθεί μόνο παράβαση εγγυητικής διαβεβαίωσης και όχι λόγος απόρριψης των αγαθών και καταγγελίας της σύμβασης ως τερματισθείσας, εκτός αν υπάρχει όρος στη σύμβαση, ρητός ή σιωπηρός για το σκοπό αυτό.
(3) Καμιά διάταξη του άρθρου αυτού δεν επηρεάζει την περάτωση οποιουδήποτε ουσιώδους όρου ή εγγυητικής διαβεβαίωσης, της οποίας η μη εκπλήρωση δικαιολογείται εκ του νόμου λόγω αδυναμίας εκπλήρωσης ή άλλως πως.